Ο στρατός έκλεισε όλους τους δρόμους και περικύκλωσε τις δυνάμεις του Μεχσούντ. Ομως η μεγάλη αυτή στρατιωτική επιχείρηση, με την κωδική ονομασία «Σεισμός», δεν είχε τα προσδοκώμενα από την κυβέρνηση αποτελέσματα. Παρά τις σοβαρές απώλειες και από τις δύο πλευρές, τα κυβερνητικά στρατεύματα καθηλώθηκαν στην περιφέρεια και δεν κατάφεραν να εισχωρήσουν στο προπύργιο του Μεχσούντ, ενώ ο ίδιος κατάφερε να διατηρήσει τις δυνάμεις του. Το μένος του στρατού πλήρωσαν πολύ ακριβά κάποια χωριά, που βρίσκονταν στην περιφέρεια. Ενα απ’ αυτά είναι το χωριό Spinkai, στο οποίο ο στρατός κατεδάφισε με μπουλντόζες και ανατινάξεις όλη την αγορά, πρατήρια καυσίμων, καταστήματα, σπίτια, ακόμη και ένα τμήμα του νοσοκομείου, ως αντίποινα, γιατί ο πληθυσμός επέτρεπε τη δράση των Ταλιμπάν. Λόγω των συγκρούσεων, 200.000 περίπου άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τώρα έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν, για να βρεθούν αντιμέτωποι με την καταστροφή της περιουσίας και της σοδειάς τους.
Αψηφώντας τις έντονες αντιδράσεις της Ουάσιγκτον, η νέα πακιστανική κυβέρνηση προχωρεί σε ειρηνευτικές συμφωνίες με τον Μπαϊτουλάχ Μεχσούντ, τον ισχυρότερο πολέμαρχο των Ταλιμπάν, και με άλλους τοπικούς φυλάρχους στις φυλετικές παραμεθόριες βορειοδυτικές επαρχίες των Παστούν στο Πακιστάν. Με στόχο να σταματήσει το κύμα των επιθέσεων που προκάλεσε η σύμπλευση του προέδρου Μουσάραφ με τους Αμερικάνους στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», ιδιαίτερα μετά την επίθεση του στρατού στο Κόκκινο Τέμενος στην Ισλαμαμπάντ και τη σφαγή εκατοντάδων σπουδαστών που το υπεράσπιζαν, τον περασμένο Ιούλιο.
Η πολιτική αυτή της πακιστανικής κυβέρνησης έχει τη στήριξη πολλών κυβερνητικών και πολιτικών παραγόντων, οι οποίοι εκτιμούν ότι η αμερικάνικη πολιτική παραπαίει στο Αφγανιστάν και θεωρούν πολύ επικίνδυνη για την ασφάλεια και τη σταθερότητα του Πακιστάν την επιθετική πολιτική που οι Αμερικάνοι απαιτούν να εφαρμόσει ο κυβερνητικός συνασπισμός στις φυλετικές παραμεθόριες περιοχές των Παστούν εναντίον των Ταλιμπάν.
«Το Πακιστάν θα φροντίσει για τα δικά του προβλήματα και οι Αμερικάνοι για το Αφγανιστάν. Το Πακιστάν δεν πρέπει να επωμιστεί τα λάθη των Αμερικάνων, ιδιαίτερα αν παραβιάζεται η κυριαρχία του, ένα ιδιαί-τερα ευαίσθητο ζήτημα για ένα έθνος με πολύ έντονα αντιαμερικάνικα αισθήματα», δήλωσε πρόσφατα ο Owari Ghani, κυβερνήτης της Βορειοδυτικής Συνοριακής Επαρχίας και αρχιτέκτονας των συμφωνιών ειρήνευσης, σύμφωνα με ρεπορτάζ των «New York Times» (16/5/08).
Στο ίδιο ρεπορτάζ αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι κατά τις συνομιλίες που οργανώθηκαν από το αμερικάνικο προξενείο στην Πεσαβάρ στα τέλη Μαρτίου, οι τοπικοί πολιτικοί ηγέτες τάχθηκαν ενάντια στον πόλεμο στις πακιστανικές περιοχές που κατοικούνται από Παστούν, γιατί φοβούνται ότι θα ενισχύσει τις εθνικιστικές και αποσχιστικές τάσεις στις γραμμές των Παστούν, που ζουν και στις δύο πλευρές των αφγανοπακιστανικών συνόρων, και θα αυξήσει τον αριθμό των μαχητών σε ένα πόλεμο για την απελευθέρωση των Παστούν.
Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και στον πολέμαρχο Μπαϊτουλάχ Μεχσούντ, με τη μεσολάβηση τοπικών φυλάρχων, συνεχίστηκαν και μετά την επίθεση με πύραυλο από μη επανδρωμένο αεροσκάφος, την τέταρτη από τον Ιανουάριο, στις 14 Μαϊου, σε υποτιθέμενο κρησφύγετο μαχητών στην πόλη Damadola της επαρχίας Bajaur, με αποτέλεσμα το θάνατο 18 ανθρώπων, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά. Η επίθεση αυτή, που προκάλεσε κύμα οργισμένων αντιαμερικάνικων αντιδράσεων και διαδηλώσεων σε πολλές περιοχές, καταγγέλθηκε από διάφορες πλευρές ως προσπάθεια τορπιλισμού των διαπραγματεύσεων. Πάνω απ’ όλα όμως αποτελεί ένδειξη των προθέσεων του Λευκού Οίκου να κλιμακώσει τις πιέσεις στην πακιστανική κυβέρνηση, ώστε να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ελευθερία μονομερούς στρατιωτικής δράσης στις παραμεθόριες βορειοδυτικές φυλετικές επαρχίες. Τον περασμένο Μάρτιο, ο διευθυντής της CIA, Μάικλ Χέιντεν, προειδοποίησε ότι οι περιοχές αυτές αποτελούν «καθαρό και άμεσο κίνδυνο» για τη Δύση και την πιθανή πηγή μελλοντικής επίθεσης στις ΗΠΑ. Ο Λευκός Οίκος φοβάται ότι οι ειρηνευτικές συμφωνίες με τους πακιστανούς Ταλιμπάν θα τους επιτρέψουν να κινούνται ελεύθερα και να προετοιμάσουν ευκολότερα νέες επιθέσεις και επικαλείται την αποτυχία προηγούμενων ανάλογων συμφωνιών.
