Είμαι αθώος, δεν έχω καμιά σχέση με τις αξιόποινες πράξεις που μου αποδίδονται, δεν έχω καμιά σχέση μ’ αυτό που ονομάζεται τρομοκρατία. Δεν έκανα ποτέ τίποτα για να βλάψω τη δημοκρατία, αντίθετα την υπηρέτησα πάντοτε ως πολίτης και ως εκλεγμένος στην τοπική αυτοδιοίκηση. Μ’ αυτά τα λόγια ξεκίνησε την απολογία του ο Κανάς, που στη συνέχεια αναφέρθηκε σε στημένες διώξεις και δίκες και σε επίορκους δικαστικούς λειτουργούς.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην προσωπική του ζωή, τονίζοντας κάποιες λεπτομέρειες: Υπηρέτησα την πατρίδα κάνοντας θητεία και επιστράτευση το 1974, παντρεύτηκα με θρησκευτικό γάμο, επειδή πιστεύω στους θεσμούς προσπάθησα να σώσω το γάμο μου με την Κυριακίδου, είμαι μέλος συλλόγων και επιμελητηρίων, κάνω κανονικά φορολογική δήλωση, εκλέχτηκα και εκπροσώπησα τους συμπατριώτες μου, από το 1974 ψηφίζω κανονικά κάποιο κοινοβουλευτικό κόμμα, δυο φορές ορκίστηκα πίστη στην πατρίδα, ως αντιπολίτευση αρχικά και ως κοινοτάρχης στη συνέχεια. Σε όλη μου τη ζωή εργάστηκα για την εδραίωση της δημοκρατίας, την οποία υπηρέτησα μέσα από τους θεσμοθετημένους φορείς. Αυτό δείχνει τη γελοιότητα των σε βάρος μου κατηγοριών. Βρείτε μου σε όλο τον κόσμο ένα δήμαρχο που να ήταν ταυτόχρονα και τρομοκράτης.
Το επόμενο κεφάλαιο ήταν αφιερωμένο στον… Τσιγαρίδα, χωρίς τον οποίο… δεν θα είχε γίνει ποτέ αυτή η δίκη. Η ιστορία θα γράψει –είπε- πως ο Αγγελέτος Εμμανουήλ Κανάς είναι ο πρώτος που αποκάλυψε τη σκευωρία που στήθηκε με βάση το λαμόγιο τον Τσιγαρίδα, ο οποίος… δεν υπήρξε ποτέ μέλος του ΕΛΑ και με τη στάση του… υποβιβάζει τον ΕΛΑ στο επίπεδο μιας αριστερίστικης οργάνωσης!!! Κι αφού έβρισε επί ένα τέταρτο τον Τσιγαρίδα, περίλαβε στη συνέχεια το κίνημα αλληλεγγύης. Δεν προσέθεσε τίποτα καινούργιο. Ξαναδιάβασε αυτά που έχει διαβάσει καμιά δεκαριά φορές μέχρι τώρα.
Στη συνέχεια, προσπάθησε να αναφερθεί στην Κυριακίδου και στις σχέσεις της με τον Πουλλακίδα, τον Αμοιρίδη και τον Βεντούρη, αλλά αδυνάτισε τα επιχειρήματά του, καθώς προσπάθησε να ανακατέψει και τον Τσιγαρίδα, με αποτέλεσμα να θολώνει την πραγματικότητα που έχει αποκαλυφθεί, να δημιουργεί λογικά άλματα και απίθανες κατασκευές οι οποίες έκρυβαν εκείνα που αβίαστα βγαίνουν ως λογικοί συλλογισμοί με βάση τα όσα έχουν εκτεθεί στη δίκη. Το 80% της απολογίας του ήταν υβρεολόγιο κατά Τσιγαρίδα, άσχετο με την υπόθεση.
