Με άγρια επίθεση στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών ξεκίνησε τη θητεία της στο υπουργείο Παιδείας η Διαμαντοπούλου. Γιατί γνωρίζει καλά πως μόνο έτσι θα πετσοκόψει αποφασιστικά τους μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών, άρα και τις δαπάνες, σε καιρούς οικονομικής κρίσης και σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Αλλά και γιατί ξέρει πως μόνο ο υποταγμένος, ο σε μόνιμη εργασιακή ομηρία, μετέωρος και γι’ αυτό φοβισμένος εκπαιδευτικός, μπορεί να σηκώσει στις πλάτες του το σχολείο που οραματίζονται όλοι οι διαχειριστές του συστήματος, το φθηνό σχολείο της αγοράς, το προικισμένο με τα καλούδια της αξιολόγησης και της αποκέντρωσης.
Η Διαμαντοπούλου, λοιπόν, βρήκε τον αποδιοπομπαίο τράγο, τον εκπαιδευτικό, και του φόρτωσε όλα τα δεινά της εκπαίδευσης και των δυσλειτουργιών. Ακολουθώντας τα λογιστικά τρικ του ΟΟΣΑ, τα οποία για την ίδια αποτελούν φετφά (γιατί έτσι βολεύει την πολιτική της ίδιας και της κυβέρνησης) απεφάνθη πως η Ελλάδα έχει υπερπληθώρα εκπαιδευτικών και την καλύτερη αναλογία εκπαιδευτικών προς τους μαθητές, προφανώς τσουβαλιάζοντας τις τάξεις και τα σχολικά τμήματα της απομακρυσμένης επαρχίας με τις σχολικές τάξεις των μεγάλων αστικών κέντρων. Και αφού έφτιαξε ένα επινοημένο ιδανικό τοπίο, πέρασε στην επίθεση, ανακοινώνοντας σαρωτικές αλλαγές στον τρόπο πρόσληψης, αναπολώντας τις εποχές του Αρσένη, που με φωτιά και σίδερο κατήργησε την επετηρίδα διορισμών, τσαλαπάτησε χωρίς λύπηση τις ζωές χιλιάδων νέων ανθρώπων που έκαναν όνειρα για μια θέση στο δημόσιο σχολείο και άνοιξε το δρόμο για τις χιλιάδες κάθε χρόνο προσλήψεις αναπληρωτών και ωρομίσθιων.
Οι νόμοι του Αρσένη άλλαξαν άρδην το εργασιακό τοπίο στη δημόσια εκπαίδευση και οι γενιές των συμβασιού-χων σε αυτήν έδωσαν και πήραν υπερκαλύπτοντας κάθε χρόνο τον αριθμό των μόνιμων διορισμών. Τα χρόνια που ακολούθησαν, κάτω από την πίεση των αγώνων του εκπαιδευτικού κινήματος, οι νόμοι του επιδέχτηκαν σειρά τροποποιήσεων (οι προσλήψεις γίνονται σε ποσοστό 60% από τους επιτυχόντες στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και σε ποσοστό 40% από τους πίνακες αναπληρωτών, που καταρτίζονται από τα μόρια επιτυχίας στον ΑΣΕΠ, την προϋπηρεσία, το βαθμό πτυχίου, τους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους. Με τελευταία ρύθμιση, για να διοριστεί κάποιος στο δημόσιο σχολείο αρκεί να είναι επιτυχών-μη διοριστέος σε έναν διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και να έχει τρία χρόνια εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας). Χιλιάδες εκπαιδευτικοί νέοι και με οικογένειες περιδιαβαίνουν όλη την Ελλάδα, μαζεύοντας τα πολύτιμα λιθαράκια της προϋπηρεσίας τους, με μισθούς πείνας -ειδικά οι ωρομίσθιοι που βιώνουν