Μπορεί η «διάσωση» της Ισπανίας, με την παροχή 100 δισ. eυρώ για την ανακεφαλαίωση των ισπανικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Ενωση, να προκάλεσε αισθήματα ανακούφισης στις «αγορές», απομακρύνοντας τον κίνδυνο της «κατάρρευσης» του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, η αλήθεια όμως είναι πως η κοινοτική αλληλεγγύη που εκφράστηκε για μια ακόμα φορά (στο κεφάλαιο βέβαια) δεν είναι σίγουρο ότι θα καταφέρει ν’ ανακόψει την πτωτική πορεία του τραπεζικού τομέα στην Ευρώπη.
Η απαισιοδοξία που αποτυπώθηκε στην τελευταία τριμηνιαία έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), στην οποία αναφερθήκαμε αναλυτικά στο προηγούμενο φύλλο, εκφράστηκε και στην τελευταία ομιλία της διευθύντριας του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, την προηγούμενη Παρασκευή (8/6) στη Νέα Υόρκη. Η Λαγκάρντ επεσήμανε ότι «τα νέα δεν είναι καλά», μετά τα απογοητευτικά στοιχεία για την ανάπτυξη στις ΗΠΑ, προειδοποίησε ότι «οι παγκόσμιοι κίνδυνοι αυξάνονται ξανά» με «την κρίση στον τομέα του ευρώ να εξακολουθεί να είναι η πιο άμεση και πιεστική απειλή» και ότι «υπάρχει κίνδυνος οι συνθήκες να γίνουν ακόμα χειρότερες»[1].
Η Λαγκάρντ επανέλαβε αυτό που έχει πει σε προηγούμενες ομιλίες της. Οτι «αν η ανάπτυξη προκύψει πιο αδύναμη από το αναμενόμενο, οι χώρες θα πρέπει να επιμείνουν στην ανακοίνωση οικονομικών μέτρων, αντί οικονομικών στόχων – όπως λένε οι οικονομολόγοι, θα πρέπει ν’ αφήσουν τους αυτόματους μηχανισμούς σταθεροποίησης να λειτουργήσουν». Τι σημαίνει αυτό; Οτι ακόμα κι αν οι στόχοι για μείωση των ελλειμμάτων δεν επιτευχθούν, σημασία έχει να εφαρμοστούν τα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα, τα οποία θα οδηγήσουν αυτόματα στην επιβολή της κινεζοποίησης στις εξαρτημένες χώρες και του δραστικού περιορισμού των εργατικών δικαιωμάτων στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις. Γι’ αυτό και η Λαγκάρντ επεσήμανε την αναγκαιότητα πιο αποφασιστικής προόδου στις δομικές μεταρρυθμίσεις. Για να μην έχει κανένας αμφιβολία τι εννοεί, η Λαγκάρντ αναφέρθηκε σε απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και προϊόντων για να «μεταφέρουν τον πυρσό της ανάπτυξης πέρα από την άμεση στήριξη από τις μακροοικονομικές πολιτικές».
Το πρόβλημα όμως των διαχειριστών των συμφερόντων του κεφαλαίου (όπως η Λαγκάρντ) είναι ότι κανένας σχεδιασμός δεν είναι εφικτός. Γιατί οι στόχοι που έθεσε για την αναμόρφωση του χρηματοοικονομικού συστήματος (1. Ενίσχυση των εργαλείων – χρηματοδοτικών μηχανισμών– για τη διευθέτηση της κρίσης, με ταυτόχρονη επιτάχυνση της οικονομικής ένωσης της Ευρώπης. 2. Βελτίωση της «αρχιτεκτονικής» του χρηματοοικονομικού συστήματος, μέσω της βελτίωσης των κανόνων, των ελέγχων και των κινήτρων για την «υπευθυνότητα» του ιδιωτικού τομέα) δεν είναι παρά το κερασάκι στην τούρτα της άγριας επίθεσης του κεφαλαίου στην εργασία. Γιατί, όπως επισημάναμε στο προηγούμενο φύλλο, αυτό που αποκαλύπτεται ότι κυριαρχεί στην παγκόσμια οικονομία, ακόμα και μέσα από τα επίσημα στοιχεία κεφαλαιοκρατικών οργανισμών (όπως η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών – BIS) δεν είναι παρά η ανισομετρία στην ανάπτυξη και η αναρχία στην παραγωγή. Στοιχεία που κάνουν αδύνατο κάθε έλεγχο των κρίσεων που ξεσπούν περιοδικά στις καπιταλιστικές οικονομίες του πλανήτη.
