«Αυτή (σ.σ.: η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας) αφορά σε τομείς που σχετίζονται με:
– τους Πόρους της Σχολικής Μονάδας (υλικοτεχνική υποδομή, οικονομικοί πόροι, ανθρώπινο δυναμικό)
– τη Διοίκηση της Σχολ. Μονάδας (συντονισμός σχολικής ζωής, διαμόρφωση- εφαρμογή σχολικού προγράμματος, αξιοποίηση μέσων και πόρων)
– την υλοποίηση του προγράμματος χωρίς απώλεια διδακτικών ωρών
– το Κλίμα και τις Σχέσεις μεταξύ των παραγόντων της εκπαιδευτικής κοινότητας
– το συνολικό πρόγραμμα κοινωνικής, πολιτιστικής, περιβαλλοντικής δράσης του Σχολείου
– τις Εκπαιδευτικές Διαδικασίες και τις καινοτομικές δράσεις του σχολείου σε όλους τους τομείς
– τα αποτελέσματα (φοίτηση, επίδοση, ατομική-κοινωνική ανάπτυξη μαθητών).
Κάθε σχολείο μπορεί να τροποποιήσει ή να εμπλουτίσει τα πεδία αυτά, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του…
Για να γίνει πραγματικότητα και να εκπληρώσει τους στόχους του το Νέο Σχολείο, απαραίτητη είναι η διαμόρφωση νέου Προγράμματος Σπουδών, που να υιοθετεί νέες αρχές οργάνωσης και εφαρμογής του. Ενα πρόγραμμα σπουδών:
Ανοικτό και ευέλικτο ως προς τον εκπαιδευτικό ο οποίος θα έχει δυνατότητα παρέμβασης και αυτενέργειας στο περιεχόμενο και μέθοδο διδασκαλίας· ως προς τη διαδικασία σύνταξης όπου συμμετέχουν μάχιμοι εκπαιδευτικοί, εκπρόσωποι των επιστημονικών κλάδων και των ειδικών φορέων της πολιτείας· και επίσης ως προς τον μαθητή…
Κύρια χαρακτηριστικά των νέων παιδαγωγικών τεχνικών που απαιτούνται είναι το πιο ευέλικτο μαθησιακό περιβάλλον, η βιωματική μάθηση, η ενεργητικότερη συμμετοχή των μαθητών στις δραστηριότητες και στο σχεδιασμό της προσωπικής τους μάθησης, η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και η μεγαλύτερη εξατομίκευση της διδασκαλίας».
Αννα Διαμαντοπούλου, «Νέο σχολείο: Πρώτα ο μαθητής»
«Η καινούργια φιλοσοφία που πρέπει να διαπερνά την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση από τη μια άκρη έως την άλλη είναι η ενηλικίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, ο απογαλακτισμός από το μεγάλο προστατευτικό και παρεμβατικό κράτος. Η ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών, των θεσμών, των συμμετοχικών θεσμών διαβούλευσης, η ενδυνάμωση των μαθητών με επιλογές και ανάληψη ευθύνης προτάσσοντας την ευελιξία έναντι της ακαμψίας, την πρωτοβουλία με ευθύνη και απολογισμό αντί του προληπτικού ελέγχου».
Αντώνης Λιάκος, πρόεδρος της Επιτροπής διαλόγου για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ
«Στο Νέο Σχολείο οι μαθητές θα αναπτύσσουν ταυτόχρονα αυτόνομη δράση, συλλογικό κοινωνικό πνεύμα, και περιβαλλοντική συνείδηση και έτσι:
(α) Ο Μαθητής γίνεται «μικρός διανοούμενος». Αποκτά Μεγαλύτερη ικανότητα και άνεση στην χρήση, προφορικά και γραπτά, της ελληνικής γλώσσας…
(β) Ο Μαθητής γίνεται «μικρός Επιστήμονας». Αποκτά γνωστική επάρκεια στον χειρισμό των μαθηματικών εννοιών…
(γ) Ο Μαθητής γίνεται «μικρός ερευνητής» . Αποκτά ποιότητα και ταχύτητα στην ανάλυση και στη σκέψη…
(δ) Ο Μαθητής γίνεται “γλωσσομαθής''».
