Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός ο Βαβύλης πρέπει να είναι (ή να ήταν…) ένας πολύ ικανός άνθρωπος. Εχει, άλλωστε, και μπόλικες σπουδές στο βιογραφικό του. Ενα πανεπιστημιακό πτυχίο και καλή γνώση τεσσάρων-πέντε ξένων γλωσσών. Προσθέστε την ενασχόλησή του με τον αθλητισμό, την κοινωνικότητα, τον τυχοδιωκτισμό και τη δίψα για το χρήμα και παίρνετε το πορτρέτο ενός πράκτορα, ενός ανθρώπου ειδικών αποστολών. Ικανού, αδίστακτου, αμοραλιστή.
Είναι, όμως, δυνατό ένας άνθρωπος, με όλα αυτά τα «χαρίσματα», να μπορεί από μόνος του να χειρίζεται έναν κρατικό μηχανισμό και να κάνει ό,τι θέλει σε υπουργεία, μυστικές υπηρεσίες και Εκκλησίες; Να είναι ταυτόχρονα έμπορος ναρκωτικών και ρουφιάνος της Αστυνομίας, μυστικοσύμβουλος του Χριστόδουλου και κολλητός συμβούλου του υπουργού Δημόσιας Τάξης, έμπιστος του Ειρηναίου και συνεργάτης της Μοσάντ, καταζητούμενος από την Ιντερπόλ και προμηθευτής του κράτους με θωρακισμένα αυτοκίνητα και αστυνομικό εξοπλισμό, αναμεμιγμένος στο σκάνδαλο των «πυραμίδων» στην Αλβανία και «καλόγερος» που ενδιαφέρεται για τη «Μεγάλη Ελλάδα» της Κάτω Ιταλίας; Ενα από τα δυο μπορεί να ισχύει. ‘Η στα υπουργεία, στις μυστικές υπηρεσίες και την Εκκλησία κατοικοεδρεύουν μόνο αφελείς και ηλίθιοι ή ο Βαβύλης δεν ήταν τίποτ’ απ’ αυτά που του καταμαρτυρούν, αλλά ένας απλός πράκτορας που χρησιμοποιήθηκε σε ποικίλες αποστολές, με τη σύμφωνη γνώμη όσων διοικούν όλους αυτούς τους «θεσμούς» με τους οποίους ήταν αναμεμιγμένος.
Πριν από περίπου είκοσι χρόνια η Ελλάδα συγκλονιζόταν από ένα μεγάλο οικονομικό σκάνδαλο, στο οποίο δόθηκε το όνομα «σκάνδαλο Κοσκωτά». Προσπάθησαν και τότε να μας πείσουν ότι ένας αδέκαρος πρώην μπογιατζής στην Αμερική κατάφερε να κοροϊδέψει ολόκληρο τον ελληνικό καπιταλισμό, την τότε κυβέρνηση και -κρατηθείτε!- το τραπεζικό σύστημα και να στήσει μια αυτοκρατορία, χωρίς να βάλει δεκάρα τσακιστή. Αυτή η εκδοχή επικυρώθηκε και από τα ποινικά δικαστήρια. Και από το Ειδικό Δικαστήριο, που απάλλαξε τον τέως πρωθυπουργό Α. Παπανδρέου και από το δικαστήριο που δίκασε τον Κοσκωτά. Ετσι, το μεγάλο σκάνδαλο του εμπόριου όπλων στον δεκαετή πόλεμο Ιράν-Ιράκ και του ξεπλύματος του βρόμικου χρήματος απ’ αυτό ουδέποτε ήρθε στο φως.