Οι ερωτήσεις του προέδρου αφορούσαν τη ζωή του Κανά με την Κυριακίδου και τα όσα έχουν καταθέσει οι Κυριακίδου, Σιώζου, Τόγκα σχετικά με το διαμέρισμα της Πάτμου και αυτό της Πολέμωνος. Οι απαντήσεις του Κανά ήταν αβίαστες και φυσικές (χωρίς… Τσιγαρίδα, βέβαια). Μίλησε για τη διαλυμένη ζωή του με την Κυριακίδου, για τη γκαρσονιέρα που διατηρούσε στην Πάτμου, για τη φανερή και φυσιολογική ζωή που έκανε εκεί, ενώ διέψευσε οποιαδήποτε σχέση του με την Πολέμωνος.
Στα ίδια θέματα επανήλθε ο εισαγγελέας, θεωρώντας ότι όσα λέει η Κυριακίδου είναι αληθινά. Ο Κανάς απάντησε ότι η Κυριακίδου περιγράφει αυτά που της είπαν να πει. Γι’ αυτό και στην επόμενη κατάθεσή της μεταφέρει το διαμέρισμα από την Κολιάτσου στο Παγκράτι και μερικά χρόνια πριν. Παραβιάζοντας προκλητικά τη λογική, ο εισαγγελέας έκανε ερωτήσεις του τύπου: Η Κυριακίδου λέει πως είδε πολύγραφο, το φαντάστηκε; Η φωτογραφία λέει πως είχατε περίστροφο, το φαντάστηκε κι αυτό; Δηλαδή τι να απαντήσει ο Κανάς, εκτός από το να τα διαψεύσει όλα αυτά; Είναι δυνατόν να πει οποιοσδήποτε άνθρωπος τίποτα το διαφορετικό;
Οι ίδιες δικολαβίες και στη συνέχεια: Καλά η Κυριακίδου, έτρεφε μίσος, η Σιώζου όμως γιατί να τα πει; Τί να απαντήσει και πάλι ο κατηγορούμενος, πέραν του ότι είναι σκευωρία; Αναρωτιόμαστε, είναι λογική δικαστή αυτή; Δηλαδή, βγαίνει μια γυναίκα και λέει ότι κάποιος ήταν ύποπτος, επειδή… έσβηνε το φως και… έκλεινε σιγά την πόρτα, και αυτός πρέπει να απολογηθεί;
Στην προσπάθειά του αυτή, να παραβιάζει τη λογική και να αυθαιρετεί ακόμα και με τα δεδομένα που έχουν προκύψει από τη διαδικασία, κάνοντας παραπλανητικές ερωτήσεις, ο εισαγγελέας το διέπραξε και πάλι. Ζήτησε από τον Κανά να του πει πώς κρίνει την κατάθεση της Σιώζου, ότι τον είδε να βγαίνει μαζί με τον Αγαπίου.
Φυσικά, επειδή η Σιώζου δεν έχει πει τέτοιο πράγμα, επήλθε έκρηξη και του Κανά και –κυρίως- του Αγαπίου. Εκρηξη απόλυτα δικαιολογημένη, που οδήγησε σε έντονο διάλογο, στη διάρκεια του οποίου ο εισαγγελέας έδειξε την προκατάληψή του, όταν απευθυνόμενος στον Αγαπίου του είπε «είστε κατάπτυστος»! Ο πρόεδρος διέκοψε τη διαδικασία και με την επανέναρξη ο εισαγγελέας δήλωσε πως από τις σημειώσεις του είδε πως η Σιώζου είχε καταθέσει πως υπέθεσε ότι ο Αγαπίου έβγαινε από το διαμέρισμα του Κανά. Αυτό, βέβαια, είναι διαφορετικό από αυτό που είχε πει. Εντελώς διαφορετικό. Και είναι εκπληκτικό που ο εισαγγελέας δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να πει ένα τυπικό έστω «συγνώμη, έκανα λάθος, δεν θυμόμουν καλά».
