Η διαδικασία ξεκίνησε με τη συνέχιση της εξέτασης του Ζήση από την πολιτική αγωγή, αλλά σύντομα οδηγήθηκε σε νέο μπλοκάρισμα.
Ο Ευαγγελάτος (πολιτική αγωγή Ραυτόπουλου) ξεκίνησε να χρησιμοποιεί κάποια από τα κωλόχαρτα που είχε καταθέσει ο Ζήσης και η ένσταση ήρθε ευλόγως από τον Δ. Τσοβόλα. Η πρόεδρος απεφάνθη ότι ο συνήγορος μπορεί να κάνει χρήση αυτού του χαρτιού, γιατί έχει εκδότη και υπογραφή και το δικαστήριο το θεωρεί νόμιμο, και ο Δ. Τσοβόλας υπέβαλε αμέσως αίτημα να αλλάξει η απόφαση του δικαστήριου ως προς αυτό. Οι εισαγγελείς, φυσικά, πρότειναν την απόρριψη του αιτήματος Τσοβόλα.
Ο Σ. Φυτράκης με μια νηφάλια και άκρως εμπεριστατωμένη τοποθέτηση έβαλε το δικαστήριο μπροστά στις ευθύνες του. Κάνετε λάθος, τους είπε, που δεν ακολουθήσατε από την αρχή τη διαδικασία που σας είπα, που είναι και η μόνη ορθή. Ο μάρτυρας να εξεταστεί προφορικά και σε μεταγενέστερο στάδιο της δίκης να αξιολογηθούν τα έγγραφα, όπως επιβάλλει η δικονομία. Γιατί ο συγκεκριμένος μάρτυρας ήρθε και έφερε ένα πάκο χαρτιά που σχεδόν όλα βρίσκονται στη δικογραφία και θα τα αναγνώσετε και θα τα ελέγξουμε, αν είναι γνήσια και μπορούν να γίνουν αποδεκτά. Επιτρέποντας στο μάρτυρα να δίνει έγγραφα, βάζετε το δικαστήριο σε μια συνεχή διαδικασία ενστάσεων για κάθε έγγραφο.
Οσο είναι καιρός επιστρέψτε στη σωστή δικονομική τάξη. Αυτός (δηλαδή ο Ζήσης) φέρνει διάφορα και λέει ότι του τα έδωσε ένας Πράσινος βουλευτής. Και τα θεωρείτε έγκυρα επειδή έχουν επίσημη μετάφραση. Εγινε, όμως, δικαστική συνδρομή γι’ αυτά; Κάναμε ερώτημα, ως σοβαροί διερευνητές αυτής της υπόθεσης, από πού βρήκε το έγγραφο για μεταφορά όπλων, όπως γίνεται προφανώς για να στηριχτεί η διακεκριμμένη οπλοκατοχή; Οχι. Εμείς δε φοβόμαστε τα έγγραφα, εσείς είναι καλύτερο να τα φοβάστε, μην κάνετε λάθος, γιατί μπορεί να νομιμοποιήσετε έγγραφα μυστικών υπηρεσιών. Οι κατηγορούμενοι κινδυνεύουν με ισόβια. Αν θέλετε έννομη συνέπεια και νομιμότητα, να ζητήσετε επισήμως αυτά τα έγγραφα με δικαστική συνδρομή. Ρωτήστε ό,τι θέλετε το μάρτυρα, τα ξέρει απέξω καλά, και αφήστε τα έγγραφα για μετά ή πείτε τιμίως και ευθέως «τα λαμβάνουμε επισήμως και βλέπουμε». Οχι κάθε πρωί να κάνουμε την ίδια δουλειά με ενστάσεις κ.λπ.
Ο Δ. Τσοβόλας ανέβασε τους τόνους. Μίλησε για πολιτικές σκοπιμότητες και για εκβιασμούς των Αμερικάνων. Αναφέρθηκε στο συγκεκριμένο έγγραφο και διαπίστωσε ότι είναι ένα κουρελόχαρτο χωρίς καμιά υπογραφή και χωρίς καμιά βεβαίωση γνησιότητας. Είναι έγγραφο μυστικών υπηρεσιών –είπε- και δεν είναι δυνατόν να θεωρούνται νόμιμα έγγραφα που ο καθένας λέει ό,τι θέλει, έγγραφα μυστικών υπηρεσιών, που δεν αναφέρουν ποιος έδωσε τις πληροφορίες κ.λπ.
Ο Ν. Δαμασκόπουλος ξαναδήλωσε ότι αν ανοίξει η πόρτα στο βόθρο των μυστικών υπηρεσιών, ο ίδιος δεν μπορεί να προσφέρει καμιά υπηρεσία στον εντολέα του και η παραμονή του στη δίκη δεν θα έχει κανένα νόημα. Οσο για τις αναφορές στην αρχή της ηθικής απόδειξης, αν αυτή δεν είναι δικονομικά νόμιμη, τότε γίνεται ανήθικη απόδειξη.
