Αναδημοσιεύουμε συχνά άρθρα του καθηγητή Σάλεχ από τον Λίβανο. Το ενδιαφέρον τους συνίσταται στο ότι αντανακλούν την ακαδημαϊκή ματιά στην «άλλη πλευρά». Ο καθηγητής Σάλεχ δεν είναι ενσωματωμένος στον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό προπαγάνδας, όπως η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων του στη Δύση (χαρακτηριστικό παράδειγμα κάποιοι χατζηαβάτηδες που παριστάνουν τους σπουδαίους διεθνολόγους στα ραδιοτηλεοπτικά πάνελ), αλλά δεν κρύβει ότι είναι υποστηρικτής της αντίστασης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Αυτό δεν τον εμποδίζει να είναι αντικειμενικός, παρουσιάζοντας στις αναλύσεις του όλες τις πλευρές των εξελίξεων. Aυτό που δεν κάνουν οι ενσωματωμένοι στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο ακαδημαϊκοί.
Δεν συμφωνούμε πάντοτε σε όλα με τον καθηγητή Σάλεχ. Η ακαδημαϊκή ματιά είναι πάντοτε στενή, εξαιτίας ενός σχολαστικισμού που οδηγεί στο να παίρνονται ως δεδομένες και πλευρές που δε θα έπρεπε να είναι δεδομένες. Για παράδειγμα, ξεκινώντας από το γεγονός ότι το λεγόμενο σχέδιο Τραμπ «πέρασε» και από τον ΟΗΕ και μεταφράστηκε σε ψήφισμα του Συμβούλιου Ασφάλειας (Απόφαση 2803), ο καθηγητής Σάλεχ θεωρεί ότι αυτό είναι ο καθοριστικός παράγοντας για τις εξελίξεις, υποβιβάζοντας έτσι -αντικειμενικά- τον παράγοντα «Παλαιστινιακή Αντίσταση», χωρίς βέβαια να τον μηδενίζει ή να τον διαγράφει.
Εμείς εκτιμούμε ότι η Παλαιστινιακή Αντίσταση είναι ο καθοριστικός παράγοντας για τις εξελίξεις. Ομως, έστω και με αυτήν την παραδοχή, η ανάλυση του καθηγητή Σάλεχ για το στρατηγικό αδιέξοδο του Ισραήλ είναι σωστή. Αν στην εξίσωση συνυπολογίσουμε τον παράγοντα «Παλαιστινιακή Αντίσταση», τότε η «στρατηγική ανισορροπία», όπως ορίζεται από τους ακαδημαϊκούς διεθνώς, γίνεται μεγαλύτερη.
του καθηγητή Δρ. Μόχσεν Μοχάμαντ Σάλεχ*
Το Ισραήλ βιώνει μια κατάσταση στρατηγικού αποσυντονισμού, η οποία μπορεί να κλιμακωθεί σε υπαρξιακή απειλή. Αυτή η κατάσταση έγινε ιδιαίτερα εμφανής μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Λικούντ σε συνασπισμό με τον Θρησκευτικό Σιωνισμό στα τέλη του 2022, και ειδικά μετά την Επιχείρηση «Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα». Ο αποσυντονισμός αυτός αντανακλά ένα δομικό πρόβλημα, εσωτερικό και εξωτερικό, από το οποίο το Ισραήλ δυσκολεύεται να απεγκλωβιστεί, λόγω της φύσης της σιωνιστικής κοινωνίας και της κυριαρχίας ακραίων δεξιών και θρησκευτικών ρευμάτων στο κυβερνητικό σύστημα του Ισραήλ.
Για δεκαετίες, το Ισραήλ κατάφερε να διαχειριστεί τη θρησκευτική, εθνοτική και πολιτισμική ποικιλομορφία μέσα στη σιωνιστική εβραϊκή κοινωνία των εποίκων με αξιοσημείωτη αποτελεσματικότητα. Πέτυχε να οικοδομήσει σύγχρονους και αποτελεσματικούς νομοθετικούς, πολιτικούς και δικαστικούς θεσμούς που του επέτρεψαν να διαχειρίζεται πολλές εσωτερικές κρίσεις και αντιφάσεις. Ωστόσο, τα τελευταία δύο χρόνια υπήρξαν καθοριστικά στο να το ωθήσουν σε μια κατάσταση αποσυντονισμού.
