Στη Θάσο και στην Καβάλα αυξάνονται τα κρούσματα μελιταίου πυρετού σε ανθρώπους. Mέχρι την περασμένη Τετάρτη είχαν φτάσει τα 53 (τα περισσότερα στη Θάσο). Oπως έχουμε ξαναγράψει, αυτό είναι αποτέλεσμα της εγκατάλειψης του νησιού, αφού, εκτός από ένα πολύ μικρό διάστημα που είχε εξοριστεί στο Αγροτικό Κτηνιατρείο Θάσου η «ενοχλητική» για το σύστημα των λαμόγιων κτηνίατρος Γ. Δαυίδ, το αγροτικό κτηνιατρείο παρέμεινε κλειστό επί πολλά χρόνια. Ετσι, το πρόγραμμα ελέγχου και εκρίζωσης του μελιταίου πυρετού στη Θάσο δεν εφαρμόστηκε ούτε υποτυπωδώς , όπως εφαρμόζεται σε όλη την Ελλάδα. Κάποιοι σύνδεσαν τα κρούσματα της Καβάλας με την έξαρση του μελιταίου πυρετού στη Θάσο. Αλλοι από άγνοια (επειδή δε γνωρίζουν ότι το πρόγραμμα είναι πανελλαδικό, γιατί πανελλαδικά πλήττονται , εδώ και δεκαετίες, τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα, όμως το πρόγραμμα λειτουργεί υποτυπωδώς) και άλλοι για να συγκαλύψουν τις ευθύνες των υπουργών Γεωργίας και Εσωτερικών, Α. Κοντού και Π. Παυλόπουλου.
Κατά την άποψή μας, μερικά, αν όχι όλα, από τα κρούσματα της Καβάλας συνδέονται με τον μελιταίο των αιγοπροβάτων που διαβιούν στο νομό της Καβάλας. Οπως θα δείξουμε στη συνέχεια, ο μελιταίος πυρετός των αιγοπροβάτων πλήττει όλη την Ελλάδα, άσχετα αν τα κρούσματα δε βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Την προηγούμενη βδομάδα πληροφορηθήκαμε, ότι υπήρξε κρούσμα μελιταίου πυρετού σε δεκαπεντάχρονο αγόρι στην Αθήνα! Το παιδί ψηνόταν από τον πυρετό επί μέρες και οι γονείς του χρειάστηκε να επισκεφτούν αρκετά νοσοκομεία, μέχρι να γίνουν τελικά ειδικές βιοχημικές εξετάσεις και να διαγνωστεί μελιταίος. Μάθατε τίποτα γι’ αυτό το κρούσμα από τα ΜΜΕ; Μπορούμε μήπως να χρεώσουμε κι αυτό το κρούσμα στην έξαρση του μελιταίου πυρετού στη Θάσο; Οχι, βέβαια. Οχι γιατί δε γίνονται παράνομες μετακινήσεις ζώων μη ελεγμένων υγειονομικά ή διακίνηση προϊόντων από τη Θάσο, αλλά γιατί και στην Αττική συνυπάρχει με το κτηνοτροφικό κεφάλαιο και η ζωοανθρωπονόσος του μελιταίου πυρετού (και όχι μόνο).
