Στις 20 Μάρτη, ρωτήθηκε ο Καραμανλής στις Βρυξέλλες γιατί η κυβέρνησή του δεν επιβάλλει έκτακτη φορολογία στα κέρδη των τραπεζών και των επιχειρήσεων και απάντησε: «Σε ώρα κρίσης, και μάλιστα την στιγμή που ήδη πάρα πολλές χώρες στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν ύφεση, άρα κλείσιμο επιχειρήσεων και εκρηκτική αύξηση σε ορισμένες περιπτώσεις της ανεργίας, είναι λάθος πολιτική να επιχειρήσει κανείς φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων… Οταν λοιπόν συνολικά η μεγάλη πρόκληση είναι να διασφαλισθεί και να ενισχυθεί η ρευστότητα της οικονομίας, δεν είναι ώρα για να επιχειρήσει κανείς φορολογική επιβάρυνση. Αυτό είναι στοιχειώδες».
Τρεις μέρες αργότερα, σε τηλεοπτική εμφάνισή του στη ΝΕΤ, ρωτήθηκε για το ίδιο θέμα ο Παπαθανασίου και απάντησε: «Ολες οι προτάσεις σε όλο τον κόσμο μιλάνε για μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις. Ακριβώς επειδή το πρόβλημα τώρα είναι η πραγματική οικονομία, το να κλείσουν επιχειρήσεις και να έχουμε εκρηκτική αύξηση της ανεργίας, όλη η προσπάθεια σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης και επ’ αυτού δεν υπάρχει διαφορά, είτε σοσιαλιστές είτε μη σοσιαλιστές δεν υπάρχει διαφορά, μιλάνε για μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις. Αρα σήμερα οτιδήποτε έκανες προς φορολογία των επιχειρήσεων θα ήταν δυναμίτης για την ανεργία και την απασχόληση».
Την περασμένη Τρίτη, το θέμα τέθηκε στον κυβερνητικό εκπρόσωπο, με την επισήμανση ότι οι επιχειρήσεις έχουν καταγράψει υπερκέρδη τα προηγούμενα χρόνια και επομένως θα μπορούσαν μ’ αυτά να στηριχ- τούν στις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν σήμερα, και ο Αντώναρος απάντησε με το χαρακτηριστικό του ύφος: «Είναι μια προσέγγιση, η οποία πουθενά στην Ευρώπη, πουθενά στον κόσμο, όπου βεβαίως λειτουργεί η σύγχρονη Δημοκρατία με τον τρόπο που εμείς έχουμε επιλέξει και όχι με τρόπους που μικρές μειοψηφίες προφανώς θα ήθελαν να επιβάλουν. Πρέπει να ενισχύονται οι δραστηριότητες της οικονομίας, προκειμένου με αυτό τον τρόπο να θωρακίζονται οι θέσεις εργασίας. Διαφορετικά, οι θέσεις εργασίας δεν προστατεύονται».
Οποιος έχει στοιχειώδεις γνώσεις πολιτικής οικονομίας αντιλαμβάνεται αμέσως ότι αυτά που λένε τα στελέχη της κυβέρνησης από επιστημονική άποψη είναι μπούρδες.
Οταν για παράδειγμα επιβάλλεται έκτακτη φορολογία στα μεγάλα ατομικά εισοδήματα του 2007, που δηλώθηκαν με τις φορολογικές δηλώσεις του 2008, το ίδιο ακριβώς θα μπορούσε να γίνει και με τα επιχειρηματικά κέρδη του 2007, που δηλώθηκαν το 2008. Η φορολογία θα επιβάρυνε τους μετόχους και όχι τις επιχειρήσεις. Δηλαδή, θα μείωνε τα κέρδη που έχουν ήδη τσεπώσει και όχι το κεφάλαιο των επιχειρήσεων. Πρέπει δε να θυμίσουμε, ότι ο συντελεστής φορολόγησης των καπιταλιστικών κερδών μειώθηκε προκλητικά από την κυβέρνηση της ΝΔ (10% τον μείωσε η ΝΔ, ενώ κατά ένα άλλο 5% τον είχε μειώσει το ΠΑΣΟΚ). Επομένως, αν τους επέβαλε μια εφάπαξ έκτακτη φορολογία, απλά θα τους έπαιρνε πίσω –και για μια μόνο χρονιά– ένα μικρό μέρος απ’ αυτά που τους είχε χαρίσει για αρκετά χρόνια.
Δεύτερο, η διατήρηση της φορολογίας των κερδών σε προκλητικά χαμηλά επίπεδα δεν πρόκειται να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας. Οι θέσεις εργασίας σχετίζονται άμεσα με τη ζήτηση των προϊόντων που παράγουν οι επιχειρήσεις. Οταν πέφτει η ζήτηση, οι επιχειρήσεις ρίχνουν την παραγωγή (δεν παράγουν για να στοκάρουν). Οταν ρίχνουν την παραγωγή, μειώνουν το προσωπικό (δεν πρόκειται να πληρώσουν εργάτες για να υποαπασχολούνται). Επομένως, είναι οι συνθήκες της κρίσης –ανεξάρτητα από το επίπεδο της φορολογίας των κερδών– που καθορίζουν το επίπεδο της απασχόλησης. Η διατήρηση της φορολογίας των κερδών σε προκλητικά χαμηλά επίπεδα, την ίδια ώρα που γίνεται φοροεπιδρομή ενάντια στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, είναι απλώς ένα δώρο προς το μεγάλο κεφάλαιο.
Το ίδιο ισχύει και για τις επιχορηγήσεις που θα εισπράξουν από το κράτος, είτε με τη μορφή ζεστού χρήματος είτε με τη μορφή της επιδότησης θέσεων εργασίας. Για το κεφάλαιο ισχύει ένας και μοναδικός κανόνας: από τον εργαζόμενο πρέπει να στύψω κάθε ικμάδα δύναμης, κάθε δευτερόλεπτο του χρόνου εργασίας. Το επίπεδο απασχόλησης προσαρμόζεται σ’ αυτόν τον κανόνα. Κρατούν στη δουλειά τόσους εργαζόμενους όσους απαιτούν οι ανάγκες της παραγωγής στη συγκεκριμένη φάση, έτσι που αυτοί να απασχολούνται πλήρως και με συνεχώς πιο εντατικούς ρυθμούς. Επομένως, η επιχορήγηση με ζεστό χρήμα θα πάει κατευθείαν στα κέρδη της επιχείρησης, οι δε επιδοτούμενες θέσεις εργασίας θα αντικαταστήσουν άλλες, μη επιδοτούμενες.
Τι μένει, λοιπόν, απ’ όσα υποστηρίζουν ο Καραμανλής και οι υπουργοί του; Μένει η θέλησή τους όχι μόνο να μη θίξουν τους καπιταλιστές, αλλά να τους βοηθήσουν με κάθε πρόσφορο μέσο να αντιμετωπίσουν την κρίση με τη μέγιστη δυνατή κερδοφορία. Αλλωστε, είναι ο ίδιος ο Καραμανλής, στην ίδια συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες, που άναψε στους καπιταλιστές το πράσινο φως για την απόλυτη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.