Hταν έκδηλη η αγωνία του Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη να αποδείξει ότι έχει διαφορετικό πρόγραμμα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, όμως, με δεδομένο ότι και η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ κινούνται αυστηρά μέσα στο πλαίσιο της μνημονιακής πολιτικής, όπως αυτή καθορίζεται από το μετα-Μνημόνιο, το ενδιαφέρον της «κοινής γνώμης» (δηλαδή των εκλογέων), κατά συνέπεια και το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, δεν εστιάζεται στη φλυαρία και τον… ποιητικό οίστρο των λογογράφων των πολιτικών αρχηγών, αλλά εστιάζεται αποκλειστικά στα συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής που εξαγγέλλονται.
Σ' αυτόν τον τομέα, λοιπόν, ο Μητσοτάκης υπήρξε ένα αντίγραφο του Τσίπρα. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Τσίπρας υπήρξε αντίγραφο του Μητσοτάκη, όμως ο Τσίπρας μίλησε πρώτος, ενώ από την άλλη είναι πρωθυπουργός, επομένως έχει τη δυνατότητα να νομοθετήσει κάποια από τα οριακά μέτρα που εξήγγειλε και να παραστήσει τον μάγκα. Γι' αυτό και ο Μητσοτάκης φρόντισε να δηλώσει -με βαριά καρδιά είν' αλήθεια, καθώς αρχικά προσπάθησε ν' αποφύγει την απάντηση- ότι αυτά τα μέτρα θα τα ψηφίσει.
Πέταξε όμως και τη μπηχτή του: «Θα περιμένουμε κατ’ αρχάς να δούμε τι μέτρα θα έρθουν στη Βουλή. Διότι αν ερμήνευσα σωστά τη διαρροή του ανώτατου κυβερνητικού παράγοντα, δηλαδή, του κ. Τσακαλώτου, κατάλαβα ότι ο κ. Τσίπρας παρουσίασε ένα μενού μέτρων, για τα οποία έχει συμφωνήσει μόνο την κοστολόγησή τους με τους δανειστές μας. Αρα, κρατάτε λίγο μικρό καλάθι. Σε κάθε περίπτωση, μέτρα τα οποία θα είναι ευθυγραμμισμένα με τη δική μας λογική και τα οποία ξεκάθαρα ο κ. Τσίπρας αντιγράφει από εμάς, δεν έχουμε λόγο να μην τα ψηφίσουμε».
Τι γίνεται, όμως, με τα δικά του μέτρα, που δε διαφέρουν απ' αυτά του Τσίπρα; Πώς είναι σίγουρος ότι μπορούν να εφαρμοστούν; Επειδή θα γουρλώσει τα μάτια μπροστά στους εκπροσώπους των «θεσμών» κι αυτοί θα χεστούν από το φόβο τους; Οχι, ο Μητσοτάκης δεν παριστάνει τον… αντάρτη, όπως ο Τσίπρας το 2014-15. Ούτε ενάντια στη Μέρκελ ξιφουλκεί, ούτε τον… αρκουδιάρη με αρκούδες τις «αγορές» παριστάνει. Κάτι τέτοιο δεν ταιριάζει ούτε με την παράδοση της ΝΔ, ούτε με την παράδοση του μητσοτακαίικου, ούτε με το προφίλ του Κούλη και των στενών συνεργατών του. Κι ύστερα, είναι κάτι που το 'χει «κάψει» ο Τσίπρας με όσα έγιναν το πρώτο εξάμηνο του 2015.
Ο Κούλης, λοιπόν, παίρνει το ύφος του σπασίκλα μαθητή που γλείφει τους καθηγητές: «Πιστεύω ότι έχουμε τη δυνατότητα να πείσουμε τους θεσμούς για την ορθότητα της πολιτικής μας (…) Αλλά για να μπορέσουμε να κερδίσουμε την αξιοπιστία που χρειάζεται η χώρα και να διεκδικήσουμε την εμπιστοσύνη, όχι μόνο των θεσμών, αλλά και των αγορών, θα πρέπει να είμαστε απολύτως συνεπείς και στο υπόλοιπο σκέλος του μεταρρυθμιστικού μας προγράμματος». Δε διστάζει να τη βγει από τα δεξιά στην τρόικα, κατηγορώντας την ότι έκανε πλάτες στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ: «Και επιτρέψτε μου να πω ότι οι θεσμοί στρουθοκαμήλισαν, την ίδια ώρα που ξηλωνόντουσαν σημαντικότατες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είχαν γίνει από προηγούμενες κυβερνήσεις».
