Η κυβέρνηση θα ανοίξει ξανά τον φάκελο της κακόφημης αποκέντρωσης (αν τελικά επιλέξει να ανοίξει ταυτόχρονα πολλά μέτωπα, ώστε να προκαλέσει σοκ στους εργαζόμενους, με επιθυμητό στόχο την καθήλωση και αδρανοποίησή τους). Αυτό προκύπτει από την ομιλία της Αννας Διαμαντοπούλου στη βουλή, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού. Η υπουργός Παιδείας δήλωσε ότι στο τέλος του Γενάρη θα είναι έτοιμο το συνολικό σχέδιο για «την αλλαγή που αφορά το νέο σχολείο και ξεκινά από το Νηπιαγωγείο, συνεχίζει στο Δημοτικό, πάει στο Γυμνάσιο και σημαίνει αλλαγή αναλυτικών προγραμμάτων… και νέο τρόπο διοίκησης του σχολείου και αυτόνομης ή, πιο σωστά, αυτοδιοίκητης λειτουργίας», ενώ αμέσως παρακάτω τόνισε πως «τα σχολεία δε μπορεί να είναι ομοιόμορφα. Πρέπει να υπάρχει μια αίσθηση λογικής προσαρμογής στο περιβάλλον που ζει το κάθε σχολείο».
Το σύνθημα της «αποκέντρωσης», που φάνταζε ελκυστικό επειδή παρέπεμπε σε χτύπημα του συγκεντρωτισμού και της γραφειοκρατίας, ήταν πάντα η αγαπημένη αποστροφή των λόγων του Γιωργάκη Παπανδρέου, από την εποχή που ήταν υπουργός Παιδείας. Η εμπειρία εφαρμογής της στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας, της κοινωνικής πρόνοιας, με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων στους Δήμους και τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις απέδειξε, όμως, καθαρά στον καθένα, ότι πρόκειται για μια διαδικασία που φορτώνει τα βάρη στους πολίτες (οι Δήμοι επιβάλλουν ανταποδοτικά τέλη για τις «υπηρεσίες» που προσφέρουν στους δημότες τους) και απαλλάσσει το αστικό κράτος από την υποχρέωση καταβολής ή αύξησης των λεγόμενων κοινωνικών δαπανών. Ιδιαίτερα οι εκπαιδευτικοί, αλλά και οι γονείς που έχουν παιδιά που φοιτούν σε παιδικούς σταθμούς ή σχολεία, έχουν σκληρές εμπειρίες από την καθιέρωση «τροφείων» στους κρατικούς παιδι- κούς σταθμούς και από τον τρόπο που συντηρούνται οι υποδομές των σχολείων και καταβάλλονται οι δαπάνες στις σχολικές επιτροπές από τους Δήμους.
Δεν έχουν σβήσει επίσης οι μνήμες από την εποχή που οι «δημοδιδάσκαλοι» ήταν έρμαιο στα χέρια των τοπικών αρχόντων. Γι’ αυτό και ενάντια στους νόμους της «αποκέντρωσης» (νόμοι 2218 και 2240 του 1994) ξεσηκώθηκε ένα μαζικό εκπαιδευτικό κίνημα, που πέτυχε να παγώσει την εφαρμογή τους, όσον αφορά το σκέλος της εκπαίδευσης.
Ο Γιωργάκης, όμως, το χαβά του. Η ιδέα έχει δουλευτεί συστηματικά όλα αυτά τα χρόνια και μια ιδιότυπη αποκέντρωση ζει και βασιλεύει στα σχολεία (με την υποχώρηση της ταξικής συνείδησης και του διεκδικητικού κινήματος των εκπαιδευτικών), με την εμφάνιση στο προσκήνιο διάφορων εταιριών, που αναλαμβάνουν -με το αζημίωτο της διαφήμισης των προϊόντων τους- την εκπόνηση προγραμμάτων, συνήθως των λεγόμενων «καινοτόμων», από την Αγωγή Υγείας, την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, τον Πολιτισμό κ.λπ. Η εφαρμογή της «ευέλικτης ζώνης» στο πλαίσιο των αναλυτικών προγραμμάτων υπήρξε επίσης παρέμβαση του υπουργείου Παιδείας σ’ αυτή την κατεύθυνση.
