Τελικά, πέσαμε έξω στην ανάλυσή μας. Οι βαρόνοι της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, μετά από πολλές παρασκηνιακές ζυμώσεις, υποχρέωσαν τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ σε «απόσυρση» και ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του Ευρωκοινοβούλιου Μάρτιν Σουλτς θα είναι ο υποψήφιος του SPD για την καγκελαρία. Οπως συμβαίνει στα μεγάλα «μαγαζιά» (είτε πρόκειται για καπιταλιστικές επιχειρήσεις είτε για αστικά πολιτικά κόμματα), την ανακοίνωση «απόσυρσης» την έκανε ο ίδιος ο Γκάμπριελ, εμφανίζοντάς την στους συνέδρους του κόμματος ως δική του απόφαση. Οπως είπε, «εάν ήμουν εγώ υποψήφιος θα έχανα και μαζί μου θα έχανε το SPD. O Σουλτς έχει σαφώς καλύτερες πιθανότητες εκλογής».
Σωστά, μόνο που αυτές οι πιθανότητες παραμένουν εξαιρετικά ισχνές. Για να περάσει τη σύμπραξη CDU/CSU το SPD θα πρέπει να σβήσει τα ίχνη του «μεγάλου συνασπισμού» στον οποίο συμμετέχει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, χωρίς ποτέ να έχει δημιουργήσει οποιοδήποτε πρόβλημα στην εξωτερική και εσωτερική πολιτική των Μέρκελ, Σόιμπλε και σίας. Το γεγονός ότι τέσσερα χρόνια τώρα δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τους σοσιαλδημοκράτες από τους χριστιανοδημοκράτες και χριστιανοκοινωνιστές υπουργούς δεν καταγράφεται στα θετικά του SPD. Γι' αυτό και οι βαρόνοι του κόμματος κατέληξαν στον Σουλτς.
Ο Σουλτς δεν ήταν ενεργός στην εσωτερική πολιτική και αναμένεται να οικοδομήσει την προεκλογική εκστρατεία του SPD πάνω σε δύο άξονες. Ο πρώτος άξονας είναι η κριτική στην πολιτική των Μέρκελ-Σόιμπλε, για την οποία όμως συνυπεύθυνο είναι και το SPD. Γι' αυτό και ο Γκάμπριελ, στη δήλωση «απόσυρσής» του, είπε με νόημα: «Η υποψηφιότητα και η ανάληψη της προεδρίας του κόμματος από τον Μάρτιν Σουλτς πιστοποιεί τη βούλησή μας για μια πραγματικά νέα αρχή στη Γερμανία και την Ευρώπη».
Ο δεύτερος άξονας είναι η παρουσίαση της προοπτικής για μια νέα κυβερνητική συμμαχία, με κορμό το SPD, που θα περιλαμβάνει ένα ευρύτατο φάσμα δυνάμεων, από τον γερμανικό ΣΥΡΙΖΑ (Die Linke) μέχρι τους Πράσινους και το FDP (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα), που τώρα βρίσκεται εκτός Βουλής. Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει ότι η ακροδεξιά AfD θα «ψαλιδίσει» αρκετά την εκλογική δύναμη των CDU/CSU, ενώ παράλληλα το SPD θα φτάσει τουλάχιστον το 30% (σήμερα οι δημοσκοπήσεις του δίνουν 20%). Αλλιώς, η Μέρκελ θα είναι πάλι καγκελάριος και αν δε βγαίνουν τα «κουκιά» να σχηματίσει κυβέρνηση με το FDP (στο βαθμό που αυτό μπει στη Βουλή), ο Σουλτς θα αναλάβει μετά τιμών το πόστο του αντικαγκελάριου και υπουργού Οικονομίας και θα δει τις φιλοδοξίες του να πνίγονται στο βάλτο ενός νέου «μεγάλου συνασπισμού» (αν μπορούσε να κρατήσει το SPD στην αντιπολίτευση, θα είχε ελπίδες να γίνει καγκελάριος το 2021).
Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τις πραγματικές τάσεις στη Γερμανία, οπότε κάθε πρόβλεψη θα ήταν σκέτος τζόγος. Θεωρούμε, όμως, σίγουρο πως -είτε με τον ένα είτε με τον άλλο συνδυασμό κυβερνητικών εταίρων- η ιμπεριαλιστική Γερμανία θα αποκτήσει κυβέρνηση χωρίς ιδιαίτερους κραδασμούς.