Η «Πρωτοβουλία Αμυνας της Κοινότητας» ή «Community Defense Initiative (CDI)», όπως αποκαλείται από τους εμπνευστές της, είναι το νέο όπλο στη φαρέτρα του αμερικάνικου Πενταγώνου, στο οποίο στηρίζει τις ελπίδες του για να ανακτήσει την πρωτοβουλία από τους Ταλιμπάν και να αποτρέψει τη διαφαινόμενη ήττα στο Αφγανιστάν.
Πρόκειται για την αφγανική εκδοχή του μοντέλου των «Επαγρυπνούντων Συμβουλίων» στο Ιράκ, της σουνιτικής πολιτοφυλακής, που συγκροτήθηκε το 2006 από ισχυρούς τοπικούς φύλαρχους στις σουνιτικές επαρχίες, με την υποστήριξη, τον εξοπλισμό και τη χρηματοδότηση των Αμερικάνων, με στόχο την καταστολή της ιρακινής αντίστασης στις δυνάμεις κατοχής. Η εφαρμογή του ίδιου μοντέλου στο Αφγανιστάν υποστηρίζεται από τον αμερικάνο στρατηγό Στάνλεϊ ΜακΚρίσταλ, διοικητή των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, και αποτελεί το ένα σκέλος του σχεδίου κλιμάκωσης του πολέμου που έχει υποβάλλει στο Λευκό Οίκο. Το άλλο σκέλος είναι μια αντίστοιχη ιρακινή «Surge», η αποστολή δηλαδή τουλάχιστον 40.000 ακόμη αμερικάνικων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, η έγκριση της οποίας από το Λευκό Οίκο αναμένεται από μέρα σε μέρα.
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα «Guardian» (22/12/09), αμερικάνοι και βρετανοί αξιωματικοί έχουν ήδη αρχίσει να χρηματοδοτούν, να εξοπλίζουν και να εκπαιδεύουν αφγανικές πολιτοφυλακές σε τουλάχιστον 14 περιοχές στο νότιο, ανατολικό και δυτικό Αφγανιστάν, με στόχο να επεκταθούν σ’ όλη τη χώρα για να βοηθήσουν τα αφγανικά και αμερικάνικα στρατεύ-ματα στον πόλεμο κατά των Ταλιμπάν.
Η αμερικάνικη προπαγάνδα, φυσικά, παρουσιάζει το σχέδιο αυτό ως «αυθόρμητη», «τοπική» και «γηγενή» απάντηση στους Ταλιμπάν, η οποία με την υποστήριξη των Αμερικάνων μπορεί να οδηγήσει στον τερματισμό του πολέμου. Ωστόσο, για όσους παρακολουθούν την εξέλιξη του πολέμου στο Αφγανιστάν είναι ηλίου φαεινότερο ότι αποτελεί απόδειξη πλήρους αποτυχίας, ομολογία χρεωκοπίας της αμερικάνικης στρατηγικής στο Αφγανιστάν.
Ενδεικτικό για τα κίνητρα, τους στόχους, αλλά και τις πιθανότατες επιπτώσεις του εγχειρήματος της «Community Defense Initiative» είναι σχετικό άρθρο των «New York Times» 21/11/09), από το οποίο παραθέτουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Αμερικάνοι και αφγανοί αξιωματούχοι έχουν αρχίσει να βοηθούν ένα αριθμό αντι-Ταλιμπάν πολιτοφυλακών που έχουν πάρει τα όπλα με δική τους πρωτοβουλία εναντίον των ανταρτών σε μερικά μέρη του Αφγανιστάν, δημιουργώντας ελπίδες για μια μεγάλης κλίμακας εξέγερση εναντίον των Ταλιμπάν…
Οι αμερικάνοι και οι αφγανοί αξιωματούχοι λένε ότι ελπίζουν ότι το σχέδιο θα φέρει κοντά χιλιάδες ένοπλους για να προστατέψουν τις γειτονιές τους από τους αντάρτες Ταλιμπάν. Ηδη εκατοντάδες Αφγανοί δρουν με δική τους πρωτοβουλία εναντίον των Ταλιμπάν.
Η προσπάθεια αυτή αποτελεί ένα από τα πιο φιλόδοξα και πιο ριψοκίνδυνα σχέδια για την ανάκτηση της πρωτοβουλίας από τους Ταλιμπάν, που πολεμούν πιο σθεναρά από ποτέ από το 2001.
Δουλεύοντας με τις πολιτοφυλακές, οι αμερικάνοι και οι αφγανοί αξιωματούχοι ελπίζουν να αυξήσουν γρήγορα τον αριθμό των Αφγανών που πολεμούν τους Ταλιμπάν. Αυτοί θα μπορούσαν να συμπληρώσουν τα αμερικάνικα και τα αφγανικά στρατεύματα που υπάρχουν στη χώρα και όσα ακόμη αποφασίσει ο πρόεδρος Ομπάμα. Οι πολιτοφυλακές θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν να καλυφθεί το κενό μέχρι να αυξηθούν και να εκπαιδευτούν ο αφγανικός στρατός και η αστυνομία, ένα πρόγραμμα που θα πάρει χρόνια για να αποφέρει καρπούς.