Ομως, η κυβέρνηση θέλει να πάει το ζήτημα πολύ παραπέρα. Στόχος να περικοπούν δραστικά οι κρατικές δαπάνες για την Παιδεία και να ανοιχτεί ευρύτατο πεδίο δράσης για τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που θα «προσφέρουν υπηρεσίες» με ταυτόχρονη ανάληψη μέρους του κόστους λειτουργίας των σχολείων. Ο Παπανδρέου έκανε ιδιαίτερο κάλεσμα στους καπιταλιστές να δραστηριοποιηθούν στον τομέα αυτό, σε όλα τα επίπεδα, κατά τις προγραμματικές δηλώσεις. Είναι φανερό ότι αυτή η πολιτική θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης, στην κατηγοριοποίηση σχολείων-μαθητών-εκπαιδευτικών, στην επιβάρυνση της τσέπης των γονιών με πρόσθετες δαπάνες, ενώ το δεύτερο βήμα θα είναι και η κατηγοριοποίηση των σχολείων ως προς τη χρηματοδότησή τους, με μοχλό την αξιολόγηση, που θα γίνεται με αγοραία κριτήρια (όποιο σχολείο επιτυγχάνει μεγαλύτερη σύνδεση με επιχειρήσεις και προσφέρει «καινοτόμα προγράμματα» θα έχει και παραπάνω μπόνους).
Η «αποκέντρωση», βέβαια, δεν θα θέσει σε καμιά περίπτωση υπό αμφισβήτηση τον χαρακτήρα και το ρόλο του σχολείου στον καπιταλισμό. Θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι θα δοθεί το δικαίωμα στους εκπαιδευτικούς, στους «τοπικούς φορείς», στους γονείς να ανατρέψουν συνολικά τα αναλυτικά προγράμματα (εδώ μια προσπάθεια έγινε από τη Διευθύντρια του 132ου Δημοτικού Σχολείου να γίνουν μαθήματα μητρικής γλώσσας σε αλλοδαπούς μαθητές και γονείς και κινήθηκε όλος ο μηχανισμός εναντίον της, παροπλίζοντάς την με τοποθέτηση σε άλλο σχολείο και ακύρωση των σχετικών προγραμμάτων), παρόλο που το ΠΑΣΟΚ και ο Παπανδρέου ειδικά «παίζουν» με αυτού του είδους τη φιλολογία, προσπαθώντας να καλλιεργήσουν κλίμα ευφορίας στους εκπαιδευτικούς και την εργαζόμενη κοινωνία. Αλλωστε, αυτό προκύπτει καθαρά και από το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ για την Παιδεία, όπου γίνεται λόγος για Εθνικό Πλαίσιο στα αναλυτικά προγράμματα που θα καθορίζει τους «εθνικούς στόχους» στη μόρφωση και διαπαιδαγώγηση των νέων. Εκείνο που θα επιδιωχθεί είναι να επεμβαίνουν οι καπιταλιστές, οι «τοπικοί άρχοντες» κ.λπ. σε κάποιες πλευρές του αναλυτικού προγράμματος, με μαθήματα π.χ. επιλογής και πρόσθετες δραστηριότητες.
Στο αμόνι της «αποκέντρωσης» βαρά και το σφυρί της αισχρής συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των εκπαιδευτικών. Η ΔΟΕ υπήρξε συνδιοργανωτής σε συνέδριο που διοργάνωσε η πράσινη νομάρχης Ηρακλείου Βαγγελιώ Σχοιναράκη, με θέμα «Αυτοδιοίκηση και Παιδεία». Λαλίστατος ο Μπράτης, πρόεδρος της ΔΟΕ, μας θύμισε αποστροφές από λόγους του Γιωργάκη, όταν ήταν υπουργός της Παιδείας, δηλώνοντας στο τέλος ότι «το σχολείο πρέπει να μετατραπεί από κλειστή δομή που εξυπηρετεί μόνο για μερικές ώρες της ημέρας τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, σε τοπικό πολυδύναμο κέντρο γνώσης… που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες για πολιτισμό και διά βίου εκπαίδευση της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας» Τα περί υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας ήταν απλά ο φερετζές για να κρυφτεί η συναίνεση στα σχέδια της κυβέρνησης.
Γιούλα Γκεσούλη