Αννα Διαμαντοπούλου, «Νέο σχολείο»
«Το αναλυτικό πρόγραμμα δεν είναι ανάγκη να είναι τόσο πολύ αναλυτικό και γι αυτό το λόγο -εδώ θα βοηθήσει το Εθνικό Πλαίσιο γιατί θα δίνει οδηγό – και να βάλουμε μια ζώνη που θα είναι τουλάχιστον το 1/3 του χρόνου των παιδιών, στην οποία θα υπάρχει μια ζώνη αυτονομίας, μια ζώνη συνεργασίας, διαθεματική ζώνη ή ζώνη έρευνας, όπου τα παιδιά δεν θα είναι απλώς οι παθητικοί αποδέκτες της γνώσης – δεν το θέλουμε σε καμία περίπτωση ούτε στα άλλα μαθήματα – όπου ο στόχος θα είναι οι μαθητές να γίνουν οι μικροί ερευνητές, αυτοί που θα ανακαλύψουν τη γνώση».
Αντώνης Λιάκος
Η αναλυτική παράθεση των παραπάνω αποσπασμάτων έγινε σκόπιμα. Για να καταδείξει την ταύτιση στη σκέψη και τις κατευθυντήριες γραμμές των δυο πρωταγωνιστών των εκπαιδευτικών αντιμεταρρυθμίσεων (η μεταρρύθμιση εγγράφεται συνήθως ως προοδευτική έννοια), της φράου Αννας Διαμαντοπούλου και του Αντώνη Λιάκου, που ανέλαβε επιτελικό ρόλο, ρόλο γκεσεμιού στον επιχειρούμενο αντιδραστικό εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης από τους Τσιπροκαμμένους.
Παρά τις διαφορές στα γλωσσικά τεχνάσματα, οι δυο αντιλήψεις μοιάζουν σα δυο σταγόνες νερό. Κι όσο κι αν προσπαθούν οι συριζαίοι να εξαπατήσουν το λαό και τους εκπαιδευτικούς, ένα είναι σίγουρο: όταν τα λόγια γίνουν νόμοι και πράξη, τότε θα αποκαλυφθεί η αλήθεια και ο εξευτελισμός τους θα γίνει τέλειος και στον χώρο της εκπαίδευσης.
«Η ενηλικίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, ο απογαλακτισμός από το μεγάλο προστατευτικό και παρεμβατικό κράτος» του Αντώνη Λιάκου δεν είναι τίποτε άλλο από την απαλλαγή του αστικού κράτους από τις ευθύνες του απέναντι στην εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της, από την ευθύνη αυτό να παρέχει Παιδεία σε όλα τα παιδιά.
Τα αναλυτικά προγράμματα που «δεν είναι ανάγκη να είναι και τόσο αναλυτικά», η ζώνη «αυτονομίας», που θα είναι «τουλάχιστον το 1/3 του χρόνου των παιδιών» οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην κατηγοριοποίηση των σχολείων ανάλογα με την κοινωνική προέλευση του μαθητικού πληθυσμού και την περιοχή στην οποία αυτά ανήκουν, στον διαχωρισμό τους σε «καλά» και «κακά», ανάλογα με τις επιδόσεις των μαθητών, που έχουν πάντα κοινωνικοοικονομικά αίτια, στην αναζήτηση πόρων από «τρίτους», γιατί μόνον έτσι μπορεί να βελτιώσει ένα σχολείο την υλικοτεχνική του υποδομή και τις δραστηριότητες τις οποίες αυτό αναλαμβάνει, αφού η δημόσια χρηματοδότηση είναι οικτρή, στην εισδοχή, τέλος, των επιχειρήσεων και των κάθε λογής «χορηγών», συμπεριλαμβανομένης και της «τσέπης των γονιών», μέσα στο δημόσιο σχολείο.
Μπορεί οι συριζαίοι με παραπλανητικό τρόπο να νοηματοδοτούν την «αυτονομία» με δημοκρατικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο, όμως δεν είναι χθεσινοί και ξέρουν καλά πως η αστική τάξη, τα συμφέροντα της οποίας ανέλαβαν να υπηρετήσουν, ουδέποτε επέτρεψε παρεκκλίσεις από το ρόλο που έχει αναλάβει να παίξει το σχολείο στον καπιταλισμό, αυτόν του αναμεταδότη της κυρίαρχης ιδεολογίας και της αναπαραγωγής των εκμεταλλευτικών σχέσεων.
