Πριν πούμε οτιδήποτε για τις φορολογικές ρυθμίσεις που ανακοίνωσε την περασμένη Τρίτη ο Γ. Παπακωνσταντίνου, πρέπει να θυμίσουμε ότι αυτές είναι ρυθμίσεις που αφορούν την άμεση φορολογία. Οι ρυθμίσεις στην έμμεση φορολογία έχουν ήδη ανακοινωθεί. Περίπου 2 δισ. ευρώ παραπάνω θα μαζέψει η κυβέρνηση μόνο με την αύξηση των ειδικών φόρων κατανάλωσης σε τσιγάρα, ποτά και καύσιμα. Ποιος θα πληρώσει αυτά τα χαράτσια; Οι εργαζόμενοι, που αποτελούν την πλατιά καταναλωτική μάζα. Το δεύτερο που πρέπει να σημειωθεί είναι πως, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για την άμεση φορολογία, όπου οι ρυθμίσεις μένουν κατά κανόνα σταθερές από τη στιγμή που θεσπίζονται, στην έμμεση φορολογία δεν υπάρχουν σταθεροί κανόνες. Τα πάντα αλλάζουν. Η κυβέρνηση έχει πει ότι αν χρειαστεί θα αυξήσει κι άλλο τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης σε τσιγάρα-ποτά-καύσιμα, ενώ υπάρχει πάντοτε η προοπτική της αύξησης των συντελεστών ΦΠΑ ή της μετάταξης προϊόντων από τον χαμηλό στον ψηλό συντελεστή.
Πέρα από τη μικρότερη σημασία που έχει η άμεση φορολογία σε σχέση με την έμμεση (αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο του συνόλου των φόρων), με τις ρυθμίσεις της κυβέρνησης Παπανδρέου έχουμε ένα ακόμη γερό χτύπημα στα εισοδήματα των μισθωτών και των μεσαίων στρωμάτων (κυρίως των ελευθεροεπαγγελματιών). Επειδή, όμως, οι ελευθεροεπαγγελματίες έχουν τη δυνατότητα της φοροδιαφυγής, εν αντιθέσει με τους μισθωτούς, το βάρος της πρόσθετης φορολογίας θα σηκώσουν και πάλι οι μισθωτοί. Δεν αναφερόμαστε στους χαμηλόμισθους των 700-800 ευρώ το μήνα, αλλά σε εκείνους που παίρνουν από χιλιάρικο και πάνω και ιδιαίτερα τους εργαζόμενους σε στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, που έχουν απασχόληση όλο το χρόνο και σχετικά καλύτερους μισθούς.
Η μεγαλύτερη αλλαγή που κάνει η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι η σμίκρυνση του αφορολόγητου στα 6.000 ευρώ και η αύξησή του μόνο με τη συγκέντρωση αποδείξεων. Ετσι, η δημιουργία μιας περισσότερο προοδευτικής φορολογικής κλίμακας (τα τέσσερα κλιμάκια γίνονται οχτώ) λειτουργεί όπως το τυράκι στη φάκα. Με το γνωστό γκεμπελίστικο τρόπο, με τον οποίο όλοι οι υπουργοί οικονομικών εμφανίζουν τα χαράτσια σαν φοροαπαλλαγές, ο Παπακωνσταντίνου είπε ότι για εισοδήματα μέχρι 40.000 ευρώ υπάρχει φοροελάφρυνση. Εμείς δεν θα πάμε σε τόσο μεγάλα εισοδήματα. Θα πάμε σε ένα ζευγάρι εργαζόμενων, που παίρνουν από 1.500 ευρώ το μήνα (καθαρά). Το ετήσιο εισόδημα του καθένα είναι 21.000 ευρώ. Για να έχει το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ ο καθένας από τους δύο συζύγους, θα πρέπει να συγκεντρώσει αποδείξεις ύψους 6.300 ευρώ. Δηλαδή, το εν λόγω νοικοκυριό θα πρέπει να συγκεντρώσει αποδείξεις 12.600 ευρώ το χρόνο. Αποδείξεις «χωρίς φως, νερό, τηλέφωνο (κινητό και σταθερό)», όπως είπε ο Παπακωνσταντίνου, χωρίς ενοίκιο (ή τόκους αποπληρωμής στεγαστικού δανείου), γιατρούς, ασφάλιστρα, που υπολογίζονται χωριστά. Δηλαδή, σε μια εποχή που ο κόσμος «μαζεύεται», λόγω οικονομικής κρίσης, αυτό το νοικουριό θα πρέπει να μαζεύ-ει από σούπερ-μάρκετ, ρούχα, παπούτσια και μικροέξοδα 