Δικαιούνταν και ο Γιωργάκης ένα διήμερο αποθέωσης και το είχε το περασμένο Σαββατοκύριακο, με τη δημοσίευση του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ και τη συγκέντρωση στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Τα φιλικά προς το ΠΑΣΟΚ ΜΜΕ του αφιέρωσαν το χρόνο και το χώρο που δικαιούνταν και οι Πασόκοι έζησαν ένα διήμερο virtual αισιοδοξίας, με συγχαρητήρια σε εαυτούς και αλλήλους και χωρίς την ψυχοφθόρα «εσωστρέφεια», όπως λέγεται στη μοντέρνα πολιτική γλώσσα το αλληλολιντσάρισμα των φατριών.
Δε σηκώνει σοβαρή κριτική το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ. Οχι μόνο γιατί δε μπορεί να εμφανιστεί ως «νέο» ένα κόμμα που έχει κυβερνήσει τη χώρα τα είκοσι από τα τελευταία τριάντα χρόνια, αλλά και γιατί πρόκειται για ένα κείμενο γραμμένο κυριολεκτικά στο πόδι, χωρίς καμιά τεκμηρίωση, με μοναδικό σκοπό να βοηθήσει την εκλογική καμπάνια του κόμματος. Αλλωστε, και οι συγγραφείς του προγράμματος ήξεραν πολύ καλά (και σ’ αυτό αποσκοπούσαν), ότι τα φώτα της δημοσιότητας θα εστιαστούν στις πιασάρικες προεκλογικές εξαγγελίες. Αυτές, λοιπόν, τις εξαγγελίες φρόντισαν να τις αναδείξουν ποσοτικοποιημένες. Οπως και να το κάνουμε, όταν λες «βασική σύνταξη 950 ευρώ το μήνα για το ζευγάρι συνταξιούχων» ή «δεσμευόμαστε για μηνιαία προνοιακή σύνταξη για το ζευγάρι των αγροτών στα 950 ευρώ» ή «δέσμευσή μας είναι η εφάπαξ παροχή από τον κρατικό προϋπολογισμό 2.000 ευρώ για κάθε παιδί με εισοδηματικά κριτήρια», δημιουργείς μια βάση για την προεκλογική σου δημαγωγία. Το πόσο αποτελεσματική θα είναι αυτή θα εξαρτηθεί από το πόσο έχει ξεχαστεί η κυβερνητική σου θητεία, ώστε να τραβήξεις μια μερίδα των εξ επαγγέλματος αφελών που ως κινούμενη άμμος ψηφίζουν πότε το ένα και πότε το άλλο από τα δυο μεγάλα κόμματα εξουσίας, επιμένοντας σ’ αυτή τη στάση έστω κι αν αμέσως μετά τις εκλογές οι προσδοκίες τους διαψεύδονται οικτρά.
Σ’ αυτό το ΠΑΣΟΚ αντέγραψε τη ΝΔ και ο Γιωργάκης τον Καραμανλή. Θυμόσαστε πού έριχνε το βάρος ο Καραμανλής την περίοδο που προηγήθηκε των εκλογών του 2004; Σε κάτι τέτοιες ανακοινώσεις, που αφορούσαν τις κατώτερες συντάξεις, τις πολύτεκνες οικογένειες κ.λπ. Γιατί να μην κάνουμε κι εμείς το ίδιο; σκέφτηκαν οι Πασόκοι. Και αμ’ έπος άμ’ έργον. Μάλιστα, κατάφεραν να ρίξουν στην παγίδα τους τη ΝΔ, αφού ο Αλογοσκούφης έσπευσε να δηλώσει ότι τα μέτρα που υπόσχεται το ΠΑΣΟΚ κοστίζουν 10 δισ. ευρώ (πότε πρόλαβες και τα κοστολόγησες, ρε μεγάλε;) και πήγε να κάνει αντιπολίτευση σ’ αυτό το επίπεδο, που μάλλον δεν συμφέρει την κυβέρνηση. Τις επόμενες μέρες, όμως, επικράτησαν πιο ψύχραιμες σκέψεις και η αριθμητική εγκαταλήφθηκε.