καθεστώς γαλέρας (ανώτατος εργασιακός χρόνος οι 12 ώρες εβδομαδιαίως) συχνά απλήρωτοι για μήνες, αφού έχουν δοκιμάσει την τύχη τους και μια και δυο φορές στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, εξευτελίζοντας τα πανεπιστημιακά πτυχία τους και την αξιοπρέπειά τους (αποδέχονται με εκβιαστικό τρόπο ότι μια τρίωρη εξέταση είναι το μέγιστο και ύψιστο κριτήριο αξιοκρατίας για το διορισμό στην εκπαίδευση). Ερχεται, λοιπόν, τώρα η Διαμαντοπούλου, που έχει «πάθος για δικαιοσύνη», όπως εξοργιστικά δήλωσε, να γυρίσει τα πράγματα στην αρχή τους και μάλιστα σε ένα πολύ χειρότερο σενάριο, αφού αυτοί οι άνθρωποι που θα μείνουν τώρα μετέωροι έχουν στεργιώσει με το αίμα τους τα δημόσια σχολεία. Σε συνέντευξη Τύπου στις 12 του Νοέμβρη, η υπουργός Παιδείας δήλωσε καθαρά πως «οι προσλήψεις στο εξής θα γίνονται μόνο με τις διαδικασίες του ΑΣΕΠ», ότι «οι πίνακες σταματούν να τροφοδοτούνται» και «θα υπάρξει μεταβατική περίοδος για τους υφιστάμενους». Στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, που ζητούσαν διευκρινήσεις, τι θα γίνει π.χ. με τις προσλήψεις του 40%, η Διαμαντοπούλου επανέλαβε την αρχική της τοποθέτηση: «εγκρίνονται μόνο από τον ΑΣΕΠ και σας είπα ότι θα υπάρξει βεβαίως μια μεταβατική περίοδος» και «στόχος είναι οι εκπαιδευτικοί να μπαίνουν μόνο με τον ΑΣΕΠ», ενώ έκανε μνεία και στη συνολικότερη θέση που έχει το ΠΑΣΟΚ: «κι όπως είναι η κατεύθυνση και από το Υπουργικό Συμβούλιο, το πώς λαμβάνεται υπ’ όψιν η προϋπηρεσία θα είναι με βάση αυτές τις βασικές αρχές».
Οι δηλώσεις Διαμαντοπούλου ξεσήκωσαν θύελλα στην εκπαίδευση, ειδικά μέσα στους αναπληρωτές και ωρομίσθιους. Για να κρατήσουν τα μπόσικα, οι γραφειοκράτες συνδικαλιστές των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών, με πρώτους μάλιστα τους πασόκους της ΔΟΕ, που βρέθηκαν εκτεθειμένοι και απροετοίμαστοι ως προς τη στιγμή που άνοιξε το θέμα, βγήκαν σε επίθεση ενάντια στην υπουργό Παιδείας, δηλώνοντας πως γι’ αυτούς η προϋπηρεσία είναι αδιαπραγμάτευτη. Το μήνυμα έπιασε το Μαξίμου και ο Πάγκαλος ανέλαβε να στραπατσάρει την υπουργό Παιδείας, που προέτρεξε ν’ ανοίξει κι άλλο μέτωπο, ενώ η κυβέρνηση έχει ήδη απλώσει τον τραχανά του ασφαλιστικού (τα σχετικά δημοσιεύματα του αστικού Τύπου έδωσαν και πήραν για το πρώτο χαστού-κι που εισέπραξε η πολύξερη Διαμαντοπούλου). Η Αννούλα υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση και το πρωί της 17ης Νοέμβρη έπιασε στασίδι στο κρατικό κανάλι της ΝΕΤ (εκπομπή «Πρώτη Γραμμή» των Λυριτζή-Οικονόμου) για να δώσει διευκρινίσεις. «Είπαμε την εξής βασική αρχή, η οποία συνάδει με την αρχή την οποία την προηγούμενη μέρα είχε πει η κυβέρνηση. Οτι θα πρέπει κάποιος να περνάει το ΑΣΕΠ και θα προσμετράται όλη η εμπειρία που έχει. Κάθε μόριο που έχει