Στο προηγούμενο φύλλο αναφερθήκαμε στο σχέδιο «σωτηρίας» των τραπεζών, που συνέταξε η αμερικάνικη κυβέρνηση. Το σχέδιο αυτό αφορά στην αγορά των «τοξικών χρεών» των τραπεζών μέσω ενός προγράμματος που αποκαλείται «Δημόσιο-Ιδιωτικό Επενδυτικό Πρόγραμμα». Η αμερικάνικη κυβέρνηση, προσπαθώντας να απαντήσει στην κρίση που μαστίζει την αμερικάνικη οικονομία, έσπευσε με αυτό το πρόγραμμα να δώσει χείρα βοηθείας στις τράπεζες που έχουν «τοξικά χρέη» (δηλαδή ομόλογα που έχουν χάσει πια την αξία τους), βάζοντας ζεστό χρήμα από τα κρατικά ταμεία και δίνοντας τη δυνατότητα σε ιδιώτες καπιταλιστές να αγοράσουν «τοξικά ομόλογα» σε πολύ χαμηλές τιμές, για να τα πουλήσουν ακριβότερα στο μέλλον και να τσεπώσουν τη διαφορά.
Αυτό το πρόγραμμα χαρακτηρίστηκε ακόμα και από αμερικάνους οικονομολόγους «ληστεία του αμερικάνικου λαού». Μια ληστεία που πλασάρεται σαν η μοναδική σανίδα σωτηρίας απέναντι στην καπιταλιστική κρίση. Για ποιον όμως;
AIG: Από τη χρεοκοπία…
Την ίδια στιγμή που τα αμερικάνικα νοικοκυριά σφίγγουν το ζωνάρι και μειώνουν την κατανάλωσή τους, ενώ η ανεργία φτάνει σε διψήφια ποσοστά, εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια δίνονται απλόχερα στους καπιταλιστές. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ίσως είναι η περίπτωση της περίφημης AIG (American International Group). Οπως έχουμε γράψει και σε παλαιότερα φύλλα της «Κ», η AIG αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρίες στον κόσμο διαθέτοντας πάνω από 130 υποκαταστήματα σε όλο τον κόσμο και 116.000 εργαζόμενους. Η AIG έχει συνάψει 81 εκατομμύρια ασφάλειες ζωής σε όλο τον κόσμο, αξίας 1.9 τρισ. δολαρίων και καλύπτει 180.000 εταιρίες παγκόσμια, στις οποίες εργάζονται 106 εκατομμύρια άνθρωποι. Ταυτόχρονα, η AIG διαθέτει 950 αεροπλάνα και ασφαλίζει ακόμα και αμερικάνικους Δήμους, ασφαλιστικά ταμεία και άλλα δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα.
H έκρηξη στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ τα προηγούμενα χρόνια ήταν ένα πεδίο που δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο ένα κολοσσό όπως η AIG. Να πως περιγράφει το περιοδικό Time τη δραστηριότητά της σ’ αυτό τον τομέα: «Η AIG FP (σ.σ. AIG – Financial Products, δηλαδή ο κλάδος της εταιρίας που εξέδιδε όλα αυτά τα χρηματιστηριακά προϊόντα και ο οποίος έπαθε και τη μεγαλύτερη ζημία) προσφέρθηκε πρόθυμα να ασφαλίσει δισεκατομμύρια δολάρια σε χαρτοφυλάκια παραγώγων, αναπτύσσοντας σταδιακά δυνητικές υποχρεώσεις πολύ μεγαλύτερες από τη δυνατότητά της να πληρώσει αν αυτά τα χαρτοφυλάκια πτώχευαν. Λίγοι οικονομικοί ειδικοί φαντάστηκαν ποτέ την έκταση της επίδρασης που θα είχαν οι επικείμενες πτωχεύσεις. Ούτε και οι ελεγκτές. Η ανασφάλιστη κομπίνα της AIG ελεγχόταν από το Γραφείο Επίβλεψης Διαχείρισης Χρημάτων της Ουάσιγκτον, που στόχος του ήταν ο έλεγχος των εταιριών παροχής δανείων και όχι παγκόσμιων ασφαλιστών. Και δεν έλεγχαν»[1].
