9 Απρίλη 2003. Αμερικάνικα τεθωρακισμένα φιγουράρουν προκλητικά μπροστά στο ξενοδοχείο «Παλαιστίνη» στο κέντρο της Βαγδάτης. Ηταν το ξενοδοχείο ενάντια στο οποίο μία μέρα πριν ένα αμερικάνικο τανκ είχε εκτοξεύσει βλήμα που καρφώθηκε στο γραφείο του πρακτορείου Ρόιτερς (στο 14ο όροφο του κτιρίου) σκοτώνοντας έναν κάμεραμαν κι έναν δημοσιογράφο και τραυματίζοντας άλλους τρεις. Είχε προηγηθεί η εν ψυχρώ δολοφονία ενός άλλου δημοσιογράφου, του Αλ Τζαζίρα αυτή τη φορά, επίσης από αμερικάνικα πυρά. Οι σύγχρονοι «σταυροφόροι» έδειχναν σε όλο τον κόσμο την προκλητική τους δύναμη που δεν δίσταζε να εκτελεί ακόμα και δημοσιογράφους.
Εκτός απ' αυτούς, 3.000 πτώματα σάπιζαν στους δρόμους της Βαγδάτης. Ηταν πολλοί περισσότεροι από τις μερικές εκατοντάδες προσκυνημένους που ζητωκραύγαζαν μπροστά στις κάμερες. Η θεωρία ότι «οι λαοί πάνε με τους νικητές» διαψεύστηκε απόλυτα. Γιατί η Βαγδάτη θύμιζε περισσότερο μια πόλη φάντασμα παρά μια πόλη που μόλις είχε «απελευθερωθεί». Το καθεστώς του Σαντάμ έπεσε σαν χάρτινος πύργος. Ο ίδιος εξαφανίστηκε και μαζί του όλα τα στελέχη της κυβέρνησης που μέχρι πρότινος ορκίζονταν ότι ο εχθρός θα σπάσει τα μούτρα του στις πύλες της Βαγδάτης. Σημειώθηκε έτσι ένα ιστορικό παράδοξο. Η πρωτεύουσα να πέφτει εν ριπή οφθαλμού, ενώ το λιμανάκι του Ουμ Κασρ να χρειάζεται μια βδομάδα για να καταληφθεί από τους «συμμάχους»!
Η πτώση της Βαγδάτης μπορεί να σήμανε το τέλος του σύντομου πολέμου των Αμερικανοβρετανών κατά του ιρακινού καθεστώτος, που κράτησε μόλις 21 μέρες, όχι όμως και το τέλος του πολέμου κατά του ιρακινού λαού, αφού ένα κύμα αντίστασης απλώθηκε ταχύτατα από το νότο μέχρι το βορρά. Την επομένη της πτώσης της Βαγδάτης, 20.000 διαδηλωτές, σύμφωνα με τα αραβικά πρακτορεία (αλλά και αμερικάνικα Μέσα, όπως η USA TO-DAY), κατέβηκαν στους δρόμους της γειτονικής Νασιρίγια κραυγάζοντας «Ναι στην ελευθερία – Ναι στο Ισλάμ – Οχι στην Αμερική – Οχι στον Σαντάμ». Ηταν η πρώτη μεγάλη διαδήλωση κατά των κατακτητών, που είχε και συνέχεια στη Μοσούλη και στη Νατζάφ. Στην πρώτη, οι αμερικάνικες δυνάμεις άνοιξαν πυρ στο ψαχνό ενάντια σε εξαγριωμένους νεολαίους που πετούσαν πέτρες στον φιλοαμερικάνο κυβερνήτη της πόλης, κατά τη διάρκεια ανοιχτής ομιλίας του (τραυματίζοντας δεκάδες και σκοτώνοντας 17 άτομα), ενώ στη δεύτερη πάνω από 3.000 διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους της πόλης, μετά το κάλεσμα του επικεφαλής των σιϊτών κληρικών του Ιράκ, Μοχάμεντ Μαχντί Αλ-Χαλίσι για τζιχάντ ενάντια στους εισβολείς.