Ο Κ. Αγαπίου έκανε με τη σειρά του μια δήλωση, καταγγέλλοντας τη στάση του εισαγγελέα. Για να συμπεριφέρεται έτσι –σημείωσε- σημαίνει πως έχει πλάτες. Τις πλάτες του «βαθιού κράτους». Στηρίζεται επίσης στη σιωπή των παραγόντων, θεσμικών και μη, της κοινωνίας ολόκληρης. Σκέφτηκα –είπε- να υποβάλω αίτηση εξαίρεσής του. Το απέρριψα για να μην πέσω στην παγίδα που ο ίδιος μεθοδεύει, να διαταραχτεί η ομαλή εξέλιξη αυτής της διαδικασίας. Περιμένω την αυτοεξαίρεσή του και την αντικατάστασή του από τον αναπληρωτή εισαγγελέα μέχρι το τέλος της δίκης. Εγώ δεν πρόκειται να έχω καμιά συζήτηση μαζί του από εδώ και πέρα.
Ο πρόεδρος προσπάθησε να συμβιβάσει τα πράγματα, θυμίζοντας στον Αγαπίου τη διορθωτική δήλωση που έκανε ο εισαγγελέας, αλλά ο Αγαπίου ήταν ανένδοτος (και δικαίως).
Ο Κανάς δήλωσε ότι ο εισαγγελέας κάνει παραπλανητικές και ύπουλες ερωτήσεις, προσπαθώντας να τον μπερδέψει. Γι’ αυτό –κατέληξε- ζητώ την εξαίρεση του εισαγγελέα. Οι ερωτήσεις που κάνει δείχνουν ότι προέρχεται από το ενιαίο κέντρο, είναι βαλτός. Ανήκει στη συμμορία του Γιοσάκη.
Ο πρόεδρος διέκοψε και πάλι, ανακοινώνοντας ότι ο γραμματέας θα διαβάσει τα πρακτικά της κατάθεσης Σιώζου και να τοποθετηθούν και πάλι οι κατηγορούμενοι, ενόψει και της διευκρινιστικής δήλωσης του εισαγγελέα.
Με την επανέναρξη της διαδικασίας ο γραμματέας διάβασε τα πρακτικά και ο εισαγγελέας επανέλαβε ότι αυτό εννοούσε!
Ο Κ. Αγαπίου δήλωσε ότι δεν του χρειαζόταν η ανάγνωση των πρακτικών, γιατί θυμόταν πολύ καλά. Σημείωσε ότι είναι δεδομένα η προκατάληψη του εισαγγελέα εναντίον του, όμως υπάρχουν και κάποια όρια τα οποία έχουν ξεπεραστεί. Δεν πρόκειται για κάτι που δεν άκουσε ή δεν θυμόταν καλά ο εισαγγελέας αλλά για προφανείς σκόπιμες παραποιήσεις των γεγονότων, για σκόπιμη παραπλάνηση με ψευδολογίες και παραποίηση καταθέσεων μαρτύρων, γεγονός που εξυπηρετεί μια γενικότερη σκοπιμότητα.
Ο Κανάς δήλωσε ότι επειδή την απόφαση θα την πάρει το δικαστήριο και όχι ο εισαγγελέας, αδιαφορεί.
Ο πρόεδρος συμπέρανε ανακουφισμένος ότι δεν υπάρχει αίτημα εξαίρεσης, ενώ η υπεράσπιση Κανά (Κ. Συνοδινός) ζήτησε το λόγο και παρέθεσε μια λίστα παραπλανητικών ερωτήσεων του εισαγγελέα. Ο εισαγγελέας συνέχισε τις ερωτήσεις του σαν να μην έτρεξε τίποτα! Και στο τέλος θυμήθηκε να κάνει μια δήλωση, ότι δεν ακουμπά σε ξένες πλάτες αλλά μόνο στη συνείδησή του την οποία δεν επιτρέπει σε κανέναν να ακουμπήσει.