Το κτηνοτροφικό κεφάλαιο στην Ελλάδα πλήττεται από το μελιταίο πυρετό από τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Το 1975 εκπονήθηκε το πρώτο «πρόγραμμα ελέγχου και εκρίζωσης της βρουκέλλωσης των αιγών και των προβάτων». Από τότε πέρασαν 33 χρόνια, πέρασαν από το υπουργείο Γεωργίας (που διαχρονικά έχει τον πρώτο λόγο) δεκάδες υπουργοί, πράσινοι και μπλε, φτιάχτηκαν 33 ετήσια προγράμματα ελέγχου και εκρίζωσης του μελιταίου πυρετού, όμως αυτός εξακολουθεί να φθείρει το κτηνοτροφικό κεφάλαιο και να πλήττει και ανθρώπους, αποτελώντας σημαντικό κίνδυνο. Κάθε χρόνο δε γίνονταν καθόλου ή γίνονταν ελάχιστες αλλαγές στα προγράμματα ελέγχου και εκρίζωσης του μελιταίου πυρετού, γιατί ήταν γνωστοί στους κτηνίατρους οι τρόποι με τους οποίους μπορούσε να αντιμετωπιστεί η νόσος. Τι φταίει και μέσα σε 33 χρόνια δεν έγινε κατορθωτή η εξάλειψη της βρουκέλλας ή η ελαχιστοποίησή της στα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα και εξακολουθεί να παραμένει ως πληγή του κτηνοτροφικού κεφαλαίου;
Ο υπουργός Γεωργίας Α. Κοντός από το Μάρτη του 2004 που πρωτομπήκε ως υφυπουργός στο υπουργείο έχει εκτός των άλλων και την αρμοδιότητα να εποπτεύει τη Διεύθυνση Υγείας των Ζώων. Με δική του ευθύνη εγκρίθηκαν επί πέντε συνεχή χρόνια τα ετήσια προγράμματα ελέγχου και εκρίζωσης του μελιταίου πυρετού. Αντιλαμβάνεστε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της κυβερνητικής ευθύνης γι’ αυτή την πεντάχρονη ολιγωρία βαραίνει προσωπικά τον Α. Κοντό. Ας δούμε τι προβλέπει το πρόγραμμα του 2007, το οποίο παρουσιάζει μερικές αλλαγές σε σχέση τόσο μ’ αυτό του 2002 όσο και μ’ αυτό του 2008 (για παράδειγμα, στο πρόγραμμα του 2008 προστέθηκε διάταξη με την οποία επιτρέπεται ο εμβολιασμός και στη Θάσο).
Με το πρώτο άρθρο μας ενημερώνει ότι το πρόγραμμα εφαρμόζεται από τις Διευθύνσεις Κτηνιατρικής (ΔΚ) όλων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων σε όλη την Ελλάδα, νησιωτική και ηπειρωτική. Οι ΔΚ μέχρι το 1994 υπάγονταν στο υπουργείο Γεωργίας και έκτοτε στο υπουργείο Εσωτερικών. Η μεταβίβαση αυτή μπαχαλοποίησε ακόμη περισσότερο τον ελεγκτικό μηχανισμό και έδωσε τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις να κόβουν χαμηλά κεφάλια και να μεταθέτουν τις δικές τους ευθύνες σε υπηρεσιακούς παράγοντες, με σκοπό να εκτονώνουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Το άρθρο 2 μας ενημερώνει ποιοι είναι συγκεκριμένα οι «φορείς» που είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή του προγράμματος. Παραθέτουμε αυτούσιο απόσπασμα του άρθρου 2 για να μπορούν οι αναγνώστες να ελέγξουν και τους δικούς μας συλλογισμούς, όσον αφορά τους υπεύθυνους για την εφαρμογή του προγράμματος:
«ΦΟΡΕΙΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Α) Το Τμήμα Υγείας των Ζώων της Δ/νσης Κτηνιατρικής (ΤΥΖΔΚ) κάθε νομού είναι υπεύθυνο για την οργάνωση, τον συντονισμό και τον έλεγχο της εφαρμογής του προγράμματος, όπως επίσης και για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της εφαρμογής του στο νομό. Επιπλέον το παραπάνω Τμήμα είναι υπεύθυνο για τη συλλογή των στοιχείων που αφορούν στην εφαρμογή του προγράμματος στην περιοχή, την αποστολή όλων των σχετικών πληροφοριών στο Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων της Δ/νσης Υγείας των Ζώων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και την εισήγηση για την έκδοση όλων των σχετικών αποφάσεων που αφορούν στην εφαρμογή του προγράμματος σε επίπεδο νομού.