Ο στρατηγικός αποσυντονισμός που εξετάζεται εδώ αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία ένα κράτος ή ένας παράγοντας καθίσταται ανίκανος να διατηρήσει μακροπρόθεσμη στρατηγική σταθερότητα, εξαιτίας στρεβλών υπολογισμών και κακής εκτίμησης των ικανοτήτων του. Αυτό τον οδηγεί σε μια συνεχή κατάσταση αναταραχής, καθιστώντας τον ανίκανο να προσαρμοστεί ή να λάβει συνετές και αποτελεσματικές αποφάσεις. Ως αποτέλεσμα, χάνει την στρατηγική του πυξίδα και παράγει καταστροφικές συνέπειες.
Ο στρατηγικός αποσυντονισμός είναι πιο επικίνδυνος από την απώλεια στρατηγικής ισορροπίας
Από αυστηρά αναλυτική σκοπιά, ο στρατηγικός αποσυντονισμός αποτελεί πολύ βαθύτερο κίνδυνο από την απώλεια στρατηγικής ισορροπίας. Η δεύτερη σημαίνει μια μετατόπιση στην κατανομή ισχύος, ικανοτήτων ή πόρων μεταξύ ανταγωνιστικών παραγόντων, έτσι ώστε ένας από αυτούς να αποκτά τη δυνατότητα να επιβάλλει τις προτιμήσεις του στους αντιπάλους ή ανταγωνιστές. Αυτή η δυναμική ήταν εμφανής, για παράδειγμα, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν οι ΗΠΑ ανέλαβαν την ηγεσία μιας μονοπολικής διεθνούς τάξης. Τέτοιες ανισορροπίες, όμως, μπορούν να μετριαστούν με την πάροδο του χρόνου μέσω αύξησης των στρατιωτικών και πολιτικών ικανοτήτων, επέκτασης δικτύων συμμαχιών και απόκτησης προηγμένων και ποιοτικών μορφών ισχύος.
Αντίθετα, ο στρατηγικός αποσυντονισμός έχει τις ρίζες του στη βαθιά εσωτερική δυσλειτουργία: στον μηχανισμό λήψης αποφάσεων, στη δομή του κράτους και των θεσμών του, και στα κυρίαρχα στρατηγικά οράματα και μονοπάτια που το καθοδηγούν. Αυτό μπορεί να ρίξει το κράτος σε πολιτική, οικονομική και κοινωνική αναταραχή και διαταραχή ασφάλειας. Να πυροδοτήσει εσωτερικές συγκρούσεις. Και να το σύρει σε εξωτερικές αντιπαραθέσεις που υπερβαίνουν τις δυνατότητές του ή εκδηλώνονται σε εξαιρετικά ακατάλληλες χρονικές στιγμές. Στην ουσία, η ηγεσία ή το κυβερνητικό σύστημα του κράτους εμπλέκεται σε μια διαδικασία «αυτοκαταστροφής», οι καταστροφικές συνέπειες της οποίας είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεπεραστούν.
Μια νοοτροπία χαρακτηρισμένη από στρατηγικό αποσυντονισμό
Ο Νετανιάχου και ο στενός κύκλος εξουσίας του μπορούν, προς το παρόν, να αισθάνονται ανακουφισμένοι, τώρα που οι ΗΠΑ τον έσωσαν από το «αδιέξοδο της Γάζας» και εξασφάλισαν ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ σχετικά με την επόμενη μέρα στη Λωρίδα της Γάζας. Μπορεί επίσης να απολαμβάνει ένα αίσθημα θριάμβου, βλέποντας το στρατό του να επιδεικνύει την αλαζονεία του στον Λίβανο, τη Συρία και την ευρύτερη περιοχή και παρακολουθώντας αραβικά και μουσουλμανικά καθεστώτα να υιοθετούν το αμερικανοϊσραηλινό όραμα για τον αφοπλισμό της Χαμάς και της Αντίστασης και την εξουδετέρωσή τους μέσα στο παλαιστινιακό πολιτικό σύστημα.
Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα του στρατηγικού αποσυντονισμού μέσα στον ίδιο τον Νετανιάχου ή στο πολιτικό του σύστημα. Στον πυρήνα του βρίσκεται η φύση της αποκλειστικής, απομονωτικής και υπεροπτικής σιωνιστικής νοοτροπίας, η οποία στηρίζεται στην κυριαρχία και την ισχύ. Αποδυναμώνει την ικανότητα για ισορροπημένη σκέψη, προκαλώντας ταλάντωση ανάμεσα στην υπερεκτίμηση ή την υποτίμηση των δικών της ικανοτήτων ή εκείνων των άλλων. Τείνει να βασίζεται σε μια ιδεολογία ριζωμένη σε θρησκευτικά ή πολιτισμικά πλαίσια, γεγονός που οδηγεί σε λανθασμένες αντιλήψεις τόσο για τον εαυτό όσο και για τους άλλους. Επιπλέον, το βαθύ ιστορικό αίσθημα ανασφάλειας, δυσπιστίας και εχθρότητας προς τους άλλους οδηγεί σε εσφαλμένες αποφάσεις και πολιτικές, αναγκάζοντας το Ισραήλ να επιβάλλει ταπεινωτικούς και άνισους όρους στους άλλους, καθιστώντας αδύνατη μια κανονική συνύπαρξη. Ο σχηματισμός της τελευταίας κυβέρνησης του Νετανιάχου, μαζί με τις εσωτερικές της ατζέντες και τις θέσεις της σχετικά με το παλαιστινιακό ζήτημα και την περιοχή, αποτελεί ένα σημαντικό άλμα προς τον στρατηγικό αποσυντονισμό.
Η Θεωρία της Λανθασμένης Αντίληψης (Misperception Theory), της οποίας ο Ρόμπερτ Τζέρβις είναι ο σημαντικότερος θεωρητικός, είναι εφαρμόσιμη στην ισραηλινή περίπτωση. Η θεωρία υπογραμμίζει ότι η λανθασμένη ερμηνεία των προθέσεων των αντιπάλων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των ικανοτήτων τους ή η λανθασμένη ανάγνωση στρατηγικών δεικτών μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικές αποφάσεις και ενέργειες, οι οποίες με τη σειρά τους μπορεί να έχουν καταστροφικές συνέπειες για εκείνον που αποφασίζει.
Εκδηλώσεις της Στρατηγικής Απορρύθμισης του Ισραήλ
Οι εκδηλώσεις της στρατηγικής απορρύθμισης του Ισραήλ μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
1. Οι μαζικές διαδηλώσεις του 2023, ιδίως κατά των δικαστικών μεταρρυθμίσεων, αποκάλυψαν το βάθος των πολιτικών και κοινωνικών διαιρέσεων και την ευθραυστότητα του κοινωνικού συμβολαίου εντός της ισραηλινής κοινωνίας, ειδικά μεταξύ κοσμικών και θρησκευόμενων τάσεων. Οι διαμαρτυρίες αυτές έφεραν στο φως ανταγωνιστικές αντιλήψεις σχετικά με τη θεσμική δομή του κράτους και τις στρατηγικές του κατευθύνσεις. Πτυχές αυτής της κρίσης εκδηλώθηκαν και στις συζητήσεις για τη στράτευση των υπερορθόδοξων Εβραίων (Χαρεδίμ), που κορυφώθηκαν με την αποχώρηση των υπουργών των κομμάτων Σας και Ενωμένης Τορά Ιουδαϊσμού (Yahadut HaTorah) από την κυβέρνηση στα μέσα Ιουλίου 2025.
