Η επιχείρηση στην επαρχία Ντιγιάλα ξεκίνησε τα χαράματα της 5ης Ιανουαρίου με τη συμμετοχή 1.000 Αμερικάνων και Ιρακινών στρατιωτών. Ιδού πώς περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί στην επαρχία ο ανταποκριτής των «Los Angeles Times» στη Μπακούμπα σε σχετικό άρθρο του στο φύλλο της 3ης Ιανουαρίου:
«Οταν οι αμερικάνικες δυνάμεις σκότωσαν τον αρχηγό της Αλ Κάιντα στο Ιράκ, Αμπού Μουσάμπ Ζαρκάουι, πριν από έξι μήνες σε ένα χωριό εδώ κοντά, ήλπιζαν ότι θα βελτιωθεί η ασφάλεια σ’ αυτή τη στρατηγικής σημασίας επαρχία ακριβώς βόρεια της Βαγδάτης.
Αντίθετα, η ασφάλεια κατέρρευσε στην επαρχία Ντιγιάλα, η οποία τώρα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο ταραχώδεις περιοχές του Ιράκ. Οι επιθέσεις των ανταρτών υπερδιπλασιάστηκαν την περασμένη χρονιά. Η βία έχει διαλύσει την αστυνομική δύναμη της επαρχίας και η ανοικοδόμηση έχει σταματήσει.
Οι δολοφονίες έχουν αφαιρέσει τη ζωή δημάρχων, φύλαρχων, αστυνομικών και δικαστών, συμπεριλαμβανομένου ενός Σιίτη, μέλους του επαρχιακού συμβουλίου, που δολοφονήθηκε στις 2 Ιανουαρίου. Πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι εδώ κοιμούνται σε ράντζα στα γραφεία τους, γιατί είναι πολύ επικίνδυνο να πάνε με αυτοκίνητο στα σπίτια τους.
Οι ιρακινές δυνάμεις ασφάλειας έχουν εμπλακεί σε τόσες πολλές βιαιότητες, ώστε ο Αμερικάνος διοικητής εδώ έδωσε πρόσφατα στον Ιρακινό συνάδελφό του μια οργισμένη επίπληξη, παρομοιάζοντας τα ιρακινά στρατεύματα με «απειθάρχητο συρφετό»…
Οι Αμερικάνοι διοικητές προσπαθούν να κάνουν μια απότομη αλλαγή στη στρατηγική, ελπίζοντας ότι μια κλασική εκστρατεία εναντίον της εξέγερσης σε συνδυασμό με τη βοήθεια ανοικοδόμησης και με πιο δραστήρια αμερικάνικη παρουσία, μπορεί να αλλάξει την κατάσταση.
Προς το παρόν, οι αντάρτες έχουν κερδίσει εδώ το πάνω χέρι. Την περασμένη βδομάδα διαδήλωσαν την ελευθερία μετακίνησής τους παρελαύνοντας με δεκάδες φορτηγά στους δρόμους της γειτονιάς Αμίν της Μπακούμπα, φωνάζοντας στρατιωτικά συνθήματα και κραδαίνοντας τα όπλα τους….