Τα Αγροτικά Κτηνιατρεία (ΑΚ) σε κάθε νομό είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή του προγράμματος, τον έλεγχο της σήμανσης των ζώων, τη σήμανση των μολυσμένων ζώων, την τήρηση των μητρώων των εκτροφών, όλων των απαραίτητων δελτίων που αφορούν στην εφαρμογή του προγράμματος και προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις και την έκδοση των σχετικών υγειονομικών πιστοποιητικών για την μετακίνηση των ζώων ή των εκτροφών.
Β) Το Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων της Δ/νσης Υγείας των Ζώων της Γενικής Δ/νσης Κτηνιατρικής είναι υπεύθυνο για τον συντονισμό, τον έλεγχο και την επιδημιολογική αξιολόγηση της πορείας του προγράμματος σε ολόκληρη τη χώρα και ειδικότερα σε κάθε Δ/νση Κτηνιατρικής των νομών που εμπλέκονται στην εφαρμογή αυτού του προγράμματος. Το ίδιο τμήμα συγκεντρώνει, επεξεργάζεται στατιστικά, αναλύει επιδημιολογικά και αξιολογεί τα στοιχεία του προγράμματος. Στην αρμοδιότητά του είναι η παροχή όλων των πληροφοριών στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Γ) Το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς Βρουκέλλας της Λάρισας –τμήμα εργαστηρίου διάγνωσης– έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες…
Δ) Το τμήμα βρουκελλώσεων…
Για τον συντονισμό, τον έλεγχο, και την αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος συγκροτείται επιτροπή η οποία ενεργεί ως συμβουλευτικό όργανο στο Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων… Η επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον κάθε τρεις μήνες προκειμένου να αξιολογήσει την εφαρμογή του προγράμματος σε κάθε περιοχή της χώρας και σε ολόκληρη τη χώρα. Σε περίπτωση που οι στόχοι του προγράμματος δεν επιτυγχάνονται σε κάποια περιοχή, η επιτροπή εξετάζει την κατάσταση, σχεδιάζει και προτείνει μέτρα για την επίλυση τυχόν προβλημάτων».
Στην επιτροπή πρόεδρος είναι ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Υγείας των Ζώων (ΔΥΖ), στη δύναμη της οποίας ανήκει και το Τμήμα των Ζωοανθρωπονόσων (ΤΖ), ενώ συμμετέχουν τόσο ο προϊστάμενος του τμήματος αυτού όσο και ένας κτηνίατρος του ίδιου τμήματος. Ετσι, δε χρειάζεται να περάσουν τρεις μήνες ή σε έκτακτες περιπτώσεις μικρότερο διάστημα προκειμένου να ενημερωθεί για την πορεία του προγράμματος και για την επιδημιολογική αξιολόγησή του ο προϊστάμενος της ΔΥΖ. Απλούστατα, μπορεί να συναντιέται σε τακτά και σύντομα χρονικά διαστήματα με τα δύο στελέχη (εάν το θέλει και το επιδιώκει για να έχει ολοκληρωμένη άποψη και να κάνει διορθωτικές προτάσεις) και να πληροφορείται τα πάντα απ’ αυτούς. Οι αρμοδιότητες μεταξύ των τριών πρώτων φορέων (ΤΥΖΔΚ, ΑΚ, ΤΖ) είναι σαφώς κατανεμημένες. Ομως, οι δύο πρώτοι υπάγονται διοικητικά στις Νομαρχίες και στο υπουργείο Εσωτερικών και ο τρίτος στο υπουργείο Γεωργίας. Αυτή τη διοικητική διάσπαση των ελεγκτικών μηχανισμών των δύο συναρμόδιων υπουργείων επικαλέστηκε για μια φορά ακόμη η σημερινή προϊσταμένη της ΔΥΖ, όταν ζητήσαμε αναλυτικά στοιχεία για την πορεία του προγράμματος και την επιδημιολογική του κατάσταση. Μας είπε ότι δεν τους στέλνουν τα στοιχεία που προβλέπονται από την απόφαση και έτσι δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν αυτά που προβλέπονται ως αρμοδιότητες του ΤΖ. Δεν μπορούν να έχουν αναλυτική εικόνα για την πορεία του προγράμματος και την επιδημιολογική κατάσταση.