Οι πιέσεις των Αμερικάνων στην πακιστανική κυβέρνηση συνεχίζονται μέχρι τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές, ώστε να ματαιωθεί έστω και την ύστατη στιγμή η συμφωνία με τον Μπ. Μεχσούντ, παρόλο που έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζονται τα πρώτα μέτρα για την υλοποίησή της. Ο Μπαϊτουλάχ Μεχσούντ θεωρείται αρχηγός των πακιστανών Ταλιμπάν και είναι επικεφαλής της οργάνωσης-ομπρέλα Tehrik-Taliban Pakistan, στην οποία έχουν συσπειρωθεί όλες οι ομάδες των ισλαμιστών μαχητών που δρουν στις πακιστανικές παραμεθόριες φυλετικές περιοχές των Παστούν.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των διεθνών ειδησεογραφικών πρακτορείων, οι δυο πλευρές έχουν καταλήξει σε συμφωνία 15 σημείων, η οποία, μεταξύ άλλων, προβλέπει τον τερματισμό των επιθέσεων, την ανταλλαγή κρατουμένων, την απομάκρυνση των ξένων μαχητών από την περιοχή και τη βαθμιαία αποχώρηση του στρατού από την περιοχή που ελέγχεται από τον Μεσχούντ. Στα πλαίσια της συμφωνίας, έγινε η πρώτη ανταλλαγή κρατουμένων στις 14 Μάη. Ο εκπρόσωπος του πακιστανικού στρατού, στρατηγός Athar Abbas, ανακοίνωσε ότι, ύστερα από διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε τοπικούς φυλάρχους και απεσταλμένους του Μπαϊτουλάχ Μεχσούντ, έγινε στην πόλη Ραζμάκ του Βόρειου Βαζιριστάν ανταλλαγή 15 αντρών του στρατού, μεταξύ των οποίων 2 αξιωματικοί, με 31 κρατούμενους μαχητές από το Βόρειο και το Νότιο Βαζιριστάν.
Ακολούθησε νέα ανταλλαγή κρατουμένων με αιχμαλώτους στις 17 Μάη. Σύμφωνα με τους «Asia Times» (20/5/08), το περασμένο Σάββατο, απελευθερώθηκαν 55 μαχητές Ταλιμπάν και καταβλήθηκε ποσό ύψους 20 εκατομμυρίων πακιστανικών ρουπιών (287.000 δολάρια) στην οργάνωση Tehrik-Taliban Pakistan ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωση την ίδια μέρα του πακιστανού πρέσβη Ταρίκ Αζιζουντίν, που είχε απαχθεί στην περιοχή Khyber Agency και κρατήθηκε 97 μέρες αιχμάλωτος στην περιοχή του Μεχσούντ. Την ίδια μέρα απελευθερώθηκαν από τους Ταλιμπάν δεκάδες αιχμάλωτοι στρατιώτες. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στους Ταλιμπάν που απελευθερώθηκαν είναι ο Μουφτί Γιουσούφ, ανώτερος διοικητής των Ταλιμπάν από το ανατολικό Αφγανιστάν, που είχε συλληφθεί στην Πεσαβάρ και κρατούνταν από την Πακιστανική Υπηρεσία Πληροφοριών, και ένας πρώην κρατούμενος στο Γκουαντάναμο.
Μια μέρα νωρίτερα, στις 16 Μάη, άρχισε η αποχώρηση του πακιστανικού στρατού και η απομάκρυνση των στρατιωτικών φυλακίων από την περιοχή του Μεσχούντ. Παράλληλα, ο στρατός άνοιξε όλους τους δρόμους που συνδέουν το προπύργιο του Μεσχούντ με την υπόλοιπη χώρα και άρχισε να τους καθαρίζει από τις νάρκες. Τα στρατεύματα που αποσύρονται θα εγκατασταθούν στο φρούριο Jandola, με την προοπτική να επέμβουν αν παραβιαστεί από τον Μεχσούντ η συμφωνία.
Η πακιστανική κυβέρνηση είχε στείλει στις 18 Ιανουαρίου του 2008 χιλιάδες στρατιώτες στο προπύργιο του Μπαϊτουλάχ Μεσχούντ, ύστερα από την επίθεση μαχητών του στο βρετανικής εποχής φρούριο Srarogha δύο μέρες νωρίτερα. Κατά την επίθεση, το φρούριο κατεδαφίστηκε και από τους υπερασπιστές του άλλοι σκοτώθηκαν και άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι.
Τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές δεν είναι γνωστό αν οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία έχουν ολοκληρωθεί. Το βέβαιο είναι ότι οι Αμερικάνοι θα συνεχίσουν να πιέζουν για να ακυρωθεί ή να παραβιαστεί, ακόμη κι αν επικυρωθεί με τον πιο επίσημο τρόπο. Παράλληλα, υπάρχουν και μια σειρά άλλοι παράγοντες που καθιστούν εντελώς αβέβαιη τη διάρκεια και το μέλλον της συμφωνίας.