Την περασμένη Δευτέρα, 30 Ιανουαρίου, αφέθηκαν τελικά ελεύθεροι οι τέσσερις ξένοι εργαζόμενοι, από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Βουλγαρία και την Ονδούρα, που είχαν απαχθεί στις 11 Ιανουαρίου κατά τη διάρκεια επίθεσης ένοπλων μαχητών σε πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου της Shell.
Σε ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα την ίδια μέρα το «Κίνημα για τη Χειραφέτηση του Δέλτα του Νίγηρα», που είχε αναλάβει την ευθύνη της επίθεσης και της απαγωγής, μεταξύ άλλων, αναφέρεται: «η απελευθέρωση των ομήρων έγινε για ανθρωπιστικούς λόγους και δεν υπήρξε καμιά απαίτηση για χρήματα.
Η απελευθέρωση αυτή δε σηματοδοτεί κατάπαυση του πυρός ή άμβλυνση της θέσης μας να καταστρέψουμε την ικανότητα εξαγωγής πετρελαίου της νιγηριανής κυβέρνησης.
Σύντομα θα πραγματοποιήσουμε σημαντικές επιθέσεις για να εκπληρώσουμε το στόχο που έχουμε θέσει για το Φεβρουάριο, να μειώσουμε κατά 30% την νιγηριανή εξαγωγή πετρελαίου (σ.σ. τον Ιανουάριο μειώθηκε κατά 10% από τις επιθέσεις).
Σκοπεύουμε να συλλαμβάνουμε αιχμάλωτους τους ξένους που θα βρούμε στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στις οποίες θα επιτεθούμε. Αυτοί θα απελευθερώνονται χωρίς όρους».
Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 24 Ιανουαρίου, έγινε μια ακόμη σοβαρή επίθεση, στα γραφεία της ιταλικής πετρελαϊκής εταιρίας Agip αυτή τη φορά. Τριάντα ένοπλοι με στρατιωτικές στολές πλησίασαν με ταχύπλοα στα γραφεία της εταιρίας στο Port Harcourt και άνοιξαν πυρ κατά της φρουράς του κτιρίου. Κατά την ανταλλαγή πυρών σκοτώθηκαν οχτώ αστυνομικοί και ένας πολίτης. Οι ένοπλοι αποχώρησαν παίρνοντας μαζί τους τα χρήματα από την τράπεζα που υπάρχει μέσα στα γραφεία της εταιρίας.
Οι ένοπλες ομάδες που δρουν τα τελευταία χρόνια στην περιοχή και το «Κίνημα για τη Χειραφέτηση του Δέλτα του Νίγηρα», που έκανε τον τελευταίο χρόνο δυναμικά την εμφάνισή του, απαιτούν τοπικό έλεγχο και σημαντικό μερίδιο στον πετρελαϊκό πλούτο, αποζημίωση για τη μόλυνση της γης τους από τους πετρελαϊκούς κολοσσούς, θέσεις εργασίας για τον ντόπιο πληθυσμό και απελευθέρωση δύο τοπικών ηγετών από τη φυλή των Ijaw, o πληθυσμός της οποίας υπολογίζεται στα 14 εκατομμύρια και αποτελεί τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του Δέλτα.