Ο Α. Κωνσταντάκης αναφέρθηκε στο ψευτοεπιχείρημα της επίσημης μετάφρασης του συγκεκριμένου εγγράφου, για να πει το αυτονόητο: επίσημη μετάφραση σημαίνει ότι μεταφράστηκε ακριβώς, όχι ότι το έγγραφο είναι γνήσιο. Σε ό,τι αφορά την αρχή της ηθικής απόδειξης υπενθύμισε επίσης το αυτονόητο. Οτι αυτή δεν σημαίνει ασυδοσία, ότι μπορούν δηλαδή να συνεκτιμώνται ελεύθερα και ομολογίες που υπήρξαν αποτέλεσμα βασανιστηρίων και χαλκευμένα έγγραφα κ.λπ.
Το δικαστήριο αποσύρθηκε και αποφάσισε ότι όλα τα κωλόχαρτα του Ζήση έχουν τη μορφή εγγράφου, θα τεθούν υπόψη των διαδίκων και θα εκτιμηθούν ελεύθερα, σύμφωνα με την αρχή της ηθικής απόδειξης.
Αμέσως μετά πήρε το λόγο ο Σ. Φυτράκης και εκ μέρους της υπεράσπισης Αγαπίου προσέβαλε ως πλαστά όλα τα έγγραφα που φέρουν το χαρακτηρισμό «έγγραφα Στάζι». Ο πρώτος λόγος είναι ότι δεν υπάρχει αυθεντικότητα για το φορέα που κατείχε αυτά τα έγγραφα. Ο δεύτερος είναι ο τρόπος με τα οποία τα διέθεσε στον μάρτυρα αορίστως «κάποιος βουλευτής». Ο τρίτος λόγος είναι ότι δεν ήρθαν με νόμιμο τρόπο στις ελληνικές αρχές, δηλαδή με τη διαδικασία της δικαστικής συνδρομής, ώστε η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας να βεβαιώνει τη γνησιότητά τους. Επίσης, δεν αναφέρεται ο χρόνος στον οποίο ήρθαν στα χέρια των νόμιμων κρατικών αρχών της Γερμανίας αυτά τα έγγραφα.
Πως τα βρήκαν οι νόμιμες αρχές, πότε, και όχι οι ανεπίσημες υπηρεσίες, και πως τα δίνουν στις άλλες χώρες για χρήση. Υπάρχει ένα ιστορικό, είπε ο Σ. Φυτράκης. Οταν κατέρρευσε η Ανατολική Γερμανία, τα αρχεία αυτά τα πήραν οι αμερικάνικες υπηρεσίες πριν προλάβουν να τα πάρουν οι δυτικογερμανικές αρχές. Αφού τα επεξεργάστηκαν, επέστρεψαν στις δυτικογερμανικές αρχές, γι’ αυτό και οι αρχές αυτές δεν έκαναν πλήρως δεκτά αυτά τα αρχεία και δεν βεβαιώνουν τη γνησιότητά τους. Ενα άλλο στοιχείο που αποδεικνύει την πλαστότητα των εγγράφων είναι ότι αποτελούν στοιχεία υπηρεσιών που σε κανένα στάδιο δεν βρίσκονταν υπό τον έλεγχο δικαστικών ή κοινοβουλευτικών αρχών, που να βεβαιώνουν τη γνησιότητά τους. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο, επίσης, για το ποιοι διαχειρίστηκαν αυτά τα έγγραφα και τι αλλοιώσεις υπέστησαν. Ποιος τα είχε στο στάδιο της μετάβασης από τη Λαοκρατική στην ενοποιημένη Γερμανία και τι μεσολάβησε. Γι’ αυτό και οπουδήποτε στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έγιναν αποδεκτά ως γνήσια έγγραφα, υπήρξε αμφισβήτηση ως προς το περιεχόμενο και την αυθεντικότητά της και αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος για τον οποίο συνηγορεί κανείς προς τη μη εγκυρότητά τους. Το τελευταίο είναι ότι η προσέγγιση αυτών των εγγράφων από το δικαστήριο γίνεται με τον πιο ανορθόδοξο τρόπο. Αν ήταν έγγραφα που ήρθαν με δικαστική συνδρομή, τότε θα τα θεωρούσαμε τουλάχιστον αυθεντικά, ενώ έτσι όπως ήρθαν ουδείς μπορεί να βεβαιώσει την αυθεντικότητά τους. Το δικαστήριό σας θα κάνει σοβαρό λάθος αν απορρίψει την ένσταση ως αόριστη. Αν αυτά ήταν αποτέλεσμα δικαστικής συνδρομής, δεν θα υπήρχε πρόβλημα αρχικά. Ομως η εισαγωγή τους έτσι όπως γίνεται είναι προβληματική και η χρήση τους ενώπιον του δικαστηρίου δεν είναι σύννομη. Μπορεί το δικαστήριο να ζητήσει τη δικαστική συνδρομή και να ελέγξει τη γνησιότητα ή όχι αυτών των εγγράφων.