Αναρχία στην παραγωγή
Πάρτε για παράδειγμα τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα που τα εμπορεύονται στις διεθνείς αγορές, οι ονομαστικές αξίες των οποίων αποτυπώνονται στον Πίνακα 1 που φτιάξαμε βάσει των στοιχείων των περιοδικών εκθέσεων της BIS. Η εκρηκτική τους άνοδος, πριν το ξέσπασμα της παρούσας κρίσης, καταγγέλθηκε από πολλούς (θυμηθείτε τον «πόλεμο» που εξήγγειλε ο Ομπάμα για τον έλεγχό τους το 2009) σαν ένα στοιχείο που τροφοδοτούσε τη διόγκωση της κρίσης. Ομως, παρά τις μεγαλόσχημες διακηρύξεις για τον περιορισμό τους, τα εξωχρηματιστηρικά παράγωγα, αφού σημείωσαν μια γερή μείωση το δεύτερο εξάμηνο του 2008 (κατά 18.6%) πήραν ξανά την ανηφόρα! Ετσι, η συνολική αύξηση των ονομαστικών αξιών αυτών των παραγώγων την τετραετία 2007-2011 ήταν 8.7%, τη στιγμή που οι ονομαστικές αξίες των παραγώγων που τα εμπορεύονται μέσω των χρηματιστηρίων έπεσαν κατά 28.5% μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα!
Τι είναι τα εξωχρηματιστηρικά παράγωγα; Οπως τα χρηματιστηριακά παράγωγα, είναι και αυτά διμερείς οικονομικές συμφωνίες, η αξία των οποίων καθορίζεται από την τιμή ενός άλλου εμπορεύματος –από εμπορεύσιμες μετοχές και ομόλογα μέχρι αγροτικά προϊόντα και μέταλλα– με τη διαφορά ότι οι δοσοληψίες δεν γίνονται σε οργανωμένα χρηματιστήρια αλλά έξω από αυτά. Η έκρηξη των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δεν είναι το μόνο στοιχείο της αναρχίας που επικρατεί στην καπιταλιστική παραγωγή, είναι όμως ένα από τα πιο έκδηλα, γι’ αυτό και το επισημαίνουμε.
Ανισόμετρη ανάπτυξη
Πέρα όμως από την πλήρη αναρχία στην παραγωγή, που κάνει αδύνατο τον οποιονδήποτε έλεγχο στις καπιταλιστικές οικονομίες, η ανισόμετρη ανάπτυξη δίνει τη χαριστική βολή σε κάθε οικονομική ένωση μεταξύ κρατών στον καπιταλιστικό κόσμο. Πέρα από την ανισόμετρη ανάπτυξη, που φαίνεται σε επίπεδο ΑΕΠ (τη στιγμή που η Γαλλία έχει μηδενική αύξηση, η Ιταλία και η Ισπανία σημειώνουν μείωση, η Γερμανία αναπτύσσεται με +0,5% και οι ΗΠΑ με +1.9%), η ανισόμετρη ανάπτυξη φανερώνεται και στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Κοιτάξτε τον Πίνακα 2 που συντάξαμε βάσει των στοιχείων της BIS, βασιζόμενοι στις τριμηνιαίες εκθέσεις των ετών 2007-2011[2].
Ο πίνακας αυτός δείχνει τη διεθνή θέση των τραπεζών εννέα χωρών στο εξωτερικό, οι οποίες αποτελούν και τη δύναμη πυρός του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος, κατέχοντας το 80% όλων των δανείων που έχουν δοθεί από τις τράπεζες παγκόσμια (προφανώς τις τράπεζες που αναφέρουν στοιχεία στην BIS). Τα ποσά που φαίνονται στον πίνακα αφορούν μόνο στα στοιχεία του ενεργητικού, δηλαδή στο σύνολο των δανείων που έδωσαν οι τράπεζες στο εξωτερικό (με οποιαδήποτε μορφή, ομολογιακά κτλ.) καθώς και τα δάνεια που έδωσαν οι θυγατρικές τους στο εξωτερικό, δηλαδή όλες τις πηγές εισοδήματος των τραπεζών στο εξωτερικό, των οποίων το κέρδος προκύπτει από το γεγονός ότι δανείζουν με τόκο υψηλότερο απ’ αυτόν που δανείζονται.
Τι προκύπτει από τον πίνακα; Οτι οι τράπεζες της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Ελβετίας συρρίκνωσαν σημαντικά τα δάνεια που έδωσαν στο εξωτερικό (σε ξένες τράπεζες ή επιχειρήσεις) την τελευταία τετραετία (σημειώνοντας μειώσεις της τάξης του 36.5%, 43.3% και 43.2% αντίστοιχα). Αντίθετα, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία ενίσχυσαν τις θέσεις τους στο εξωτερικό (αυξάνοντας τα δάνεια που έδωσαν κατά 31.6% και 39.2% αντίστοιχα). Το ίδιο έκαναν και οι τράπεζες της Βρετανίας, που αύξησαν τη διεθνή τους θέση κατά 12.5%. Οι τράπεζες, δηλαδή, των ιμπεριαλιστικών κρατών εκτός Ευρωζώνης σημείωσαν άνοδο σε σχέση με αυτές της Ευρωζώνης που καταποντίστηκαν. Το ίδιο ισχύει και για τα στοιχεία του παθητικού των τραπεζών (τα λεφτά δηλαδή που δανείστηκαν οι τράπεζες προκειμένου να δανείσουν). Κι εκεί οι τράπεζες της Ευρωζώνης εμφανίζονται να έχουν δανειστεί αρκετά λιγότερα το 2011 σε σχέση με το 2007, ενώ οι τράπεζες της Ιαπωνίας, των ΗΠΑ και της Βρετανίας δανείστηκαν περισσότερο χρήμα το 2011 σε σχέση με το 2007 (αναλυτικά στοιχεία γι’ αυτά δεν δημοσιεύουμε λόγω έλλειψης χώρου, μπορεί όμως ο καθένας να τα βρει από το διαδίκτυο στον πίνακα 8Α των τριμηνιαίων εκθέσεων της BIS[2]).
Ας δούμε, όμως, ποια είναι η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος εντός της Ευρωζώνης. Για το λόγο αυτό ρίξτε μια ματιά στον Πίνακα 3, τον οποίο συντάξαμε βάσει των στοιχείων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[3]. Ο πίνακας αποτυπώνει τα στοιχεία ενεργητικού/παθητικού των τραπεζών της Ευρωζώνης, καθώς και των πέντε ισχυρότερων χωρών (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και Ολλανδία), που κατέχουν το 80% του ενεργητικού (και του παθητικού) του συνόλου των τραπεζών της Ευρωζώνης. Σημειώνουμε ότι το ενεργητικό περιλαμβάνει δάνεια προς το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα εντός των χωρών της Ευρωζώνης, κατοχή ομολόγων κ.λπ., δηλαδή όλες τις δανειακές αξιώσεις των τραπεζών έναντι τρίτων, ενώ το παθητικό αποτελείται από καταθέσεις των κατοίκων της Ευρωζώνης, ομόλογα των τραπεζών προς τρίτους και γενικά χρήματα που δανείστηκαν οι τράπεζες εντός της Ευρωζώνης προκειμένου να δανείσουν. Για παράδειγμα, το Δεκέμβρη του 2007 οι γερμανικές τράπεζες είχαν ενεργητικό 7.59 τρισ. ευρώ (οι ισολογισμοί αναφέρουν ακριβώς ίδιο παθητικό για να είναι ισοσκελισμένοι). Τέσσερα χρόνια μετά (το Δεκέμβρη του 2011), το ποσό αυτό είχε γίνει 8.39 τρισ. ευρώ. Δηλαδή αυξήθηκε κατά 800 δισ. ευρώ περίπου. Το ίδιο χρονικό διάστημα, αν δούμε τον Πίνακα 2, θα διαπιστώσουμε ότι μειώθηκε το ενεργητικό των γερμανικών τραπεζών στο εξωτερικό κατά 2.28 τρισ. δολάρια (πάνω από 1.5 τρισ. ευρώ).
