Μαζί με τους βομβαρδισμούς συνεχίζεται και η επίθεση λάσπης ενάντια στους αντάρτες της Φαλούτζα. Τα παπαγαλάκια των Αμερικάνων παρουσιάζουν το αντάρτικο σα μια δράκα τρομοκρατών με αρχηγό τον Ιορδανό Αλ-Ζαρκάουϊ, που έχουν κάτσει στο σβέρκο των κατοίκων της Φαλούτζα. Υπόσχονται δε «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» πριν τη διεξαγωγή εκλογών τον ερχόμενο Γενάρη. Το ίδιο κάνει και ο ιρακινός «πρωθυπουργός» Ιγιάντ Αλάουι που επέδωσε τελεσίγραφο στους κατοίκους της πόλης να παραδώσουν το Ζαρκάουϊ, διαφορετικά θα βρεθούν αντιμέτωποι με τον «ιρακινό» στρατό και τις αμερικάνικες δυνάμεις.
Με το δικό τους τρόπο τα δημοσιεύματα του τύπου και στην Ελλάδα δίνουν έμφαση στους «τρομοκράτες» του Ζαρκάουϊ, που τον παρουσιάζουν σαν τον Μπιν Λάντεν του Ιράκ, υπονοώντας ότι αυτός κινεί όλα τα νήματα της αντίστασης στις σουνιτικές περιοχές του Ιράκ. Δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, δεδομένου ότι η Φαλούτζα –μια πόλη 300.000 κατοίκων, 65 χιλιόμετρα δυτικά της Βαγδάτης– έχει πολιτογραφηθεί ως το κάστρο της ιρακινής αντίστασης και οι Αμερικάνοι καίγονται να την παρουσιάσουν σαν άντρο μιας χούφτας τρομοκρατών και όχι ως μια εξεγερμένη πόλη.
Οι Αμερικάνοι από τον περασμένο Μάη δεν έχουν πατήσει πόδι στην πόλη, αλλά συνεχίζουν να την κρατούν σε ασφυκτικό κλοιό και τις τελευταίες βδομάδες βομβαρδίζουν σχεδόν σε καθημερινή βάση, προκαλώντας έναν φρικτό απολογισμό σε θανάτους αμάχων. Μη μπορώντας να μεταφέρουμε ζωντανό ρεπορτάζ απ’ την εξεγερμένη πόλη, θα δώσουμε το λόγο στην αραβική βδομαδιάτικη εφημερίδα «Αλ-Αχράμ», που εκδίδεται στο Κάιρο. Τα εκτενή αποσπάσματα απ’ την τελευταία της έκδοση αποτελούν ένα ηχηρό ράπισμα στα παπαγαλάκια της αντιτρομοκρατίας και δίνουν μια εικόνα της κατάστασης που εκτυλίσσεται στην πόλη. Μια εικόνα που δε γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, σίγουρα όμως την προσεγγίζει πολύ περισσότερο σε σχέση με όσα μαθαίνουμε απ’ τα διεθνή ΜΜΕ, φωτίζοντας κάποιες πτυχές που παραμένουν κρυμμένες απ’ τα διεθνή πρακτορεία. «Για τον 26χρονο Ταμίμ Αμζάντ, ένα γιατρό του κεντρικού νοσοκομείου της Φαλούτζα, η κατάσταση στην πόλη δεν ήταν ποτέ πιο καταστροφική. Ο Αμζάντ είναι αυτόπτης μάρτυρας της τραγωδίας της Φαλούτζα από τότε που οι ΗΠΑ βομβάρδισαν την πόλη τον περασμένο Απρίλη. Αυτή τη βδομάδα, ενώ οι Αμερικάνοι συνέχιζαν να εξαπολύουν τη βάναυση στρατιωτική τους μηχανή ενάντια στο πληθυσμό των 300.000 κατοίκων της πόλης, τα νοσοκομεία φαίνονταν εξαντλημένα με τον τεράστιο αριθμό αυτών που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν.
Η Ιρακινή αστυνομία και οι Εθνικοί φρουροί, που έλεγχαν την περιοχή, δε βρίσκονται πουθενά. Ενα σκονισμένο καναβάτσο 100 μέτρα μακριά είναι ό,τι θυμίζει την Ταξιαρχία της Φαλούτζα, την διαλυμένη πλέον ιρακινή δύναμη ασφαλείας, που υποτίθεται ότι θα επέβαλε την τάξη εδώ. Το καναβάτσο ήταν μία από τις τέντες της ταξιαρχίας. Διαλύθηκαν όταν αρκετά μέλη της πήραν θέσεις ενάντια στις αμερικάνικες δυνάμεις.