Οι «αναλυτές» που αβαντάρουν το ΠΑΣΟΚ από τις στήλες του φιλικού του Τύπου έσπευσαν να βομβαρδίσουν τους αναγνώστες του με άρθρα περί «επιστροφής του ΠΑΣΟΚ στη σοσιαλδημοκρατία». Αναλύσεις του κώλου, μετά συγχωρήσεως. Πότε το ΠΑΣΟΚ έπαψε να είναι σοσιαλδημοκρατία; Μήπως με τον «εκσυγχρονισμό» του Σημίτη; Και από πότε η σοσιαλδημοκρατία έπαψε να είναι βασική δύναμη «εκσυγχρονισμού» του καπιταλισμού, δηλαδή προώθησης της συντηρητικής του ανασυγκρότησης; Υπάρχει μήπως έστω και μία σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση διεθνώς, που να μην προώθησε ή να μην προωθεί μέτρα σαν τον «εκσυγχρονισμό» του Σημίτη; Και στο κάτω-κάτω, όλοι αυτοί που αποτελούν τη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, του Γιωργάκη προεξάρχοντος, δεν ήταν επίλεκτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της κυβέρνησης την περίοδο Σημίτη; Βουτήχτηκαν μήπως στα νάματα κάποιας κολυμβήθρας του Σιλωάμ και μετατράπηκαν σε σοσιαλδημοκράτες παλαιάς κοπής, που με ρεφορμιστικά μέτρα θα στηρίξουν τις εργαζόμενες τάξεις, χωρίς να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του κεφαλαίου;
Εκείνο που κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν όλοι αυτοί οι αναλυτές του κώλου (μπορείτε να τους αποκαλείτε και επαγγελματίες προπαγανδιστές) είναι πως οι πολιτικές των αστικών κυβερνήσεων καθορίζονται από τις ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος και δεν είναι προϊόν ελεύθερης επιλογής τους. Οταν το ΠΑΣΟΚ πρωτοανέβηκε στην εξουσία το 1981, μεγάλο τμήμα της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας το αντιμετώπισε με επιφύλαξη έως έχθρα. Νόμιζαν οι αφελείς πως θα εφάρμοζε σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια η αστική τάξη λάτρεψε αυτό το κόμμα, γιατί της εξασφάλιζε απεριόριστη στήριξη των συμφερόντων της με κοινωνική ειρήνη. Μάλιστα, φτάσαμε στο σημείο τα μεγαλύτερα καπιταλιστικά τζάκια να εμπιστεύονται από ένα σημείο και μετά περισσότερο το ΠΑΣΟΚ παρά τη ΝΔ. Η ΝΔ στηρίχτηκε όταν η πολιτική φθορά του ΠΑΣΟΚ ήταν τέτοια που δε μπορούσε πλέον να κρατηθεί στην εξουσία. Το ΠΑΣΟΚ το 1981 μπορούσε να κάνει κάποιες οριακές μεταρρυθμίσεις, γιατί το σύστημα τις «σήκωνε». Αλλωστε, αυτό γινόταν και διεθνώς. Το ΠΑΣΟΚ του 2007 δε μπορεί να κάνει το ίδιο, γιατί το σύστημα δε σηκώνει μεταρρυθμίσεις που θα ανακουφίζουν κάπως τα εργαζόμενα στρώματα. Αλλωστε, η ΝΔ δεν έχει κάνει τίποτα μεγάλες τομές σε σχέση με την πολιτική που ακολουθούσε πριν το ΠΑΣΟΚ. Τον ίδιο δρόμο ακολουθεί, την ίδια πολιτική εφαρμόζει, επικαιροποιώντας την όπου τα συμφέροντα του συστήματος το απαιτούν.
Δεν πρέπει, λοιπόν, να παίρνει κανείς στα σοβαρά τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων, γιατί περιλαμβάνουν παχιά λόγια και ψεύτικες υποσχέσεις. Ομως, δε θέλουμε να «ξεπετάξουμε» το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ μόνο μ’ αυτή τη γενική τοποθέτηση. Μπορούμε να αλιεύσουμε και μερικά ουσιαστικά πράγματα από το περιεχόμενό του, για να φανεί καλύτερα η ποιότητά του. Και πρώτα-πρώτα τον ύμνο στον καπιταλισμό: «Για το ΠΑΣΟΚ η υγιής και δυναμική επιχειρηματικότητα είναι ζωτικός παράγοντας για δημιουργία πλούτου και ευημερία σε μια δίκαιη κοινωνία. Η αξία της πρέπει να αναγνωρίζεται κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά και ηθικά. Το επιχειρείν, η καινοτομία, η πρωτοβουλία και η ανάληψη εύλογων επιχειρηματικών κινδύνων είναι οργανικά στοιχεία της νέας αναπτυξιακής κουλτούρας που χρειάζεται η χώρα. Γι’ αυτό και είναι ανάγκη να ενταχθεί παραγωγικά η διάσταση της επιχειρηματικότητας στη διδασκαλία της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης».
