Η άλλη πλευρά του νομίσματος των βυθισμένων σαπιοκάραβων και των μεταναστών που βυθίζονται στον υγρό τάφο της Μεσογείου είναι η ληστρική εκμετάλλευση από τους καπιταλιστές. Οσοι από τους «τυχερούς» κατορθώσουν να αντέξουν τις δοκιμασίες και να περάσουν στην ευρωπαϊκή «γη της επαγγελίας» είναι βέβαιο ότι θα βρεθούν στις δαγκάνες της πιο άγριας καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Αυτό πλέον δεν αποτελεί είδηση. Αυτή όμως η εκμετάλλευση θεωρούνταν ότι αποτελεί εξαίρεση, κάτι σαν παραβίαση των δημοκρατικών κανόνων που εξακολουθούν να ισχύουν στην ΕΕ, ιδιαίτερα στα ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη-μέλη της. Αυτό πλέον δε μπορούν να το ισχυριστούν ούτε οι πιο φανατικοί θιασώτες του «ευρωπαϊκού οράματος».
Πέφτουν τα προσωπεία
Οι εποχές που η Ευρώπη εμφανιζόταν σαν η «φιλόξενη μητέρα» των ανά τη γη κατατρεγμένων που ζητούν δουλειά έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Οταν ένας οργανισμός μέσα από τα σπλάχνα της ίδιας της ΕΕ παραδέχεται ότι η εκμετάλλευση των ξένων εργατών, που είτε μετακινούνται από μία χώρα-μέλος σε μια άλλη χώρα-μέλος είτε πρωτοέρχονται στα ευρωπαϊκά εδάφη, «δεν είναι ένα μεμονωμένο ή περιθωριακό φαινόμενο», τότε ξεσκίζεται το προσωπείο της «Ευρώπης των λαών». Πίσω από το προσωπείο αυτό αποκαλύπτεται το πραγματικό αποκρουστικό πρόσωπο μιας λυκοσυμμαχίας που αποτελεί θερμοκήπιο της πιο ληστρικής εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης των χωρών του λεγόμενου «τρίτου κόσμου». Των χωρών, δηλαδή, που οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, η οικονομική και κοινωνική καθυστέρηση, η λεηλασία του φυσικού πλούτου τους από μια χούφτα πολυεθνικές, τις έχουν μετατρέψει σε κολαστήρια για εκατομμύρια προλετάριους που αναγκάζονται να μεταναστεύσουν με κάθε θυσία.
Ο λόγος για πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA), με τίτλο «Σοβαρή εργασιακή εκμετάλλευση: Εργάτες που μετακινούνται εντός ή προς την Ευρωπαϊκή Ενωση – Υποχρεώσεις των κρατών και δικαιώματα των θυμάτων» (https://fra.europa.eu/en/publication/2015/severe-labour-exploitation), που για πρώτη ίσως φορά παραδέχεται πράγματα που όσοι έχουμε γνωρίσει μετανάστες τα ξέρουμε από πρώτο χέρι. Οταν όμως ένας οργανισμός της ΕΕ αναγκάζεται να τα παραδεχτεί, τότε καταλαβαίνει κανείς πόση έκταση έχουν πάρει και πόσο δύσκολη είναι πλέον η συγκάλυψή τους.
Εκμετάλλευση μέχρι δουλείας
Ενα πράγμα που πρέπει να σημειώσει κανείς είναι αυτό που τονίζεται στην εισαγωγή της έκθεσης. Οτι το φαινόμενο της εργασιακής εκμετάλλευσης δεν έχει μέχρι σήμερα ερευνηθεί σε τέτοιο βαθμό όσο η καταναγκαστική εργασία ή το trafficking (εμπόριο λευκής σαρκός, κατά το κοινώς λεγόμενο). Γι’ αυτό το λόγο «ελάχιστες είναι οι αποδείξεις για τον τεράστιο αριθμό των ανθρώπων που μετακινούνται από ένα κράτος μέλος της ΕΕ σε ένα άλλο ή μεταναστεύουν στην ΕΕ και αναγκάζονται από τις οικονομικές και κοινωνικές περιστάσεις να αποδεχτούν εργασιακές συνθήκες πολύ μακριά από τα νόμιμα αναγνωρισμένα standards».