Οταν τον ρώτησαν αν έχει κοστολογήσει το πακέτο των φοροελαφρύνσεων που εξήγγειλε και τον ρώτησαν τι θα κάνει «αν έρθουν οι εταίροι και σας πουν ότι δεν μπορείτε να τα υλοποιήσετε αυτά τα πράγματα», ο Κούλης άρχισε να ψιλορετάρει. Πρώτα μίλησε για τις επενδύσεις, που μόνο αυτός και οι συνεργάτες του ξέρουν πώς θα τις φέρουν (διότι -εν αντιθέσει με τον Τσίπρα και τους συριζαίους- αυτοί διαθέτουν το konw how) και επομένως θα υπάρξει ανάπτυξη, θα υπάρξουν φορολογικά έσοδα και κατά συνέπεια… κανένα πρόβλημα (οποία πρωτοτυπία, τα ίδια ακριβώς έλεγε και ο Τσίπρας πριν από μια βδομάδα!). Μετά είπε ότι «ένα μεγάλο κομμάτι του προγράμματός μας είναι αυστηρότατα κοστολογημένο», διότι θα κόψουν δαπάνες (χωρίς να πει ποιες ακριβώς δαπάνες θα κόψουν, μιλούσε μόνο για το… σπάταλο κράτος). Και στο τέλος αναγκάστηκε να το πετάξει: «Και από κει και πέρα, ναι, υπάρχει και ένα κομμάτι του προγράμματος το οποίο στηρίζεται στη λογική ότι θα μπορέσουμε να πείσουμε τους εταίρους μας να μειώσουμε τα πρωτογενή πλεονάσματα»!
Μπορεί να υπάρχουν αφελείς που πιστεύουν τέτοιες μπούρδες (οι δεξιοί δημοσιογράφοι, πάντως, φρόντισαν να μην ασχοληθούν μ' αυτά, γνωρίζοντας ότι ελάχιστοι θα τα πιστέψουν), όμως όσοι δεν είναι αφελείς ή «στημένοι» εκείνο που κατάλαβαν είναι πως ο Μητσοτάκης -όπως ακριβώς και ο Τσίπρας- δεν προτίθεται να κινηθεί ούτε πόντο έξω από το μνημονιακό πλαίσιο, όπως αυτό καθορίστηκε με το μετα-Μνημόνιο. Ειδικά ο Μητσοτάκης δεν έχει και λόγο να το κάνει, διότι υπήρξε από τους φανατικότερους μνημονιακούς υπουργούς των Σαμαροβενιζέλων.
Δεν πρόκειται περί ιδεοληψίας του Μητσοτάκη (ή του Τσίπρα). Στην οχταετία των Μνημονίων διαμορφώθηκε το καθεστώς της κινεζοποίησης, για το οποίο πάσχιζε επί τουλάχιστον δυο δεκαετίας πρωτύτερα η ελληνική αστική τάξη (με κορυφαία περίοδο τον σημιτικό «εκσυγχρονισμό»). Αυτό που καθυστερούσε στις δεκαετίες των αργών κοινοβουλευτικών εξελίξεων, επιτεύχθηκε βίαια μέσα σε οχτώ χρόνια. Κανείς, λοιπόν, δε θέλει να το χαλάσει για λόγους προεκλογικής δημαγωγίας. Αλλο μερικά ψιλομερεμέτια, άλλο η φιλανθρωπική πολιτική για τους εντελώς εξαθλιωμένους και άλλο η ανατροπή του καθεστώτος που έχει διαμορφωθεί.
Από την άλλη, την ίδια περίοδο, βάθυνε ο αποικισμός της χώρας από τις ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, πρωτίστως τη Γερμανία. Το χρέος βρίσκεται πλέον στα δικά τους χέρια και δεδομένου ότι το ελληνικό κράτος (και σύμπαν το αστικό πολιτικό προσωπικό) έχει αναλάβει ρητά και δι' υπογραφών την υποχρέωση της εξυπηρέτησής του ad infinitum (στο διηνεκές – τον όρο εισήγαγε ο «πολύς» Βαρουφάκης), είναι επόμενο αυτοί να υπαγορεύουν όχι μόνο τη στρατηγική κατεύθυνση, αλλά και το βασικό σχέδιο της ασκούμενης πολιτικής. Οι «αγορές», που σύμφωνα με το σχέδιο θα ξαναπάρουν κάποια στιγμή το χρέος στα δικά τους χέρια (νέος δανεισμός για να αποπληρώνεται ο παλιός), έχουν κάθε λόγο να θέλουν τη διατήρηση αυτής της πολιτικής, που τους εξασφαλίζει την ομαλή συνεχή αφαίμαξη μεγάλου τμήματος του πλούτου που παράγεται στην Ελλάδα.
Αυτή είναι η ουσία των πραγμάτων. Γι' αυτό Τσίπρας και Μητσοτάκης λένε τα ίδια (μείωση φορολογικών συντελεστών, ΕΝΦΙΑ κτλ.), πασχίζοντας με την αερολογία της ρητορικής του να δείξουν ότι εκπροσωπούν διαφορετικές στρατηγικές.