1.050 ευρώ αποδείξεις το μήνα. Ακόμα και το πιο σπάταλο εργαζόμενο νοικοκυριό δε μπορεί να ξεπεράσει τα 800 ευρώ το μήνα, ακόμα κι αν μαζεύει τις αποδείξεις από το καφενείο. Αν, λοιπόν, το ζευγάρι μαζέψει 7.000 και όχι 12.600 ευρώ σε αποδείξεις, ο κάθε σύζυγος θα κληθεί να πληρώσει έξτρα φόρο 280 ευρώ. Για να μη σας μπερδεύουμε με φορολογικούς υπολογισμούς, σας λέμε ότι (χωρίς να υπολογίζουμε τυχόν φοροαπαλλαγές) με το παλιό σύστημα το ζευγάρι θα πλήρωνε φόρο 4.500 ευρώ, ενώ με το νέο σύστημα θα πληρώσει 4.400. Αυτό, όμως, είναι ένα παράδειγμα με πολλά κενά, εντελώς υποθετικό, διότι δεν ξέρουμε ακόμα ποια ποσά θα εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα και πώς ακριβώς θα γίνεται η έκπτωση. Το αναφέρουμε ενδεικτικά, για να αποκαλύψουμε τις ψευτιές του Παπακωνσταντίνου. Η κυβέρνηση κάνει έναν εκβιασμό: ή αποδείξεις θα μαζέψετε ή παραπανίσιο φόρο θα πληρώσετε. Επειδή, λοιπόν, τα νοικοκυριά δε μπορούν να καταναλώσουν περισσότερο απ’ όσο κατανάλωναν, ο πέλεκυς της άμεσης φορολογίας θα πέσει πάνω τους. Ειδικά πάνω στα χρεωμένα νοικοκυριά, που αναγκαστικά θα μειώσουν την κατανάλωσή τους.
Αντίθετα, στα νοικοκυριά που υπερκαταναλώνουν (ξέρουμε ποιοι έχουν τη δυνατότητα της προκλητικής κατανάλωσης) δίνεται μπόνους μέχρι και 1.500 ευρώ έκπτωσης φόρου. Και βέβαια, δεν ξέρουμε τι θα γίνει με την επαναφορά των τεκμηρίων διαβίωσης, που απλώς την ανακοίνωσε ο Παπακωνσταντίνου, χωρίς να γίνει συγκεκριμένος. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί (και το ξέρει) να πιάσει τους συστηματικούς φοροφυγάδες που πάντα βρίσκουν τρόπο να ξεφεύγουν, αλλά να αντλήσει πρόσθετους φόρους από τα καλύτερα αμειβόμενα μισθωτά στρώματα.
Πρόσθετο φόρο προσπαθεί να αντλήσει η κυβέρνηση από μια σειρά μεσαία στρώματα, τα οποία γενικώς χαίρουν φορολογικής ασυλίας εδώ και δεκαετίες (σ’ αυτά τα στρώματα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό το «κοινωνικό συμβόλαιο» του ελληνικού καπιταλισμού). Καταργείται κάθε ειδικός τρόπος φορολόγησης και θα παίρνεται υπόψη αποκλειστικά ο λογιστικός προσδιορισμός βάσει βιβλίου εισόδων-εξόδων. Ομως, για ορισμένους ελευθεροεπαγγελματίες, όπως π.χ. οι μηχανικοί και οι δικηγόροι, ίσχυε και παλιότερα ο λογιστικός προσδιορισμός. Και τι γινόταν; Μαϊμούδιζαν τα βιβλία τους, δήλωναν αυθαίρετα ένα ποσό καθαρού κέρδους κι αν ποτέ γινόταν έλεγχος, πλακώνονταν στο παζάρι με τον ελεγκτή ή τον έφορο, πλήρωναν και καμιά μίζα και καθάριζαν μ’ ένα ποσό πρόσθετου φόρου. Ο ειδικός τρόπος φορολόγησης καθιερώθηκε για να αποφευχθεί αυτό το αισχρό ανατολίτικο παζάρι και στηριζόταν σε κάποια αντικειμενικά κριτήρια (συντελεστής καθαρού κέρδους επί των αμοιβών των μηχανικών, αριθμός και είδος παραστάσεων από τους δικηγόρους). Με την κατάργησή του θα επιστρέψουμε στο παλιό παζάρι ελευθεροεπαγγελματία-εφορίας και χαμένα θα βγουν τα φορολογικά έσοδα, γιατί κανένας δεν πρόκειται να γίνει ειλικρινής στη δήλωσή του (π.χ. οι μηχανικοί σε περίοδο βαθύτατης κρίσης της οικοδομής). Ούτε υπάρχει ο ελεγκτικός μηχανισμός που να μπορεί να ελέγξει τα πάντα (αρκεί να σκεφτούμε ότι το προσωπικό των ΔΟΥ θα μειωθεί, λόγω της πολιτικής προσλήψεων).
