Η συνεδρίαση ξεκίνησε με τη συνέχιση της συζήτησης για το «πολιτικό έγκλημα». Σε σύντομη δευτερολογία του ο Δ. Μπελαντής έδωσε συντριπτικές νομικές απαντήσεις στις απόψεις που εκφράστηκαν από την πολιτική αγωγή, όπως το «έτσι θέλω έτσι ορίζω», που απέδωσε ως αναφαίρετο προνόμιο του νομοθέτη ο Κατσαντώνης (τότε δεν χρειάζεται να υπάρχουν συντάγματα, αλλά ο κοινός νομοθέτης να ορίζει τα πάντα κατά το δοκούν), ή τους χαρακτηρισμούς «αναχρονισμός» και «κατάλοιπο του παρελθόντος», που έδωσαν στη συνταγματική διάταξη για το «πολιτικό έγκλημα» κάποιοι άλλοι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής.
Τον κύκλο των δευτερολογιών έκλεισε ο Σ. Φυτράκης με μια δυναμική αγόρευση, πυρήνας της οποίας ήταν η αναφορά στην τακτική των φωτογραφικών ρυθμίσεων, με τις οποίες κατηγορούμενοι για αδικήματα πολιτικής βίας παραπέμπονταν να δικαστούν σε τριμελή εφετεία και όχι σε ΜΟΔ. Τρεις φορές άλλαξε αυτός ο νόμος και δύο φορές καταργήθηκε, επισήμανε ο Σ. Φυτράκης. Αυτό σημαίνει ότι παραβιάζεται ο συνταγματικός κανόνας για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Η τελευταία ρύθμιση (αναφερόταν στον τρομονόμο) δείχνει ότι έχουμε μια προσέγγιση του ποινικού δικαίου σε κατασταλτικότερες λογικές. Τέλος, ο Σ. Φυτράκης αναφέρθηκε στη δήλωση της προέδρου που αποδοκίμασε την υπεράσπιση Κασσίμη επειδή έθεσε την ένσταση για το «πολιτικό έγκλημα», ενώ ο εντολέας της δηλώνει πως δεν έχει καμιά σχέση με τις κατηγορίες που του αποδίδονται. Να μη φτάσουμε στο σημείο –είπε- να φοβάται ο κατηγορούμενος ότι τον καίνε οι συνήγοροί του, επειδή θέτουν κάποια ζητήματα για λόγους αρχής και επιστημονικής δεοντολογίας.
Η συζήτηση για το «πολιτικό έγκλημα» έκλεισε με μια σημαντική τοποθέτηση του Χρήστου Τσιγαρίδα, με την οποία έβαλε τη δική του πολιτική σφραγίδα στη δίκη. Την παραθέτουμε ολόκληρη:
<<Θα ξεκινήσω από το κομμάτι της αγόρευσης του κ. Εισαγγελέα που με αφορούσε. Είπε “Έχουμε τον κ. Τσιγαρίδα, που έχει μια κουλτούρα και είπε ότι η βελτίωση της κοινωνίας θα την έφερνε η οργάνωση αυτή. Αλλά με ποια μέσα; Όταν λέει ότι αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη, τι έχει να αντιτάξει στις παθούσες οικογένειες; Και έναντι ποίων την αναλαμβάνει; Έναντι των εκτελεστών στους οποίους έλεγε κάντε αυτό και σας καλύπτω ή όταν το έκαναν τους επιβράβευε;”
Επειδή δεν υπάρχει ΚΑΝΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟ στην δικογραφία που να δίνει, έστω και μια αμυδρή ένδειξη, της συμμετοχής μου σε αποφάσεις για εκτέλεση πράξεων, της συμμετοχής μου σε συγκεκριμένες ενέργειες ή της επιβράβευσης των δραστών και ιδίως σε περίοδο που εγώ δεν είχα συμμετοχή, πρέπει να διαμόρφωσε αυτήν την δικανική πεποίθηση από στοιχεία και γνώσεις εκτός κατηγορητηρίου. Το θεωρώ ανθρώπινο και δεν δέχομαι σαν απόλυτη αλήθεια ότι εσείς δεν επηρεάζεστε προ της δίκης. Ο κάθε εισαγγελεύς, πέρα από το καθήκον να αποδείξει την κατηγορία έχει και το καθήκον της αναζήτησης της αλήθειας.