2. Δημιουργήθηκε μια άνευ προηγουμένου κρίση ηγεσίας και αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση, τον στρατό, τη Σιν Μπετ (Shabak) και το δικαστικό σύστημα, ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια στη διάρκεια της Επιχείρησης «Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα». Αυτό περιλάμβανε την αποπομπή ή παραίτηση βασικών προσώπων, όπως του υπουργού Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ, του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων Χέρτσι Χαλεβί, του επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Τσάχι Χανέγκμπι, του αρχηγού της Σιν Μπετ Ρόνεν Μπαρ, καθώς και της νομικής συμβούλου της κυβέρνησης Γκάλι Μπαχαράβ-Μιάρα. Συγκρουόμενες προσεγγίσεις για την απελευθέρωση των ισραηλινών αιχμαλώτων, τη μεταπολεμική στρατηγική στη Γάζα και τον έλεγχο του περάσματος της Ράφα και του Διαδρόμου Σαλάχ αλ-Ντιν (Φιλαδέλφεια) όξυναν περαιτέρω την κρίση. Αυτή η απόκλιση στη στρατηγική αντίληψη οδήγησε επίσης στην αποχώρηση του Μπένι Γκαντζ και του κόμματός του (Μπλε και Λευκό/Εθνική Ενότητα) από την κυβέρνηση, μετά από περίπου οκτώ μήνες συμμετοχής.
3. Το Ισραήλ αντιμετωπίζει μια δομική αντίφαση ανάμεσα στην ιδεολογική επιδίωξη για εποικιστική επέκταση και περιφερειακή ηγεμονία και στη στρατηγική ανάγκη για σταθερότητα και τη δημιουργία συνθηκών ευνοϊκών για πολιτικό συμβιβασμό και ομαλοποίηση. Πρωτοβουλίες όπως ο εξιουδαϊσμός του τεμένους Αλ-Άκσα και της Ιερουσαλήμ, η προσάρτηση της Δυτικής Όχθης, η εκτόπιση Παλαιστινίων, το όραμα του «Μεγάλου Ισραήλ», η κατοχή λιβανικών και συριακών εδαφών και οι επιδείξεις στρατιωτικής αλαζονείας αποτελούν παράγοντες αποσταθεροποίησης για την περιοχή. Αυτές οι πολιτικές ωθούν τους Παλαιστίνιους προς την ένοπλη αντίσταση και ενισχύουν την αντίληψη, στα κράτη και στις κοινωνίες της περιοχής, περί σοβαρών απειλών για την εθνική τους ασφάλεια και τα ζωτικά τους συμφέροντα. Παράλληλα, καταδεικνύουν την έλλειψη σοβαρότητας από την ισραηλινή πλευρά ως προς μια δίκαιη ειρηνική συνύπαρξη, αυξάνοντας την εχθρότητα προς το Ισραήλ, υπονομεύοντας τις πρωτοβουλίες ομαλοποίησης, ενισχύοντας τις συνθήκες για την επανέναρξη αντίστασης και αντιπαράθεσης και ενδυναμώνοντας την εσωστρέφεια του Ισραήλ.
4. Η εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση και το στρατό έχει υποχωρήσει σημαντικά, οδηγώντας στην απώλεια ενός μεγάλου μέρους της «εσωτερικής νομιμοποίησης». Καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών, τα κόμματα της αντιπολίτευσης προηγούνται στα περισσότερα δημοσκοπικά ευρήματα.
5. Η κατάρρευση του παραδοσιακού αποτρεπτικού πλαισίου του Ισραήλ, που είχε στηρίξει την ασφάλειά του από την ίδρυση του κράτους, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου αποτροπής που βασίζεται σε άμεσες προληπτικές επιθέσεις, ωμή ισχύ, μαζική καταστροφή και πράξεις γενοκτονίας, έχει διαβρώσει την εικόνα του Ισραήλ ως ενός σταθερού και μετρημένου δρώντα. Αποκαλύπτει έναν χαρακτήρα εγγενώς δυσδιαχείριστο και ουσιαστικά ασύμβατο με τη συνύπαρξη. Η αποτυχία όλων των μηχανισμών αποτροπής και η διαρκής αντοχή της Αντίστασης μέχρι το τέλος της Επιχείρησης «Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα» δημιούργησαν ένα «σύμπλεγμα» που αποσταθεροποίησε περαιτέρω το κυβερνητικό σύστημα του Ισραήλ, καθώς εξάντλησε τα εργαλεία του σε μάταιες προσπάθειες εξουδετέρωσης της Αντίστασης.