Η Ντιγιάλα είναι μια περιοχή με εύφορη γη, άφθονο νερό και ανεκμετάλλευτες πετρελαιοπηγές, που εκτείνεται βόρεια της Βαγδάτης και ανατολικά μέχρι τα ιρανικά σύνορα. Ο πληθυσμός της αποτελείται και από τις τρεις θρησκευτικές και εθνικές ομάδες. Από τα 1,8 εκατομμύρια του πληθυσμού της, περίπου το 55% είναι Σουνίτες. Αλλά επειδή οι Σουνίτες μποϋκόταραν τις εκλογές που έγιναν πριν από δύο χρόνια, οι Σιίτες, που αποτελούν το 30% περίπου του πληθυσμού, έχουν την πλειοψηφία στο επαρχιακό συμβούλιο και ελέγχουν τις τοπικές δυνάμεις ασφάλειας. Οι Κούρδοι, που ζουν στην πλειοψηφία τους στη νοτιανατολική Ντιγιάλα, αποτελούν το 15% του πληθυσμού»
Στόχος της επιχείρησης τις πρώτες μέρες ήταν μια απομονωμένη αγροτική περιοχή με αρδευτικά κανάλια, στην οποία οι Αμερικάνοι πιστεύουν ότι οι αντάρτες κρύβουν όπλα, διατηρούν κρησφύγετα και εκπαιδεύονται. Ομως οι αντάρτες τους περίμεναν καλά προετοιμασμένοι. Σινιάλα καπνού και φωτοβολίδες ανέβαιναν στον ουρανό καθώς η φάλαγγα των τανκς και των Χάμβι κατευθύνονταν προς το μέρος των ανταρτών και οι Αμερικάνοι αξιωματικοί πιστεύουν ότι τις τεχνικές αυτές τις χρησιμοποιούν οι λεγόμενοι παρατηρητές, που παρακολουθούν τις κινήσεις του εχθρού και ειδοποιούν τους αντάρτες στην περιοχή όταν οι αμερικάνικες και οι ιρακινές δυνάμεις πλησιάζουν. Οι αντάρτες είχαν σκάψει επίσης χαντάκια στους δρόμους και είχαν κάνει σαμποτάζ στις γέφυρες των καναλιών για να καθυστερήσουν την προέλαση των εχθρικών στρατιωτικών δυνάμεων ή για να εκτρέψουν την πορεία τους σε δρόμους όπου είχαν τοποθετηθεί εκρηκτικοί μηχανισμοί, όπως υποστηρίζουν Αμερικάνοι αξιωματικοί.
Σε κάθε χωριό που συναντούσαν, οι Αμερικάνοι και οι Ιρακινοί στρατιώτες έκαναν έρευνα από σπίτι σε σπίτι αναζητώντας όπλα, άντρες μάχιμης ηλικίας και πληροφορίες για τις κινήσεις των ανταρτών. Ομως σχεδόν παντού συναντούσαν μόνο γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους. Οι αντάρτες είχαν γίνει καπνός. Τα αρδευτικά κανάλια και τα τούνελ στην περιοχή τους προσφέρουν ασφαλή καταφύγια και ο εντοπισμός τους από τον εχθρό είναι αδύνατος. Γι’ αυτό και στις 8 Ιανουαρίου ανέλαβαν δράση τα βομβαρδιστικά, βομβαρδίζοντας ένα δίκτυο καναλιών όπου υποτίθεται ότι κρύβονταν αντάρτες.
Τις πρώτες μέρες της επιχείρησης τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά, ενώ παράλληλα είχαν υποστεί σοβαρές απώλειες από 10 τουλάχιστον αντιαρματικές νάρκες και εκρηκτικούς μηχανισμούς που χτύπησαν αμερικάνικα και ιρακινά τανκς και οχήματα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον τέσσερις και να τραυματιστούν 27 Ιρακινοί στρατιώτες την περασμένη Κυριακή. Την ίδια μέρα τραυματίστηκαν επίσης οχτώ Αμερικάνοι στρατιώτες από αντιαρματική νάρκη που χτύπησε ένα αμερικάνικο Μπράντλεϊ. Οι αντιαρματικές νάρκες, που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά από τους αντάρτες τον περασμένο Νοέμβριο σε μια ανάλογη εκκαθαριστική επιχείρηση των αμερικανοϊρακινών στρατευμάτων στην επαρχία Ντιγιάλα, είναι μια από τις μεγαλύτερες απειλές που αντιμετωπίζουν. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η επιχείρηση στην επαρχία Ντιγιάλα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Ωστόσο, η έκβασή της προδιαγράφεται από τα λόγια του Αμερικάνου αντισυνταγματάρχη, επικεφαλής της επιχείρησης: «Δεν θα τους σκοτώσουμε ούτε θα τους συλλάβουμε ποτέ όλους, κι αν ακόμη το καταφέρουμε υπάρχουν πολλοί περισσότεροι που θα πάρουν τη θέση τους. Η επιτυχία μας, κατά τη γνώμη μου, θα βασιστεί σε μια συνεχή παρουσία, ώστε να μην μπορούν να χρησιμοποιούν αυτό τον τόπο ως ασφαλές καταφύγιο».