Εγώ είμαι ηθικό άτομο και σύμφωνα με τον Καντ, κατά την γνώμη μου, εκπληρώ και τις τρεις προϋποθέσεις:
1. Επιλέγω ελεύθερα τις αρχές μου
2. Είμαι συνεπής, στην πορεία της ζωής μου, σε αυτές
3. Αναλαμβάνω τις ευθύνες των επιλογών μου.
Οι εισαγγελείς και δικαστές πρέπει να είναι ηθικά άτομα, αλλιώς δεν έχω καμιά ελπίδα εδώ. Πολιτική ευθύνη της συμμετοχής μου ανέλαβα, και διευκρίνισα ότι θα ξεκαθαρίσω το είδος της συμμετοχής μου. Σύμφωνα με τον νόμο που θα με δικάσετε, φυσικά και έχω ευθύνη για την συμμετοχή μου σε μια οργάνωση που την θεωρείται εγκληματική. Αν αποδείξετε ότι είμαι ένοχος, για ποινικά κολάσιμες πράξεις, να με τιμωρήσετε. Εγώ είμαι ειλικρινής. Δεν είπα ότι έφυγα το 82, το 85, το 87 για να διεκδικήσω παραγραφές. Είπα το 1990 και μέχρι τότε υπάρχουν δεκάδες ποινικά κολάσιμες πράξεις, που όπως ισχυρίζεστε επιφέρουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης Δεν κρύβομαι πίσω από την πραγματική αποδεικτική αδυναμία του κατηγορητηρίου. Είμαι ειλικρινής, έχω ήσυχη και ήρεμη την συνείδησή μου. Θα αγωνιστώ όμως, όσο οι δυνάμεις μου το επιτρέψουν, για δύο πράγματα. Για την υποστήριξη της πολιτικής μου επιλογής και για την οικογένεια μου, ιδιαίτερα για τα παιδιά μου. Για τα παιδιά μου, που παρακολουθούν την δίκη. Για να μην καταδικαστώ σαν εγκληματίας και δολοφόνος, όπως κραύγασε για λόγους εντυπωσιασμού ένας συνήγορος πολιτικής αγωγής. Όχι για να πετύχω με κόλπα και ψέματα μικρότερη ποινή. Η καρδιά μου οδεύει ταχύτατα προς την καρδιακή ανεπάρκεια, που σημαίνει ότι και με μικρότερη ποινή θα πεθάνω στην φυλακή.
Ο κ. Κατσαντώνης είπε ότι οι συνήγοροι δεν είναι υποχρεωμένοι να είναι αντικειμενικοί. Για την υπεράσπιση της πολιτικής επιλογής, αισθάνομαι και είμαι πολύ λίγος. Αυτή είναι η αλήθεια. Παρά την πολύπλευρη προσπάθεια που γίνεται να με εμφανίσουν σαν κάτι διαφορετικό. Ο συνήγορος πολιτικής αγωγής της οικογένειας Βερνάρδου μου άφησε δύο επιλογές: ή να πω πως τα έκανα όλα και ότι θα τα ξανακάνω ή να πω πως λάθος έκανα και να ζητήσω συγγνώμη. Εγώ όμως έχω να του θέσω ένα προβληματισμό. Φυσικό είναι η οικογένεια Βερνάρδου να ζητά την κάθαρση για την θανάτωση του προσφιλούς τους προσώπου. Δεν θα είναι τραγικό, για αυτούς, αν καταδικαστούν άνθρωποι αθώοι για αυτό το γεγονός; Εγώ έχω δηλώσει, δύο φορές τουλάχιστον, ότι μέχρι το 1990 δεν είχα ούτε την ελάχιστη ιδέα ποια είναι αυτή η οργάνωση, ποια πρόσωπα την αποτελούν, από που προήλθαν. Η θεωρία που είναι μέσα στο βούλευμα μου θυμίζει την παλιά, και ως σήμερα πιθανόν, τακτική των χωροφυλάκων, που φόρτωναν στον πρώτο άτυχο κλέφτη που έπιαναν όλες τις άλυτες υποθέσεις τους και έτσι ξεμπέρδευαν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η βεβαιότητα, που εκφραζόταν από τα ίδια κέντρα, ότι ίσχυε το ίδιο για την Ε.Ο 17Ν. Εννέα μήνες δικαστηρίου απόδειξαν τον μύθο αυτής της ιστορίας. Μπήκαν και άλλες ερωτήσεις από τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής, όπως το ότι δεν καταλαβαίνουν τους στόχους, π.χ. λεωφορεία, ΔΕΗ, ΙΚΑ κ.λ.π. και ούτε τους διαφωτίζουν οι προκηρύξεις που είναι ακατανόητες, ασυνάρτητες κ.λ.π. Αν δεν είναι σκόπιμες τοποθετήσεις, απλά δηλώνουν ότι το πνευματικό τους επίπεδο, όσον αφορά την αντίληψη της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας, είναι πολύ χαμηλό. Ελπίζω να διαβάσουν το ιδεολογικοπολιτικό κείμενο του ΕΛΑ ή έστω να διαβαστεί σαν αναγνωστέο έγγραφο από το δικαστήριο σας. Έτσι θα λύσουν τις απορίες τους και θα δουν ότι η τοποθέτησή μου ταιριάζει με τα γραφόμενα σε αυτό.
