Οταν μέσα στο 2007 και ιδιαίτερα την περίοδο Ι-ούλη-Δεκέμβρη «τσίμπησαν» αρκετά οι τιμές των δημητριακών (σιτάρι, καλαμπόκι κ.λπ.) και των βιομηχανικών φυτών (βαμβάκι κ.λπ.) έ-σπευσαν τα διάφορα παπαγαλάκια του κεφαλαίου να προδιαγράψουν, ότι από εδώ και πέρα η κατάσταση για τους αγρότες θα είναι πολύ καλή. Η κατάσταση αυτή (ακόμη και σύμφωνα με τους δείκτες τιμών εκροών της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας – ΕΣΥΕ) διατηρήθηκε μέχρι τον Ιούνη του 2008. Από τον Ιούλη, όμως, άρχισε η καθοδική πτώση και φτάσαμε στον Οκτώβρη με τις τιμές στο καλαμπόκι και το στάρι να έχουν πέσει πάνω από 50% και στο βαμβάκι πάνω από 25%.
Την εποχή της ευφορίας των παπαγάλων είχαμε αποκαλύψει, ότι η άνοδος των τιμών θα είναι προσωρινή και απ’ αυτή θα επωφεληθεί ένα πολύ μικρό τμήμα αγροτών, αυτό που εμείς ονομάζουμε αστική τάξη του χωριού ή πλούσιοι αγρότες. Οι κακές καιρικές συνθήκες του 2007 είχαν σαν αποτέλεσμα να έχουν μειωμένες παραγωγές στα δημητριακά η Ουκρανία και άλλες σιτοπαραγωγικές χώρες. Επίσης, οι χώρες αυτές είχαν βάλει περιορισμούς στις εξαγωγές προκειμένου να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες. Αυτοί οι δύο παράγοντες είχαν σαν αποτέλεσμα να μειώσουν την προσφορά στις διεθνείς αγορές και έτσι να αυξηθούν οι χοντρικές τιμές, (πάνω από την αξία των προϊόντων αυτών, που στον καπιταλισμό είναι εμπορεύματα). Ετσι, οι μεγαλοεισαγωγείς των δημητριακών και των βιομηχανικών φυτών, αφού αγόρασαν σχετικά ακριβότερα από άλλες χρονιές, πούλησαν και ακριβότερα στην εσωτερική αγορά της ΕΕ (και της Ελλάδας) και έτσι ανάγκασαν και τους χοντρέμπορους να δώσουν μεγαλύτερες τιμές στους αγρότες.
Οπως είπαμε, οι τιμές έπαιξαν κατά το διάστημα από τον Ιούλη του 2007 μέχρι τον Ιούνη του 2008. Σύμφωνα με το δείκτη τιμών εκροών (καταγράφει τις τιμές που παίρνουν οι αγρότες), η άνοδος των τιμών κινήθηκε στο 12% τους πρώτους πέντε μήνες, ανέβηκε στο 21,7% τον Ιούλη, στη συνέχεια τον Οκτώβρη του 2007 κινήθηκε στο 69% και διατηρήθηκε σ’ αυτά τα επίπεδα και τους πρώτους πέντε μήνες του 2008. Ομως, η πλειοψηφία των αγροτών που ανήκουν στη φτωχή αγροτιά δεν διαθέτει αποθηκευτικούς χώρους και κεφάλαια για να κρατήσει τα εμπορεύματά της, προκειμένου να επωφεληθεί από τις μεγάλες αυξήσεις της περιόδου Σεπτέμβρη-Ιούνη του 2008. Ετσι, αναγκάστηκε να πουλήσει σχετικά γρήγορα και να εισπράξει μικρότερες αυξήσεις κατά κιλό και συνολικά για την παραγωγή που ήταν μικρή. Μόνο ένα πολύ μικρό κομμάτι των αγροτών επωφελήθηκε μεν εισπράττοντας περισσότερα χρήματα από την πώληση της παραγωγής του, αλλά έχασε ταυτόχρονα περισσότερα χρήματα από τη μεγαλύτερη άνοδο των εφοδίων (λιπάσματα κ.λπ.), οι τιμές των οποίων το Σεπτέμβρη του 2007 διπλασιάστηκαν και κατέληξαν να αυξηθούν κατά 3,5 φορές!
Ετσι, φτάσαμε στην περίοδο Σεπτέμβρη-Οκτώβρη του 2008, που οι τιμές έπεσαν κατά 25% στο βαμβάκι, ενώ στο καλαμπόκι η πτώση έφτασε το 60% τουλάχιστον. Τα παπαγαλάκια ερμηνεύουν σκόπιμα αυτή την κατακόρυφη πτώση, αναθεματίζοντας κύρια τον καλό καιρό και τις καλές παραγωγές και δευτερευόντως τη μετακίνηση των αγροτών από τη βαμβακοκαλλιέργεια στην καλλιέργεια δημητριακών. Αυτή, όμως, είναι η μισή αλήθεια.
Δεν είναι μόνο η μεγάλη παραγωγή των δημητριακών (που κι αυτά είναι βιομηχανικά φυτά, αφού μεταποιούνται ευρέως από τη βιομηχανία τροφίμων). Είναι ακόμη η μαζική εισαγωγή αγροτικών προϊόντων σε εξευτελιστικές τιμές και χωρίς δασμούς από τις τρίτες χώρες. Αυτή την πολιτική την επέβαλε στην ΕΕ το μεγάλο ευρωπαϊκό κεφάλαιο, προκειμένου να κερδίσει τις αγορές αυτών των κρατών, να αρπάξει το «ψητό» των κρατικών προμηθειών και βασικά για να αυξήσει τις επενδύσεις κεφαλαίου στις χώρες αυτές. Είναι τέλος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, που ιστορικά έχει επιβάλει (όπως ο νόμος της βαρύτητας στα φυσικά φαινόμενα) σαν κύρια τάση την αγορά των αγροτικών προϊόντων σε εξευτελιστικές τιμές, πολύ κάτω από την αξία τους.