“Δεχόμαστε ένα ασταμάτητο κύμα τραυματισμένων ή νεκρών ανθρώπων κάθε ώρα και ορισμένες φορές κάθε μισή ώρα”, δήλωσε ο Αμζάντ στη βδομαδιάτικη Αλ-Αχράμ. Παρά τους αμερικάνικους ισχυρισμούς, ότι η στρατιωτική επίθεση στοχεύει σε κρυψώνες του Αμπού Μουσάμπ Αλ-Ζαρκάουϊ, του Ιορδανού Ισλαμιστή μαχητή που πιστεύεται ότι είναι ο εγκέφαλος για δεκάδες επιθέσεις αυτοκτονίας, ο Αμζάντ αποκάλυψε ότι ο μεγάλος αριθμός των θυμάτων ήταν γυναίκες και παιδιά που δεν είχαν καμία σχέση με τον Αλ-Ζαρκάουι και τους υποστηριχτές του. “Είχαμε ολόκληρες οικογένειες σκοτωμένες, ενώ πολλές άλλες θάφτηκαν κάτω απ’ τα ερείπια”, δήλωσε.
Τις περασμένες βδομάδες οι στρατιωτικές επιχειρήσεις ανάγκασαν πολλούς κατοίκους της πόλης να την εγκαταλείψουν για ασφαλέστερες περιοχές της επαρχίας Ανμπάρ. Οι γιατροί παραπονούνται για την αυξανόμενη έλλειψη ιατροφαρμακευτικού υλικού και ότι πολλά ασθενοφόρα έχουν γίνει στόχος των αμερικάνικων επιθέσεων…
Οι κάτοικοι της Φαλούτζα αποκαλούν τους μαχητές μουτζαχεντίν και ποτέ δεν τους εμπλέκουν ούτε με την Αλ-Κάιντα ούτε με τον Ζαρκάουϊ. Ο 25χρονος κάτοικος της Φαλούτζα, Μοχάμεντ Γκαρίμπ, πιστεύει ότι “οι Αμερικάνοι εφηύραν αυτό το μπαμπούλα για να σκοτώσουν τους πιστούς κατοίκους της Φαλούτζα”. Η άποψή του ταυτίζεται μ’ αυτή του Μουάθ Χαλίντ, ενός 27χρονου φοιτητή ιστορίας. “Ο λαός της Φαλούτζα υπερασπίζεται την αξιοπρέπειά του και το Ισλάμ”, είπε. “Δε χρειάζονται την βοήθεια του Ζαρκάουϊ, δηλαδή, ακόμα κι αν υπάρχει τελικά”.
Πέντε μήνες μετά την ματαίωση της επίθεσης των αμερικάνων πεζοναυτών στη Φαλούτζα, οι κάτοικοι της πόλης ζουν κάτω απ’ τη συχνά ιδιότροπη εξουσία των διαφόρων ομάδων μουτζαχεντίν, που καταλαμβάνουν ένα φάσμα από Ισλαμιστές και φανατικούς Ισλαμιστές μέχρι Μπααθιστές και παράνομους. Το Συμβούλιο των Μουτζαχεντίν, η “Σούρα”, μια 18μελής ομάδα κληρικών, ηγετών φατριών ή σεΐχηδων και πρώην μελών του κόμματος Μπάαθ, είναι αυτό που πραγματικά ελέγχει την πόλη. Διαιρεμένες ιδεολογικά, οι διάφορες θρησκευτικές ομάδες διαφωνούν πάνω σε διάφορα θέματα, από τον κατάλληλο τρόπο οικονομικής ενίσχυσης των κινημάτων τους μέχρι τον τρόπο αντιμετώπισης των ξένων και Ιρακινών ομήρων. Παρόλα αυτά, οι κάτοικοι λένε ότι οι ομάδες είναι ενωμένες στη μάχη και θα πολεμούσαν πλάι-πλάι εάν τα αμερικάνικα ή κυβερνητικά στρατεύματα εξαπέλυαν νέα επίθεση στη Φαλούτζα.