Οσον αφορά τις offshore εταιρίες, που έχουν στην ιδιοκτησία τους ακίνητα, η αύξηση του συντελεστή φορολόγησης από 3% σε 10% είναι άνευ πρακτικής σημασίας. Ας μας πει η κυβέρνηση αν εισπράχτηκε ποτέ το 3% και μετά να συζητήσουμε για το 10%. Οταν τέθηκε το ερώτημα στον Παπακωνσταντίνου, παραδέχτηκε ότι αυτές οι offshore εταιρίες ποτέ δεν έχουν ελεγχθεί, από το 2003 που ψηφίστηκε ο σχετικός νόμος, με «αποτέλεσμα, τα δηλωθέντα έσοδα από αυτές τις εταιρίες είναι, νομίζω, κάτω από 10 εκ. ευρώ». Αυτός όμως θα πάει επιτόπου και θα τους πιάσει όλους, όπως είπε. Αυτό, όμως, έλεγαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Δεν πρέπει δε να ξεχνάμε ότι το σχετικό νόμο τον έφτιαξε το ΠΑΣΟΚ, για να ξεφεύγουν οι μεγαλοκαπιταλιστές από το φόρο ακίνητης περιουσίας. Με τι μηχανισμό θα τους πιάσει ο Παπακωνσταντίνου; Με άδειες από προσωπικό εφορίες; Αυτά, όπως καταλαβαίνετε, λέγονται για να δοθεί επίφαση κοινωνικής δικαιοσύνης στο ανάλγητο φορολογικό σύστημα.
Υπάρχουν και μερικές άλλες πλευρές, όπως η δυνατότητα σε καπιταλιστές και μαφιόζους να ξεπλύνουν χρήμα που έχουν στο εξωτερικό και η φορολόγηση της τεράστιας ακίνητης περιουσίας του παπαδαριού, για τις οποίες γράφουμε χωριστά στη σελίδα 11.
Τέλος, στο ντούκου πέρασε η εξής αποστροφή από την τοποθέτηση Παπακωνσταντίνου: «Προβλέπεται η επέκταση του ΦΠΑ σε οικονομικές δραστηριότητες που σήμερα δεν καλύπτονται ή απαλλάσσονται, πάντα, βεβαίως, με σεβασμό στο κοινοτικό κεκτημένο στα ζητήματα αυτά, που έχει μια σειρά από εξαιρέσεις».
Ποιες είναι οι υπηρεσίες που σήμερα δεν έχουν ΦΠΑ; Γιατροί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, τυχερά παιχνίδια. Η επιβολή ΦΠΑ σημαίνει ένα παραπάνω κόστος για τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών (περιττό να πούμε ότι κανείς δεν πάει στο γιατρό, το δικηγόρο ή το συμβολαιογράφο για πλάκα, αλλά επειδή έχει ανάγκη). Και βέβαια, η επιβολή ΦΠΑ θα δώσει το έναυσμα για μεγαλύτερη φοροδιαφυγή, όπως γίνεται με άλλα επαγγέλματα. Θέλεις απόδειξη; Θα πληρώσεις και ΦΠΑ. Χωρίς απόδειξη γλιτώνεις το ΦΠΑ. Τι λέει η πείρα; Οτι ο καταναλωτής προτιμά να γλιτώσει το ΦΠΑ, που θα πρέπει να τον βγάλει άμεσα από την τσέπη του, παρά να πληρώσει για να πάρει μια απόδειξη αμφίβολης αξίας και χρηματικής απόδοσης μετά από καιρό (όταν εκκαθαριστεί η φορολογική του δήλωση.