Κατηγορηματικά δηλώνω ότι δεν έχω συμμετοχή στο γράψιμο αυτού του κειμένου. Ενδεικτικά αναφέρω από όσο θυμάμαι στο κεφάλαιο “Η πολιτική πρακτική μας” ποια είναι αυτή: 1. Προπαγάνδα 2. Οργάνωση δυνάμεων. “Σε αυτήν την οργανωτική προσπάθεια θα ζητήσουμε την βοήθεια και την συμμετοχή όσων πιστεύουν στους ίδιους κοινούς στόχους”. 3. Η επαναστατική βία 4. Πολιτικές πρωτοβουλίες και αγώνας για την ανάπτυξη και προώθηση των ταξικών συγκρούσεων σε κάθε κοινωνικό χώρο και τομέα. “Θα πρέπει ο κάθε αγώνας να μπορεί να έχει μέσα του ένα γενικό περιεχόμενο, που θα τον συνδέει με όλους τους άλλους αγώνες του λαϊκού κινήματος. Ταυτόχρονα αυτό το γενικό περιεχόμενο πρέπει να μπορεί να εκφράζεται συγκεκριμένα και να αποτελεί αντικείμενο άμεσης και έμπραχτης εφαρμογής. Πιστεύουμε ότι το περιεχόμενο που δίνεται από το σύνθημα “ΣΙΓΟΥΡΟΣ ΜΙΣΘΟΣ” είναι τέτοιο που μπορεί να έχει όλα αυτά τα στοιχεία μέσα του, και από τώρα και στην εξέλιξη του αγώνα. Ακόμη αυτό το περιεχόμενο μπορεί να εξειδικεύεται και ταυτόχρονα να αποτελεί μόνιμη βάση των λαϊκών αγώνων, με επαναστατική προοπτική”.
Αυτό το σύνθημα, μετά από 30 χρόνια, το ψελλίζουν και τα δύο κόμματα που διεκδικούν την εξουσία, χωρίς βέβαία να υπάρχει καμιά πολιτική βούληση να το υλοποιήσουν. Λίγες παρατηρήσεις πάνω στον πολιτικό χαρακτήρα της δράσης της οργάνωσης και τις αρμοδιότητες του δικαστηρίου. Δεν είμαι νομικός. Προσπάθησα να καταλάβω στην κονταρομαχία νόμων, διαταγμάτων, παραγράφων και υποπαραγράφων και των διαφορετικών ερμηνειών. Μου θύμισε από την επαγγελματική μου εμπειρία τις χιλιάδες επεξηγηματικές εγκυκλίους για πολεοδομικά θέματα που επέτρεπε στα διάφορα πολεοδομικά γραφεία να εφαρμόζουν διαφορετικές αποφάσεις ανάλογα με τις σκοπιμότητες που έπρεπε να εξυπηρετηθούν.