Οι Αμερικάνοι ελπίζουν ότι οι πολιτοφυλακές θα ενθαρρύνουν ένα όλο και πιο απογοητευμένο αφγανικό πληθυσμό να πάρει μέρος στον πόλεμο κατά των Ταλιμπάν».
Είναι φανερό ότι οι Αμερικάνοι επιχειρούν, πληρώνοντας αδρά φύλαρχους και τοπικούς πολέμαρχους και εξαγοράζοντας συνειδήσεις πεινασμένων και εξαθλιωμένων, να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να προκαλέσουν στη χώρα εμφύλιο πόλεμο και να μπορέσουν οι ίδιοι να ξεφύγουν από την παγίδα του Αφγανιστάν. Μόνο που το Αφγανιστάν δεν είναι Ιράκ, γι’ αυτό και όλες οι μέχρι τώρα απόπειρες προσέγγισης των αποκαλούμενων «μετριοπαθών» Ταλιμπάν και διάσπασης των γραμμών τους έχουν αποβεί άκαρπες.
Στο σημείο αυτό, αντί της δικής μας επιχειρηματολογίας, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να παραθέσουμε κάποια αποσπάσματα από το άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» (23/12/09), με τίτλο «Δεν μπορούμε να αγοράσουμε την ειρήνη στο Αφγανιστάν»:
«Αυτή είναι η κλασσική αποικιακή τακτική ή “αντι-εξέγερση”, όπως λέγεται ευγενικά, που παρατηρείται από την Μαλαισία και την Κένυα μέχρι το Βιετνάμ και τις παλαιστινιακές “λίγκες των χωριών”, που δημι-ούργησε το Ισραήλ στη δεκαετία του ’70. Είναι όμως επίσης η αυταπάτη των κατακτητών διαμέσου των αιώνων ότι μπορούν να σκοτώσουν την αποφασιστικότητα των λαών να κυβερνήσουν τη χώρα τους προσφέροντάς τους δεσμίδες νομισμάτων.
Ούτε το προηγούμενο του Ιράκ είναι πολύ ενθαρρυντικό. Τα Επαγρυπνούντα Συμβούλια ήταν ένας παράγοντας στη μείωση των αμερικάνικων απωλειών – οι οποίες συνεχίζονται ακόμη με ένα θάνατο κάθε δύο ή τρεις μέρες. Υπήρχαν όμως και άλλοι παράγοντες που δεν υπάρχουν στο Αφγανιστάν: Οι σουνίτες Αραβες είναι μειοψηφία στο Ιράκ, μερικοί από τους οποίους έφτασαν στο σημείο να φοβούνται περισσότερο τις σιιτικές πολιτοφυλακές και το Ιράν από τις αμερικάνικες δυνάμεις κατοχής μετά από δύο χρόνια σεκταριστικού μακελειού.
Αντίθετα, οι Παστούν, που είναι η ραχοκοκκαλιά της εξέγερσης των Ταλιμπάν, είναι η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στο Αφγανιστάν. Σεκταριστικές διχόνοιες ανάλογες του Ιράκ δεν υπάρχουν και καμιά περιφερειακή δύναμη δεν ασκεί ανάλογη επιρροή σε βάρος των συμφερόντων των Παστούν με κείνη που οι σουνίτες θεωρούν ότι ασκεί το Ιράν στο Ιράκ.
Σε κάθε περίπτωση, τα Επαγρυπνούντα Συμβούλια στο Ιράκ βρίσκονται σε κρίση εδώ και αρκετό καιρό και γίνονται όλο και συχνότερα στόχος ένοπλων επιθέσεων. Στην πραγματικότητα, στην επαρχία Ανμπάρ, κοιτίδα του κινήματος των Επαγρυπνούντων Συμβουλίων, οι επιχειρήσεις της αντίστασης με στόχο τα αμερικάνικα στρατεύματα, τον ιρακινό στρατό και την αστυνομία καθώς και τα Επαγρυπνούντα Συμβούλια αυξάνονται συνεχώς εδώ και μερικούς μήνες.
Η απόπειρα να εφαρμοστεί το ίδιο τέχνασμα στο Αφγανιστάν θα κλιμακώσει σίγουρα τη σύγκρουση μεταξύ των Αφγανών, θα δημιουργήσει νέους πολέμαρχους και θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τη διαφθορά. Στην καλύτερη περίπτωση, θα αγοράσει λίγο χρόνο που θα δώσει πολιτική κάλυψη για να παζαρευτεί μια αποχώρηση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Ομως κάθε σκέψη ότι ενοικιάζοντας φύλαρχους θα αγοράσεις την ειρήνη στο Αφγανιστάν είναι χίμαιρα».