Βούλιαξαν οι δρόμοι και οι πλατείες της χώρας την περασμένη Τετάρτη. Ηταν οι ογκωδέστερες κινητοποιήσεις των τελευταίων 30 ετών. Ο όγκος τους μόνο με τις πρώτες διαδηλώσεις της μεταπολίτευσης μπορεί να συγκριθεί. Ξεπέρασαν τους 250.000 οι διαδηλωτές στην Αθήνα, σύμφωνα με δικούς μας ασφαλείς υπολογισμούς (περίπου 50-55 χιλιάδες στα μπλοκ του ΠΑΜΕ και οι υπόλοιποι μια λαοθάλασσα, μεγάλο μέρος της οποίας δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στο Σύνταγμα, γιατί οι δρόμοι δεν χωρούσαν άλλους και δεν επέτρεπαν την κυκλική κίνηση).
Νέκρωσαν δημόσιες επιχειρήσεις και ΔΕΚΟ, πάρα πολλά δημόσια κτίρια τέθηκαν υπό κατάληψη. Χιλιάδες μαγαζάτορες έκλεισαν για μια μέρα τα μαγαζιά τους. Οι ταξιτζήδες κατέβηκαν στο δρόμο οργισμένοι.
Ο ελληνικός λαός, εργάτες και εργαζόμενοι μικροαστοί, έδειξε πιο καθαρά από κάθε άλλη φορά, ότι δεν θέλει την πολιτική που εφαρμόζεται. Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν το ίδιο. Κυβέρνηση και κυβερνητικός κοινοβουλευτικός λόχος έκλεισαν τ’ αυτιά τους, έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια τη θέληση του λαού και ψήφισαν το νέο αντεργατικό-αντιλαϊκό έκτρωμα.
Ο κίνδυνος για τη συνείδηση των εργαζόμενων είναι πολύ μεγάλος. Κίνδυνος να επικρατήσει ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση, ηττοπάθεια, παθητικότητα. Να περάσει η αντίληψη ότι «αυτοί δεν καταλαβαίνουν τίποτα», ότι κάθε αντίσταση είναι καταδικασμένη και γι’ αυτό εκείνο που έχει να κάνει ο καθένας και η καθεμιά είναι να κλειστεί στον εαυτό του και να κοιτάξει πώς θα επιβιώσει μέσα στον παγετώνα.
Πριν φτάσουμε σε τέτοια λαθεμένα συμπεράσματα πρέπει να σκεφτούμε πολύ σοβαρά κάτι άλλο. Μήπως οι μέχρι τώρα αντιστάσεις ήταν τέτοιες που επιτρέπουν στην κυβέρνηση να μην τις παίρνει υπόψη της; Μήπως ήταν τέτοιες που δεν φόβισαν το σύστημα; Μήπως τελικά οι κυβερνώντες φαίνονται δυνατοί επειδή εμείς δεν τους δείξαμε την πραγματική μας δύναμη;
Ολες οι μέχρι τώρα κινητοποιήσεις, λιγότερο ή περισσότερο μαζικές, το μόνο που μπορούσαν να επιφέρουν και επέφεραν ήταν η πολιτική φθορά και η κοινωνική απονομιμοποίηση της κυβέρνησης. Αυτό είναι δεδομένο και για την κυβέρνηση, η οποία αδιαφορεί, γι’ αυτό και δεν κάνει πίσω. Θα φτάσει μέχρι το τέλος και μετά θα αποσυρθεί, έχοντας προσφέρει μέγιστη υπηρεσία στο σύστημα.
Εκείνο που πρέπει να κάνουμε, λοιπόν, είναι να μη μας πάρει από κάτω. Δεν είναι στραβός ο γιαλός, εμείς αρμενίζουμε στραβά. Γιατί είμαστε πολιτικά ανοργάνωτοι, γιατί αφήνουμε την πολιτική πρωτοβουλία στους πολιτικούς και συνδικαλιστικούς μηχανισμούς του συστήματος. Ας αλλάξουμε τη ρότα μας και τότε θα διαπιστώσουμε ότι εμείς έχουμε τη δύναμη.