Ακριβείς υπολογισμοί δεν μπορούν να γίνουν, γιατί οι δύο πίνακες αλληλοεπικαλύπτονται (ο Πίνακας 2 από τη BIS αναφέρεται στο ενεργητικό των τραπεζών στο εξωτερικό, συμπεριλαμβάνοντας δηλαδή και τις χώρες της Ευρωζώνης, ενώ ο Πίνακας 3 αναφέρεται μόνο στο ενεργητικό εντός της Ευρωζώνης), όμως τα στοιχεία αυτά αρκούν για να καταλάβει κανείς δύο πράγματα. Πρώτον, ότι οι τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης μείωσαν τις δοσοληψίες έξω απ’ αυτήν, αυξάνοντάς τες στο εσωτερικό της, και δεύτερον ότι μεταξύ των χωρών υπάρχει αξιοσημείωτη ανισομετρία που φαίνεται τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και από τα ποσοστά των μεταβολών. Για παράδειγμα, όπως φαίνεται στον Πίνακα 3, οι ισπανικές τράπεζες αύξησαν κατά 20.5% το ενεργητικό τους κατά την τελευταία τετραετία (κατά 600 δισ. ευρώ) μέσα στην Ευρωζώνη. Οι ιταλικές το αύξησαν κατά το ίδιο περίπου ποσοστό και απόλυτο αριθμό (660 δισ. ευρώ ή 19.5%). Από κοντά οι γαλλικές τράπεζες αύξησαν μέσα σε τέσσερα χρόνια το ενεργητικό τους κατά το αστρονομικό ποσό των 1.28 τρισ. ευρώ (18%), που ισοδυναμεί με το 70% σχεδόν του ΑΕΠ της Γαλλίας το 2007! Ομως, για τις γερμανικές τράπεζες η αύξηση ήταν πιο περιορισμένη (801 δισ. ευρώ ή 10.5%).
Τραπεζικές φούσκες
Ενα ακόμα πράγμα που φαίνεται από τον Πίνακα 3 είναι η τεράστια διόγκωση του τραπεζικού τομέα εντός της Ευρωζώνης. Κοιτάξτε την τελευταία στήλη του Πίνακα 3. Σ’ αυτήν αποτυπώνεται ο λόγος της αύξησης του ενεργητικού των τραπεζών προς την αύξηση του ΑΕΠ για την ίδια χρονική περίοδο (Δεκέμβρης 2007 – Δεκέμβρης 2011). Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι η αύξηση του ενεργητικού (των χρημάτων δηλαδή που δάνεισαν οι γερμανικές τράπεζες) την τετραετία 2007-2011 ήταν 5.6 φορές μεγαλύτερη (800.9/142.3) από την αύξηση του γερμανικού ΑΕΠ την ίδια χρονική περίοδο!
