Στην τελική φάση προς τη Βουλή βρίσκεται το νομοσχέδιο για τις εργασιακές σχέσεις. Ηδη ο Λοβέρδος το έχει στείλει στην ΟΚΕ, η οποία συνεδρίασε προκειμένου να εκδώσει γνώμη (δεν έχει δημοσιοποιηθεί ακόμη). Θυμίζουμε τα βασικά στοιχεία αυτού του αντεργατικού εκτρώματος (αναλυτικά είχαμε γράψει στο φύλλο της 30.1.2010):
♦ Μπλοκάκια: Χειροτερεύει το καθεστώς για τους εργαζόμενους με μπλοκάκι και δίνεται η δυνατότητα στους καπιταλιστές να το διευρύνουν. Το προηγούμενο καθεστώς (Ν. 2639/1998) προέβλεπε ότι εφόσον η εργασία με μπλοκάκι παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Ο Λοβέρδος πρόσθεσε ως προϋπόθεση το τρίμηνο. Προηγουμένως ο εργαζόμενος μπορούσε να διεκδικήσει ένσημα, δώρα και άδεια ακόμα και αν εργαζόταν για ένα μήνα, τώρα πρέπει να έχει τουλάχιστον τρίμηνο. Μετά μπορεί να γίνει μια διακοπή (εικονική ασφαλώς) για κάποιες μέρες και ν’ αρχίσει νέο τρίμηνο και πάει λέγοντας. Μάλιστα, ο Λοβέρδος καταργεί και την υποχρέωση του εργοδότη να γνωστοποιεί τη σύμβαση στην Επιθεώρηση Εργασίας εντός 15 ημερών.
♦ Εκ περιτροπής εργασία: Αποθεώνεται το αντεργατικό πνεύμα με τη ρύθμιση για την εκ περιτροπής εργασία. Το προηγούμενο καθεστώς (Ν. 2639/1998) ήταν εξαιρετικά ασαφές, γιατί την περίοδο που φτιάχτηκε οι καπιταλιστές δεν είχαν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτή τη ρύθμιση. Εκανε λόγο για εκ περιτροπής εργασία ανά ημέρα, εβδομάδα ή μήνα, αλλά δεν όριζε ρητά ότι η εκ περιτροπής εργασία μπορεί να εφαρμοστεί και στους πλήρως απασχολούμενους. Στις συνθήκες της κρίσης οι καπιταλιστές θέλουν να τη χρησιμοποιήσουν, ήδη τη χρησιμοποιούν και δε θέλουν να μπλέξουν με μελλοντικές προσφυγές εργαζόμενων στα δικαστήρια.
Στην εισηγητική έκθεση του νομοσχέδιου ο Λοβέρδος το αναφέρει καθαρά: «Διατηρείται η διάταξη ότι ο εργοδότης δύναται να επιβάλει μονομερώς σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης σε περίπτωση περιορισμού της δραστηριότητάς του (…) για χρονικό διάστημα μέχρι έξι μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος».
Αποθεώνεται το διευθυντικό δικαίωμα, όπως ακριβώς απαιτούσαν οι καπιταλιστές. Απλά πρέπει να ενημερώνουν τους εργαζόμενους «σε τόπο και χρόνο που ορίζει ο εργοδότης», ο οποίος μπορεί να κάνει την ενημέρωση «με γενική ανακοίνωση σε εμφανές και προσιτό σημείο της επιχείρησης».
♦ Μερική απασχόληση: Στη μερική απασχόληση, ένα καθεστώς έτσι κι αλλιώς αντεργατικό, ο Λοβέρδος εισάγει μια μεγαλοπρεπέστατη εξαίρεση. Ενώ προβλέπεται ότι το ωράριο των μερικώς απασχολούμενων πρέπει να είναι συνεχές, εξαιρεί τους οδηγούς και τους συνοδούς σχολικών λεωφορείων και τους καθηγητές στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών και μέσης εκπαίδευσης! Σχολάρχες και φροντιστηριάρχες θα μπορούν να απασχολούν αυτούς τους εργαζόμενους με σπαστό ωράριο. Π.χ. δυο ώρες το πρωί και δυο το μεσημέρι.
Κυριολεκτικά για ξεκάρφωμα προστίθεται στο ισχύον καθεστώς μια διάταξη, σύμφωνα με την οποία το ωρομίσθιο όσων δουλεύουν κάτω από 4 ώρες την ημέρα προσαυξάνεται κατά 7,5%. Ο τετραωρίτης παίρνει τουλάχιστον ένα ένσημο μερικής απασχόλησης, ενώ ο εργαζόμενος κάτω από 4 ώρες παίρνει λιγότερα ένσημα σε μηνιαία βάση, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην ασφάλισή του. Αυτό γιατί το «ξέχασε» ο ευαίσθητος υπουργός;
Και το νομοσχέδιο Λοβέρδου απαγορεύει τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, ενώ καταργεί την ισχύουσα υποχρέωση των καπιταλιστών να υποβάλλουν καταστάσεις στην Επιθεώρηση Εργασίας. Κατά τα άλλα, θέλει να ελέγξει τους εργοδότες!