Ας φύγουμε για λίγο από το διοικητικό κομμάτι του προγράμματος και ας πάμε στο κύριο μέρος, που αφορά αυτόν καθεαυτόν «τον έλεγχο και την εκρίζωση της βρουκέλλας των αιγοπροβάτων». Μέχρι τώρα, στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά Εύβοια, Λέσβο και Λέρο γίνονται εμβολιασμοί μόνο στα θηλυκά ηλικίας άνω των τριών μηνών, εκτός απ’ αυτά που βρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Μετά το φούντωμα της βρουκέλλας στη Θάσο, άρχισαν να γίνονται και εκεί μαζικοί εμβολιασμοί. Τα αρσενικά που έχουν προσβληθεί από τη βρουκέλλα καταστρέφονται, αυτά δε που διατηρούνται για αναπαραγωγή ελέγχονται ορολογικά (αναλύσεις αίματος), ένα χρόνο μετά τον εμβολιασμό. Προβλέπεται ακόμη η υποχρέωση αιματολογικών εξετάσεων μέρους ζώων μιας εκτροφής ή μιας περιοχής όπου έγιναν πρόσφατα εμβολιασμοί. Φανταστείτε ότι έχουν περάσει 33 χρόνια από τότε που άρχισε το πρόγραμμα ελέγχου και εκρίζωσης της βρουκέλλας των αιγοπροβάτων και ακόμη το ΤΖ της ΔΥΖ δεν έχει αναλυτική εικόνα για τις περιοχές και τις μονάδες που έχει ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός και για το ποιες απ’ αυτές έχουν απαλλαγεί οριστικά από τη νόσο. Ανάμεσα σ’ αυτές που έχουν προσβληθεί από βρουκέλλα (συμβολίζονται με Μ+) και όσες έχουν απαλλαγεί επίσημα απ’ αυτή (συμβολίζονται με Μ4) υπάρχουν άλλες τρεις κατηγορίες. Για όλες αυτές τις κατηγορίες προβλέπεται αναλυτικά μια σειρά διατάξεων για τους ελέγχους που πρέπει να γίνουν και τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να μεταφερθεί μια μονάδα από τη μια κατηγορία σε άλλη.
Ας δούμε τι προβλέπεται στη νησιvτική Ελλάδα σε σχέση με το πρόγραμμα. Στα νησιά, εκτός εκείνων στα οποία επιτρέπεται ο εμβολιασμός και στα νησιά των νομών Αττικής, Πειραιώς, Μαγνησίας και Εβρου, απαγορεύεται ο εμβολιασμός. Στα νησιά αυτά γίνεται αιματολογικός έλεγχος σε ζώα ηλικίας άνω των 6 μηνών, με αντιγόνο βρουκελλικό χρωματιστό. Και στη νησιωτική Ελλάδα οι μονάδες και οι περιοχές χωρίζονται σύμφωνα με το πρόγραμμα στις ίδιες κατηγορίες και προβλέπονται οι ίδιες διαδικασίες για την αλλαγή κατηγορίας (π.χ. από Μ+ σε Μ4).