Για τις δε ισπανικές τράπεζες, που τώρα χρειάζονται «βοήθεια», τα χρήματα που δανείστηκαν και δάνεισαν (600 δισ. ευρώ) μεσούσης της κρίσης, ήταν πάνω από 30 φορές περισσότερα από την αύξηση του ΑΕΠ της Ισπανίας το ίδιο χρονικό διάστημα (2007-2011)! Τέλος, ενώ η αύξηση του ΑΕΠ των χωρών της Ευρωζώνης από το 2007 μέχρι το 2011 ήταν 476 δισ. ευρώ, η συνολική αύξηση του ενεργητικού των τραπεζών το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν 4.04 τρισ. ευρώ, δηλαδή 8.5 φορές μεγαλύτερη!
Υπερεθνικές ολοκληρώσεις ή εθνικοί ανταγωνισμοί;
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι η «υπερεθνική ολοκλήρωση» ή ένας σύγχρονος «υπερ-ιμπεριαλισμός» είναι ανέφικτος στην εποχή μας. Αυτό που κυριαρχεί είναι ο αδυσώπητος ανταγωνισμός των κρατών, που αποτελούν τον «συλλογικό καπιταλιστή» και το καθένα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της δικής του κεφαλαιοκρατίας. Αυτός ο ανταγωνισμός οξύνεται ολοένα, γιατί εξελίσσεται πάνω στη βάση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, από την οποία μαστίζονται οι περισσότερες καπιταλιστικές οικονομίες του πλανήτη. Κι αυτό είναι που αποσταθεροποιεί κάθε προσπάθεια για σταθερότητα του συστήματος παγκόσμια. Οσοι διαδίδουν ότι η κρίση θα ξεπεραστεί μέσω της χρηματοδότησης, είτε της συνεργασίας των κρατών της ΕΕ, σπέρνουν αυταπάτες στο «πόπολο» προς άγραν ψήφων.
Για να το πούμε πιο απλά, το βασικότερο πρόβλημα της Γερμανίας δεν είναι ότι χειροτερεύει η διεθνής θέση των τραπεζών της στο εξωτερικό. Μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αυτό που αναφέρει σε πρόσφατο δημοσίευμά του το Spiegel: «Ακόμα και η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, με ιδιαί-τερα εξαγωγική βάση, τυπικά κακομαθημένη από την επιτυχία, σημείωσε ορισμένες μεγάλες καθυστερήσεις το Μάη. Συγκρινόμενη με τον ίδιο μήνα του περασμένου χρόνου, η εγχώρια παραγωγή μειώθηκε κατά 17%, ενώ οι εξαγωγές έπεσαν κατά 13%. Αν και ο Μάης του 2011 ήταν χρόνος ρεκόρ για την βιομηχανία, πλέον μοιάζει σαν να έφτασε τελικά στη Γερμανία η κρίση των ευρωπαϊκών πωλήσεων αυτοκινήτων. Οι πωλήσεις αυτοκινήτων εντός ΕΕ έπεσαν κατά 7% τον Απρίλη, σε σχέση με το προηγούμενο έτος»[4].
Φως στο βάθος του τούνελ;
Επανερχόμαστε, λοιπόν, στα ερωτήματα που είχαμε θέσει στα προηγούμενα φύλλα. Μπορούν τα οποιαδήποτε ομόλογα να εξασφαλίσουν το ξεπέρασμα της κρίσης στην Ευρώπη, έστω και εις βάρος των εργαζομένων; Είναι δυνατόν να επιστρέψει μια σταθερή και μακρόχρονη καπιταλιστική ανάπτυξη στην ΕΕ, μια ανάπτυξη δηλαδή με παράλληλη οικονομική σταθερότητα για το κεφάλαιο για πολύ καιρό;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική και μόνο εξαιτίας του γεγονότος ότι έχει πέσει τόσο χρήμα στις τράπεζες αλλά το πρόβλημα δεν λύνεται (πάνω από 1 τρισ. ευρώ χαμηλότοκα δάνεια έχει δώσει η ΕΚΤ ως τώρα, 489 δισ. στις 21/12/11 και 530 δισ. στις 29/2/12).
Γιατί δεν λύνεται το πρόβλημα; Πρώτ’ απ’ όλα, γιατί το πρόβλημα είναι στην ίδια την καπιταλιστική παραγωγή, δεν είναι απλά νομισματικό. Οταν οι καπιταλιστές αναζητούν το μέγιστο κέρδος, ρίχνοντας στα τάρταρα την τιμή της εργατικής δύναμης, που είναι το μόνο εμπόρευμα που φτηναίνει τόσο πολύ, και μεταφέροντας την παραγωγή τους στις χώρες της Ασίας (Κίνα) για να εκμεταλλευτούν σε βαθμό δουλείας το εργατικό τους δυναμικό, επόμενο είναι η ανεργία να φουντώνει στην Ευρώπη και η κατανάλωση να πέφτει, αφού σκοντάφτει στην περιορισμένη αγοραστική δυνατότητα των εργαζόμενων και μικροαστικών στρωμάτων. Το κεφάλαιο, επομένως, δε θα αναζητήσει το μέγιστο κέρδος σε παραγωγικές διαδικασίες αλλά στην κερδοσκοπία με τα κάθε είδους χρεόγραφα (ομόλογα, ασφάλιστρα κινδύνου κτλ.).
Ειδικά για την Ευρωζώνη υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα. Η ανισόμετρη ανάπτυξη και ο ανταγωνισμός του κεφαλαίου στο εσωτερικό της. Η ύπαρξη αυτού του ανταγωνισμού είναι που κάνει το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο στο εξωτερικό διστακτικό να δανείσει, προτιμώντας τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Βρετανία. Ούτε τα ευρωομόλογα (αν αποφασιστούν ποτέ) θα μπορέσουν ν’ αναστρέψουν αυτή την κατάσταση, γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι χώρες της Ευρωζώνης δε θα μπορέσουν ποτέ να γίνουν ένα ιμπεριαλιστικό «υπερκράτος», λόγω του αγεφύρωτου ανταγωνισμού των καπιταλιστών των ξεχωριστών κρατών (πρώτα και κύρια των ισχυρών).
Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν; Η κρίση κάποια στιγμή θα τελειώσει. Ακόμα δεν έχει κλείσει τον κύκλο της για να έρθει η «ανάκαμψη». Ενα κύκλο που θα καταστρέψει παραγωγικές δυνάμεις και πρώτ’ απ’ όλα τη βασικότερη, τον εργαζόμενο άνθρωπο. Το αν σ’ αυτό τον κύκλο αντέξει το ευρώ, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Αυτό όμως που σίγουρα μπορούμε να γνωρίζουμε είναι ότι το ευρώ δεν πρόκειται να προστατεύσει την εργατική τάξη που θα βυθιστεί ακόμα πιο βαθιά στο βούρκο της εξαθλίωσης για να ξεπεραστεί η παρούσα κρίση προς όφελος του κεφαλαίου. Ακόμα κι αν γίνει αυτό και το κεφάλαιο τη «σκαπουλάρει» με τις μικρότερες δυνατές εργατικές αντιστάσεις, η ανάκαμψη δεν μπορεί παρά να είναι ασταθής. Γιατί θα σκαλώσει ξανά στις καταναλωτικές δυνατότητες των εργαζόμενων, που θα είναι ακόμα πιο περιορισμένες. Δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος από τον οποίο δε θα υπάρξει έξοδος, αν η εργατική τάξη δε σπάσει τις αλυσίδες της, ανατρέποντας τον καπιταλισμό με τη βία. Διαφορετικά, πρέπει να περιμένει τα χειρότερα…
Κώστας Βάρλας
Παραπομπές
[1] https://www.imf.org/external/np/speeches/2012/060812a.htm.
[2] Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών – τριμηνιαίες εκθέσεις (https://www.bis.org/ publ/qtrpdf/r_qt1206.htm).
[3] https://www.ecb.int/stats/money/aggregates/bsheets/html/outstanding_amounts_T00.A.Z5.0000.en.html.
[4] Αρθρο με τίτλο «το τέλος των γερμανικών αυταπατών», Spiegel, 6/5/2012.