Ανεξέλεγκτα περνούν τα σύνορα τα φυτικής προέλευσης τρόφιμα
Τους ελέγχους για την εισαγωγή προϊόντων από τρίτες χώρες κάνουν οι Χημικές Διευθύνσεις των τελωνείων που υπάγονται στο Γενικό Χημείο του Κράτους και η Διεύθυνση Μεταποίησης για τυποποίηση προϊόντων φυτικής προέλευσης, καθώς και η Διεύθυνση Κτηνιατρικής για προϊόντα ζωικής προέλευσης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ο ΕΦΕΤ παρεμβαίνει από την εισαγωγή και μετά. Οι έλεγχοι που γίνονται στα τελωνεία από τις Χημικές Διευθύνσεις δεν εξειδικεύονται στην ανίχνευση συγκεκριμένων ουσιών, όπως για παράδειγμα το ορυκτέλαιο, το κοβάλτιο, το αρσενικό κ.τ.λ. Το μόνο που σε ορισμένες περιπτώσεις αναζητείται είναι το πετρέλαιο. Η πληροφόρηση που έχω λέει ότι αναζητείται, κατ` αρχάς, μια σειρά από τοξικές ουσίες που είναι κοινός τόπος σε ό,τι αφορά την έρευνα, τον έλεγχο στις ευρωπαϊκές χώρες. Και εν συνεχεία, σε εξειδικευμένες περιπτώσεις –εφόσον υπάρχει μια καταγγελία, όπως είχαμε καταγγελία στην προκειμένη περίπτωση, ή μια υπόνοια– γίνεται έλεγχος για άλλα στοιχεία. Δηλαδή, δεν είναι μέσα στο πλαίσιο των ελέγχων που έχουν θεσμοθετηθεί από τις συνεργαζόμενες με τον ΕΦΕΤ ευρωπαϊκές εταιρίες.
Θεόδωρος Ρουσόπουλος
Press room, 20.5.08
Την παραπάνω απάντηση έδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μια μέρα μετά τη σχετική δημοσιογραφική ερώτηση, αφού πρώτα ενημερώθηκε από τα αρμόδια υπουργεία, όπως είπε. Η απάντηση είναι σκόπιμα παραπλανητική (οι πολιτικοί συντάκτες, άλλωστε, είναι εντελώς άσχετοι σ’ αυτά τα θέματα). Για κάποιον που ξέρει, όμως, είναι αποκαλυπτική. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δηλώνει ευθέως, ότι έλεγχος ουσιαστικός στα εισαγόμενα τρόφιμα δεν γίνεται. Αυτό, όμως, το παρουσιάζει ως φυσιολογικό γεγονός. Και βέβαια, ουδείς του έθεσε το ερώτημα, αν έπρεπε να γίνονται έλεγχοι και τι ακριβώς περιεχόμενο έπρεπε να έχουν.
Επίσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος (ίσως από δική του σκοπιμότητα, ίσως επειδή παραπλανήθηκε από συναδέλφους του) παρουσιάζει ως συναρμόδιες για τους ελέγχους υπηρεσίες τις Χημικές Διευθύνσεις των Τελωνείων και δυο Διευθύνσεις του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Διεύθυνση Μεταποίησης και Διεύθυνση Κτηνιατρικής). Η αλήθεια είναι ότι αποκλειστικά υπεύθυνο για τον έλεγχο των τροφίμων είναι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Για δε το συγκεκριμένο προϊόν (ηλιέλαιο) αρμόδια είναι η Διεύ-θυνση Μεταποίησης. Οι Χημικές Διευ-θύνσεις των Τελωνείων δεν έχουν καμιά δουλειά με τους ελέγχους των τροφίμων. Ερευνούν άλλα πράγματα, δικού τους ενδιαφέροντος. Για τους ελέγχους που αφορούν την καταλληλότητα των τροφίμων αρμόδιες και αποκλειστικά υπεύθυνες είναι οι υπηρεσίες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι οποίες θα έπρεπε να ασκούν συστηματικούς ελέγχους σε όλα τα προϊόντα που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (και