Πρώτα ξεκίνησαν την αριθμο-τρομοκρατία. Δημιουργήθηκε έτσι το φόντο, το σκηνικό. Κάθε συνταξιούχος που παίρνει περισσότερα από 600 ευρώ το μήνα πρέπει να αισθανθεί περίπου ως υπονομευτής του έθνους. Κι αν δεν το αισθανθεί ο ίδιος, πρέπει να τον κάνουν να το αισθανθεί οι γύρω του: σα δε ντρέπεσαι να μιλάς με 1.500 ευρώ σύνταξη! Κάθε εργαζόμενος πρέπει να αισθανθεί ένοχος εσχάτης προδοσίας, αν δεν αποδέχεται ότι πρέπει να βγει στη σύνταξη τουλάχιστον στα 70.
Στη συνέχεια ήρθε η μετρο-τρομοκρατία. Οχι επισήμως από την κυβέρνηση, αλλά από τα γνωστά παπαγαλάκια. Ξέρετε πως γίνονται αυτά. Τους καλούν σε σύσκεψη και τους λένε τι να γράψουν και τι να πουν. Στο ενδιάμεσο παρενέβη ο Μίχαλος με μια μελέτη του Τήνιου (πουλέν του σημιτικού εκσυγχρονισμού στα ασφαλιστικά), που μπροστά της θα ριγούσε ακόμα και ο Πινοσέτ. Εριξε καναδυό πινελιές και ο Νασούλης ο Αλευράς, που ζήτησε αύξηση των ορίων ηλικίας, και το τρομο-σκηνικό είχε συμπληρωθεί.
Η κυβέρνηση ανέλαβε να γυρίσει το ρουμπινέ από το κρύο στο ζεστό: δεν θα αιφνιδιάσουμε κανέναν, οι προεκλογικές μας δεσμεύσεις ισχύουν, θα κάνουμε διάλογο, δεν θα φορτώσουμε τα βάρη στις πλάτες των εργαζομένων κ.λπ. κ.λπ. Εκεί που οι «κακοί» είχαν κατατρομάξει τον κόσμο, έρχονται οι «καλοί» να τον χαϊδέψουν στρογικά στο κεφάλι και να του πουν: μη φοβάσαι, δεν θα πονέσεις και τόσο πολύ, βόηθα όμως και συ λίγο, μην τα θέλεις όλα δικά σου.
Και για να δείξουν ότι είναι πραγματικά «καλοί» και όχι μόνο στα λόγια, ξεκίνησαν το διάλογο με την πρόταση για μια επιτροπή, που μέχρι τα τέλη του Απρίλη θα πρέπει να έχει βγάλει συνολικό πόρισμα. Για να μην ψάχνεστε, σας θυμίζουμε ότι και ο Μητσοτάκης είχε φτιάξει μια τέτοια επιτροπή, με πρόεδρο τον καθηγητή Φακιολά, πριν επιχειρήσει το πρώτο μεγάλο σάρωμα ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Θέλεις να κάνεις μια αντιασφαλιστική ανατροπή; Φτιάξε πρώτα μια επιτροπή. Αυτή ξέρει πώς θα σου προσφέρει το απαραίτητο «επιστημονικό» άλλοθι.
Τα πράγματα είναι κάτι παραπάνω από καθαρά. Η κοινωνική ασφάλιση ξαναμπαίνει στην κλίνη του Προκρούστη, από την περιοχή της οποίας ουδέποτε απομακρύνθηκε. Το αποτέλεσμα του «διαλόγου» το ξέρουμε όλοι πολύ καλά. Η συμμετοχή της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας σ’ αυτόν είναι η καλύτερη εγγύηση ότι θα γίνει αυτό που θέλει το σύστημα, χωρίς ν’ ανοίξει ρουθούνι.
Επειδή, λοιπόν, ξέρουμε τι πρόκειται να γίνει, δεν έχουμε καμιά δικαιολογία. ‘Η θα σταυρώσουμε τα χέρια και θα περιμένουμε το… μοιραίο ή θα ξεκουνηθούμε, για να υπερασπίσουμε επιτέλους όχι αυτό που απέμεινε από την κοινωνική ασφάλιση και απειλούν να μας το πάρουν, αλλά αυτά που δικαιούμαστε ως μοναδικοί παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου.