Παράταση για 15 ακόμη μέρες της κράτησης του γνωστού μπλόγκερ και πολιτικού ακτιβιστή Αλάα Αμπντέλ Φατάχ αποφάσισε στις 13 Νοεμβρίου η στρατιωτική εισαγγελία. Ο Αμπντέλ Φατάχ συνελήφθη στις 30 Οκτωβρίου μετά την άρνησή του να απαντήσει στις ερωτήσεις του στρατιωτικού εισαγγελέα για τις κατηγορίες που του αποδίδονται για υποκίνηση βίας, καταστροφή στρατιωτικής περιουσίας και βίαιη επίθεση εναντίον στρατιωτών εν υπηρεσία, κατά τη διάρκεια της μεγάλης διαδήλωσης των Κοπτών Χριστιανών στις 9 Οκτωβρίου, που πνίγηκε στο αίμα από το στρατό, με 27 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες. Η στάση του αυτή του κόστισε αρχικά την απόφαση 15μερης κράτησής του από τη στρατιωτική εισαγγελία, στη συνέχεια την απόρριψη της προσφυγής για αποφυλάκισή του και τώρα την παράταση της κράτησής του για 15 ακόμη μέρες, εν αναμονή της έρευνας της υπόθεσης, η οποία μπορεί να παραταθεί επ’ αόριστο.
Ο Αμπντέλ Φατάχ είχε φυλακιστεί επίσης το 2006 λόγω της πολιτικής δράσης που είχε αναπτύξει εναντίον του καθεστώτος Μουμπάρακ και είχε αποφυλακιστεί μετά από μεγάλη καμπάνια αλληλεγγύης για την απελευθέρωσή του. Συμμετείχε ενεργά στη λαϊκή εξέγερση που οδήγησε στην ανατροπή του Μουμπάρακ και θεωρείται από τους ανθρώπους-σύμβολα της εξέγερσης αυτής. Απορρίπτει τις δίκες πολιτών από στρατιωτικά δικαστήρια, από τις αίθουσες των οποίων έχουν περάσει 12.000 περίπου πολίτες μετά την πτώση Μουμπάρακ, και συμμετέχει στην καμπάνια για την κατάργησή τους. Καταγγέλλει την ανάθεση από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο σε επιτροπή του στρατού της έρευνας του μακελειού κατά τη διαδήλωση των Κοπτών και την απαγόρευση της έρευνας από οποιοδήποτε άλλο φορέα. Λίγο πριν από τη σύλληψή του είχε δηλώσει στο Reuters: «Διέπραξαν ένα μακελειό, ένα φοβερό έγκλημα και τώρα επιδιώκουν να ενοχοποιήσουν κάποιον άλλο γι’ αυτό. Παραποιούν την πραγματικότητα. Αντί να κάνουν μια σωστή έρευνα, στέλνουν ακτιβιστές στα δικαστήρια, που θα πουν την ολοφάνερη αλήθεια και αυτή είναι ότι ο στρατός διέπραξε ένα έγκλημα εν ψυχρώ».
Στο μεταξύ, συνεχίζονται οι κινητοποιήσεις για την απελευθέρωσή του, ενώ η 55χρονη μητέρα του, καθηγήτρια σε πανεπιστήμιο του Καΐρου, έχει ξεκινήσει απεργία πείνας και δηλώνει ότι θα τη συνεχίσει μέχρι την αποφυλάκισή του.
Εκτός από τον Αμπντέλ Φατάχ, έχουν συλληφθεί 29 ακόμη ακτιβιστές, που κατηγορούνται για επιθέσεις εναντίον στρατιωτών, ενώ, σύμφωνα με την αιγυπτιακή εφημερίδα Al Ahram, ένας ακόμη γνωστός μπλόγκερ και πολιτικός ακτιβιστής, ο Μπαχάα Σάμπερ, κλήθηκε για δεύτερη φορά στις 15 Νοεμβρίου να απαντήσει σε ερωτήσεις του στρατιωτικού εισαγγελέα. Ο Μπαχάα Σάμπερ αρνείται να παρουσιαστεί σε στρατιωτικό εισαγγελέα και δήλωσε: «Εχω πει επανειλημμένα ότι είμαι ενάντια στα στρατιωτικά δικαστήρια για πολίτες και αρνούμαι να συμμετέχω σ’ αυτά. Ειμαι πολίτης. Η σχέση μου με το στρατό τελείωσε όταν ολοκλήρωσα τη στρατιωτική μου θητεία. Αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, είμαι έτοιμος να παρουσιαστώ σε πολιτικό δικαστήριο, όχι σε στρατιωτικό. Στρατιωτικές δίκες πρέπει να γίνονται μόνο για το στρατιωτικό προσωπικό, όπως για τον ανατραπέντα πρόεδρο Χόσνι Μουμπάρακ, ο οποίος σημειωτέον δικάζεται από πολιτικό δικαστήριο».
Ο Μπαχάα Σάμπερ είχε κληθεί στις 30 Αυγούστου μαζί με τον Αμπντέλ Φατάχ για ανάκριση από τη στρατιωτική εισαγγελία αντιμετωπίζοντας τις ίδιες κατηγορίες. Ο ίδιος δηλώνει ότι δεν γνωρίζει το λόγο για τον οποίο τότε αφέθηκε ελεύθερος και τώρα καλείται ξανά για ανάκριση. Τόσο η κράτηση του Αμπντέλ Φατάχ και η νέα κλήτευση του Μπαχάα Σάμπερ όσο και οι διώξεις εναντίον άλλων ακτιβιστών θεωρούνται ως κλιμάκωση της επιχείρησης δυσφήμισης από τη στρατιωτική χούντα πολιτικών ακτιβιστών που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέγερση. Παράλληλα, οι στρατηγοί προσπαθούν να φιλοτεχνήσουν για τον εαυτό τους την εικόνα των «καλύτερων πατριωτών» της χώρας, κατηγορώντας τους αντιπάλους τους ακτιβιστές ότι χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό, και να φιμώσουν κάθε κριτική φωνή κάνοντας συστάσεις στις διευθύνσεις των ΜΜΕ να χαμηλώσουν τον τόνο στα σχόλιά τους για το στρατό ή να αποκλείσουν τις πιο επικριτικές φωνές από τις πολιτικές εκπομπές.