Οταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές, τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των αιγυπτιακών εκλογών θα είναι ήδη γνωστά. Ανεξάρτητα, όμως, από τα όποια αποτελέσματα, τα οποία δεν θα είναι τελικά (καθότι υπολείπονται ακόμα δύο γύροι για να ολοκληρωθούν οι εκλογές, πράγμα που θα γίνει μέχρι τα μέσα του Γενάρη) και ανεξάρτητα από τον νικητή των εκλογών (φαβορί είναι οι ισλαμιστές του κόμματος της «Ελευθερίας και Δικαιοσύνης», που υποστηρίζει η μουσουλμανική αδελφότητα), το γεγονός είναι ότι η συμμετοχή αναμένεται υψηλή, σε επίπεδα της τάξης του 70%.
Γεγονός είναι, επίσης, ότι οι εκλογές σημαδεύτηκαν από ένα κύμα βίας (με περισσότερους από 40 νεκρούς στις διαδηλώσεις από τις 19 Νοέμβρη), που συνεχίστηκε και την επομένη του πρώτου γύρου (την περασμένη Τρίτη), με 108 τραυματίες στην πλατεία Ταχρίρ, 10 από τους οποίους νοσηλεύονται σε κρίσιμη κατάσταση, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε το υπουργείο Υγείας. Οι συγκρούσεις ξέσπασαν όταν άγνωστοι με πολιτικά ρούχα επιχείρησαν να επιτεθούν στους συγκεντρωμένους στην πλατεία και σε μικροπωλητές.
Η μαζική συμμετοχή στις κάλπες και η έκρηξη της βίας μοιάζουν αντιφατικά γεγονότα, όμως ας αναλογιστούμε όχι μόνο το μέγεθος αλλά και τα όρια του κινήματος που αναπτύσσεται τους τελευταίους μήνες στην Αίγυπτο. Μετά από τρεις δεκαετίες δικτατορίας του εκλεκτού των Αμερικάνων, Χόσνι Μουμπάρακ, ο λαός ζητάει αστικοδημοκρατικές ελευθερίες και στοιχειώδεις μισθούς για να επιβιώσει. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Ποιος όμως ήρθε στην εξουσία μετά την πτώση του Μουμπάρακ; Οι στρατιωτικοί που τόσα χρόνια τον στήριζαν. Η στρατιωτική χούντα που διαδέχτηκε τον Μουμπάρακ δεν διέφερε και πολύ απ’ αυτόν. Επέβαλε καθεστώς «έκτακτης ανάγκης», απαγόρευσε τις απεργίες, αμνήστευσε τους δολοφόνους των εξεγερμένων, έσυρε στα στρατιωτικά δικαστήρια χιλιάδες ανθρώπους (γύρω στους 10.000 ανέφερε το Αραβικό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα) και στο τέλος φόρεσε καπέλο τον 78χρονο Γκανζούρι στον πρωθυπουργικό θώκο (έστω και μεταβατικό), ο οποίος είχε διατελέσει στο ίδιο πόστο τη δεκαετία του ’90 υπό την προστασία του ίδιου του Μουμπάρακ!
Πώς μπορούσε ο αιγυπτιακός λαός να ανεχτεί κάτι τέτοιο; Η εξέγερση δεν δικαιώθηκε. Η λαϊκή βία θα ξεσπούσε με μαθηματική ακρίβεια, όπως κι έγινε. Και απ’ αυτή τη λαϊκή βία η Μουσουλμανική Αδελφότητα επέλεξε να διαχωριστεί, αποφασίζοντας να απέχει από τις λαϊκές κινητοποιήσεις, ως γνήσια αστική πολιτική δύναμη.
Αυτοί που κατάλαβαν καλύτερα από όλους το «φάρμακο» για να τιθασευτεί η λαϊκή οργή, όμως, ήταν οι Αμερικάνοι. Ζήτησαν τη μετάβαση της εξουσίας σε πολιτική κυβέρνηση το συντομότερο δυνατό και χαιρέτισαν τη διεξαγωγή των εκλογών. Γιατί; Επειδή πιστεύουν ότι μια νέα «δημοκρατική κυβέρνηση», εξαγνισμένη σ’ έναν εκλογικό θρίαμβο, θα κατορθώσει να «στρώσει» τα πράγματα και να εμποδίσει την παραπέρα ριζοσπαστικοποίηση του αιγυπτιακού λαού. Πράγμα καθόλου απίθανο, δεδομένης της έλλειψης μιας επαναστατικής οργάνωσης που θα έβαζε τη σφραγίδα της στις εξελίξεις. Γιατί το πολιτικό κενό, μετά την πτώση του Μουμπάρακ και την αποτυχία των στρατηγών, θα πρέπει να καλυφθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Χωρίς ταξική συνειδητοποίηση το κενό θα καλυφθεί απ’ αυτούς που φαντάζουν πιο αδιάφθοροι και μη αναμεμιγμένοι στις αθλιότητες του προηγούμενου καθεστώτος…