Δηλαδή, η AIG, που σύμφωνα με το Time δημιούργησε ένα χαρτοφυλάκιο αξίας 2.7 τρισ. δολαρίων σε παράγωγα, έσπευσε να ασφαλίσει πολλούς από αυτούς που είχαν αγοράσει ομόλογα βασισμένα στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ. Τους υποσχέθηκε, λοιπόν, ότι θα τους πληρώσει σε περίπτωση που τα ομόλογα αυτά έχαναν την αξία τους. Ομως, το άνοιγμα που έκανε ήταν πολύ μεγάλο για να μπορέσει να τους πληρώσει όλους ταυτόχρονα, ούτε και περίμενε να γίνει κάτι τέτοιο.
«Η AIG –συνεχίζει το Time– όπως κι άλλα ιδρύματα, έφτιαχνε ένα εργοστάσιο συναλλαγών σε παράγωγα συνδεδεμένα με την αμερικάνικη αγορά ακίνητης περιουσίας. Η έκρηξη (αυτής της αγοράς σ.σ.) χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από “Εγγυημένες Δανειακές Υποχρεώσεις” (CDOs), χρεόγραφα βασισμένα στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια “χαμηλής εξασφάλισης” (σ.σ. δηλαδή από πιστωτές που δεν εγγυόταν κανείς ότι μπορούσαν να πληρώσουν), που πήραν δικαίως τον τίτλο των “τοξικών χρεογράφων”. Εταιρίες που είχαν CDO μπορούσαν να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο αγοράζοντας “πιστωτικές συμφωνίες ανταλλαγής” (σ.σ. Credit Default Swaps – CDS, δηλαδή “αντασφάλιση”), από την AIG-FP. Ή θα μπορούσαν απλά να κερδοσκοπήσουν με αυτά τα εργαλεία. Ολα λειτουργούσαν περίφημα μέχρι που η υπερκατασκευή από τις κατασκευαστικές εταιρίες και ο υπερδανεισμός των καταναλωτών έκανε την φούσκα να σκάσει. Αυτό με την σειρά του προκάλεσε την ραγδαία πτώση της αξίας των CDOs. Πράγμα που οδήγησε αυτούς που κρατούσαν τα CDSs πάνω σε αυτά τα χρεόγραφα να ζητήσουν τα χρήματά τους από την AIG»[1].
Αφήνουμε στην άκρη την αιτία που κατά το Time προκάλεσε το σκάσιμο της φούσκας της αγοράς κατοικίας (υπονοεί ότι φταίει η «απληστία» των καταναλωτών). Σημειώνουμε μόνο, ότι μόλις το 33% των ιδιόκτητων κατοικιών στις ΗΠΑ το 2005 ήταν απαλλαγμένες από ενυπόθηκα χρέη[2] κι ότι την ίδια χρονιά (την οποία το CNN αναφέρει ως το αποκορύφωμα της κερδοσκοπίας στον τομέα της κατοικίας) η πλειοψηφία των πωλήσεων κατοικιών αφορούσε την πρώτη κατοικία[3]. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν ήταν η «απληστία» των καταναλωτών που ήθελαν να αγοράσουν πολλά σπίτια, αλλά η προσπάθειά τους να απαλλαγούν από τον βραχνά του ενοικίου (άσχετα αν έπεσαν σε μεγαλύτερο βραχνά, να κινδυνεύουν δηλαδή να χάσουν το σπίτι τους από τις τράπεζες). Ξαναγυρίζοντας στην περίπτωση της AIG, είναι ξεκάθαρο πλέον ότι στόχος της ήταν να καρπωθεί μέγιστο κέρδος από αυτή τη μπίζνα. Οχι μόνο παρείχε αντασφάλιση του κινδύνου των κατόχων των διαφόρων ομολόγων που βασίζονταν στην αγορά κατοικίας, αλλά τα ασφάλιστρα που έπαιρνε τα επένδυσε σε ριψοκίνδυνα ενυπόθηκα δάνεια[1]. Ομως, το πλήρωσε ακριβά. Τα κέρδη άρχισαν την κατρακύλα, μέχρι που η μείωση που σημείωσαν το τέταρτο τρίμηνο του 2008 (61.7 δισ. δολάρια) καταγράφηκε ως η μεγαλύτερη μείωση κερδών που έχει ποτέ αναφερθεί από αμερικάνικη εταιρία[4].