♦ Προσωρινή απασχόληση – Δουλεμπόριο: Οχι μόνο διατηρείται άθιχτο το καθεστώς (άρθρα 20-25 Ν. 2956/2001), αλλά γίνεται χειρότερο. Εννοείται πως η πρόβλεψη ότι το νοίκιασμα εργαζόμενου «επιτρέπεται μόνο για συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούνται από έκτακτες, πρόσκαιρες και εποχιακές ανάγκες» έχει καθαρά φιλολογική σημασία, όταν ακόμη και το κράτος παραβιάζει τη συνταγματική ρύθμιση που απαγορεύει την πρόσληψη προσωπικού ορισμένου χρόνου για πάγιες ανάγκες και προσλαμβάνει αφειδώς τέτοιο προσωπικό, τόσο επί ΝΔ όσο και επί ΠΑΣΟΚ, βαφτίζοντάς το προσωπικό για κάλυψη έκτακτων, πρόσκαιρων και εποχιακών αναγκών.Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα προσλαμβάνονται εργαζόμενοι-δούλοι που θα καλύπτουν πάγιες ανάγκες, οι οποίες θα βαφτίζονται έκτακτες, πρόσκαιρες, εποχιακές.
Εως τώρα (άρθρο 22 Ν. 2956/2001) επιτρεπόταν δυο διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου (8+8 μήνες). Μετά, η σύμβαση μετατρεπόταν υποχρεωτικά σε αορίστου χρόνου. Ο Λοβέρδος από τη μια διευρύνει το διάστημα στους 18 μήνες (12+6) και από την άλλη ανοίγει ένα τεράστιο παράθυρο για διαιώνιση της δουλεμπορικής σύμβασης. Αν μεσολαβήσει ένα διάστημα μη απασχόλησης 45 ημερών, μπορεί να ξεκινήσει νέο 18μηνο, στον ίδιο εργοδότη, στο ίδιο αντικείμενο. Ετσι, η προσδοκία του εργαζόμενου ότι κάποια στιγμή θα μπορούσε να γίνει αορίστου χρόνου στον έμμεσο εργοδότη και να φύγει από τα νύχια του δουλέμπορου, πάει περίπατο. Μετά από ένα διάλειμμα 45 ημερών (στο οποίο, όπως ο καθένας μπορεί να καταλάβει θα εργάζεται «μαύρα»), θα ξαναρχίζει γι’ αυτόν ο κύκλος του 18μηνου, που δεν θα έχει τέλος. Ο Λοβέρδος καταφέρνει να κάνει σκόνη την κοινοτική οδηγία που ενσωματώθηκε στα ΠΔ Παυλόπουλου και Παναγιωτόπουλου, που απαγορεύει τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου για κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών. Ξέρετε εσείς καμιά ανάγκη που να είναι έκτακτη και να διαρκεί επί 3 συναπτά έτη (18+18 μήνες), με ένα διάλειμμα 45 ημερών;
Το νομοσχέδιο Λοβέρδου δεν μπορούσε να μην έχει και τις φωτογραφικές του διατάξεις. Για τους μεγαλοξενοδόχους δεν ισχύει ούτε το 45ήμερο, αν απασχολήσουν το προσωπικό «σε ολιγοήμερες κοινωνικές εκδηλώσεις». Εχει ένα γκρουπ, ένα συνέδριο, ένα γάμο; Παίρνει το προσωπικό για λίγες μέρες και δεν έχει καμιά υποχρέωση. Ακόμα και αν δεν έχει μεσολαβήσει 45ήμερο ανάμεσα στις δυο συμβάσεις!
