Εγινε και πάλι αυτό που ήθελε –και είχε προαναγγείλει– η Γερμανία κι έτσι ο Παπανδρέου με τον Παπακωνσταντίνου έμειναν με τη χαρά και με την αγωνία για τις παραπέρα εξελίξεις. Ο Σόιμπλε το δήλωσε πριν τη συνεδρίαση των Eurogroup-Ecofin: η Γερμανία είναι έτοιμη να συζητήσει την επιμήκυνση του ελληνικού χρέους, μόνο όμως ως μέρος μιας συνολικής λύσης για την αντιμετώπιση του χρέους των κρατών της ευρωζώνης. Αυτό σε απλά ελληνικά σήμαινε, ότι η Γερμανία δεν συζητά οποιοδήποτε επιμέρους θέμα, αν πρώτα δεν υπάρξει συμφωνία ως προς την ακριβή λειτουργία του «μηχανισμού στήριξης» μετά το 2013.
Κανένα μέτρο, λοιπόν, δεν μπορούσε να αποφασιστεί στο Συμβούλιο της περασμένης Δευτέρας, με δεδομένο το γερμανικό βέτο. Ο Σόιμπλε, απαντώντας στη φιλολογία που προερχόταν κυρίως από την πλευρά του Μπαρόζο, τόνισε με έμφαση ότι δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν αποφάσεις από το Eurogroup της Δευτέρας. Δήλωσε, επίσης, ότι είναι πολύ νωρίς για οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με το μέγεθος των κεφαλαίων που θα τεθούν στη διάθεση του μηχανισμού. «Αν συζητάμε τώρα, που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ούτε το 10% του κεφαλαίου, τότε θα είναι σαν να δεχόμαστε ότι θα χρησιμοποιηθεί όλο», είπε με νόημα ο γερμανός υπουργός Οικονομικών.
Κατά τον Σόιμπλε, η Γερμανία έχει θέσει ως στόχο την επίτευξη μιας ευρωπαϊκής συμφωνίας το Μάρτη. Και ο Παπακωνσταντίνου , που είχε δηλώσει ότι η απόφαση για την επιμήκυνση του ελληνικού χρέους θα προετοιμαστεί στο Eurogroup της Δευτέρας και θα παρθεί από τη σύνοδο κορυφής στις αρχές Φλεβάρη; Σιγά που θ’ ασχοληθεί ο Σόιμπλε με τον κάθε Παπακωνσταντίνου. Και σιγά που θα στενοχωρηθεί ο Παπακωνσταντίνου επειδή για μια φορά ακόμα συνελήφθη να λέει ψέματα. Συνήθεια του έχει γίνει πλέον. Αλλωστε, είναι αυτός που είχε παγιδέψει τον Παπανδρέου, λέγοντάς του ότι όλα είναι έτοιμα και είχε σπεύσει εκείνος να προαναγγείλει πριν από τη σύσκεψη κορυφής του Δεκέμβρη ότι πάει στις Βρυξέλλες και θα γυρίσει με την επιμήκυνση.
Τι Φλεβάρης τι Μάρτης, θα πείτε. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Καταρχάς, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διαπραγματευθεί την επιμήκυνση αφού θα έχει ολοκληρωθεί ο επόμενος έλεγχος από την τρόικα, ενόψει της εκταμίευσης της τέταρτης δόσης του δανείου των 110 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση δεν έχει κανένα πρόβλημα με τις απαιτήσεις της τρόικας, τις οποίες έχει στο σύνολό τους προσυπογράψει, έχει όμως πρόβλημα με τις συχνά παράλογες απαιτήσεις των τεχνοκρατών ως προς τα χρονοδιαγράμματα, διότι δείχνουν να μην καταλαβαίνουν πως οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες απαιτούν κάποιους χρόνους. Σε κάθε περίπτωση, οι επαφές με την τρόικα συνοδεύονται πάντοτε από τριβές και εντάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους τροφοδοτούν δημοσιεύματα στα ΜΜΕ, κάτι που η κυβέρνηση θα ήθελε να ισοφαρίσει με μια προπαγάνδα για τη μεγάλη «εθνική επιτυχία» της επιμήκυνσης. Αυτή η προπαγάνδα θα μπορούσε να καλύψει σ’ ένα βαθμό και τον απόηχο των νέων αντιλαϊκών αποφάσεων που θα παρθούν.
