Βάστα με να σε βαστώ, ν’ ανεβούμε το βουνό. Τη γνωστή λαϊκή παροιμία θύμιζε η συνάντηση του Τσίπρα με τον Κουβέλη στο μέγαρο Μαξίμου, την περασμένη Τρίτη.
Οι φήμες περί υπουργοποίησης του Κουβέλη «με την πρώτη ευκαιρία» δίνουν και παίρνουν, όμως εμείς δεν τους δίνουμε ιδιαίτερη βάση. Ο σχεδιασμός των Τσιπραίων είναι πάντοτε εξαιρετικά κοντοπρόθεσμος και η βάση του απόλυτα αμοραλιστική. Δε διστάζουν να εξαπατήσουν τον οποιοδήποτε. Το να δώσεις τα χέρια μ’ αυτούς δε σημαίνει απολύτως τίποτα. Ρωτήστε και τον Κουβέλη, θα έχει πολλά να σας πει.
Τον Αύγουστο του 2014, Σαμαράς και Βενιζέλος πρότειναν στον Κουβέλη να τον κάνουν πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Κουβέλης επέλεξε να μην πάει μ’ αυτούς, αλλά με τους Τσιπραίους, που ήταν η ανερχόμενη δύναμη. Βοήθησε να προκληθούν πρόωρες εκλογές (λόγω αποτυχίας εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας) και είδε τους Τσιπραίους να τον αδειάζουν μεγαλοπρεπέστατα, αρνούμενοι να συμπεριλάβουν τον ίδιο και άλλα στελέχη της ΔΗΜΑΡ στους εκλογικούς συνδυασμούς του ΣΥΡΙΖΑ, όπου με μοναδική ευκολία έβρισκε θέση η κάθε Τζάκρη. Κι όταν ήρθε η ώρα εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας, οι Τσιπραίοι δεν επέλεξαν τον Κουβέλη, ούτε τον Αβραμόπουλο, στον οποίο ο Τσίπρας είχε επίσης υποσχεθεί τη θέση, αλλά τον Παυλόπουλο.
Παρά ταύτα, ο Κουβέλης συνέχισε να ανεβαίνει το γολγοθά του, ερχόμενος σε σύγκρουση με το σύνολο των παλιών του συντρόφων. Πρώτα έχασε τον Λυκούδη και την ομάδα του, μετά έχασε και τους πιστούς Χατζησωκράτη-Μαργαρίτη-Τσούκαλη, που έσπρωξαν μπροστά τον Θεοχαρόπουλο και πήγαν σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Ο κυρ-Φώτης μάζεψε κάτι νεαρούς που εξακολουθούσαν να τον θαυμάζουν (!), έφτιαξε μια ομάδα για να παριστάνει τον πολιτικό ηγέτη και περιμένει υπομονετικά να έρθει η ευκαιρία του.
Μιλώντας πολιτικά, ο Κουβέλης αισθάνεται δικαιωμένος, αφού ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα μνημονιακό κόμμα, σαν την παλιά ΔΗΜΑΡ. Σε προσωπικό επίπεδο, όμως, δεν είναι παρά ένας ακόμα «λούζερ» της αστικής πολιτικής. Διότι ο Τσίπρας έγινε πρωθυπουργός, διαγράφοντας μια πορεία από το «αντιμνημόνιο» στο μνημόνιο, χωρίς την οποία δε θα είχε καταφέρει τίποτα. Ενώ ο Κουβέλης αναθάρρησε το 2012, από τότε που έφυγε από τη συγκυβέρνηση με τους Σαμαροβενιζέλους, όμως, θεωρώντας ότι είναι πολιτικός με λαϊκή απήχηση, καταγράφει μια πορεία προς την ανυπαρξία. Και τώρα, γλείφει τα σκαλιά του Μαξίμου, παρακαλώντας να έρθει μια μέρα που οι Τσιπραίοι δε θα έχουν άλλο χαρτί και θα χρησιμοποιήσουν τον ίδιο.
Δε χρειάζεται να θυμίσουμε τι έλεγαν ο μεν εναντίον του δε, από τότε που ο Κουβέλης αποχώρησε από τον ΣΥΡΙΖΑ και έφτιαξε τη ΔΗΜΑΡ και ιδιαίτερα από τότε που η ΔΗΜΑΡ μπήκε στη δεύτερη μνημονιακή συγκυβέρνηση, τον Ιούνη του 2012. Αυτό είναι συνηθισμένο στην αστική πολιτική. Δεν υπάρχουν αρχές, δεν υπάρχει τσίπα. Υπάρχει μόνο το πολιτικό συμφέρον της στιγμής. Οι Τσιπραίοι, πάντως, χρησιμοποιούν τον Κουβέλη και ως δόλωμα για τους διάφορους «λεβέντηδες» της Βουλής. Οταν αρχίζει ένα τέτοιο φλερτ και στο παρασκήνιο οργιάζουν οι ψίθυροι περί σχεδιαζόμενης υπουργοποίησης του Κουβέλη, κάποιοι μπορεί να ενδώσουν στην επίμονη «πολιορκία» του κυρ-Αλέκου.
Ολ' αυτά, όμως, είναι πιθανά σενάρια που κανένας (ούτε οι εμπνευστές ούτε οι πρωταγωνιστές τους) δεν ξέρει αν και πότε θα υλοποιηθούν. Ολοι οι «παίχτες» κοιτάζουν να «πλασαριστούν» και να δημιουργήσουν «καβάτζες», όμως η πορεία των πολιτικών πραγμάτων θα είναι περισσότερο αυθόρμητη παρά σχεδιασμένη. Η οικονομική κρίση, που έπληξε τον ελληνικό καπιταλισμό το 2009, τον έβαλε και σε μια διαρκή πολιτική κρίση. Από το 2009 μέχρι το 2015 έγιναν πέντε εκλογικές αναμετρήσεις. Καμιά απ' αυτές δεν έδωσε μια λίγο-πολύ σταθερή κυβερνητική λύση. Ο λόγος είναι προφανέστατος: όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν ή συγκυβέρνησαν εξαπάτησαν αισχρά τον ελληνικό λαό. Αυτή την πηγή της πολιτικής κρίσης, που πλήττει σήμερα και τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα μόλις χρόνο μετά την αναρρίχησή του στην κυβερνητική εξουσία, δεν μπορούν να την εξαλείψουν πολιτικές τσόντες τύπου Κουβέλη. Το ισχυρότερο πολιτικό ενδεχόμενο αυτή τη στιγμή εξακολουθεί να είναι μια «οικουμενική» ή κυβέρνηση «ειδικού σκοπού».