Το ισχύον νομικό πλαίσιο (Ν. 2956/2001, άρθρ. 22, παρ. 2) προέβλεπε ότι οι αποδοχές αυτών των εργαζόμενων δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις προσδιοριζόμενες στις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις. Ο Λοβέρδος θεωρεί… περιττή αυτή την πρόβλεψη και την εξαλείφει. Βέβαια, η συγκεκριμένη διάταξη στην πράξη παραβιαζόταν πάντοτε. Οι εργαζόμενοι δεν πληρώνονταν όχι μόνο με τα κλαδικά, αλλά ούτε με τα βασικά (γνωστή η δράση των δουλεμπόρων). Στα ευρωόργανα (Κομισιόν, Συμβούλιο, Κοινοβούλιο) επί έξι χρόνια είχε μπλοκαριστεί η σχετική ρύθμιση και τελικά αφαιρέθηκε από την οδηγία 104/ 2008 η υποχρέωση να πληρώνονται οι νοικιαζόμενοι εργαζόμενοι με βάση τις κλαδικές αποδοχές του πόστου που καλύπτουν. Πριν ακόμα ενσωματωθεί αυτή η οδηγία στο ελληνικό Δίκαιο, ο Λοβέρδος σπεύδει να εξαλείψει τη σχετική διάταξη που για ξεκάρφωμα είχε βάλει το ΠΑΣΟΚ το 2001.
♦ Διαθεσιμότητα: Το ισχύον καθεστώς παραμένει ως έχει, ενώ για την «ενημέρωση-διαβούλευση» ισχύουν όσα και για την εκ περιτροπής εργασία.
♦ Διευθέτηση χρόνου εργασίας: Η περιβόητη διευθέτηση εισήχθη με το Ν. 2639/ 2001 του ΠΑΣΟΚ και «βελτιώθηκε» με το νόμο 3385/2005 της ΝΔ. Ο Λοβέρδος ανέλαβε να «βελτιώσει» το μηχανισμό επιβολής της διευθέτησης, έτσι που να γίνεται πράξη η αποθέωση του διευθυντικού δικαιώματος των καπιταλιστών. Αφήνοντας εντελώς άθιχτο το ουσιαστικό –και άκρως αντεργατικό– πλαίσιο της διευθέτησης, θεσπίζει καταρχάς τη δυνατότητα να υπογράφει τη διευθέτηση μια «ένωση προσώπων» από 5 εργαζόμενους, σε επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 20 εργαζόμενους! Δηλαδή, ο καπιταλιστής μπορεί να περάσει τη διευθέτηση χρησιμοποιώντας 5 τσάτσους ή 5 τρομοκρατημένους εργαζόμενους! Αν σκαλώσει η «διαβούλευση», έως τώρα αρμόδια να δώσει λύση ήταν μια επιτροπή που αποτελούνταν από έναν κοινωνικό επιθεωρητή, δυο εκπροσώπους από το Εργατικό Κέντρο και δυο εκπροσώπους των εργοδοτών. Ο Λοβέρδος καταργεί αυτή την επιτροπή, που γενικά δεν «περπατούσε» και οι καπιταλιστές γκρίνιαζαν, και στη θέση της βάζει τον ΟΜΕΔ. Δοκιμασμένο όργανο ταξικής συνεργασίας, που σίγουρα θα μπορεί να εκτιμήσει τις «ανάγκες» μιας επιχείρησης που ζητάει διευθέτηση.
Και όμως, αυτό το αντεργατικό έκτρωμα, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ το βρήκε απλώς… λειψό. Σημείωσε ότι «έχει καταρχήν αρκετές θετικές ρυθμίσεις και περιορισμούς της εργοδοτικής αυθαιρεσίας» (!!!) αλλά «δεν συμπεριέλαβε μια σειρά από σοβαρά θέματα», τα οποία η ΓΣΕΕ θα «διαπραγματευθεί» από εδώ και πέρα. Για «θετικό βήμα στο να ρυθμιστεί η ζούγκλα των ευέλικτων μορφών απασχόλησης» έκανε λόγο ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γ. Παναγόπουλος. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία μιλάει μόνο για κάποιες ρυθμίσεις του Ν. 3385/2005 της ΝΔ, ενώ δε ζητά κατάργηση του προηγούμενου αντεργατικού θεσμικού πλαισίου!
Ξεσαλωμένος ο ΣΕΒ, έστειλε διά του προέδρου του επιστολή στο Λοβέρδο, με το οποίο «προειδοποιεί» ότι «το νομοσχέδιο ως έχει, θα αποτελέσει εργασιακό μπούμερανγκ: και την ανεργία θα αυξήσει και την παράνομη εργασία θα ενθαρρύνει», διότι «σε αυτήν την περίοδο βαθιάς κρίσης, το νομοσχέδιο περιορίζει τις επιλογές των ίδιων των εργαζομένων ως προς τον τρόπο δουλειάς τους, υπονομεύει τη λειτουργία σημαντικών κλάδων της οικονομίας και αυξάνει το κόστος εργασίας». Απειλούν, δηλαδή, ότι στην πράξη θα βασιλέψει η απόλυτη ασυδοσία και ζητούν από το Λοβέρδο να τη θεσπίσει από τώρα.