για ζωοοτροφές), χρησιμοποιώντας τα δικά τους εργαστήρια ή και τα εργαστήρια του Γενικού Χημείου. Πέρα από το ότι η υπηρεσία του δεν έχει την αρμοδιότητα, δεν είναι και δουλειά ενός γενικού χημικού να διερευνά για την ύπαρξη επιμολύνσεων σε τρόφιμα, Γιατί δεν ξέρει τις λεπτομέρειες, δεν είναι της ειδικότητάς του. Αυτό είναι δουλειά των γεωτεχνικών, των γεωπόνων (για τα προϊόντα φυτικής παραγωγής) και των κτηνιάτρων (για τα προϊόντα ζωικής παραγωγής). Οι γενικοί χημικοί είναι απλώς διεκπεραιωτές παραγγελιών. Ο αρμόδιος γεωτεχνικός πρέπει να τους πει «ψάξτε γι’ αυτό και γι’ αυτό», διότι μόνοι τους δε γνωρίζουν για τι ακριβώς πρέπει να ψάξουν. Γι’ αυτό λέμε πως για τους ειδικούς η απάντηση Ρουσόπουλου είναι αποκαλυπτική, γιατί παραδέχεται πως στην πραγματικότητα οι αρμόδιες για τους ελέγχους υπηρεσίες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δεν έκαναν κανένα έλεγχο και μόνο οι Χημικές Διευθύνσεις των Τελωνείων έψαχναν για κάποια άλλα πράγματα, εντελώς ακαθοδήγητες, άσχετες με το αντικείμενο, γι’ αυτό και τα ορυκτέλαια τα βρήκαν κατόπιν εορτής, όταν είχε βουΐξει ολόκληρη η Ευρώπη και τους έδωσαν εντολή να ψάξουν ειδικά για ορυκτέλαια.
Υπάρχει μια λεπτομέρεια ανεκδοτολογικού τύπου, που αξίζει να επισημανθεί. Οταν πια το σκάνδαλο του ηλιέλαιου είχε φτάσει στο φόρτε του και η κατάσταση ήταν φανερά εκτός οποιουδήποτε ελέγχου, η κυβέρνηση διέταξε τον ΕΦΕΤ να ανακοινώσει ότι αποσύρονται όλα τα ηλιέλαια από την αγορά, ανεξαρτήτως ημερομηνίας εισαγωγής και χώρας προέλευσης. Την ίδια μέρα, 21.5.08, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (τρομάρα του) Α. Κοντός ανακοίνωσε με τυμπανοκρουσίες, ότι απαγόρευσε την εισαγωγή δυο φορτίων ηλιέλαιου ουκρανικής προέλευσης, που μόλις είχαν καταφθάσει με τάνκερ στα Ψαχνά Ευβοίας. Ηταν η κίνηση της σουπιάς. Ο Α. Κοντός έστελνε στο πανελλήνιο ένα μήνυμα: ο ΕΦΕΤ τα ‘χει κάνει θάλασσα, αλλά εγώ ενεργώ με ταχύτητα και αποφασιστικότητα.
Πλην κάποιων συνδικαλιστών του ΕΦΕΤ, που κινούνταν με βάση τη συντεχνιακή λογική «να υπερασπιστούμε το μαγαζί μας», ουδείς παρατήρησε πως αφού είναι ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που απαγορεύει την εκφόρτωση αυτών των δυο πλοίων, αυτός θα έπρεπε να είναι υπεύθυνος και για τα προηγούμενα φορτία. Ο Α. Κοντός έκανε την επίδειξη καραγκιόζικου ηρωισμού και αμέσως αποσύρθηκε από το προσκήνιο, αφήνοντας τον ΕΦΕΤ να εισπράττει όλη τη χλαπάτσα. Η αλήθεια, όμως, είναι πως ο ΕΦΕΤ έχει ευθύνη μόνο για την εσωτερική αγορά και όχι για τις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Είναι βέβαια τεράστιες οι ευθύνες του ΕΦΕΤ, όμως εξίσου τεράστιες είναι οι ευθύνες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Αυτό ήταν υπεύθυνο να ελέγξει τις εισαγωγές του ηλιέλαιου και ουδέποτε το έκανε. Οχι μόνο δεν το έκανε, αλλά σαμποτάρισε συνειδητά κάθε προσπάθεια συγκρότησης ενός στοιχειώδους έστω ελεγκτικού μηχανισμού.