Θα μπορούσαμε να σταματήσουμε σ’ αυτό, αλλά πάμε και παρακάτω. Δίπλα στα φανταχτερά λόγια του προγράμματος (σ’ αυτά οι Πασόκοι δεν παίζονται) υπάρχει μια ατέλειωτη αλυσίδα κινήτρων προς το κεφάλαιο. Για κάθε τομέα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής υπάρχει και μια κατηγορία κινήτρων: κίνητρα φορολογικά, κίνητρα επενδυτικά, κίνητρα για τη διατήρηση της απασχόλησης, κίνητρα για τη συγκέντρωση και διάθεση επιχειρηματικών κεφαλαίων σε νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες έντασης γνώσης, κίνητρα για την ενθάρρυνση και την προώθηση της έρευνας, κίνητρα για τη μείωση του όγκου των συσκευασιών και την λιπασματοποίηση των απορριμμάτων, κίνητρα για την ανακύκλωση υλικών και ενέργειας, κίνητρα για ομαδικές μετακινήσεις, κίνητρα για την ενίσχυση της κοινωνικής εργασίας, κίνητρα για τη διά βίου μάθηση, κίνητρα για τη χρήση φυσικού αέριου, κίνητρα… κίνητρα… κίνητρα. Για να μπορούν οι καπιταλιστές να στραγγίζουν πιο εύκολα τα κονδύλια που συγκεντρώνει ο κρατικός προϋπολογισμός από την αδίστακτη φορολόγηση των εργαζόμενων. Ακόμα και τα ΑΕΙ και ΤΕΙ αντιμετωπίζονται σαν επιχειρήσεις, στις οποίες θα δίνονται κίνητρα για την άντληση πόρων από άλλες πηγές (δηλαδή όταν κάνουν μπίζνες), κίνητρα για την προσέλκυση αλλοδαπών φοιτητών, κίνητρα για μετάκληση επιστημόνων από το εξωτερικό (αρπαχτές, δηλαδή).
Πάμε και στο ασφαλιστικό, όπου «κοπιάρονται» οι πρόσφατες δηλώσεις Αναλυτή: Ενοποίηση ασφαλιστικών ταμείων σε τρία (τέσσερα είπε ο Αναλυτής), εκχώρηση του λεγόμενου τρίτου πυλώνα στις ασφαλιστικές εταιρίες («ενθάρρυνση των πρωτοβουλιών για ίδρυση ισχυρών επαγγελματικών ταμείων από τους κοινωνικούς εταίρους»), αύξηση ορίων συνταξιοδότησης («δημιουργία μιας πιο ανταποδοτικής βάσης στις εισφορές, για να αποθαρρυνθεί η πρόωρη συνταξιοδότηση και να ενθαρρυνθεί η εθελούσια παραμονή στην εργασία», δηλαδή ό,τι ακριβώς λέει και ο Αναλυτής), σάρωμα των βαρέων και ανθυγιεινών («αναμόρφωση του κανονισμού βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, με τη νέα λίστα να διασφαλίζει την ίση μεταχείριση των εργαζομένων Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα και να αποτυπώνει τις πραγματικές σημερινές συνθήκες εργασίας, μέσα από επιστημονική τεκμηρίωση»).
Αν θέλουμε να δώσουμε με λίγα λόγια την ουσία αυτού του προγράμματος, θα λέγαμε: συνέχιση του μοντέλου οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής που εφαρμόστηκε από την κυβέρνηση Σημίτη και εφαρμόζεται από την κυβέρνηση Καραμανλή, διανθισμένη με μερικές υποσχέσεις προεκλογικού τύπου για τους χαμηλοσυνταξιούχους, για τους άνεργους και τα νέα ζευγάρια.