Στο προηγούμενο φύλλο αναφερθήκαμε στην απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της ΦΙΦΑ με την οποία αυξάνονται σε 48 οι ομάδες που θα συμμετέχουν στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου από το 2026. Στόχος της συγκεκριμένης απόφασης είναι κατά κύριο λόγο η αύξηση των εσόδων από τα τηλεοπτικά δικαιώματα και το άνοιγμα της ποδοσφαιρικής πιάτσας στην Ασία και την Αφρική, οι οποίες πήραν σημαντικό μερίδιο από την αύξηση των ομάδων. Με αφορμή την απόφαση της ΦΙΦΑ μπορούμε να διατυπώσουμε κάποιες πρώτες σκέψεις για τον τρόπο που εξελίσσεται το οικοδόμημα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου.
Τα προηγούμενα χρόνια, που χαρακτηρίζονταν από τη συνεχή αύξηση των κεφαλαίων που «επενδύονταν» στο ποδόσφαιρο, είχαμε την εκμετάλλευση της παραγωγικής διαδικασίας από το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Τα καλύτερα ταλέντα, κυρίως από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και δευτερευόντως από την Αφρική, έφταναν στην Ευρώπη και είτε εντάσσονταν αμέσως στο ρόστερ των ευρωπαϊκών ομάδων είτε, αν ήταν σε μικρή ηλικία, επάνδρωναν αρχικά τις ποδοσφαιρικές ακαδημίες και λίγο αργότερα μεταπηδούσαν στην πρώτη ομάδα. Το μεγαλύτερο ποσοστό από τα φράγκα που «επενδύονταν» στο παγκόσμιο επαγγελματικό ποδόσφαιρο σχετίζονταν με τις ευρωπαϊκές ομάδες, με αποτέλεσμα τα εθνικά πρωταθλήματα των προηγμένων ποδοσφαιρικά χωρών να είναι τα καλύτερα, τα πιο ανταγωνιστικά και με τον μεγαλύτερο οικονομικό τζίρο. Διαθέτοντας το αναγκαίο ρευστό, οι μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες είχαν επιλέξει να αντλούν την ποδοσφαιρική «πρώτη ύλη» από τις μη προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες, να την επεξεργάζονται στις δικές τους ακαδημίες και στη συνέχεια να τη χρησιμοποιούν στις ομάδες τους.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, τα φράγκα που τζιράρονταν στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι αυξάνονταν συνεχώς, όπως και η απαίτηση των καπιταλιστών που τα επένδυαν να αυξάνουν συνεχώς τα κέρδη τους. Και επειδή οι δυνατότητες των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων να παράγουν κέρδη ήταν πεπερασμένες, το αποτέλεσμα ήταν κάποια στιγμή να φτάσουν στο ανώτερο σημείο τους και να δημιουργηθεί η ανάγκη διοχέτευσης ενός μέρους των «επενδύσεων» σε άλλες αγορές, στις οποίες το ποσοστό του κέρδους θα ήταν μεγαλύτερο από αυτό που εξασφαλίζει το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Αυτή την ανάγκη εξυπηρετεί η απόφαση της ΦΙΦΑ, η οποία είναι η αφετηρία μιας εποχής στην οποία θα «αξιοποιηθούν» οι ποδοσφαιρικές αγορές της Ασίας και της Αφρικής για να μεγιστοποιηθούν τα κέρδη των καπιταλιστών που θα δραστηριοποιηθούν σε αυτές.