Δεν πέρασε ούτε μήνας από την πρωτομαγιάτικη ανακοίνωση του Μπους για «το τέλος του πολέμου» στο Ιράκ (μέρα που γιορτάστηκε χωρίς κανένα εμπόδιο από τους ψευτοκομμουνιστές δωσίλογους του «Κ»Κ η… εργατική πρωτομαγιά!) και αρχίζουν οι πρώτες καταρρίψεις αμερικάνικων ελικοπτέρων, πρώτα στη Φαλούτζα κι ύστερα στη Χιτ. Η πρώτη από τις δύο πόλεις έμελε να γίνει η πόλη-σύμβολο της αντίστασης στην κατοχή και να ισοπεδωθεί μετά από σκληρή αντίσταση ενάμιση χρόνο μετά, το Νοέμβρη του 2004. Οι καταρρίψεις των αμερικάνικων ελικοπτέρων στα τέλη του Μάη του 2003 ήταν η απαρχή ενός ανταρτοπόλεμου που κράτησε αρκετά χρόνια ακόμη. Ούτε η σύλληψη του Σαντάμ στις 16 Δεκέμβρη του 2003 στάθηκε ικανή να ανακόψει αυτή την αντίσταση. Ο ιρακινός λαός δεν θεωρούσε ηγέτη του τον Σαντάμ, στα χρόνια της παντοκρατορίας του οποίου δεινοπάθησε. Η αντίστασή του στον κατακτητή προερχόταν λιγότερο από τους Μπααθιστές και περισσότερο από πολλές και διαφορετικές ομάδες Ιρακινών, στην πλειοψηφία τους μαχητών, που είχαν την κάλυψη του ιρακινού πληθυσμού.
Μπροστά σ’ αυτό το αντάρτικο οι αμερικάνοι στρατιώτες ομολογού-σαν αμήχανα: «Πυροβολούν με τα ΑΚ-47 από τα σπίτια τους, βγαίνουν από τη μπροστινή πόρτα και σφίγγουν τα χέρια των αμερικανών στρατιωτών μόλις οι πυροβολισμοί τελειώσουν. Είναι αδύνατον να τους ξεχωρίσεις. Δε στοχεύουν και πολύ καλά και δεν έχουν πολλά όπλα, αλλά είναι πολυμήχανοι και έξυπνοι. Και τα πηγαίνουν όλο και καλύτερα» (Πίτερ Τζόνσον, 20χρονος υποδεκανέας πεζοναύτης, στο Αλ-Τζαζίρα, 30/4/04).
Η «πρόβλεψη» του πρώην αναπληρωτή υπουργού Πολέμου των ΗΠΑ, Πολ Γούλφοβιτς, πριν ακόμα πέσει η Βαγδάτη, ότι το καθεστώς της κατοχικής διοίκησης θα διαρκέσει τουλάχιστον έξι μήνες, αποδείχτηκε απατηλή. Χρειάστηκε να περάσουν έξι χρόνια από την πτώση της Βαγδάτης μέχρι τη στιγμή που τα αμερικάνικα στρατεύματα αποχώρησαν από τις πόλεις μεταβιβάζοντας τον έλεγχό τους στο νέο ιρακινό στρατό. Ενα στρατό που σχηματίστηκε από τις κυβερνήσεις των σύγχρονων Κουίσλινγκ. Οι Αμερικάνοι το κατόρθωσαν αυτό αφού πυροδότησαν έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο στο Ιράκ και εξαγόρασαν πολλούς Σουνίτες που σχημάτισαν μέχρι και πολιτοφυλακή (ονόματι «Γιοι του Ιράκ») που συνεργαζόταν με τον αμερικάνικο στρατό και πληρωνόταν από το Πεντάγωνο για την καταστολή της ιρακινής αντίστασης. Η αντίσταση από τον σιίτη κληρικό Μοκτάντα Αλ Σαντρ και τον «Στρατό του Μεχντί» του οποίου ηγούνταν, που δύο φορές αντιπαρατέθηκε ένοπλα στο κατοχικό καθεστώς, μετατράπηκε σε εμφυλιοπολεμική μηχανή που κατηγορήθηκε από τις οργανώσεις της ιρακινής αντίστασης ότι ευθύνεται για σωρεία απαγωγών και σφαγών Σουνιτών.