6. Ο Νετανιάχου υπερηφανεύεται για την ύπαρξη επτά ή οκτώ μετώπων αντιπαράθεσης· ωστόσο αυτή η πολλαπλότητα παράγει μια κατάσταση στρατιωτικής και οικονομικής εξάντλησης και στερεί από το Ισραήλ τη στρατηγική ισορροπία και σταθερότητα. Πράγματι, ο πολλαπλασιασμός και η υπερέκταση των μετώπων υπήρξαν ιστορικά κύριοι παράγοντες κατάρρευσης κρατών και αυτοκρατοριών.
7. Ο κυβερνητικός μηχανισμός του Ισραήλ εκτίμησε λαθεμένα τις δυνατότητες της Χαμάς και της Αντίστασης, υποτιμώντας την ικανότητά τους να αντέξουν για δύο συνεχόμενα χρόνια. Βασίστηκε σε λανθασμένες υποθέσεις ασφάλειας και προσκολλήθηκε στην εσφαλμένη θεωρία πως «ό,τι δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη δύναμη, μπορεί να επιτευχθεί με περισσότερη δύναμη». Οι επιχειρήσεις του παρήγαγαν αντίθετα αποτελέσματα, αυξάνοντας τη συμπάθεια προς τον παλαιστινιακό λαό και την Αντίσταση και εντείνοντας την οργή κατά της ισραηλινής κατοχής.
8. Η απώλεια στρατηγικής ισορροπίας από το Ισραήλ έχει οδηγήσει σε μείωση της λαϊκής και επίσημης διεθνούς υποστήριξης, στην κατάρρευση της ισραηλινής αφήγησης και στη διάβρωση συνθημάτων όπως «αυτοάμυνα», «δημοκρατική όαση», «μονοπώλιο του θύματος» και «αντισημιτισμός». Έχει, επίσης, προκαλέσει πρωτοφανή διεθνή απομόνωση του Ισραήλ, υπαγωγή του σε έλεγχο από το Διεθνές Δικαστήριο (ICJ) και αύξηση της διεθνούς συμπάθειας προς τον παλαιστινιακό λαό, μαζί με αυξανόμενη αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους.
Ο ρόλος της Παλαιστινιακής Αντίστασης
Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων της Επιχείρησης «Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα» τα τελευταία δύο χρόνια, η Παλαιστινιακή Αντίσταση, ιδιαίτερα η Χαμάς, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να οδηγηθεί το Ισραήλ σε στρατηγική απορρύθμιση. Η Αντίσταση υπονόμευσε τον μηχανισμό αποτροπής του Ισραήλ, προκαλώντας παρατεταμένη στρατιωτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτική εξάντληση. Αυτό διατάραξε τη διαδικασία λήψης αποφάσεων του Ισραήλ, αναγκάζοντας τους ηγέτες να μετατοπιστούν από τη μακροπρόθεσμη στρατηγική σχεδίαση στη «διαχείριση κρίσεων», λειτουργώντας υπό πίεση και εστιάζοντας στο «πυροσβεστικό έργο».