Τι μου έμεινε από όλη την διαδικασία… 1. Πολιτικό έγκλημα είναι μόνο το πραξικόπημα. Αλλά το κατηγορητήριο έχει την θεωρία ότι έγκλημα που γίνεται με χρήση βίας δεν είναι πολιτικό. Υπάρχει κανένα πραξικόπημα που να μην χρησιμοποίησε βία για την κατάληψη της εξουσίας; Άρα δεν υπάρχει πολιτικό έγκλημα. 2. Η ρύση του κ. Κατσαντώνη: “Έτσι θέλω, έτσι κάνω”. 3. Ότι σήμερα πλέον οι αλλαγές των καθεστώτων και η λύση των δυσαναρμονιών της δημοκρατίας λύνονται με την πειθώ και το διάλογο. Πραγματικά έχει δίκιο όποιος το είπε, υπάρχουν τόσα παραδείγματα: Παναμάς, Μεξικό, Γρανάδα, Φώκλαντ, δεκάδες αφρικανικές χώρες, Κύπρος, Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Ιράκ και στα δικά μας όλες οι κινητοποιήσεις και διεκδικήσεις, των συνταξιούχων, των αγροτών, των απολυμένων εργατών, των κινημάτων κοινωνικής αμφισβήτησης κ.λ.π.κ.λ.π, με το διάλογο και το πειθώ αντιμετωπίστηκαν και λύθηκαν. 4. Μια συνήγορος πολιτικής αγωγής, νομίζω η κ. Βοζεμπεργκ είπε ότι για να είναι πολιτικό έγκλημα πρέπει να στοχεύει στην καρδιά του καθεστώτος άμεσα ή έμμεσα. Άμεσα θα μπορούσε να γίνει, αν μας δάνειζε ο Μπους την αεροπορία του ή ο στρατός, όπως έγινε στην δικτατορία, οργανωνόταν στον Ε.Λ.Α.
Έμμεσα όμως, σκοπεύαμε στην καρδιά του κράτους με μια συγκεκριμένη συνεχόμενη και εξελισσόμενη διαδικασία. Είναι το “σχέδιο” που περιγράφεται στο ιδεολογικοπολιτικό κείμενο του Ε.Λ.Α. και που αποδεικνύει ότι ο Ε.Λ.Α. στόχευε την καρδιά του κράτους. Δεν είμαι όμως αφελής, εκτιμώ ότι δεν μπορείτε να αυτοκαταργηθείτε , πέρα που αν θεωρητικά το κάνατε θα σας τιμωρούσαν αυστηρά, όπως τιμωρήθηκαν στο παρελθόν δικαστές που πήγαν κόντρα στις κυρίαρχες επιλογές του κράτους. Γιατί τότε αυτές οι ενστάσεις; Γιατί πέρα που ήθελα να δηλώσω και να καταγραφεί η αποψή μου ότι αυτή η οργάνωση έχει μόνο πολιτικό χαρακτήρα, ήθελα ακόμα να δηλώσω ότι επιθυμώ να δικαστώ από δικαστήριο με ενόρκους. Όχι γιατί πονηρά σκέφτομαι ότι θα είχα επιεικέστερη μεταχείριση, αλλά γιατί η λαϊκή δικαιοσύνη αντιστοιχεί στο δικό μου σύστημα αρχών>>.
Ακολούθως, η υπεράσπιση Αγαπίου έθεσε ένσταση με τη μορφή αντιρρήσεων για την πρόοδο της δίκης, λόγω ακυρότητας της κλήσης για εμφάνισή του στο δικαστήριο. Την ένσταση ανέπτυξαν οι συνήγοροι Ν. Δαμασκόπουλος και Τ. Χριστοδουλοπούλου, η οποία αναφέρθηκε με νομικούς όρους στην αοριστία του βουλεύματος, η οποία συνιστά ακυρότητα. Το βούλευμα –είπε- εφαρμόζει συνεχώς ένα τέχνασμα: το προς απόδειξη το θεωρεί δεδομένο και με αυτόν τον τρόπο αποδίδει κατηγορίες, όπως η φυσική συμμετοχή σε πράξεις ή η ηθική αυτουργία για άλλες πράξεις. Η Τ. Χριστοδουλοπούλου αναφέρθηκε ακόμα στην περίπτωση της Σ. Κυριακίδου, που από κατηγορούμενη μετατράπηκε σε μάρτυρα και έθεσε θέμα ακυρότητας του βουλεύματος. Το βούλευμα –είπε- προκαλεί ένα πρωτοφανές αδιέξοδο, μιλώντας για παραγραφή της συμμετοχής της Κυριακίδου, λόγω παρέλευσης 15ετίας, ενώ από το ίδιο το βούλευμα προκύπτει 13ετία (2003-1990=13).
Η πρόεδρος προσπάθησε να σταματήσει τη σχετική συζήτηση, γεγονός που προκάλεσε την παρέμβαση του Κ. Αγαπίου: «Αν αμετάκλητα ισχύει 2003 πλην 1990 ίσον 15, να σταματήσουμε αυτή τη στιγμή. Εγώ είμαι ένοχος για τα πάντα». Ετσι, η πρόεδρος επέτρεψε στη συνήγορο να συνεχίσει την ανάπτυξη των επιχειρημάτων της για την ακυρότητα του βουλεύματος.