Το σημερινό σκάνδαλο ίσως κάποια στιγμή ονομαστεί «σκάνδαλο Βαβύλη». Οι ανομίες ενός ολόκληρου συστήματος, οι μπίζνες, τα πρακτοριλίκια και τα γκανγκστεριλίκια, θα φορτωθούν σ’ έναν άνθρωπο (αν τον συλλάβουν και αν είναι ζωντανός), άντε και σε καναδυό άμεσους συνεργάτες του (όπως αυτός ο σιχαμένος πρώην αρχιμπάτσος, που γλύφει τον Τριανταφυλλόπουλο), ενώ τα αφεντικά του Βαβύλη και του αρχιμπάτσου, από το χώρο της πολιτικής, της Εκκλησίας, των μυστικών υπηρεσιών, θα μείνουν στο απυρόβλητο.
Και όμως, ακόμα και με βάση τα αποσπασματικά στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τα πράγματα είναι περίπου καθαρά.
Ο Βαβύλης δεν είναι απλά ένας κακοποιός που έγινε πληροφοριοδότης της Αστυνομίας για να γλιτώσει, όπως ισχυρίστηκε ο εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛΑΣ. Απόδειξη ότι ο άνθρωπος αυτός υπήρξε κατ’ επανάληψη προμηθευτής του υπουργείου Δημόσιας Τάξης με θωρακισμένα αυτοκίνητα, όπλα και λοιπό επιχειρησιακό εξοπλισμό, ενώ κάποια στιγμή έγινε και συνσυγγραφέας (μαζί με τον Τριανταφυλλάκη) εγχειριδίου που διδασκόταν στις αστυνομικές σχολές (θα είχε ενδιαφέρον να μας πληροφορήσει ο λαλίστατος κ. Οικονόμου ποια ήταν η αμοιβή των συγγραφέων για το πόνημά τους).
Ο Βαβύλης δεν είναι απλά ένας «ελληνόψυχος» που γνωρίστηκε με τον Χριστόδουλο στο Βόλο και αυτός τον έστειλε στα Ιεροσόλυμα για να βοηθήσει στην εκλογή του κολλητού του Ειρηναίου στον χηρεύοντα εκεί πατριαρχικό θρόνο. Βαβύλης και Τριανταφυλλάκης στάλθηκαν στην Ιερουσαλήμ με «νόταμ» του υπουργείου Εξωτερικών, δηλαδή με ταξιδιωτικά έγγραφα που δίνονται μόνο σε ανώτερους διπλωματικούς υπαλλήλους και πράκτορες της ΚΥΠ που περιβάλλονται με διπλωματικό μανδύα.
Το να «εξοντώσουν» τους αντιπάλους του Ειρηναίου ήταν μάλλον το πιο εύκολο γι’ αυτούς. Η κύρια αποστολή τους ήταν να κάνουν τον Ειρηναίο αποδεκτό από το σιωνιστικό κράτος, το οποίο αρχικά δεν τον περιλάμβανε καν στον κατάλογο των εκλόγιμων μητροπολιτών. Ο Βαβύλης ήταν ο άνθρωπος που μπορούσε να έρθει σε επαφή με την Μοσάντ (είναι αποδεδειγμένο πλέον ότι ήταν στρατολογημένος από αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες και χρησιμοποιήθηκε ακόμα και στην περίοδο της προετοιμασίας του «αντιτρομοκρατικού» πογκρόμ) και να κλείσει το «ντιλ» για λογαριασμό του ελληνικού κράτους. Τί περιλάμβανε το «ντιλ»; Στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ, την απομάκρυνση του ελληνορθόδοξου πατριαρχείου από την πολιτική ουδετερότητας που κρατούσε. Ο Ειρηναίος έγινε υποχείριο του Σαρόν. Επί των ημερών του συνεχίστηκε με πιο γρήγορους ρυθμούς η πολιτική πώλησης οικοπέδων του πατριαρχείου στον αραβικό τομέα της Ιερουσαλήμ σε Εβραίους, για να αλλάξουν τα χωροταξικά-πληθυσμιακά δεδομένα της πόλης. Πολιτική που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από το χριστιανικό αραβικό στοιχείο, το οποίο κυρίως αποτελεί τον όγκο των πιστών του πατριαρχείου. Κι όταν ο Ειρηναίος προσπάθησε, με τη γνωστή βυζαντινή τακτική, να εξομαλύνει τις σχέσεις του πατριαρχείου με τον παλαιστινιακό κόσμο, ήταν ο πράκτορας Βαβύλης που τον κάρφωσε και έδινε ένορκες βεβαιώσεις σε ισραηλινές αστυνομικές και δικαστικές αρχές, με τις ευλογίες προφανώς των αφεντικών του στην Αθήνα. Τί άλλο κέρδισαν οι Σιωνιστές; Ας θυμηθούμε τον αναβαθμισμένο ρόλο που είχε η Μοσάντ στη μεγάλη μπίζνα της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων, τα φράγκα που κονόμησε και τις «άκρες» που έφτιαξε στην Ελλάδα, μια παραδοσιακά φιλοαραβική χώρα, με ένα λαό ολόψυχα ταγμένο στο πλευρό των Παλαιστίνιων, και ας σκεφτούμε μήπως όλο αυτό το αλισβερίσι για την εκλογή του Ειρηναίου δεν είχε ως αντάλλαγμα και την αναβάθμιση της παρουσίας της Μοσάντ στην Ελλάδα.
