«Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές, κυρία Πρόεδρε,
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη παρέμβασή μου, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η ελληνική κυβέρνηση θα εργαστεί ώστε να τηρηθούν όλες οι ανεκπλήρωτες υποχρεώσεις προς την Ελλάδα και τον Ελληνικό λαό. Και όπως εμείς δεσμευόμαστε να τηρήσουμε τις υποχρεώσεις μας έτσι οφείλουν να πράξουν και όλες οι πλευρές (…) Η νέα ελληνική κυβέρνηση θα στηρίξει πραγματικά και με όλες της τις δυνάμεις, την πρωτοβουλία για την ανασύσταση, ανασυγκρότηση και αναβάθμιση της Επιτροπής για την Διεκδίκηση των Γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα. Θα την στηρίξουμε αληθινά και ουσιαστικά και όχι για επικοινωνιακούς λόγους. Είμαστε έτοιμοι να προσφέρουμε κάθε πολιτική και νομική συνδρομή, ώστε οι προσπάθειες της Επιτροπής αυτής να αποδώσουν. Και στα πλαίσια της θητείας της να φέρουν ουσιαστικό αποτέλεσμα. Να φέρουν λύση. Να δικαιώσουν αυτό το ανεκπλήρωτο ηθικό αλλά και υλικό ιστορικό χρέος, όχι απέναντι στον Ελληνικό λαό, αλλά απέναντι σε όλους τους λαούς της Ευρώπης που πολέμησαν, μάτωσαν και νίκησαν το ναζισμό».
Αυτά έλεγε στις 10 Μάρτη στη Βουλή ο Α. Τσίπρας, παρεμβαίνοντας στη συζήτηση-φιέστα για τις γερμανικές επανορθώσεις. Μιλούσε για λεφτά που η Γερμανία πρέπει να πληρώσει στην Ελλάδα, για το κατοχικό δάνειο και για «αποζημίωση εξαιτίας εγκλημάτων πολέμου, εξαιτίας της σχεδόν ολικής καταστροφής των υποδομών της χώρας αλλά και της διάλυσης της οικονομίας της κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής». Αλλωστε, και στην ιστοσελίδα του πρωθυπουργού (www.primeminister.gov.gr), η σχετική ανάρτηση κάνει λόγο για «γερμανικές αποζημιώσεις». Ο δε Τσίπρας, στην ίδια ομιλία του, κατηγορούσε τη Γερμανία ότι χρησιμοποιεί «νομικά τεχνάσματα».
Δεκατρείς μέρες αργότερα, στεκόμενος δίπλα στην Μέρκελ, στην αίθουσα Τύπου της γερμανικής καγκελαρίας, ο Τσίπρας έκανε μια θεαματική κωλοτούμπα και διακήρυξε από την εισαγωγική κιόλας ομιλία του: «Το θέμα του κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων δεν είναι για μας ένα ζήτημα που αφορά πρωτίστως, μια υλική διεκδίκηση. Είναι ένα ηθικό πρωτίστως θέμα και πιστεύω ότι πρέπει να εργαστούμε οι δύο χώρες προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αυτό το ηθικό θέμα, που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αφορά και τον ελληνικό και το γερμανικό λαό».
Στη συνέχεια, άδειασε μεγαλοπρεπέστατα όσα είχε πει στην ίδια συνεδρίαση-φιέστα της Βουλής ο υπουργός Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλος: «Δεν υπάρχει κανένα μέλος της ελληνικής κυβέρνησης που να εξέφρασε την πρόθεση να καταλάβει το ελληνικό δημόσιο κτίρια του γερμανικού δημοσίου». Ποιος δε θυμάται ότι ο Παρασκευόπουλος δήλωσε έτοιμος να υπογράψει την απόφαση για κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού δημοσίου, σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης για αποζημίωση των θυμάτων του Διστόμου;
Για να γίνει πιο σαφής η κωλοτούμπα (τη σχετική ερώτηση υπέβαλε δημοσιογράφος του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων), ο Τσίπρας παράτησε τις περικοκλάδες που ψιλοάφηναν ανοιχτό το ζήτημα και ξεκαθάρισε: «Θέλω να επαναλάβω ότι αυτή η πρωτοβουλία για την ανάδειξη εκ νέου του αιτήματος για πολεμικές επανορθώσεις και του θέματος του αναγκαστικού δανείου δεν είναι κάτι καινούριο, έγινε και από την προηγούμενη κυβέρνηση και δεν αφορά κάποια υλική διεκδίκηση (…) Είναι ένα διμερές ζήτημα ξεχωριστό που για εμάς έχει πρωτίστως ηθική και όχι υλική αξία. Οι παρανοήσεις όμως πολλές φορές δημιουργούν στερεότυπα που πρέπει να σπάσουμε».
Στο σημείο αυτό της συνέντευξης, η Μέρκελ υπήρξε σαφέστατη και λακωνικότατη, επαναλαμβάνοντας την πάγια γερμανική θέση: «Εχουμε ήδη πει και αυτό επαναλαμβάνω, ότι η Γερμανία θεωρεί πως το θέμα των επανορθώσεων από πολιτικής και νομικής πλευράς έχει ολοκληρωθεί». Για να διευκολύνει δε το συνομιλητή της στην κωλοτούμπα, επανέλαβε κάποιες θέσεις που εδώ και χρόνια επαναλαμβάνει η γερμανική πλευρά κάθε φορά που τίθεται θέμα πολεμικών επανορθώσεων (όχι μόνο από την Ελλάδα): «Για αυτό το λόγο ακριβώς ιδρύθηκε το Ταμείο για το Μέλλον. Είναι ένα θέμα που θα συζητήσουμε. Σήμερα δεν καταλήξαμε σε κάποιο συμπέρασμα, αλλά η Γερμανία έχοντας πλήρη επίγνωση αυτού του προβλήματος, της στάσης κατά την διάρκεια της κατοχής, δεν το αγνοεί σαν θέμα. Θα το συζητήσουμε με την Ελλάδα και θα έχουμε σχετικές συζητήσεις στο μέλλον».
Ολ’ αυτά δεν μας εξέπληξαν. Είναι δεδομένο εδώ και καιρό ότι το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου χρησιμοποιούνται μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Επίσημο αίτημα προς τη Γερμανία και πολύ περισσότερο νομική διεκδίκηση δεν υφίσταται. Μια κυβέρνηση που εκλιπαρεί τη Γερμανία να τη διευκολύνει για νέο δανεισμό (προκειμένου να πληρωθούν τα προηγούμενα δάνεια) δε θα μπορούσε ταυτόχρονα να της ζητά να πληρώσει τις επανορθώσεις και το κατοχικό δάνειο, που η γερμανική πολιτική εδώ και δεκαετίες θεωρεί «τελειωμένη υπόθεση». Από καιρό σε καιρό, βέβαια, οι Γερμανοί λένε διάφορα και θεωρούν ότι συμπεριφέρονται και με μεγαλοψυχία και πνεύμα γενναιοδωρίας, με διάφορες φιλανθρωπικού τύπου ενέργειες (οι οποίες ταυτόχρονα διευκολύνουν γερμανικές επιχειρήσεις και διευρύνουν τη γερμανική επιρροή). Το έχουν κάνει με την Πολωνία και την Τσεχία, άρχισαν να το κάνουν και με την Ελλάδα.