♦ Ελεγχος; Ποιος έλεγχος;
Την προηγούμενη εβδομάδα γράψαμε ότι ο Α. Κοντός, σαν τη σουπιά που αμολάει το μελάνι της, φρόντισε να βγει έξω από το κάδρο των υπευθύνων γι’ αυτό το νέο διατροφικό έγκλημα, αφήνοντας όλη την ευθύνη να την πάρει ο ΕΦΕΤ και οι πολιτικοί του προϊστάμενοι Χ. Φώλιας και Γ. Βλάχος. Τα πράγματα, όμως, είναι ακόμα πιο ανατριχιαστικά. Οι ευθύνες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δεν είναι σε επίπεδο αμέλειας, βαριάς έστω, αλλά σε επίπεδο συνειδητής παρεμπόδισης των απαραίτητων ελέγχων. Αυτό αποδεικνύεται πέραν κάθε αμφιβολίας από τα επίσημα έγγραφα που φέρνουμε σήμερα στο φως.
Τον Απρίλη του 2004, από το Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ και το Ευρωκοινοβούλιο εγκρίθηκε ο Κανονισμός 882, με τον βαρύγδουπο τίτλο «για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων». Υποτίθεται πως με τον Κανονισμό αυτό η Ευρωλάνδη έβαζε μια τάξη σε όλη την επικράτειά της, δημιουργώντας τους απαραίτητους εκείνους μηχανισμούς που ως κέρβεροι θα φυλάττουν νυχθημερόν την ασφάλεια και την υγεία των πολιτών της. Εχουμε κι άλλη φορά αναφερθεί στον υποκριτικό χαρακτήρα τέτοιων νομικών κειμένων της ΕΕ και δε θα παραλείψουμε και τώρα ν’ αναφέρουμε πως στο σημείο 4 των εισαγωγικών σκέψεων αναφέρεται ρητά πως υπέρτατος κανόνας θεωρείται ο… αυτοέλεγχος των καπιταλιστών:
«Η κοινοτική νομοθεσία για τις ζωοοτροφές και τα τρόφιμα βασίζεται στην αρχή ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών και τροφίμων, σε όλα τα στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής εντός των επιχειρήσεων υπό τον έλεγχό τους, είναι υπεύθυνοι για να εξασφαλίζουν ότι οι ζωοτροφές και τα τρόφιμα τηρούν τις απαιτήσεις της νομοθεσίας για τις ζωοτροφές και τα τρόφιμα που είναι συναφείς με τις δραστηριότητές τους»!
Οι καπιταλιστές που παράγουν και διακινούν τρόφιμα και ζωοοτροφές θεωρούνται πρόσωπα απόλυτα φερέγγυα, υπεράνω πάσης υποψίας, γι’ αυτό και πρωτίστως σ’ αυτούς ανατίθεται η ευθύνη της προστασίας της δημόσιας υγείας. Κάτι εγκλήματα τύπου «τρελών αγελάδων», διοξινούχων κοτόπουλων και τα παρόμοια, αποτελούν απλές… αστοχίες.
Για ξεκάρφωμα, όμως, και για να λειτουργήσει καλύτερα το εμπόριο θεσπίζουν και ένα σύστημα ελέγχων από κρατικά όργανα. Διότι ξέρουν ότι κάποια στιγμή κάποιο επεισόδιο του διαρκούς διατροφικού σκανδάλου θα έρθει στο φως, οπότε θα πρέπει να ελέγξουν την κατάσταση και να διαχειριστούν πολιτικά τις λαϊκές μάζες, ώστε να μην υπάρξει καταναλωτικό κραχ στην αγορά. Αναφέρει για παράδειγμα ο συγκεκριμένος κανονισμός, ότι «οι επίσημοι έλεγχοι θα πρέπει να πραγματοποιούνται με τις κατάλληλες τεχνικές, συμπεριλαμβανομένων των καθιερωμένων ελέγχων επιτήρησης καθώς και εντατικότερων ελέγχων, όπως επιθεωρήσεις, εξακριβώσεις, εξετάσεις, δειγματοληψία και ανάλυση των δειγμάτων», ότι «οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη θέσπιση και την αποτελεσματική εφαρμογή κατάλληλων συντονιστικών διαδικασιών σε περίπτωση που οι επίσημοι έλεγχοι διενεργούνται από διαφορετικές υπηρεσίες ελέγχου», όπως και να «υπάρχει ουσιαστικός και αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ του κεντρικού επιπέδου και του περιφερειακού ή τοπικού επιπέδου», ότι «θα πρέπει να είναι διαθέσιμες οι κατάλληλες διαδικασίες για τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών τόσο στο εσωτερικό των κρατών μελών όσο και μεταξύ τους, ιδίως όταν ύστερα από επισήμους ελέγχους διαπιστώνεται ότι τα προβλήματα που αφορούν ζωοοτροφές και τρόφιμα επεκτείνονται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη» κ.λπ. κ.λπ.