Ενα δεύτερο πράγμα που αξίζει επίσης να σημειωθεί είναι το γεγονός ότι αν και «η ΕΕ διαθέτει ήδη ένα συμπαγές νομικό πλαίσιο που απαγορεύει την εργασιακή εκμετάλλευση, η εφαρμογή του όμως υστερεί μακράν». Φυσικά, η έννοια της εργασιακής εκμετάλλευσης δεν έχει το χαρακτήρα που πραγματικά θα έπρεπε να έχει (αφού κάθε μισθωτή εργασία στον καπιταλισμό αποτελεί εργασιακή εκμετάλλευση από αυτούς που καρπώνονται την απλήρωτη δουλειά των εργατών), αλλά το χαρακτήρα της πιο ακραίας μορφής εκμετάλλευσης «ξεκινώντας από τη σκλαβιά και φθάνοντας σε σχετικά λιγότερο σοβαρές μορφές εκμετάλλευσης».
Δεν περιμένουμε από τους ερευνητές της ΕΕ να αποκαλύψουν όλο το μέγεθος της εκμετάλλευσης που οργιάζει εδώ και πολλά χρόνια κατά των μεταναστών. Γνωρίζουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι πληρώνονται για να εμφανίσουν πιο «στρογγυλεμένα» τα πράγματα και κυρίως για να δώσουν το απαραίτητο άλλοθι στην ΕΕ ότι έστω κι έτσι νοιάζεται και σκοπεύει να διορθώσει τα πράγματα. Εχει αξία, όμως, όταν παραδέχονται πράγματα που μέχρι σήμερα συγκαλύπτονταν κάτω από το πέπλο της «δημοκρατίας» και του «πολιτισμού».
Τα ευρήματα
Συνοπτικά, τα ευρήματα της έκθεσης, βάσει των επί τόπου ερευνών και των συνεντεύξεων που πάρθηκαν από ξένους εργάτες, είναι:
– Αρνηση πληρωμής μισθού ή μισθός σημαντικά κάτω από τον νόμιμο ελάχιστο.
– Τμήμα της αμοιβής επιστρέφει πίσω στον εργοδότη με διάφορους –και συχνά παράλογους– τρόπους.
– Ελλειψη πληρωμών κοινωνικής ασφάλισης.
– Εξαιρετικά πολλές εργάσιμες ώρες για έξι ή εφτά μέρες τη βδομάδα.
– Ελάχιστες ή καθόλου ημέρες άδειας.
– Οι εργασιακές σχέσεις διαφέρουν σημαντικά από τις συμφωνημένες.
– Εργάτες ζουν μέσα στο χώρο εργασίας.
– Ελλειψη οποιασδήποτε επικοινωνίας με ομοεθνείς ή άτομα έξω από την εταιρία (ή την οικογένεια σε περίπτωση ντόπιων εργατών).
– Κράτηση διαβατηρίου, περιορισμός στη μετακίνηση.
Σε 13 από τα 21 κράτη μέλη που περιλαμβάνονταν στην έρευνα (Αυστρία, Κροατία, Κύπρος, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιταλία, Λιθουανία, Μάλτα, Πολωνία και Ισπανία) παρατηρήθηκε από τους ειδικούς ως η πιο συχνή τυπική μορφή σοβαρής εργασιακής εκμετάλλευσης η αθέτηση των συμφωνιών από τους καπιταλιστές που πολλές φορές παραμένουν ατιμώρητοι. Ακόμα κι αν τιμωρηθούν, όμως, σε τέσσερα κράτη μέλη της ΕΕ (Τσεχία, Ελλάδα, Λετονία και Λουξεμβούργο) η κατηγορία της εκμετάλλευσης εργάτη στην περίπτωση ιδιαίτερα εκμεταλλευτικών συνθηκών εργασίας τιμωρείται με μέγιστο λιγότερο από δύο χρόνια φυλακή, ενώ σε άλλες χώρες (Φινλανδία, Ολλανδία, Σουηδία) μόνο και μόνο η εργασία αλλοδαπού χωρίς σταθερή κατοικία συνιστά ποινικό αδίκημα και δεν εξετάζεται αν ο αλλοδαπός εργάτης έχει υποστεί σοβαρή εργασιακή εκμετάλλευση. Αποτέλεσμα είναι η ποινή φυλάκισης των εργοδοτών που εκμεταλλεύονται άγρια τους ξένους εργάτες να μην ξεπερνά τον ένα χρόνο!
Η έκθεση παραθέτει παραδείγματα περιπτώσεων εργασιακής εκμετάλλευσης. Ιδού ορισμένα από αυτά: «Αριθμός ανδρών και γυναικών από τη Γερμανία, την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Μολδαβία και το Καζακστάν προσλήφθηκαν ως καθαριστές σε μία αλυσίδα εστιατορίων δρόμου στο Βέλγιο. Οι εργάτες είχαν περιορισμένη επαφή με τον έξω κόσμο, καθώς οποιαδήποτε σχέση με το κοινό ήταν αναγκαστικά επιφανειακή. Το προσωπικό εργαζόταν για 45 ευρώ την ημέρα, εφτά μέρες την εβδομάδα, από τις 7 το πρωί μέχρι τις 10 το βράδυ. Μετά από ανώνυμη καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας, οι εργάτες αναγνωρίστηκαν ως θύματα τράφικινγκ από το ειρηνοδικείο και παραπέμφθηκαν στις αρμόδιες υπηρεσίες υποστήριξης. Ο εργοδότης καταδικάστηκε για τράφικινγ εργατών και άλλες εγκληματικές πράξεις. Οι ξεχωριστοί δράστες καταδικάστηκαν μεταξύ ενός και τεσσάρων χρόνων φυλακή και οι εταιρίες πλήρωσαν πρόστιμο 18.000 ευρώ».
Αν στην παραπάνω περίπτωση οι δράστες τιμωρήθηκαν, αυτό δε συμβαίνει πάντα. Οπως στην περίπτωση που θα διαβάσετε παρακάτω:
«68 Κινέζοι προσελήφθησαν σε εταιρία καθαρισμού στη Φινλανδία. Μια φινλανδική εταιρία εύρεσης εργασίας έκανε τις προσλήψεις με τη βοήθεια μίας κινέζικης. Αυτό προκάλεσε σύγχυση στους εργάτες που δεν καταλάβαιναν ποιος αντιπροσωπεύει το γραφείο εύρεσης εργασίας και ποιος την εταιρία καθαρισμού. Αυτή η αβεβαιότητα είχε αντανάκλαση στις δικαστικές διαδικασίες, καθώς οι κατηγορίες κατά του φινλανδικού γραφείου εύρεσης εργασίας για εξαιρετική εργασιακή διάκριση κατέπεσαν, επειδή το γραφείο δεν κρίθηκε ότι δρούσε εκ μέρους του εργοδότη. Οι δράστες επομένως δεν τιμωρήθηκαν, παρά τη δίωξή τους για εξαιρετική εργασιακή διάκριση και τοκογλυφία. Τα θύματα δεν έλαβαν καμία αποζημίωση ή πληρωμές αποζημιώσεων και έπρεπε να πληρώσουν οι ίδιοι τη νομική τους υποστήριξη»!
Ποιος είπε ότι οι «καθώς πρέπει» άνθρωποι δεν κάνουν τέτοια πράγματα; Διαβάστε την παρακάτω περίπτωση και θα καταλάβετε:
«Το 2008 μια γυναίκα από το Νεπάλ υπέστη βαριά εκμετάλλευση σε σπίτι διπλωμάτη στην Αυστρία. Είχε συσταθεί στον δράστη από έναν άλλο διπλωμάτη. Τα ταξιδιωτικά της έγγραφα κρατήθηκαν και εργαζόταν επί πολλές ώρες σε απομόνωση. Τελικά, το θύμα εμπιστεύτηκε κάποιον που μίλησε γι’ αυτήν στο ομοσπονδιακό υπουργείο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων. Το θύμα πήρε βοήθεια και υποστήριξη από τη ΜΚΟ LEFÖ IBF. Εγινε εγκληματολογική έρευνα από την αστυνομία και δίωξη σύμφωνα με την παρ. 116 του Νόμου Αστυνόμευσης Αλλοδαπών, ενώ ο δράστης διώχθηκε για “εκμετάλλευση αλλοδαπού”. Ωστόσο, ο δράστης απαλλάχθηκε εξαιτίας έλλειψης αποδείξεων. Το θύμα έπαιρνε τα λεφτά στο χέρι και ήταν αδύνατο να αποδειχθεί ότι είχε λάβει τόσο λίγα λεφτά».
Οπως επισημαίνει η έκθεση, η παραπάνω περίπτωση οδήγησε το αυστριακό κράτος να απαιτεί πλέον την υποχρεωτική κατάθεση των χρημάτων των εργαζόμενων σε σπίτια διπλωματών σε τραπεζικό λογαριασμό, υπονοώντας ότι αυτό αποτελεί εγγύηση για να μην ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο στο μέλλον. Αστεία πράγματα. Ποιος όμως μπορεί να εγγυηθεί ότι ο εργαζόμενος δε θα αναγκαστεί να γυρίσει μέρος των χρημάτων πίσω;
Η ανυπαρξία ελέγχου, η μικρή πιθανότητα δίωξης των υπευθύνων, οι δυσκολίες στην επικοινωνία (όταν οι εργάτες δεν ξέρουν τη γλώσσα του τόπου εργασίας τους), η εργασία σε τομείς που οργιάζει η εκμετάλλευση (αγροτικός τομέας, κατασκευές, υπηρεσίες διανομής τροφίμων, οικιακοί βοηθοί κτλ.), η εργασία χωρίς γραπτή σύμβαση, η άγνοια των εργατικών δικαιωμάτων, η έλλειψη σταθερού τόπου κατοικίας των εργατών, η εξάρτηση από τον εργοδότη που συχνά δημιουργείται, είναι ορισμένοι από τους σημαντικότερους παράγοντες που ευνοούν την εργασιακή εκμετάλλευση των ξένων εργατών.
Οι ξένοι εργάτες είναι όμως τα ταξικά μας αδέλφια. Κι όσο σιωπούμε στην ληστρική τους εκμετάλλευση, όσο δεν «συγχωνευόμαστε» μαζί τους στον αγώνα για ίσα δικαιώματα και καλύτερες συνθήκες εργασίας, όσο τελικά δεν αγωνιζόμαστε για να ανατρέψουμε αυτή την απάνθρωπη κατάσταση που βιώνει η εργαζόμενη κοινωνία, τον καπιταλισμό, τόσο θα φέρουμε ανεξίτηλη την ευθύνη για την απραξία μας, τις καθυστερήσεις μας ή την παθητικότητά μας. Κι άλλο τόσο θα «δικαιούμαστε» να πληρώσουμε το τίμημα από τις ορδές των εξαθλιωμένων που δεν θα έχουν τίποτε που να τους κρατά από το να διαπράξουν οποιοδήποτε έγκλημα για να επιβιώσουν.
ΥΓ. Από τα ευρήματα της έκθεσης, όπως είναι φυσικό, δε θα μπορούσε να λείπει η Ελλάδα. Η εκμετάλλευση των εργατών στα σκλαβοπάζαρα της Μανωλάδας, η ασυλία των καπιταλιστών που τους εκμεταλλεύονται αναφέρονται στην έκθεση. Ο λόγος που δεν τα παραθέτουμε είναι (πέραν του ότι είναι γνωστά στο πανελλήνιο) ότι θελήσαμε να τονίσουμε ότι αυτά συμβαίνουν και στα πιο ανεπτυγμένα κράτη, για τα οποία δυστυχώς υπάρχουν αυταπάτες από πολλούς ότι «σέβονται τον πολίτη».