Τις τελευταίες μέρες προσπαθήσαμε να βρούμε στοιχεία από τους φακέλους που έχουν ανεβάσει στην ιστοσελίδα του υπουργείου Γεωργίας το Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων (TZ) και το Τμήμα Λοιμωδών και Παρασιτικών Νοσημάτων (ΤΛΠΝ). Διαπιστώσαμε, ότι είχαν πίνακες από την επιδημιολογική κατάσταση των βοοειδών του 2000, ενώ έχουμε διανύσει το μισό 2008. Για το 2007 δεν υπήρχαν πίνακες με την επιδημιολογική κατάσταση των μονάδων και των περιοχών στην Ελλάδα. Υπήρχαν μόνο πίνακες με τον αριθμό των εμβολίων που χρησιμοποιήθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα το 2007, συνοπτικός πίνακας με τις εκδηλωθείσες ασθένειες και πίνακες με τον αριθμό του ζωικού κεφαλαίου. Παραλείψεις πολλές και σημαντικές, που πιστοποιούν ότι το πρόγραμμα λειτουργεί υποτυπωδώς και για τα μάτια. Για να λένε, δηλαδή, ότι λειτουργεί κι αυτό το πρόγραμμα.
Η πιο σημαντική και βασική παράλειψη είναι ότι δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία για την επιδημιολογική κατάσταση των αιγοπροβάτων στην Ελλάδα, για όλα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και για το 2007. Τη συγκεκριμένη παράλειψη αναφέραμε στην προϊσταμένη της ΔΥΖ, ζητώντας της να μας δώσει τα στοιχεία από τα αρχεία της Διεύθυνσης. Απευθύνθηκε μπροστά μας σε υφισταμένους της για να μας δώσουν απαντήσεις και φάνηκε καθαρά ότι όχι μόνο δεν είχαν να μας δώσουν τα στοιχεία που ζητούσαμε, αλλά δε μπορούσαν να καταλάβουν, λόγω άγνοιας, τι ζητούσαμε. Υποτίθεται ότι το ΤΖ κάνει, εκτός των άλλων, στατιστική επεξεργασία των στοιχείων, επιδημιολογικές μελέτες κ.λπ. Για να τα κάνει αυτά, πρέπει να πιέσει τις περιφερειακές ΔΚ και εάν το θελήσει μπορεί να το πετύχει. Ομως, οι υπηρεσιακοί παράγοντες του ΤΖ της ΔΥΖ δεν το κάνουν, γιατί δεν έχουν όρεξη και διάθεση, ενώ δεν τους πιέζει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας να «τρέξουν» σωστά το πρόγραμμα, όπως και τα άλλα προγράμματα ελέγχου και εκρίζωσης των ζωονόσων.
Δίνουμε ένα ακόμη παράδειγμα. Είπαμε ότι στα νησιά γίνεται αιματολογικός έλεγχος με αντιγόνο βρουκελλικό χρωματιστό. Σύμφωνα με το συγκεντρωτικό πίνακα, χρησιμοποιήθηκαν μόνο 4.763 κομμάτια. Αν συνυπολογίσουμε, ότι και στην πιο μικρή μονάδα αιγοπροβάτων, των 50 κεφαλιών, απαιτείται να παρθούν 38 δείγματα, γίνεται φανερό ότι λήφθηκαν ελάχιστα δείγματα, από ένα πολύ μικρό μέρος των αιγοπροβάτων των νησιών. Για να λένε ότι δήθεν γίνεται πρόγραμμα και όχι για να βγάλουν συμπεράσματα για την πραγματική επιδημιολογική κατάσταση του συνόλου των αιγοπροβάτων. Αυτή την κατάσταση οφείλουν να τη γνωρίζουν οι κτηνίατροι των αγροτικών κτηνιατρείων που βγάζουν τις άδειες διακίνησης των ζώων. Αν προσθέσουμε την υποτυπώδη εφαρμογή του προγράμματος στην άθλια και ανεξέλεγκτη κατάσταση που επικρατεί στις διακινήσεις αιγοπροβάτων, μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί και μετά την 33ετή εφαρμογή του προγράμματος «ελέγχου και εκρίζωσης του μελιταίου πυρετού» εξακολουθεί η βρουκέλλα να πλήττει τα κοπάδια των αιγοπροβάτων.