Ενα κλίμα αναμονής, ένας κοινωνικός νιρβάνας καλύπτει τη χώρα μετά τις εκλογές. Λες και περιμένουμε κάτι το σημαντικό να έρθει κι αξίζει τον κόπο να περιμένουμε. Ομως, πίσω από τη φαινομενική ακινησία, υπάρχει κινητικότητα.
Κινητικότητα, καταρχάς, στο οικονομικό και το κοινωνικό επίπεδο. Οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται, καθώς η καπιταλιστική ύφεση εξακολουθεί να είναι το ίδιο βαθιά, χωρίς το παραμικρό σημάδι ανάκαμψης. Οι καπιταλιστές βάζουν το πιστόλι στον κρόταφο των εργατών και τους υποχρεώνουν να υπογράψουν επιχειρησιακές και κυρίως ατομικές συμβάσεις, με τεράστιες μειώσεις μισθών. Η εργασία –όταν υπάρχει και στο βαθμό που υπάρχει– ισοδυναμεί με δουλεία. Κυριολεκτικά και όχι μεταφορικά.
Κινητικότητα στο πολιτικό επίπεδο. Τρία κόμματα σχημάτισαν συγκυβέρνηση για να συνεχίσουν την εφαρμογή του Μνημόνιου. Ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται ν’ ασκήσει «υπεύθυνη» αντιπολίτευση και μας έδωσε ήδη τα πρώτα δείγματα γραφής. Εκανε τεράστιο ντόρο για την ανακοίνωση της συγκυβέρνησης ότι θ’ αλλάξει τον Κανονισμό της Βουλής, ενώ πέρασε με τυπικές, γενικόλογες ανακοινώσεις τη συνέχιση της «μνημονιακής» πολιτικής, η οποία πιστοποιήθηκε πλέον από τη συγκυβέρνηση. Παράλληλα, τα κόμματα ανανεώνουν τη βιτρίνα τους. Βάζουν νέο αμπαλάζ στην πραμάτεια που θα πουλήσουν στην πελατεία τους.
Σ’ εμάς, δηλαδή. Γιατί εμείς είμαστε η πελατεία τους. Οσο εξακολουθούμε να ψωνίζουμε από τα μαγαζιά τους, κοιτώντας τις βιτρίνες διαδοχικά και ξανά και ξανά τόσο η αστική δημοκρατία θα βρίσκει τρόπο να μας εγκλωβίζει στο κομματικό της σύστημα. Να μας αναγκάζει, με τον αποπροσανατολισμό, με τις ψεύτικες υποσχέσεις, με τον εκβιασμό, με την πλύση εγκεφάλου, ν’ αναζητούμε ηγέτες από τη χορεία των αστικών κομμάτων.
Αυτή η ιστορία επαναλαμβάνεται, χωρίς κανείς να πλήττει, γιατί το αστικό πολιτικό σύστημα έχει την ικανότητα ν’ αλλάζει τη βιτρίνα, ν’ αλλάζει πρόσωπα, να προσαρμόζει τις κομματικές διακηρύξεις στη συγκυρία. Κι εμείς, αντί να πηγαίνουμε στο βάθος των πραγμάτων, αντί να ξεκινάμε από την αρχή των πάντων, τον καπιταλισμό, συζητάμε για τον ένα ή τον άλλο πολιτικό, για τις δυνατότητες των κομματικών ηγετών και άλλα τέτοια άσχετα. Κι ο καιρός περνάει και το σύστημα δουλεύει μια χαρά, έχοντας –μέχρι στιγμής– τη σιγουριά ότι και πάλι θα μας τουμπάρει.
Σ’ αυτή την εποχή του κοινωνικού νιρβάνα, λοιπόν, εμείς δε θα κουραστούμε να λέμε πως μια συζήτηση πρέπει να ξεκινήσει. Η συζήτηση για την πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, που θ’ αποτελέσει το πραγματικό αντίπαλο δέος στο πολύχρωμο φάσμα της αστικής πολιτικής, για να μπει τέλος στο μονοπώλιό της.