Την ένσταση στήριξε με επίσης εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία ο Σ. Φυτράκης. Ο,τι και να έχει γίνει με το αριθμητικό λάθος, είτε είναι σκόπιμο είτε είναι λάθος, υπάρχει αοριστία που τυποποιεί απόλυτη ακυρότητα, είπε. Αυτή τη μάρτυρα έχετε στη δίκη, με αυτή θα δικάσετε;
Τη συγκεκριμένη ένσταση συνυπέβαλε και η υπεράσπιση της Ειρήνης Αθανασάκη. Το θέμα ανέπτυξαν ο Αρης Κωνσταντάκης και η Κατερίνα Ιατροπούλου, που προσέθεσαν νέα επιχειρήματα για την αοριστία και την ακυρότητα του βουλεύματος. Ηθελαν να έχουν την Κυριακίδου μάρτυρα; αναρωτήθηκε ο Α. Κωνσταντάκης. Γιατί δεν το έκαναν με νόμιμο τρόπο; Γιατί δεν εφάρμοζαν τη διάταξη του τρομονόμου, που προβλέπει παύση της ποινικής δίωξης για άτομα που συνεργάζονται με τις αρχές; Η δίκη αυτή είναι δίκη φρονηματικού χαρακτήρα, κατέληξε στη δική της παρέμβαση η Κ. Ιατροπούλου.
Την ένσταση στήριξε και η υπεράσπιση Τσιγαρίδα. Ο Σ. Καμπάνης αναφέρθηκε στο γεγονός της λήξης της δραστηριότητας του ΕΛΑ το 1995, καθώς και στα περιβόητα «αρχεία της Στάζι», που όπως χρησιμοποιούνται από το βούλευμα συνιστούν ακυρότητα.
Επίσης, την ένσταση στήριξε η υπεράσπιση Κασσίμη (Δ. Μπελαντής, Α. Ζορμπαλά) με σύντομες παρεμβάσεις που ενίσχυσαν τα επιχειρήματα που είχαν ήδη ακουστεί. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά που έκανε η Α. Ζορμπαλά σε σημείο του βουλεύματος που αναφέρει ότι ο Μ. Κασσίμης συνελήφθη, πράγμα που βεβαίως ουδέποτε έγινε.
Δήλωση έγινε και από την υπεράσπιση Κανά, η οποία συμφώνησε με την ένσταση, δηλώνοντας ότι ο Α. Κανάς είναι αθώος και άσχετος με την υπόθεση. Δεν συνυπέβαλε την ένσταση, αλλά δήλωσε ότι συμφωνεί.
Η υπεράσπιση Τσιγαρίδα υπέβαλε ένσταση παραγραφής για μια σειρά αδικήματα που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. Κορυφαίο στην προκειμένη περίπτωση είναι το αδίκημα της συμμετοχής στην οργάνωση. Για τον Χ. Τσιγαρίδα αυτό έχει διπλή σημασία. Διότι και ο ΕΛΑ σταμάτησε τη δράση του το 1995, όταν δεν υπήρχε ο τρομονόμος και το αδίκημα ήταν πλημμέλημα, οπότε έχει παραγραφεί, και γιατί ο ίδιος είχε αποχωρήσει από τον ΕΛΑ στις αρχές του 1990, όπως έχει δηλώσει, χωρίς να υπάρχει κανένα στοιχείο στη δικογραφία που να αποδεικνύει το αντίθετο. Την ένσταση ανέπτυξε ο Σ. Καμπάνης.
Ο τακτικός εισαγγελέας Ε. Πατσής ξεκίνησε, κατά την αγαπημένη του συνήθεια από τον Σενέκα, πέρασε στον Ιουστινιανό, περιπλανήθηκε στα νομικά συστήματα της ύστερης αρχαιότητας και του Βυζαντίου, οπισθοχώρησε στην Ηλιαία με τα δέκα τμήματα και κατέληξε σε πρόταση απόρριψης όλων των ενστάσεων, χωρίς να εκφέρει καμιά νομική αιτιολογία. Ο αναπληρωτής εισαγγελέας Βομπίρης πρότεινε επίσης την απόρριψη όλων των ενστάσεων, όπως και οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής