Σε συνθήκες τρομοκρατίας, φίμωσης και καταστολής των διαφωνούντων πραγματοποιήθηκε στις 14 και 15 Γενάρη το δημοψήφισμα για το νέο σύνταγμα της Αιγύπτου, όπως τροποποιήθηκε από ένα 50μελές πάνελ μετά την ανατροπή Μόρσι.
Η διορισμένη από την ηγεσία του στρατού μεταβατική κυβέρνηση και τα φιλοκυβερνητικά στη συντριπτική πλειοψηφία ΜΜΕ έστησαν μια τεράστια προπαγανδιστική εκστρατεία παροτρύνοντας τους πολίτες να ψηφίσουν «ναι» και παρουσιάζοντας την ψήφο ως επαναστατικό καθήκον και την ψηφοφορία ως κλειδί για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της χώρας, για την οποία δεν μπορεί να υπάρχει καμιά διαφωνία. Χιλιάδες πανό σε κάθε γέφυρα και υπερυψωμένη διάβαση με συνθήματα όπως «Ναι στο σύνταγμα, όχι στην τρομοκρατία» ή «Η Αίγυπτος άλλαξε στις 25 Γενάρη και απελευθερώθηκε στις 30 Ιούνη» (ανατροπή Μόρσι). Εκατοντάδες χιλιάδες φυλλάδια, αφίσες, σημαίες, γιγαντοαφίσες υπέρ του «ναι». Ανύπαρκτη, ουσιαστικά απαγορευμένη η καμπάνια υπέρ του «όχι» ή της αποχής. Εκατοντάδες οι συλλήψεις οπαδών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που διαδήλωναν ή μοίραζαν έντυπο υλικό υπέρ της αποχής από το δημοψήφισμα. Εντεκα συλλήψεις μελών του κόμματος «Ισχυρή Αίγυπτος» που κολ- λούσαν αφίσες και μοίραζαν υλικό υπέρ του «όχι», σε εφτά από τα οποία έχουν αποδοθεί κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος, για τρομοκρατία, απόπειρα ανατροπής του καθεστώτος, ανάμιξη σε υποκίνηση εναντίον του στρατού και της αστυνομίας. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας το κόμμα ανέστειλε την καμπάνια του.
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ του Associated Press (13/01/14), οι αρχές απείλησαν με ποινικές διώξεις τους ιδιοκτήτες καφέ, τυπογραφείων και καταστημάτων που θα επέτρεπαν να χρησιμοποιηθούν οι εγκαταστάσεις τους για την εκτύπωση φυλλαδίων ή αφισών υπέρ του «όχι», ενώ η αστυνομία είχε εντολή να συλλαμβάνεται όποιος επιχειρούσε να μοιράσει φυλλάδια ή να κρεμάσει πανό ενάντια στο σύνταγμα. Συν τοις άλλοις, απαγορεύτηκε η παρουσία ως παρατηρητών στα εκλογικά κέντρα όσων υπήρχε υπόνοια ότι είχαν σχέση με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, ενώ πρόσφατα τέθηκαν σε λειτουργία από την Ασφάλεια ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας, στις οποίες οι πολίτες μπορούν να καταδίδουν μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Η τεράστια προπαγανδιστική εκστρατεία που στήθηκε, σε συνδυασμό με το όργιο καταστολής, δείχνει πόσο μεγάλη σημασία είχε το δημοψήφισμα για τη στρατιωτική χούντα. Η μαζική συμμετοχή και ένα ηχηρό «ναι» θα σήμαινε επικύρωση της ανατροπής Μόρσι, νομιμοποίηση του στρατιωτικού πραξικοπήματος και άνοιγμα του δρόμου για την προεδρία στο στρατηγό Σίσι. Το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο. Η πρώτη ανακοίνωση από την κυβέρνηση, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, μιλά για συμμετοχή 55% και άνω του 95% υπέρ του «ναι», έναντι συμμετοχής 30% και 64% υπέρ του «ναι» στο δημοψήφισμα το Δεκέμβρη του 2012 για το σύνταγμα που είχε συνταχθεί επί Μόρσι. Ο στόχος επετεύχθη.
Το νέο σύνταγμα διευρύνει τα προνόμια της στρατιωτικής κάστας και διαφυλάσσει το ρόλο του στρατού ως του πιο ισχυρού θεσμού του κράτους και πηγής της πραγματικής εξουσίας. Ορίζει ότι για τις δύο επόμενες προεδρικές περιόδους, δηλαδή για τα επόμενα οχτώ χρόνια, το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο έχει αποκλειστικά το δικαίωμα να διορίζει τον υπουργό Αμυνας, χωρίς να καθορίζεται τι θα ακολουθήσει μετά τα οχτώ χρόνια. Διασφαλίζει την αδιαφάνεια και την ανυπαρξία ελέγχου στον προϋπολογισμό του στρατού ή στα στοιχεία της τεράστιας οικονομικής αυτοκρατορίας που ελέγχεται από τη στρατιωτική ελίτ. Επίσης, διατηρεί τα στρατιωτικά δικαστήρια για υποθέσεις πολιτών, σε περίπτωση που εμπλέκονται σε επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών δυνάμεων, εγκαταστάσεων ή περιουσιακών στοιχείων, ακόμη και εναντίον στρατιωτικών εκτός υπηρεσίας, με προφανή στόχο τους διαδηλωτές.
Παράλληλα, υποτίθεται ότι διασφαλίζει πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως η ελευθερία της έκφρασης, η ισότητα των φύλων, τα δικαιώματα των παιδιών και η ελευθερία της πίστης, τα οποία όμως συνθλίβονται καθημερινά από τη μπότα της στρατιωτικής χούντας στο όνομα της «ασφάλειας» και της «μάχης κατά της τρομοκρατίας».
Ελάχιστες μέρες απομένουν από την τρίτη επέτειο της λαϊκής εξέγερσης της 25ης Γενάρη, με τους εκατοντάδες νεκρούς και τους χιλιάδες τραυματίες και το πολιτικό κλίμα στην Αίγυπτο δε θυμίζει καθόλου εκείνες τις μέρες. Ο εθνικισμός κυριαρχεί, βασικές ελευθερίες που κατακτήθηκαν, όπως η ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης, έχουν καταργηθεί, οι μηχανισμοί καταστολής του καθεστώτος Μουμπάρακ παρέμειναν άθικτοι, ισχυροποιήθηκαν και συνεχίζουν δριμύτεροι το έργο τους, οι δολοφόνοι παραμένουν ατιμώρητοι, ενώ αγωνιστές που πρωτοστάτησαν στην εξέγερση βρίσκονται στη φυλακή και πολιτικές φωνές κυρίαρχες τότε έχουν περάσει στο περιθώριο. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα ο φόβος θα φύγει. Η ασφάλεια και η σταθερότητα που υπόσχεται η στρατιωτική χού-ντα δεν συμβαδίζουν με το όργιο της καταστολής, όπως έχει αποδειχτεί από τις συνεχιζόμενες επιθέσεις ακόμη και μέσα στο Κάιρο, και η φτώχεια δε χορταίνεται με τον εθνικισμό. Οι παρακαταθήκες της λαϊκής εξέγερσης παραμένουν ζωντανές, όσο κι αν προσπαθούν η στρατιωτική χούντα και η αστική τάξη να τις σβήσουν από τη λαϊκή μνήμη.