Μια τρίτη δύναμη που είναι πιστή στον Μαζέντ Αμπού Ντιράχ, έναν πρώην υπεύθυνο ασφαλείας της περιοχής της Βαγδάτης, την εποχή του Σαντάμ Χουσείν, που ήταν φημισμένος για τους βασανισμούς και την καταπίεση του λαού των Σιιτών, έχει μικρή παρουσία στους δρόμους. Αυτοί οι άντρες ήταν οι περισσότεροι πρώην μέλη της Ρεπουμπλικανικής Φρουράς και λένε ότι επανήλθαν μόνο για να πολεμήσουν τις εισβολές της Συμμαχίας. Ανώτατο ηγετικό στέλεχος των μουτζαχεντίν της Φαλούτζα και επικεφαλής του Συμβουλευτικού Συμβουλίου είναι ο Αμπντουλάχ Αλ Ζαναμπί, ένας ιεροκήρυκας με άσπρη γενειάδα απ’ το πουριτανικό κίνημα των Σαλαφιτών. Ο Αχμέτ Νααμί, ο εκπρόσωπος τύπου της ομάδας, είπε ότι η ομάδα του Ζαναμπί δε διαθέτει ξένη χρηματοδότηση, αλλά επιζεί με “τα δικά μας χρήματα και τα λάφυρα του πολέμου”, που συμπεριλαμβάνουν “φορτία, χρήματα, αυτοκίνητα και λύτρα”, τόσο απ’ τις δυνάμεις της Συμμαχίας όσο και τις ιρακινές που συνεργάζονται μαζί τους.
Υπήρξαν αναφορές για διαφωνίες μεταξύ των διαφορετικών ιρακινών ομάδων γύρω απ’ την αμφιλεγόμενη τακτική μεταχείρισης των ομήρων. Μια απ’ τις ομάδες, αποκαλούμενη “Οι Μαύρες Σημαίες”, έχει τη φήμη να σκοτώνει κάθε ξένο ή συνεργάτη των κατακτητών που πέφτει στα χέρια τους, ενώ ο Νααμί ισχυρίζεται ότι η ομάδα του Ζαναμπί ζητά μόνο λύτρα και “δεν σκοτώνει κάθε πράκτορα ή όμηρο”… Ο Νααμί απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η πόλη είναι διχασμένη πάνω στο ρόλο των ισλαμικών ομάδων εδωπέρα. Επέμεινε ότι η πόλη είναι ενωμένη, επειδή “όλος ο λαός είναι μουτζαχεντίν”.
Παρόλα αυτά, οι κάτοικοι εξέφρασαν τη θέλησή τους να γεφυρώσουν το χάσμα με την ιρακινή κυβέρνηση, με σκοπό να ναυαγήσουν όλες οι προσπάθειες απομόνωσης της πόλης απ’ το υπόλοιπο Ιράκ. Μια αποστολή απ’ το Συμβούλιο της Σούρα είχε ήδη ταξιδέψει στη Βαγδάτη μια βδομάδα πριν τις συζητήσεις με αξιωματούχους της ιρακινής κυβέρνησης, με σκοπό τη διαπραγμάτευση μιας ρύθμισης που θα επέτρεπε στις ιρακινές δυνάμεις να μπουν στην πόλη, δήλωσαν μέλη του Συμβουλίου. Ομως, τα δύο αιτήματα του Συμβουλίου –ότι οι ξένοι μαχητές πιστοί στο Συμβούλιο θα επιτραπεί να παραμείνουν στη Φαλούτζα και ότι οι αμερικάνικες δυνάμεις θα παραμείνουν έξω απ’ την πόλη– δεν έγιναν δεκτά. Οι Ιρακινοί αξιωματούχοι εξέφρασαν την απροθυμία τους να επιτρέψουν στους ξένους μαχητές να παραμείνουν ή να δημιουργήσουν ζώνες αποκλεισμού της διέλευσης των αμερικάνικων δυνάμεων».
Αλ-Αχράμ, 7-13/10/2004)
Η Φαλούτζα συνεχίζει να αντιστέκεται λοιπόν. Συνεχίζονται οι μάχες και σε άλλες πόλεις, όπως το Ραμάντι και η Μπακούμπα, που δέχτηκαν σφοδρές επιθέσεις απ’ τις αμερικάνικες δυνάμεις, που δε σεβάστηκαν ούτε τα τζαμιά στο Ραμάντι, ενώ πάνω από 1000 Αμερικάνοι με Ιρακινούς συνεργάτες τους εξαπέλυσαν επιδρομή στη Μπακούμπα για να την «καθαρίσουν» απ’ τους μαχητές της. Οσο για τη Σαντρ Σίτι, όπου οι συγκρούσεις σταμάτησαν με τη συμφωνία για παράδοση των μεσαίων και βαριών όπλων των ανταρτών στις ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας, η παράδοση έχει ξεκινήσει με αργούς ρυθμούς, παρά το γεγονός ότι για κάθε όπλο που θα παραδίδουν οι μαχητές θα παίρνουν 50 δολάρια. Σύμφωνα με το Αλ-Τζαζίρα, η παράδοση που γινόταν σε τρία αστυνομικά τμήματα της συνοικίας, με τους Αμερικάνους να παρατηρούν από μακριά, δεν είχε σημαντικά αποτελέσματα την πρώτη μέρα και σε ένα από τα τμήματα έγιναν μόνο τρεις παραδόσεις μέσα σε τρεις ώρες.