Υπάρχει και κάτι άλλο, όμως, περισσότερο υλικό παρά προπαγανδιστικό. Ο χαρακτήρας που θα πάρει η επιμήκυνση δεν έχει ακόμα ξεκαθαριστεί. Εχει καταστεί σαφές, ότι υπάρχουν δυο απόψεις. Η μία λέει πως πρέπει να επιμηκυνθεί η αποπληρωμή όλου του ποσού, ενώ η άλλη λέει πως τα ποσά των δανείων που έχουν εκταμιευθεί μέχρι τη στιγμή που θα παρθεί η απόφαση θα πρέπει να αποπληρωθούν κανονικά στην ώρα τους και να επιμηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωμής των ποσών που θα εκταμιευθούν μετά. Οσο παρατείνεται ο χρόνος της απόφασης τόσο μεγαλώνει το πρώτο τμήμα (που θα πρέπει να αποπληρωθεί σύμφωνα με την αρχική σύμβαση) και μικραίνει το ποσό που η αποπληρωμή του θα επιμηκυνθεί. Και βέβαια, όσο παρατείνεται η εκκρεμότητα τόσο η γερμανική κυβέρνηση αποκτά «ατού» για να επιβάλει μια επιμήκυνση όπως ακριβώς την έχει προετοιμάσει, με ένα νέο, ακόμα πιο αυστηρό Μνημόνιο και χωρίς σκόντο στο επιτόκιο δανεισμού.
Ηδη, σύμφωνα με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας σε ευρωπαϊκά έντυπα, η Γερμανία έχει υποβάλει στην Κομισιόν προτάσεις για την επιβολή νέων, πολύ πιο αυστηρών όρων «δημοσιονομικής πειθαρχίας», προκειμένου να συναινέσει στην ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Για «διευρυμένο πακέτο λύσεων» έκανε λόγο η Α. Μέρκελ. Ηταν φανερό, άλλωστε, από το γενικόλογο χαρακτήρα της απόφασης της συνόδου κορυφής του Δεκέμβρη, ότι αποφασίστηκε μεν η αναθεώρηση της Συνθήκης ώστε να περιλαμβάνει τη δυνατότητα δημιουργία του ΕΤΧΣ, όμως τα θέματα ουσίας αυτού του μηχανισμού παρέμειναν ανοιχτά.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, η Γερμανία απαιτεί πλέον σκληρή δημοσιονομική λιτότητα σε όλη την ευρωζώνη και όχι μόνο στις χώρες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Συγκεκριμένα, απαιτεί η δημοσιονομική προσαρμογή στις περιπτώσεις υπέρβασης του ελλείμματος πάνω από το 3% του ΑΕΠ να είναι 1% το χρόνο, από 0,5% που είναι σήμερα.