Η εφέτης Μ. Χυτήρογλου προσπάθησε, διερευνώντας τις σχέσεις Κανά-Κυριακίδου να αξιολογήσει την κατάθεση Κυριακίδου, για να δει –όπως είπε- αν μπορούσε ο Κανάς να εμπιστευτεί στην Κυριακίδου αυτά που η τελευταία καταθέτει. Ο Κανάς απάντησε αβίαστα και από τις ερωταπαντήσεις προέκυψε ότι η έγγαμη συμβίωση με την Κυριακίδου ουδέποτε υπήρξε. Ζούσαν χωριστά και το παιδί που προέκυψε ενέτεινε τα προβλήματα μεταξύ τους. Ρώτησε, ακόμα, η εφέτης για τις επαγγελματικές σχέσεις Κανά-Τσιγαρίδα και ο Κανάς με τις απαντήσεις του επιβεβαίωσε όλα όσα έχει πει ο Τσιγαρίδας αξιολογώντας την Κυριακίδου.
Στην ίδια προβληματική ήταν και οι ερωτήσεις του εφέτη Λ. Ντούλη, που εστιάστηκαν περισσότερο στη ζωή του Κανά στην Κίμωλο και σε ορισμένες λεπτομέρειες από τα όσα έχει καταθέσει η Κυριακίδου. Οι απαντήσεις του Κανά ήταν και πάλι αβίαστες και πειστικές. Σημειώνουμε μια ομάδα ερωτήσεων-σχολίων του δικαστή, από τις οποίες προέκυψε το εξής: Αφού ο Κανάς δούλευε συνεχώς σε οικοδομές, είχε δηλαδή δημόσια δραστηριότητα, όποιος ήθελε να τον βρει ή να τον συλλάβει θα μπορούσε να το κάνει σε κάποια οικοδομή και όχι π.χ. στην Πολέμωνος, ενώ και ο ίδιος ο Κανάς δεν θα είχε κανένα λόγο να… περπατά τοίχο-τοίχο κρυπτόμενος. Επισήμανε ακόμα ο κ. Ντούλης το γεγονός ότι η Κυριακίδου διένυσε μια μεγάλη απόσταση για να πάει από τα Πατήσια να βρει τον Πουλλακίδα στο Αστυνομικό Τμήμα Κολωνού, όπως και το ότι, αν ήταν ύποπτος, θα χρησιμοποιούσε ένα φακό για να κατεβαίνει στο διαμέρισμά του και δεν θα περπατούσε στο σκοτάδι, όπως ισχυρίζεται η Σιώζου.
Ερωτήσεις που αφορούσαν λεπτομέρειες της ζωής του Κανά υπέβαλαν και οι δυο αναπληρωτές δικαστές (πρόεδρος και εφέτης). Αξιοσημείωτη είναι η παρέμβαση σε κάποια στιγμή του Χρ. Τσιγαρίδα, ο οποίος παίρνοντας αφορμή από κάποιο μπέρδεμα του Κανά σχετικά με το πού είχε τη μεγαλύτερη δραστηριότητά του (ο Κανάς έλεγε στην Κάλυμνο), διευκρίνισε ότι ο ίδιος σύστησε τον Κανά εκείνο το διάστημα σε δυο πολύ μεγάλες δουλειές στην Αθήνα, 30 φορές μεγαλύτερες απ’ αυτές της Καλύμνου, δουλειές χιλιάδων τετραγωνικών, που του πήραν πολύ χρόνο μέχρι να τις τελειώσει. Ο Κανάς κάτι πήγε να ψελλίσει, ότι δεν θέλει υπεράσπιση από τον Τσιγαρίδα, όμως ο τελευταίος τον αγνόησε και συνέχισε, διευκρινίζοντας ότι δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι ο Κανάς δούλευε σχεδόν αποκλειστικά στην Κάλυμνο, όπως ισχυρίζεται η Κυριακίδου για να στηρίξει το σενάριο της προμήθειας εκρηκτικών από εκεί. Ο Κανάς το κατάλαβε, γι’ αυτό και δεν συνέχισε.