Ο εισαγγελέας Πατσής πρότεινε την απόρριψη της ένστασης, με το αιτιολογικό ότι δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι τα έγγραφα είναι πλαστά! Ωραίο επιχείρημα, αλήθεια. Καλούνται οι κατηγορούμενοι και οι συνήγοροί τους να αποδείξουν ότι τα έγγραφα είναι πλαστά και όχι εκείνοι που τα βγάζουν από την τσέπη τους ότι είναι γνήσια! Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Πατσής δεν αντέταξε ούτε ένα νομικό επιχείρημα στα όσα εμπεριστατωμένα είχε πει προηγούμενα ο Σ. Φυτράκης. Τέλος, ο τακτικός εισαγγελέας δεν παρέλειψε να πει και πάλι ότι τα εύσημα που απέδωσε στη… δημοσιογραφική δεινότητα του Ζήση είναι μέσα στα καθήκοντά του. Ουσιαστικά, δηλαδή, αξιολόγησε τον Ζήση ως αξιόπιστο μάρτυρα και μεγάλο κυνηγό της αλήθειας!
Ο Σ. Φυτράκης επανήλθε «δριμύτερος» στη δευτερολογία του, προσφέροντας στο δικαστήριο μια διέξοδο: να επιφυλαχθεί για τα έγγραφα, για να μη τιναχτεί από την αρχή η διαδικασία στον αέρα. Να ακούσει πρώτα και τους άλλους μάρτυρες που κάλεσε (Νηστικάκη, Παπαθεμελή κ.λπ.) και μετά να βγάλει απόφαση. Τους πληροφόρησε ακόμα και για δηλώσεις του περιβόητου Βόιτ στη δίκη του Βάινριχ, που βρίσκεται σε εξέλιξη, στη Γερμανία, ο οποίος είπε στο δικαστήριο ότι τα έγγραφα έχουν υποστεί αλλοίωση (πρακτικά αυτής της δίκης δημοσιεύονται στο Ιντερνετ). Οσο για το σόφισμα του εισαγγελέα, που κάλεσε την υπεράσπιση να υποδείξει τον πλαστογράφο, απάντησε: Και πού να βρω εγώ τον πλαστογράφο; Σε ποια υπηρεσία; Πού να ξέρω τι επεμβάσεις έγιναν στα έγγραφα μεταξύ 1989 και 1992 που τα είχαν οι Αμερικανοί; Αν τουλάχιστον είχαν έρθει με επίσημο και όχι ιδιωτικό τρόπο, θα είχαμε τη βεβαίωση της γερμανικής αρχής για την αυθεντικότητά τους και μετά θα βλέπαμε αν λένε αλήθεια.
Εθεσε το δικαστήριο μπροστά και σε ένα άλλο κρίσιμο ερώτημα: Γιατί οι ειδικοί για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας δεν παρέπεμψαν τους κατηγορούμενους το 1999, που τους κάλεσαν με βάση αυτά τα έγγραφα και τους άφησαν ελεύθερους; Αφήστε να έρθουν πρώτα εδώ να μας τα πουν και μετά αποφασίζουμε για τα έγγραφα.
Πρόσθετα επιχειρήματα παρουσίασαν οι συνήγοροι Ν. Δαμασκόπουλος, Α. Κωνσταντάκης, Κ. Ιατροπούλου, Δ. Τσοβόλας και Σ. Καμπάνης. Μετά το τέλος των δευτερολογιών και αφού προκάλεσε ένα μίνι επεισόδιο, παρατηρώντας τους συνηγόρους υπεράσπισης, ότι κάνουν κατάχρηση του λόγου και κωλυσιεργούν (δικαίως εξανέστησαν οι Σ. Καμπάνης και Δ. Τσοβόλας, η πρόεδρος κάλεσε τον Ζήση και τον ρώτησε αν έχει κανένα άλλο έγγραφο να καταθέσει! Ο Ζήσης άρχισε να λέει ότι έχει αποκτήσει τα έγγραφα με νόμιμο τρόπο και ότι θα φέρει την αίτηση που κατέθεσε στις γερμανικές αρχές.
Ο Χ. Τσιγαρίδας παρενέβη και ζήτησε να φέρει ο Ζήσης όχι μόνο την αίτηση που έκανε, αλλά και την απάντηση που του έδωσε το γερμανικό κοινοβούλιο. Γιατί δε μπορεί να του χορήγησε τα έγγραφα το γερμανικό κοινοβούλιο και να μην έχουν επάνω καμιά σφραγίδα.