Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ΕΕ περνάει τη χειρότερη περίοδό της από τότε που ιδρύθηκε και ιδιαίτερα από τότε που πέρασε στην ΟΝΕ και στο κοινό νόμισμα. Το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο χτυπά πια όχι την «περιφέρεια» αλλά την «καρδιά» της Ευρωζώνης. Ιταλία και Γαλλία δανείστηκαν τις τελευταίες μέρες με επιτόκια ψηλότερα απ’ αυτά με τα οποία δόθηκαν τα δάνεια της τρόικας στην Ελλάδα. Επειδή η πρόσφατη σύνοδος του G-20 στις Κάννες δεν κατέληξε σε καμιά συμφωνία ανάμεσα στα βασικά ιμπεριαλιστικά κέντρα, η ΕΕ είναι υποχρεωμένη να λύσει μόνη της το πρόβλημα που αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει κυρίως η ίδια.
Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, αντιμετωπίζουν την πίεση βάζοντας τη FED να κόβει δολάρια. Η Κίνα κρατάει σκόπιμα υποτιμημένο το γιουάν για να στηρίζει τις εξαγωγές της, χτυπώντας τη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η ΕΚΤ, όμως, χαρακτηρίζεται από ακαμψία, γιατί στην πραγματικότητα δεν έχει να διαχειριστεί τη νομισματική πολιτική μιας καπιταλιστικής οικονομίας, αλλά αντιτιθέμενα συμφέροντα μιας σειράς ιμπεριαλιστικών οικονομιών. Χώρες με υψηλά κρατικά χρέη, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, θα ήθελαν χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, όμως η Γερμανία, με μια σειρά άλλων χωρών αντιτίθεται, γιατί με το σκληρό ευρώ μπορούν και δανείζονται με χαμηλά επιτόκια και με τη σειρά τους δανείζουν με ψηλά επιτόκια τις υπερχρεωμένες χώρες, εξασφαλίζοντας έτσι για τις τράπεζές τους ιδιαίτερα υψηλά κέρδη.
Οσοι, λοιπόν, προσβλέπουν σε έξοδο από την κρίση μέσω των αποφάσεων που θα πάρει η διήμερη σύνοδος κορυφής στις 8 και 9 Δεκέμβρη θα απογοητευθούν. Τα πράγματα δεν έχουν φτάσει ακόμη στο επίπεδο μιας νέας συμφωνίας. Θ’ αποφασίσουν, βέβαια, διάφορα, αλλά συμφωνία τελική δεν θα υπάρξει. Η Γερμανία έχει ρυμουλκήσει τη Γαλλία, δίνοντάς της ρόλο «συμπροέδρου» στην άτυπη –αλλά εξόχως ισχυρή– διοίκηση της Ευρωζώνης, τελευταία φαίνεται στην ίδια κατεύθυνση να ρυμουλκείται και η Ιταλία, υπό την πρωθυπουργία του τραπεζίτη Μόντι, αν όμως θέλουμε να δούμε την ουσία, θα πρέπει να πάμε στις πραγματικές κινητήριες δυνάμεις της κρίσης και όχι να ξεκινάμε από τις διαχειριστικές προτάσεις που διατυπώνονται, επίσημα ή ανεπίσημα.
Πριν από μερικές μέρες, στην εξαμηνιαία έκθεσή του, ο ΟΟΣΑ χτύπησε το καμπανάκι. «Βλέπει» επιβράδυνση της ανάπτυξης του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, είσοδο της Ευρωζώνης σε «ήπια ύφεση» και μεγάλους κινδύνους για τη συνέχεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλες οι προβλέψεις μεταβλήθηκαν προς το χειρότερο, σε σχέση με την έκθεση του περασμένου Μάη. Η παγκόσμια ανάπτυξη προβλέπεται στο 3,8% για φέτος και στο 3,4% για το 2012, έναντι 4,2% και 4,6% που ήταν η εκτίμηση το Μάη. Για την Ευρωζώνη, η πρόβλεψη πλέον είναι αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,6% το 2011 και κατακόρυφη πτώση στο 0,2% το 2012. Η έκθεση αναφέρει ότι η κρίση στην Ευρωζώνη «έχει περάσει σε νέα φάση και εξαπλώνεται πέρα από τις θεωρούμενες ευάλωτες χώρες» και ότι «οι δημοσιονομικές αστοχίες δεν είναι η μόνη κινητήρια δύναμη στην εξάπλωση της κρίσης». Προειδοποιεί, δε, ότι αν δεν αντιμετωπιστεί η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη κι αν δεν υπάρξει αποφασιστική μείωση του δημόσιου ελλείμματος στις ΗΠΑ, τα πράγματα για τον παγκόσμιο καπιταλισμό θα γίνουν χειρότερα. Προειδοποιεί, ακόμη, για απότομη επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα, που αποτελεί την ατμομηχανή του παγκόσμιου καπιταλισμού, λόγω της συνεχούς επιβράδυνσης της ανάπτυξης του διεθνούς εμπορίου. Γι’ αυτό και οι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ συστήνουν μείωση επιτοκίων και ειδικά για την ΕΚΤ επάνοδο στο βασικό επιτόκιο του 1% από 1,25% που είναι σήμερα, μετά την αύξηση της περασμένης άνοιξης.
Ολ’ αυτά μας δίνουν την εικόνα στην επιστροφή σε μια κλασική κρίση υπερπαραγωγής, μετά από μια σύντομη περίοδο αναιμικής ανάπτυξης, η οποία δεν κράτησε ούτε δυο χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2008. Οπως τονίζει ο ΟΟΣΑ, δεν είναι τα δημοσιονομικά ελλείμματα η μόνη κινητήρια δύναμη της κρίσης. Εμείς γνωρίζουμε ότι δεν είναι καν κινητήρια δύναμη, αλλά ένας επιμέρους παράγοντας που εμποδίζει τη διαχείριση της κρίσης. Κινητήρια δύναμη της κρίσης είναι η θεμελιώδης αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ατομική ιδιοποίηση του προϊόντος της. Οταν η αποκόμιση του μέγιστου κέρδους απαιτεί το στύψιμο της εργατικής τάξης παγκόσμια, ενώ την ίδια στιγμή η παραγωγική δυνατότητα του συστήματος αυξάνεται αλματωδώς, όταν ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια οδηγεί στην παραγωγική αναρχία, ευνόητο είναι ότι θα ξεσπάσει κρίση. Προσθέστε και τον παρασιτισμό του χρηματιστικού κεφάλαιου που απλά ζει από τις αποδόσεις ομολόγων, μετοχών και κάθε άλλου είδους άυλων τίτλων και θα καταλάβετε ότι γιατριά δεν υπάρχει.
Περιττεύει να σημειώσουμε ότι όσο ισχυρές κι αν είναι οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η ενότητά τους έναντι του προλεταριάτου και των λαών είναι δεδομένη. Γιατί κάθε διαχειριστική πρόταση έχει ως προϋπόθεση την αύξηση του βαθμού εκιμετάλλευσης. «Κινεζοποίηση» των λαών στις εξαρτημένες χώρες και αύξηση της εκμετάλλευσης στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις είναι το αδιασάλευτο δόγμα της Ευρωζώνης.