Η Αντίσταση εμφανίστηκε έτσι ως παράγοντας πίεσης τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο, αποκαλύπτοντας την ευθραυστότητα της εσωτερικής κατάστασης του Ισραήλ και τις λανθασμένες αντιλήψεις της ηγεσίας. Αν ο Νετανιάχου και η ομάδα του είχαν επιδιώξει τις συγκρούσεις με στόχο μια αποφασιστική έκβαση, οι εσωτερικές και εξωτερικές τους κρίσεις θα είχαν ενταθεί, καθώς δεν υπάρχει ρεαλιστικός ορίζοντας για την ήττα της Αντίστασης. Παράλληλα, οι επιθέσεις του Ισραήλ σε αμάχους, οι εκστρατείες πείνας, εκτοπισμού και καταστροφής δημιούργησαν μεγαλύτερη εγχώρια οργή και διεθνή καταδίκη, διευρύνοντας τους κύκλους πίεσης και πιθανών κυρώσεων εναντίον του.
Το σχέδιο Τραμπ ως σωσίβιο
Ο Τραμπ είχε δίκιο όταν δήλωσε ότι ο πόλεμος είχε θέσει το Ισραήλ στη χειρότερη διεθνή θέση του και ότι ήθελε να επαναφέρει το Ισραήλ στην προηγούμενη διεθνή του στάση, ενώ ο πολιτικός αναλυτής Γιόσι Βέρτερ της Haaretz παρατήρησε ότι ο Τραμπ έσωσε το Ισραήλ από την πολιτική αυτοκαταστροφή. Στην πράξη, το Ισραήλ είχε ουσιαστικά χάσει τη στρατηγική του ισορροπία και την ικανότητά του να λαμβάνει ορθές αποφάσεις.
Το σχέδιο Τραμπ για την «επόμενη ημέρα» στη Λωρίδα της Γάζας (30/9/2025), μαζί με την Απόφαση 2803 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (17/11/2025), τοποθέτησαν το Ισραήλ ως τον νικητή και παρείχαν παγκόσμια νομιμοποίηση για μια νέα μορφή αποικιακής επιβολής στον παλαιστινιακό λαό. Το σχέδιο αυτό υλοποιεί την ατζέντα του Ισραήλ με την αποστράτευση της Αντίστασης, την εδραίωση της κατοχής, την ελάφρυνση της διεθνούς πίεσης προς το Ισραήλ και τη μείωση της στρατιωτικής, ασφάλειας, οικονομικής και ανθρωπιστικής εξάντλησης.
Μια Προοπτική για το Μέλλον
Η παύση των εχθροπραξιών στη Λωρίδα της Γάζας, σε συνδυασμό με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ σχετικά με τη διαχείριση του εδάφους τα επόμενα δύο χρόνια, προσέφερε μερική διέξοδο για το Ισραήλ. Ωστόσο, δεν επίλυσε όλα τα προβλήματά του, καθώς τα βασικά στοιχεία που στηρίζουν τη «στρατηγική απορρύθμιση» παραμένουν αμετάβλητα.
Το Ισραήλ εξακολουθεί να υποφέρει από βαθιά λανθασμένη αντίληψη για τον παλαιστινιακό λαό, την ευρύτερη περιοχή και τις κοινωνίες της, καθώς και για τις βαθιές θρησκευτικές, πολιτισμικές και ιστορικές διαστάσεις που τις διαμορφώνουν. Υποτιμά τη σταθερή δέσμευσή τους στα δικαιώματά τους, καθώς και την ικανότητά τους για αντοχή, ανανέωση και αναγέννηση.
Αντιμετωπίζουμε τρεις πιθανές μελλοντικές πορείες
Πρώτη: Το Ισραήλ θα μπορούσε να αποκαταστήσει μερικώς τη στρατηγική του ισορροπία αξιοποιώντας τη διακοπή των εχθροπραξιών, την υποστήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης και το σχέδιο του Τραμπ, καθώς και την περιφερειακή κυριαρχία που ασκεί σήμερα. Αυτό θα μπορούσε να επιτρέψει τη διεξαγωγή εκλογών στην Κνεσέτ, το σχηματισμό νέας κυβέρνησης, την αναδιοργάνωση των σχέσεων μεταξύ κυβέρνησης, στρατού και δικαστικού σώματος, τη μείωση των εσωτερικών διαιρέσεων και την επίτευξη περιφερειακών συμφωνιών, ενώ παράλληλα θα γίνονταν βήματα στη διαδικασία κανονικοποίησης, διευρύνοντας το χώρο ελιγμών του Ισραήλ. Ωστόσο, αυτή η «ισορροπία» θα παρέμενε εύθραυστη, καθώς η κυρίαρχη ισραηλινή νοοτροπία δεν είναι πρόθυμη ούτε ικανή να κάνει ουσιαστικές υποχωρήσεις προς τον παλαιστινιακό λαό. Επιμένει σε σχέσεις κανονικοποίησης βασισμένες στην κυριαρχία αντί για την ισότητα, ενισχυμένες από τις βαθιές πληγές και τον αντίκτυπο που προκάλεσε η επιθετικότητα στη Λωρίδα της Γάζας.