Επειδή ο εν λόγω κανονισμός θεωρήθηκε μια… επανάσταση για την προστασία της υγείας των καταναλωτών, δόθηκε μια περίοδος ενάμισι περίπου χρόνου, ώστε τα κράτη μέλη να προετοιμαστούν κατάλληλα. Η εφαρμογή του κανονισμού άρχισε από την 1η Γενάρη του 2006.
Στην Ελλάδα, όπως είπαμε, ως αρμόδια αρχή για τα εισαγόμενα τρόφιμα και ζωοτροφές ορίστηκε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο έπρεπε να ετοιμάσει όλον αυτό το θαυμαστό μηχανισμό ελέγχου. Ας δούμε, λοιπόν, πώς ανταποκρίθηκε το υπουργείο και ειδικά η περιβόητη Διεύθυνση Μεταποίησης, αρμόδια για τις εισαγωγές τροφίμων φυτικής προέλευσης, όπως το ηλιέλαιο με τις βαλβολίνες.
Κατά τους 18 μήνες της προετοιμασίας, δεν έκανε απολύτως τίποτε για να οργανώσει τον υπάρχοντα υποτυπώδη μηχανισμό ελέγχων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νέου κανονισμού (τι θα ελέγχει, πώς θα ελέγχει κ.λπ.). Αφησε να περάσει και ένα πεντάμηνο ακόμα και στις 18.5.2006 έστειλε στη Γενική Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών του υπουργείου Οικονομικών το εξής εκπληκτικό έγγραφο:
«Θέμα: Διαβίβαση νομοθεσίας
Σας αποστέλλουμε για ενημέρωσή σας και δικές σας ενέργειες τον Κανονισμό 882/2004/ΕΚ “για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων” καθώς και την ΚΥΑ 088/13-2-2006 (ΦΕΚ 175/Β/13-2-2006) “Ορισμός κεντρικών αρμόδιων αρχών για την οργάνωση επίσημων ελέγχων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29 Απριλίου 2004, καθώς και των Κανονισμών 852/2004, 853/2004 και 854/2004 2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου».
Χαρακτηρίζουμε εκπληκτικό αυτό το κείμενο, γιατί, αντί να δώσει συγκεκριμένες οδηγίες στα τελωνεία για τη συνεργασία τους με τα ελεγκτικά όργανα της Διεύθυνσης Μεταποίησης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που έχουν την αποκλειστική ευθύνη των ελέγχων, διαβιβάζει απλά τον κοινοτικό κανονισμό και μια κοινή υπουργική απόφαση που αφορά γραφειοκρατικά θέματα και δεν αναφέρεται στην ουσία των ελέγχων και την οργάνωση ελεγκτικού μηχανισμού. Μ’ άλλα λόγια, η αρμόδια για τους ελέγχους υπηρεσία λέει σε μια άλλη –που επικουρικό μόνο ρόλο έχει και άλλα πράγματα διερευνά– «μη μας ζαλίζετε τον έρωτα, κάντε ό,τι σας φωτίσει ο θεός»!
Μερικές μέρες αργότερα, η 19η Δι-εύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών του υπουργείου Οικονομικών έστειλε ένα έγγραφο με το χαρακτηρισμό «εξαιρετικά επείγον». Στους «αποδέκτες για ενέργεια» φιγουράρουν όλες οι αρμόδιες για τον έλεγχο επί των εισαγωγών Διευθύνσεις του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Αφού περιγράφει συνοπτικά τις νέες διατάξεις που αφορούν τους ελέγχους στις εισαγωγές τροφίμων και ζωοτροφών, η Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών σημειώνει με μεγάλα μαύρα γράμματα, για να δώσει όση περισσότερη έμφαση γίνεται:
«Επισημαίνουμε ότι η εφαρμογή του κοινοποιούμενου Κανονισμού θα καταστεί ουσιαστικά δυνατή από τις Τελωνειακές Αρχές, μετά την παροχή των αναγκαίων διευκρινίσεων από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων».