Ετσι, με βάση το ελληνικό πείραμα, θα προωθηθεί ένα σκληρό «μνημόνιο διαρκείας» σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Για τις χώρες με σοβαρά προβλήματα, όπως η Ελλάδα και η Ιρλανδία (μέχρι στιγμής, γιατί θ’ ακολουθήσουν κι άλλες), προτείνεται αυστηρότερη εποπτεία των οικονομιών τους, όχι μόνο από την Κομισιόν ή την τρόικα, αλλά και από ένα άτυπο διευθυντήριο «υγιών» δημοσιονομικά χωρών. Αν εξακολουθήσουν να εμφανίζουν προβλήματα, προτείνεται να εξεταστεί η ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους τους πριν από το 2013, για να μη δημιουργηθούν μελλοντικά προβλήματα στον ευρωπαϊκό μηχανισμό «στήριξης». Στις χώρες που θα προσφύγουν στο ΕΤΧΣ μετά το 2013 θα επιβάλλονται αυτόματα ποινές από τον ίδιο το μηχανισμό, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση και έγκριση από τα κοινοτικά όργανα. Τέλος, η Γερμανία εισηγείται την εφαρμογή ενιαίας πολιτικής στη φορολογία, στην αγορά εργασίας και στον έλεγχο των συνταξιοδοτικών συστημάτων, παράγοντες που ενοχοποιούνται για την κρίση χρέους στις χώρες της ευρωπαϊκής «περιφέρειας».
Ολα, λοιπόν, είναι ανοιχτά στην ευρωζώνη. Ο γερμανικός ιμπεριαλισμός προσπαθεί από τη μια να ενισχύσει την ευρωζώνη στον παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και από την άλλη να ενισχύσει τη δική του ηγετική θέση μέσα στην ευρωζώνη. Δίνει μάχη ταυτόχρονα σε δυο μέτωπο, ένα εξωτερικό και ένα εσωτερικό, και θέτει ως προϋπόθεση για να δώσει τη μάχη στο εξωτερικό μέτωπο, να κερδίσει στο εσωτερικό, δηλαδή να υποταχθεί ολόκληρο το ιμπεριαλιστικό σύστημα της ευρωζώνης στη δική του στρατηγική. Σ’ αυτό αντιδρούν ορισμένες άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες (γι’ αυτό ακούμε όλες αυτές τις παπάρες περί «κοινοτικής αλληλεγγύης»), όπως όμως δείχνουν οι έως τώρα εξελίξεις, η Γερμανία επιβάλλει βήμα-βήμα τις απαιτήσεις της, γιατί δεν έχει αντίπαλο δέος μέσα στην ευρωζώνη.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά για τους εργαζόμενους; Για μεν τους εργαζόμενους της ΕΕ σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να τους πατήσουν κάτω, προκειμένου το ευρω-σύστημα να αντιμετωπίσει την κρίση του, για δε τους εργαζόμενους της Ελλάδας σημαίνει πως αυτό το πάτημα στο λαιμό θα γίνει με διπλάσια δύναμη.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου, με τη στήριξη ολόκληρου του αστικού κόσμου, θεωρεί ότι έχει διαβεί το σκόπελο και ότι έχει καταφέρει να καθυποτάξει τους εργαζόμενους της Ελλάδας. Γι’ αυτό και προωθεί το ένα αντεργατικό μέτρο μετά το άλλο.
Θεωρούν ότι έχει επέλθει κάποιου είδους μυθριδατισμός. Οτι οι εργαζόμενοι έχουν συνηθίσει στα μέτρα γι’ αυτό και κάθε φορά κλείνονται περισσότερο στο καβούκι τους, δείχνοντας απάθεια και αδιαφορία για συλλογικές μαζικές αντιδράσεις. Γι’ αυτό και η βεντάλια των μέτρων έχει ανοίξει πάρα πολύ. Ξέροντας ότι θα έρθουν και χειρότερα, η κυβέρνηση έχει σταματήσει την προπαγάνδα περί εξόδου από το Μνημόνιο το 2014. Ολα τα σφυριά χτυπούν τώρα σ’ έναν άλλο στόχο: να πετύχουμε την επιμήκυνση της αποπληρωμής. Αυτή η επιμήκυνση, όμως, θα συνοδεύεται από ένα άλλο, πιο σκληρό και πιο μακρόχρονο Μνημόνιο. Δεν είναι τυχαίο ότι και η ΝΔ έχει κατεβάσει τους τόνους τις αντιμνημονιακής ρητορείας.