Ετσι, η ιρακινή αντίσταση δεν κατόρθωσε να νικήσει και να ανατρέψει τις κυβερνήσεις των δωσίλογων. Τελικά, τα αμερικάνικα στρατεύματα εγκατέλειψαν το Ιράκ στα μέσα του Δεκέμβρη του 2011, χωρίς όμως να πετύχουν τη νίκη που θα ήθελαν. Δηλαδή, τη γρήγορη και απόλυτη κυριαρχία τους στο Ιράκ και το ασφαλές περιβάλλον για να κάνουν τις «μπίζνες» τους. Μπορεί οι αμερικάνικες πετρελαϊκές εταιρίες να επέστρεψαν στο Ιράκ, μετά από 37 χρόνια απουσίας, δεν έχει όμως μέχρι σήμερα επιτευχθεί ο στόχος που είχαν θέσει το 2008, η παραγωγή να ανέβει στα 4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μέσα σε πέντε χρόνια. Σήμερα, η παραγωγή είναι 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα λιγότερα. Από την άλλη, οι Αμερικάνοι στήριξαν κυβερνήσεις στις οποίες είχε επιρροή ένας άλλος εχθρός τους, το Ιράν. Η μεγαλύτερη σιιτική παράταξη στη χώρα, το «Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ», είχε στενούς δεσμούς με το Ιράν. Η «Εθνική Ιρακινή Συμμαχία», της οποίας ηγούνταν, κατείχε τις περισσότερες βουλευτικές έδρες μέχρι το 2010 που την ξεπέρασε η συμμαχία «Εθνικό Ιρακινό Κίνημα», επικεφαλής της οποίας ήταν ένας από τους παλαιότερους δωσίλογους πρωθυπουργούς του Ιράκ, ο Ιγιάντ Αλάουϊ.
Σήμερα το Ιράκ «ανοικοδομείται». Οι εργολάβοι έχουν πέσει σαν τα κοράκια για να καρπωθούν τη λεία, με τις 10 μεγαλύτερες αμερικάνικες και ξένες εργοληπτικές εταιρίες να έχουν εξασφαλίσει συμβόλαια αξίας 72 δισ. δολαρίων, δηλαδή πάνω από το μισό του συνόλου που φτάνει στα 138 δισ. δολάρια, ποσό που ξεπερνά το ετήσιο ΑΕΠ της χώρας! Την ίδια στιγμή, το Ιράκ αναδεικνύεται σε «παράδεισο» για τις εταιρίες όπλων. Με προϋπολογισμό περίπου 16.4 δισ. δολαρίων μόνο για το 2013, το Ιράκ αποτελεί έναν πρώτης τάξεως πελάτη των εμπόρων του θανάτου, με 54 εταιρίες από 13 χώρες να διασταυρώνουν τα ξίφη τους για να πουλήσουν κάθε λογής όπλα και εξοπλισμούς, από μαχητικά αεροπλάνα, τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη και πυραύλους μέχρι μάσκες αερίων, στολές και μπότες.
Οσο για το πώς ζει ο ιρακινός λαός, αρκεί μόνο να σκεφτεί κανείς ότι δέκα χρόνια μετά την «απελευθέρωση» εξακολουθεί να ζει για πολλές ώρες καθημερινά στο σκοτάδι, αφού η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (8.500 MW) υστερεί κατά πολύ από τη ζήτηση (14.000 MW). Ούτε η βία έχει εξαλειφθεί. Αν και οι βομβιστικές επιθέσεις έχουν μειωθεί σε σχέση με το 2006 και το 2007, τον περασμένο Φλεβάρη 220 άτομα έχασαν τη ζωή τους από αυτές. Η αμερικανοβρετανική εισβολή στο Ιράκ και ο πόλεμος που ακολούθησε αποτέλεσαν ένα ακόμα έγκλημα των ιμπεριαλιστών στην περιοχή. Ενα έγκλημα που κόστισε τη ζωή σε πάνω από 100.000 Ιρακινούς, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ή 1.5 εκατομμύριο, σύμφωνα με ανεξάρτητες πηγές (βλ. https://www.justforeignpolicy.org/deathcount/explana-tion). Οι Αμερικάνοι έχασαν 4.500 άντρες και κοντά στα 2 τρισ. δολάρια. σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε από το Ρόιτερς (https://www.reuters.com/article/2013/03/14/us-iraq-war-anniversary-idUSBRE92D0PG20130314). Στιγματίστηκαν δε στους αραβικούς λαούς ως χασάπηδες και εγκληματίες πολέμου κατ' εξακολούθηση, στίγμα που δε θα το βγάλει εύκολα κανένα δακρύβρεκτο λογύδριο του σημερινού τους προέδρου.