Κοντολογίς, η «αυτονομία» έχει πάντα περιορισμένη έκταση (η αναφορά του Λιάκου στο 1/3 του χρόνου είναι σκέτη δημαγωγία) και πραγματοποιείται πάντοτε σε σχέση με την προώθηση των συμφερόντων του κράτους και του κεφαλαίου, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η ελαχιστοποίηση των δαπανών για την Παιδεία και το φόρτωμά τους στην καμπούρα άλλων, η επιχειρηματική δραστηριοποίηση των σχολείων και το όφελος των επιχειρηματιών και των τοπικών παραγόντων από αυτήν.
Η Διαμαντοπούλου λόγω του πολιτικού χώρου από τον οποίο προέρχεται και του γεγονότος ότι προχώρησε μέχρι τη νομοθέτηση αυτών των κατευθύνσεων είναι πιο κυνική όταν λέει ότι το σχολείο πρέπει να διαχειρίζεται -και να κρίνεται γι' αυτό- τους πόρους του, την αξιοποίηση μέσων και πόρων, την υλοποίηση του προγράμματος χωρίς απώλεια διδακτικών ωρών, τις καινοτομικές δράσεις σε όλους τους τομείς, τα αποτελέσματα (φοίτηση, επίδοση, ατομική-κοινωνική ανάπτυξη μαθητών), κ.λπ.
Δημαγωγικές επίσης είναι οι εξαγγελίες ότι τάχα η κυβέρνηση, όπως κάθε άλλη αστική κυβέρνηση, θέλει τον μαθητή ερευνητή και όχι παπαγάλο, με αναπτυγμένη κρίση και όχι παθητικό δέκτη. Διότι αυτό αντιβαίνει στη φύση του αστικού σχολείου και στον τρόπο που αυτό είναι δομημένο αγκαλιά πάντα με αξιολογικές κρίσεις και εξεταστικές διαδικασίες διαχωρισμού και επιλογής.
Ο Αντώνης Λιάκος επεφύλαξε και για τους εκπαιδευτικούς μια έκπληξη. Δήλωσε ότι στις άμεσες ρυθμίσεις του υπουργείου Παιδείας θα είναι ο χρόνος διδασκαλίας και ο εργασιακός χρόνος των εκπαιδευτικών να μη συμπίπτουν. Και στον εργασιακό χρόνο να περιλαμβάνονται οι παιδαγωγικές συναντήσεις των δασκάλων και καθηγητών «οι οποίοι κάθε βδομάδα θα χαράζουν την εκπαιδευτική πολιτική»!
Τόση άγνοια από τον επικεφαλής του «διαλόγου» είναι ασυγχώρητη, θα μπορούσε να πει κανείς, εκτός κι αν τα λόγια του Λιάκου υποκρύπτουν δόλιες σκέψεις. Εμείς κλίνουμε προς το δεύτερο. Διότι ο διδακτικός χρόνος ήταν πάντα διαχωρισμένος από τον εργασιακό χρόνο. Ο εκπαιδευτικός παρέμενε στο σχολείο πέραν του διδακτικού του ωραρίου και μέχρι το πέρας -το ανώτερο- του εργασιακού του ωραρίου μόνον εφόσον του είχε ανατεθεί διοικητική ή παιδαγωγική εργασία από το σύλλογο διδασκόντων. Οι δε παιδαγωγικές συνεδριάσεις πραγματοποιούνται πάντα εκτός διδακτικού ωραρίου και εντός εργασιακού χρόνου, ενώ δεν λαμβάνεται ποτέ υπόψη ο πρόσθετος χρόνος εργασίας που απαιτείται από τους εκπαιδευτικούς στο σπίτι για την προετοιμασία της επόμενης μέρας, τη διόρθωση των γραπτών, τον σχεδιασμό, κ.λπ.
Τι εννοεί, λοιπόν, ο Αντώνης Λιάκος; Μήπως δρομολογείται η επέκταση του εργασιακού ωραρίου ή η υποχρεωτική παραμονή ως το πέρας του καθημερινά από όλους τους εκπαιδευτικούς του σχολείου; Κοντός ψαλμός αλληλούια!
Αλλωστε δεν έπεσε τυχαία από τον επικεφαλής της Επιτροπής διαλόγου η πρότασης για επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στη διάρκεια των κενών του διδακτικού τους ωραρίου.