Δεύτερη: Η συνέχιση της στρατηγικής απορρύθμισης με την τρέχουσα μορφή θα προέκυπτε από εσωτερικές ισραηλινές διαιρέσεις, τη συρρίκνωση των θεσμικών δομών του κράτους, τη συνεχή λανθασμένη εκτίμηση των αντιπάλων και του στρατηγικού περιβάλλοντος, καθώς και την εφαρμογή επιθετικών πολιτικών που θα προκαλούσαν ευρεία δυσαρέσκεια και θυμό, θέτοντας ισχυρές βάσεις για ανανεωμένη αντίσταση, παράλληλα με τη διάβρωση του μηχανισμού αποτροπής του Ισραήλ.
Τρίτη: Μια ευρεία κατάρρευση της στρατηγικής ισορροπίας θα μπορούσε να προκύψει λόγω της κυριαρχίας των εξτρεμιστικών ρευμάτων Θρησκευτικού Σιωνισμού και εθνικισμού και της μετανάστευσης μεγάλων τμημάτων της κοσμικής κοινωνίας από το Ισραήλ. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε λανθασμένες αποφάσεις όσον αφορά τη διεύρυνση του πολέμου και τη χρήση εργαλείων άμεσης επιρροής στην περιοχή, υπονομεύοντας τη διαδικασία κανονικοποίησης, διευρύνοντας τα πεδία σύγκρουσης και βυθίζοντας το Ισραήλ σε κατάσταση εξάντλησης και υπερβολικής επιβάρυνσης πέρα από τις δυνατότητές του, ιδιαίτερα αν οι ΗΠΑ και η Δύση αποσυρθούν από τη στήριξη του Ισραήλ, τη χρηματοδότηση των πολέμων του ή την κάλυψη των λανθασμένων υπολογισμών της ηγεσίας του.
Οι πιο πιθανές εξελίξεις βρίσκονται μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης πορείας, με τα αποτελέσματα των επερχόμενων ισραηλινών εκλογών να μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην επιλογή μιας από τις δύο. Το τρίτο σενάριο παραμένει απίθανο προς το παρόν, αλλά είναι μια πιθανότητα που μπορεί να ενισχυθεί μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα.
***
Σε κάθε περίπτωση, το πολιτικό σύστημα και η ιδεολογική νοοτροπία του Ισραήλ το καθιστούν ένα κράτος χωρίς στρατηγική ισορροπία. Επιπλέον, οι κρίσεις στις θεσμικές δομές του, σε συνδυασμό με την ευθραυστότητα του μηχανισμού αποτροπής και ελέγχου, περιέχουν πιθανούς καταλύτες για εκρηκτικές εξελίξεις.
Κατά συνέπεια, ο ενθουσιασμός που παρατηρήθηκε μετά τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας αντιπροσωπεύει μόνο μια προσωρινή και εύθραυστη «ανάπαυλα», η οποία σύντομα θα αποκαλύψει τη χρόνια και συνεχιζόμενη κατάσταση στρατηγικής αστάθειας.
*Ο καθηγητής Δρ. Μόχσεν Μοχάμαντ Σάλεχ είναι γενικός διευθυντής του εγκατεστημένου στη Βηρυττό Al-Zaytouna Centre for Studies and Consultations.