Και γιατί το ελληνικό κράτος ήθελε τον Ειρηναίο και όχι τον Τιμόθεο ή οποιονδήποτε άλλο από τους δεσποτάδες που διεκδικούσαν τον πατριαρχικό θρόνο της Ιερουσαλήμ; Σ’ αυτό ειλικρινά δεν μπορούμε να απαντήσουμε. Ισως ο Ειρηναίος να είχε τις καλύτερες δημόσιες σχέσεις στην Αθήνα. Ισως να έπαιξε ρόλο η κολλεγιά του με τον Χριστόδουλο, που έπεισε την κυβέρνηση να στηρίξει αυτόν και όχι τους αντιπάλους του. Ισως να τον στήριξαν επιχειρηματικά συμφέροντα στην Αθήνα, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν μιλάμε για Εκκλησία μιλάμε πάντοτε για μπίζνες (το εν λόγω πατριαρχείο έχει τεράστια ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα. Θυμηθείτε τον μακαρίτη τον Χατζηχρήστο, που του πήραν στην ψύχρα το θέατρο και τον έστειλαν μια ώρα γρηγορότερα στον τάφο). Το βέβαιο είναι ότι το ελληνικό κράτος αναμιγνύεται πάντα στις υποθέσεις των περιφερειακών ελληνορθόδοξων Εκκλησιών, πλην του οικουμενικού πατριαρχείου της Ισταμπούλ, όπου οι Φαναριώτες τα βρίσκουν μια χαρά με το τουρκικό κράτος και δεν πολυγουστάρουν την ανάμιξη της Αθήνας, και προσπαθεί να εκλέγονται πάντοτε δικοί του άνθρωποι. Πρόσφατο παράδειγμα η εκλογή στο θρόνο της Αλεξάνδρειας, που το ελληνικό κράτος επέβαλε την εκλογή πατριάρχη ελληνικής καταγωγής και όχι κάποιου αφρικανικής καταγωγής, που θα ήταν πολύ πιο κοντά στο «ποίμνιο» της περιοχής.
Τί αποδεικνύει αυτή η άκρως διδακτική υπόθεση; Πολλά και σημαντικά. Οτι δεν υπάρχουν όρια ανάμεσα στις μπίζνες και τον υπόκοσμο. Οτι τα πρακτοριλίκια δεν γνωρίζουν ιδεολογίες. Οτι θεσμικοί παράγοντες, υπόκοσμος, πολιτικοί, δεσποτάδες και σία αποτελούν… μια ωραία ατμόσφαιρα, που έλεγε και ο Ηλιόπουλος σε εκείνη την παλιά ελληνική ταινία. Με τη συνεργασία τους, με τους ανταγωνισμούς και τα μαχαιρώματα, με την εξουσιολαγνεία τους.