κάθε εκπαιδευτικός, είτε ως ωρομίσθιος, είτε ως αναπληρωτής, όλα αυτά τα χρόνια που τα μάζεψε σε όλη την Ελλάδα, θα προσμετράνε απολύτως. Δηλαδή το ένα είναι το ΑΣΕΠ, το δεύτερο είναι αυτή η εμπειρία, η οποία είναι και πολύ σημαντική. Δηλαδή είναι σημαντικό να έχεις έναν εκπαιδευτικό ο οποίος έχει εμπειρία» δήλωσε η υπουργός Παιδείας, αποδεχόμενη τώρα και την προϋπηρεσία των αναπληρωτών και ωρομίσθιων. Αυτό, όμως ισχύει και τώρα στους διορισμούς, συνεπώς το ερώτημα είναι τι θα αλλάξει και αν αυτό θα αφορά κάποιες κατηγορίες, ειδικά στους δάσκαλους, που προσλαμβάνονται ως αναπληρωτές την επαύριο της αποφοίτησής τους από τις παιδαγωγικές σχολές, αφού υπάρχει ζήτηση στα σχολεία και ο αριθμός τους δεν επαρκεί. Κανείς, λοιπόν, δεν μπορεί να εφησυχάσει, αν δε δει τι θα προβλέπει ακριβώς το σχετικό νομοσχέδιο, που θα έρθει, σύμφωνα με τη Διαμαντοπούλου σε τρεις μήνες. Πολλές ερμηνείες επιδέχεται και η δήλωση της υπουργού για τους πίνακες του ΑΣΕΠ, ότι δηλαδή αυτοί «που είναι σε εξέλιξη, θα λειτουργήσουν κανονικά για το 2010-2011», όταν είναι γνωστό ότι σε αυτούς είναι χιλιάδες αναπληρωτές και ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί. Βέβαια, η κυβέρνηση δεν παραιτείται από τη διαιώνιση του καθεστώτος της εργασιακής ανασφάλειας και ομηρίας, γιατί αυτό αποτελεί την πεμπτουσία των διορισμών και στο δημόσιο. Γι’ αυτό η Διαμαντοπούλου δήλωσε καθαρά, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου αν όλοι οι εκπαιδευτικοί θα είναι πλέον μόνιμοι: «Οχι βεβαίως. Πάντα θα χρειάζεται ο θεσμός των αναπληρωτών, γιατί το ξέρετε καλύτερα από εμένα ότι στην εκπαίδευση δημιουργούνται συνεχώς κενά… Υπάρχει λοιπόν πάντοτε η ανάγκη των αναπληρώσεων». Αλλά και για τους ωρομίσθιους, για την κατάργηση των οποίων προεκλογικά ξιφουλκούσε το ΠΑΣΟΚ, η Διαμαντοπούλου ήταν σαφής: «θα διατηρηθούν -οι ωρομίσθιοι- μέσα σε πρώτη φάση γιατί είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί και αυτό το πρόβλημα, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές, ή σε ειδικότητες». Εξυπηρετώντας τον ίδιο στόχο, της μείωσης των διορισμών, η υπουργός Παιδείας, ανακοίνωσε πως και οι αναπληρωτές και οι ωρομίσθιοι θα «επιλέγονται με το ΑΣΕΠ, δηλαδή οι κατάλογοι που θα υπάρχουν και αυτοί που θα περνούν από το ΑΣΕΠ, είναι αυτονόητο ότι θα επιλέγονται από τους καταλόγους των εκπαιδευτικών, οι οποίοι μπαίνουν στη διαδικασία των εξετάσεων». Είναι σαφές πως η ρύθμιση αυτή έρχεται σε κόντρα με τη βούληση να στελεχώνεται η εκπαίδευση από αναπληρωτές και ωρομίσθιους. Γιατί ειδικά οι ωρομίσθιοι δεν θα έχουν λόγο να περιπλανώνται και να υφίστανται όλα τα δεινά, εφόσον αποκλειστικά η συμμετοχή τους στον ΑΣΕΠ θα είναι το πρόκριμα για την πρόσληψή τους στο σχολείο, γι’ αυτό και δεν θα περπατήσει.