Η αύξηση των εθνικών ομάδων από Ασία και Αφρική που θα συμμετέχουν στα Μουντιάλ έχει ως άμεση συνέπεια να αυξηθούν οι πιθανότητες που έχει μια χώρα να προκριθεί στην τελική φάση και αυτό είναι σίγουρο ότι θα λειτουργήσει σαν κίνητρο για να αυξηθούν σε αυτές τις περιοχές οι καπιταλιστικές «επενδύσεις» που σχετίζονται με το ποδόσφαιρο. Οι κυβερνήσεις των χωρών θα αποφασίσουν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες υποδομές (γήπεδα, προπονητικά κέντρα), προκειμένου να βοηθήσουν την εθνική τους ομάδα να συμμετάσχει στο Μουντιάλ, χρησιμοποιώντας την τεχνογνωσία που διαθέτουν οι πολυεθνικές κατασκευαστικές εταιρίες, ένα μέρος από τα φράγκα που θα μπουν στο ταμείο της ομοσπονδίας λόγω της συμμετοχής της εθνικής ομάδας της χώρας στην κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση θα χρησιμοποιηθεί για να βελτιωθούν η ανταγωνιστικότητα του πρωταθλήματος και το αγωνιστικό επίπεδο των ομάδων της χώρας, το ενδιαφέρον των φιλάθλων για το άθλημα θα αυξηθεί και όπως συμβαίνει με κάθε καπιταλιστική μπίζνα, θα δημιουργηθούν και παράπλευρες δραστηριότητες, οι οποίες θα σχετίζονται με το ποδόσφαιρο.
Μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία θα δημιουργηθεί το κατάλληλο περιβάλλον για κερδοφόρες ποδοσφαιρικές «επενδύσεις» και θα υπάρξει διέξοδος για τα επιχειρηματικά κεφάλαια που ασφυκτιούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η επιλογή της ΦΙΦΑ για την διοργάνωση του Μουντιάλ το 2022 στο Κατάρ και μάλιστα για πρώτη φορά στα χρονικά χειμώνα (οι θερμοκρασίες το καλοκαίρι είναι απαγορευτικές για τη διεξαγωγή αγώνων), αποτυπώνει ξεκάθαρα τον τρόπο με τον οποίο τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα θα αποκομίσουν τεράστια κέρδη από τις παρθένες ποδοσφαιρικά αγορές. Οσον αφορά τις ευρωπαϊκές ομοσπονδίες και τους ευρωπαϊκούς συλλόγους, που αντιδρούν στις καινοτομίες της ΦΙΦΑ, βλέποντας ότι χάνουν κάποια από τα προνόμια που έχουν αποκτήσει στο παγκόσμιο ποδοσφαιρικό οικοδόμημα, όπως συμβαίνει στις μπίζνες θα σωπάσουν μόλις πάρουν το κατάλληλο αντάλλαγμα. Το φρέσκο ποδοσφαιρικό «αίμα» που θα αποκομίσουν, είτε άμεσα (με την ενσωμάτωση των ποδοσφαιριστών από τις χώρες που θα γίνουν «επενδύσεις» στο ρόστερ των ομάδων) είτε έμμεσα (από τα επιπλέον φράγκα που θα μπουν στα ταμεία τους από τα κάθε λογής τουρνουά που θα διεξαχθούν στις χώρες αυτές με τη συμμετοχή των ευρωπαϊκών ομάδων), είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσει το κατάλληλο κίνητρο για να αλλάξουν άποψη.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
ΥΓ. Ο τόπος και ο τρόπος που θα διεξαχθεί ο τελικός του Κυπέλλου μπάσκετ ανάμεσα σε Παναθηναϊκό και Αρη αποτελεί το μείζον πρόβλημα για το ελληνικό μπάσκετ. Η ομοσπονδία θέλει να γίνει στο Ηράκλειο Κρήτης, χωρίς οργανωμένους οπαδούς, ο Αρης στη Θεσσαλονίκη ή κάπου πάνω από τα Τέμπη, με την παρουσία των οπαδών του, απειλώντας μάλιστα να μη συμμετάσχει στον τελικό, και οι πράσινοι -μέσω κύκλων της διοίκησης- συμφωνούν με το Ηράκλειο, διαφωνούν για «κάπου πάνω από τα Τέμπη» και αντιπροτείνουν Λαμία ή Λάρισα, αδιαφορώντας για το αν θα παίξουν με ή χωρίς τους οπαδούς τους. Ευτυχώς που η κατάταξη του ESPN έχει ανακοινωθεί, γιατί αλλιώς η 9η θέση θα ήταν όνειρο θερινής νυκτός.
Η αξιολόγηση των πρωταθλημάτων μπάσκετ, εκτός του ΝΒΑ, από το αμερικανικό αθλητικό δίκτυο ESPN, που θεωρείται το μεγαλύτερο σε παγκόσμιο επίπεδο, έκρυβε μια οδυνηρή έκπληξη για το ελληνικό μπάσκετ. Το ελληνικό πρωτάθλημα βρίσκεται στην 9η θέση της κατάταξης, κάτω από την Αδριατική Λίγκα, που βρίσκεται στην 8η θέση, και με τα βίας πάνω από τα πρωταθλήματα της Αυστραλίας, της Λιθουανίας και της Κίνας.
Οσοι δεν ασχολούνται συστηματικά με το μπάσκετ είναι πολύ πιθανό να αναρωτηθούν για την «εγκυρότητα» της κατάταξης του ESPN, επικαλούμενοι το γεγονός ότι οι ελληνικές ομάδες έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο και αρκετές κατακτήσεις της πρωτιάς στην Euroleague, που βρίσκεται στην 1η θέση της κατάταξης. Οσοι όμως έχουν συστηματική ενασχόληση με το άθλημα γνωρίζουν ότι στα κριτήρια κατάταξης, εκτός από τη δυναμικότητα του πρωταθλητή, συμπεριλαμβάνονται η εμπορικότητα των ομάδων κάθε πρωταθλήματος εντός και εκτός συνόρων, η παραγωγή παικτών, ο μέσος όρος εισιτηρίων, το ύψος των τηλεοπτικών δικαιωμάτων, η τηλεθέαση, το ενδιαφέρον από άλλες χώρες για την τηλεοπτική κάλυψη, η κατάσταση και η χωρητικότητα των γηπέδων, καθώς και η ύπαρξη αθλητικής βίας. Με βάση το σύνολο των κριτηρίων κατάταξης είναι απόλυτα φυσιολογικό το ελληνικό πρωτάθλημα να βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης.
Τα τελευταία χρόνια, μετά από τους Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό, που μονοπωλούν τους τίτλους και το ενδιαφέρον, υπάρχει το χάος. Οι περισσότερες ομάδες είναι βουτηγμένες στα χρέη, τα κασέ των παιχτών είναι πολύ χαμηλά με αποτέλεσμα οι καλοί παίχτες να επιλέγουν άλλες χώρες (ο Mike James, πριν τον Παναθηναϊκό, αγωνιζόταν στην Α2 Ιταλίας με παραπλήσιες απολαβές), το τηλεοπτικό ενδιαφέρον είναι αντίστοιχο με των ντοκιμαντέρ του National Geographic για τον βραχώδη καβουρογαμόσαυρο και οι εξέδρες, όταν δεν υπάρχουν οι οπαδικοί στρατοί για να επιβάλουν το «δίκιο» τους, θυμίζουν τις συγκεντρώσεις της ΕΔΗΚ και του ΚΟΔΗΣΟ στο Σύνταγμα.
Αν στα παραπάνω προσθέσουμε και το γεγονός ότι η εθνική Ελλάδας βρίσκεται στην 13η θέση της κατάταξης με καθοδικές τάσεις, μπορούμε να καταλάβουμε ότι τα δεδομένα για το ελληνικό μπάσκετ δεν είναι τα καλύτερα και ότι σε συνθήκες οικονομικής κρίσης πολύ δύσκολα θα αντιστραφεί η σημερινή κατάσταση, αφού οι πιθανότητες να βρεθούν οικονομικά ισχυροί καπιταλιστές που θα «επενδύσουν» στο άθλημα και θα προσπαθήσουν να σπάσουν την κυριαρχία του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού είναι από ελάχιστες ως μηδενικές. Τα μεγαλεία της δεκαετίας του '90 έχουν περάσει ανεπιστρεπτί και παρά τις απέλπιδες προσπάθειες του Βασιλακόπουλου δεν υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ.

Η φωτογραφία απεικονίζει την προπόνηση που κάνουν οι υπουργοί και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες της διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς και εξηγεί γιατί στο τέλος κάθε διαπραγμάτευσης καταλήγουν στα τέσσερα…