Παρακάτω αναφέρει:
«Επισημαίνεται ότι, όταν καταστεί δυνατή η εφαρμογή του εν λόγω Κανονισμού με την παροχή των αναγκαίων διευκρινίσεων από το αρμόδιο Υπουργείο και μέχρι να εκδοθούν οι προβλεπόμενες ΚΥΑ, με τις οποίες θα ρυθμιστούν θέματα μεταβίβασης της αρμοδιότητας για τη διενέργεια των προβλεπόμενων επίσημων ελέγχων σε περιφερειακές ή νομαρχιακές αρχές, οι Τελωνειακές Αρχές της χώρας θα απευθύνονται στα ελεγκτικά όργανα του ως άνω Υπουργείου.
Ωστόσο και εν αναμονή των ως άνω σχετικών διευκρινήσεων από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, τονίζουμε ότι στην παρούσα φάση, οι τελωνειακές διατυπώσεις και διαδικασίες κατά την εισαγωγή των προβλεπόμενων από τον κοινοποιούμενο Κανονισμό προϊόντων, θα διεξάγονται σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν κατά καιρούς δοθεί από την Υπηρεσία μας σχετικά με τη διενέργεια ελέγχων κατά την εισαγωγή τροφίμων και ζωοτροφών».
Οι δυο υπηρεσίες κινούνται με τη δεξιοτεχνία κινέζων πρωταθλητών του πινγκ-πονγκ, πετώντας η μία το μπαλάκι στο τερέν της άλλης. Ομως, για να είμαστε δίκαιοι, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι, αν στην περίπτωση της Διεύθυνσης Τελωνειακών Διαδικασιών ξεχειλίζει ο γραφειοκρατισμός, στην περίπτωση της Διεύθυνσης Μεταποίησης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ξεχειλίζει η εγκληματική αδιαφορία.
Τι ζητά η Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών; Ζητά οδηγίες από το αρμόδιο υπουργείο για το πώς πρέπει να ενεργήσει, ώστε να συνδράμει στην εφαρμογή του νέου συστήματος ελέγχων. Διευκρινίζει δε, ότι μέχρι να πάρει αυτές τις οδηγίες, θα εξακολουθήσει να ενεργεί με τον παλιό τρόπο. Τι έπρεπε να έχει κάνει η Διεύθυνση Μεταποίησης; Να έχει οργανώσει έναν καλά δομημένο ελεγκτικό μηχανισμό, διακτινωμένο σε όλα τα σημεία από τα οποία μπαίνουν στη χώρα τρόφιμα φυτικής προέλευσης. Τουλάχιστον να έχει ξεκινήσει το στήσιμο ενός τέτοιου μηχανισμού. Τι έκανε; Τίποτε απολύτως. Τι απάντησε στο έγγραφο της Διεύθυνσης Τελωνειακών Διαδικασιών; Τίποτε απολύτως! Την έγραψε κανονικότατα.
Η Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών απευθύνθηκε και το 2007 με ανάλογου περιεχόμενου έγγραφο, ζητώντας και πάλι η αρμόδια υπηρεσία να ξεκαθαρίσει πώς θα γίνονται οι έλεγχοι και πώς θα εμπλακούν σ’ αυτή οι υπηρεσίες της. Ακόμη περιμένει απάντηση! Είναι τέτοια η θρασύτητα της Διεύθυνσης Μεταποίησης, που απαξιώνει και να απαντήσει ακόμη. Επειδή όλοι ξέρουμε πως λειτουργεί το σύστημα, μπορούμε να καταλάβουμε ότι κανένας υπηρεσιακός παράγοντας δεν θα είχε το θράσος να συμπεριφερθεί έτσι, αν δεν είχε τις πλάτες της πολιτικής ηγεσίας του. Αλλιώς, θα φοβόταν μη τυχόν βρεθεί υπόλογος όχι μόνο για διοικητικές, αλλά ακόμα και για ποινικές ευθύνες. Αλλωστε, το γεγονός ότι ακόμα και τώρα, μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου του ηλιέλαιου, ουδείς μιλά για τις ευθύνες της Διεύθυνσης Μεταποίησης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των πολιτικών της προϊσταμένων, ενώ οι τελευταίοι κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τι έγινε, προσφέροντας πλήρη κάλυψη στους υφισταμένους τους, καταδείχνει πως υπήρξε πλήρης ταύτιση υπηρεσιακών παραγόντων και πολιτικών προϊσταμένων, ότι υπήρξε σκόπιμο σαμποτάρισμα της διαδικασίας ελέγχου, προς όφελος των μεγαλοκαπιταλιστών που σοδειάζουν κέρδη πουλώντας θάνατο.