Η αντιδραστική επίθεση στους εκπαιδευτικούς δεν έχει εδώ το τέλος της. Η Διαμαντοπούλου διευκρίνισε πως θα ενεργοποιήσει το νόμο του «δόκιμου εκπαιδευτικού». Δεν αρκεί δηλαδή, ο εκπαιδευτικός να συρθεί στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ για να αποδείξει, μετά από 4 χρόνια σπουδών, με μεταπτυχιακούς τίτλους και διδακτορικά ότι είναι «άξιος» να δουλέψει στην εκπαίδευση. Μετά την επιτυχία του στο διαγωνισμό θα διορίζεται στην εκπαίδευση υπό αίρεση και θα αξιολογείται στη συνέχεια ώστε να κατοχυρώσει τη θέση του. Η αξιολόγηση αυτή είναι το προανάκρουσμα για τη γενίκευση της αξιολόγησης καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού βίου του εκπαιδευτικού και για κάθε υπηρεσιακή του εξέλιξη, σηματοδοτεί δε και το τέλος της μονιμότητας. Το μοντέλο της αξιολόγησης που θα επιλεγεί (από πανεπιστημιακούς, από τους σχολικούς συμβούλους κ.λπ.) θα γενικευτεί σε όλη την εκπαίδευση και για όλους τους υπηρετούντες εκπαιδευτικούς. Προχωρώντας παραπέρα το σκεπτικό της στο ζήτημα των προσλήψεων, η Διαμαντοπούλου διευκρίνισε πως η «πρόσληψη μπορεί να γίνεται είτε σε επίπεδο σχολείου, είτε σε επίπεδο αρμόδιας Διεύθυνσης». Εισάγει έτσι άλλα ήθη, προφανώς σε αντιδραστικότερη κατεύθυνση, αφού στην πρόσληψη του εκπαιδευτικού θα διαμεσολαβούν και άλλα κριτήρια και παράγοντες που έχουν σχέση με το γνωστό αντιδραστικό πλαίσιο της «αποκέντρωσης» και την εξαγγελία για τα «στελέχη της εκπαίδευσης», που θα εκπαιδεύονται στην «Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης» για να παίξουν το ρόλο των μάνατζερ.
Αυτοί που θέριεψαν τις πελατειακές σχέσεις, επιβάλλοντας στην ουσία τον εξαναγκασμό της ψήφου στους εργαζόμενους, ευαγγελίζονται τώρα τάχα τη διαφάνεια και την αξιοκρατία, ενώ ξέρουν καλά πως το σαράκι αυτό δεν θα πάρει τέλος, αφού σ’ αυτό στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό τα αστικά κόμματα. Η Διαμαντοπούλου, επικαλείται, λοιπόν, τα ρουσφέτια στις αποσπάσεις και μεταθέσεις των εκπαιδευτικών (ενώ ξέρει ότι στις υπηρεσίες του υπουργείου Παιδείας έχουν να προσληφθούν διοικητικοί υπάλληλοι από το 1992 και οι θέσεις καλύπτονται από αποσπασμένους εκπαιδευτικούς) όχι γιατί την πήρε ο πόνος για μια πολιτική που και το ίδιο το κόμμα της θέριεψε, αλλά γιατί με αυτό ως πρόσχημα και φορτώνοντας τα κρίματα στους αποδιοπομπαίους τράγους, τους εκπαιδευτικούς, θέλει να νομιμοποιήσει στη συνείδηση της εργαζόμενης κοινωνίας τη μείωση των διορισμών.
Μπορεί η συνδικαλιστική γραφειοκρατία των εκπαιδευτικών να αντιτάχθηκε στην υπουργό Παιδείας, όμως επιμελώς και πάλι απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά στην επαναφορά της επετηρίδας, σαν το μόνο αξιοκρατικό και δίκαιο σύστημα διορισμών, που διεφύλασσε, στο βαθμό που ήταν δυνατό, την αξιοπρέπεια του εκπαιδευτικού. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία προβάλλει για πολλοστή φορά ως φανατικός υποστηρικτής του «διαγωνισμού της ντροπής», μόνο που υπερασπίζεται το καθεστώς που ήδη υπάρχει, του συνυπολογισμού της προϋπηρεσίας και των διορισμών στα ποσοστά 60%-40%, ενώ αποσιωπά συνειδητά τη διαιώνιση του καθεστώτος των συμβασιούχων (αναπληρωτές-ωρομίσθιοι).
Η επίθεση της υπουργού Παιδείας στα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών πρέπει να αποτελέσει αιτία πολέμου για όλους τους εκπαιδευτικούς και όχι μόνο για τους άμεσα θιγόμενους, αναπληρωτές και ωρομίσθιους. Τα αιτήματα για μαζικούς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών με βάση τις πραγματικές ανάγκες των σχολείων, επαναφορά της επετηρίδας (διορισμοί με βάση την ημερομηνία λήψης του πτυχίου), κατάργηση του ΑΣΕΠ, διορισμό όλων των αναπληρωτών και ωρομίσθιων, πρέπει να μπουν στην πρώτη γραμμή. Και βέβαια, απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει προοπτική νίκης είναι η αποφασιστική ρήξη με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Γιούλα Γκεσούλη