…στη «διάσωση»
Το κράτος έσπευσε λοιπόν να πάρει υπό τον έλεγχό του το 80% της AIG χρηματοδοτώντας με τέσσερα τον αριθμό «πακέτα στήριξης» την εταιρία που κατέρρεε. Oπως μας πληροφορεί το Time[1], από τα 170 δισ. δολάρια που πήρε η AIG από το αμερικάνικο δημόσιο, τα 95 περίπου δόθηκαν σε μια σειρά αμερικάνικων και ξένων εταιριών, από την Goldman Sachs μέχρι την ελβετική UBS, που είχαν αγοράσει CDOs, δηλαδή είχαν ασφαλιστεί στην AIG.
Είδατε κανένα μεγαλοστέλεχος της AIG να χάνει την περιουσία του; Φυσικά και όχι. Αντίθετα, όλοι αυτοί θησαύρισαν. Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, 73 μεγαλοστελέχη του τμήματος της εταιρίας που εμφάνισε τις μεγαλύτερες ζημιές (AIG-FP) έπαιρναν 1 εκατ. δολάρια αμοιβή έκαστος, ενώ ο πρόεδρος του ίδιου τμήματος τσέπωσε 280 εκατ. δολάρια τα οχτώ τελευταία χρόνια (δηλαδή 115 εκατ. δολάρια περισσότερα από τα μπόνους των στελεχών που δόθηκαν πρόσφατα, για τα οποία έγινε τόσος ντόρος στις ΗΠΑ τις προηγούμενες βδομάδες).
Ταυτόχρονα, η AIG ήταν και μέγας χορηγός τόσο των «Δημοκρατικών» όσο και των «Ρεπουμπλικάνων». Σύμφωνα με το Time[1], η εταιρία μοίρασε 9.3 εκατ. δολάρια εξίσου στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, από το 1990 μέχρι το 2008, και έδωσε άλλα 70 εκατομμύρια παρασκηνιακά την τελευταία δεκαετία. Φυσικά και δε μπορού-με να ελέγξουμε την ακρίβεια αυτών των ποσών (μπορεί να ήταν πολύ περισσότερα).
Το σίγουρο όμως είναι ότι οι παραπάνω αποκαλύψεις δείχνουν ανάγλυφα τα «χίλια δύο ορατά και αόρατα νήματα» που συνδέουν τα μονοπώλια με τους κυβερνώντες. Το παράδειγμα της AIG δεν είναι καθόλου μεμονωμένο και όχι μόνο αμερικάνικο. Γι’ αυτό, όμως, θα μιλήσουμε στο επόμενο φύλλο.
Κώστας Βάρλας
Παραπομπές
1. «Πως η AIG έγινε τόσο μεγάλη για να καταρρεύσει», Time, 19/3/09.
2. American Housing Survey 2005 – Πίνακας 3-15.
3. Το CNN στις 30/3/09, επικαλούμενο τον Εθνικό Σύνδεσμο Μεσιτών (National Association of Realtors – NAR), αναφέρει ότι το 40% των πωλήσεων κατοικιών το 2005 αφορούσε δεύτερη κατοικία, πράγμα που σημαίνει ότι το 60% των πωλήσεων ήταν για πρώτη κατοικία.
4. CNN Money, 2/3/09.