Ο Νίκος Βούτσης, κορυφαίο πολιτικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, ενταγμένο στο στενό πυρήνα των «προεδρικών», ήξερε πολύ καλά τι έλεγε απαντώντας στο ερώτημα για το αν θα έπρεπε να υπάρχει κάποιος δίαυλος επικοινωνίας «μεταξύ των κομμάτων που κυβερνούν ή εν δυνάμει θα κυβερνήσουν», δηλαδή μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ κατά κύριο λόγο. Οχι μόνο δεν απάντησε αρνητικά, αλλά περιέγραψε και το περιεχόμενο αυτής της κοινής βάσης. Παραθέτουμε ολόκληρη τη στιχομυθία, που έγινε στο ραδιοσταθμό «Αθήνα 9,84», την Παρασκευή 27 Δεκέμβρη:
«Δημοσιογράφος: Τα πολιτικά κόμματα και ειδικά εκείνα που κυβερνούν ή εν δυνάμει θα κυβερνήσουν τη χώρα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν πρέπει να έχουν ένα δίαυλο επικοινωνίας για τα μεγάλα ζητήματα; Ερχεται το 2014 και ενδεχομένως να διαπραγματευτούμε το μεγαλύτερο εθνικό θέμα μετά τον πόλεμο, τη διευθέτηση του χρέους. Δεν πρέπει να υπάρχει μια επικοινωνία;
Ν. Βούτσης: Συμφωνώ απολύτως μαζί σας, αλλά χρειάζεται μια ελάχιστη κοινή βάση γι' αυτό. Οποτε και αν υπάρξει αυτή, θα έχουμε και αυτό τον δίαυλο. Οπως έγινε, για παράδειγμα, με το θέμα της χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής, αφού όμως υπήρξε η προσπάθεια εξάρθρωσής της.
Πριν δεν ήταν δυνατόν, γιατί κινούμασταν σε εντελώς ασύμβατες κατευθύνσεις. Το ίδιο γίνεται και με το χρέος. Μόνο δύο βουλευτές από τους 70 της ΝΔ που μίλησαν στη Βουλή αναφέρθηκαν σε μη βιώσιμο χρέος. Δεν έχει αποτολμήσει η κυβέρνηση κεντρικά, ως κυβέρνηση, ως πρωθυπουργός, να πει "κύριοι, το χρέος δεν είναι βιώσιμο". Αυτό θα ήταν μια βάση για να δει κάποιος το ευρύτερο μέτωπο, ώστε να δημιουργηθεί μια προϋπόθεση ενός πραγματικού κουρέματος κ.λπ.».
Οι πιο ευφάνταστοι θα μπορούσαν να σκεφτούν ακόμη και κυβέρνηση «εθνικής ευθύνης», με ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Και δε θα είχαν άδικο, δεδομένου ότι αυτή η λύση, ως έσχατη λύση φυσικά, είναι μέσα στην πολιτική κουλτούρα και του ΣΥΡΙΖΑ, όπως όλων των αστικών κομμάτων. Κανένας δε θα μπορούσε να φανταστεί πριν από μερικά χρόνια συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και όμως έγινε. Γιατί όχι και συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ, αν η Βουλή δε δίνει άλλη κυβερνητική λύση και πρέπει να αποφευχθούν οι εκλογές; Ο Βούτσης δίνει και την «ελάχιστη κοινή βάση» για μια τέτοια συγκυβέρνηση: διεκδίκηση ρυθμίσεων που θα εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους. Εγκαλεί μάλιστα τη ΝΔ γιατί δε θέτει αυτή τη στιγμή ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους. Εάν το έθετε, λέει, θα άνοιγε ο δρόμος για τη δημιουργία ενός «ευρύτερου μετώπου», στο οποίο θα συμμετείχε το σύνολο των κομμάτων που θέτουν ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους!
Μείζον ζήτημα, λοιπόν, για τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι η βιωσιμότητα του χρέους, η οποία πρέπει ν' αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, με βασική διεκδίκηση ένα νέο κούρεμα. Πρέπει να θυμίσουμε, καταρχήν, ότι η ιδέα της «εθνικής διαπραγμάτευσης», την οποία προωθεί τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, πρωτοπαρουσιάστηκε από το ΠΑΣΟΚ το 2011. Η διαφορά είναι πως τότε το ΠΑΣΟΚ προσπαθούσε να καταστήσει συνυπεύθυνο το σύνολο της αντιπολίτευσης, για να μειώσει το δικό του πολιτικό κόστος, ενώ τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να «γλυκάνει» την πολιτική του, διολισθαίνοντας ως επιδέξιος σκιέρ προς την «υπευθυνότητα» και το «ρεαλισμό».
Πρέπει να θυμίσουμε, ακόμη, ότι το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους έχει θέσει μετ’ επιτάσεως το ΔΝΤ, το οποίο ζητά ένα OSI (Official Sector Involvement – Εμπλοκή του Δημόσιου Τομέα, εν αντιθέσει με το PSI, που αναφερόταν στο χρέος που κατείχε ο ιδιωτικός τομέας). Και δεν είναι τυχαία τα «κολλητιλίκια» του ΣΥΡΙΖΑ με το ΔΝΤ και τα συνεχή καλέσματα του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση να εκμεταλλευτεί τις αντιθέσεις ΔΝΤ-ΕΕ, υιοθετώντας τις θέσεις του πρώτου για νέο κούρεμα του χρέους.
Τέλος, πρέπει να θυμίσουμε ότι η βιωσιμότητα του χρέους αποτελεί σταθερή φροντίδα και της ΕΕ. Με δικές της αποφάσεις οργανώθηκε το κούρεμα του PSI και στη συνέχεια οι ρυθμίσεις του Νοέμβρη του 2012, ενώ υπάρχει απόφαση που προβλέπει νέες ρυθμίσεις, στο βαθμό που η Ελλάδα εφαρμόσει ακριβώς το «πρόγραμμα» και παράξει πρωτογενές πλεόνασμα. Μάλιστα, η σχετική αναφορά στο τρίτο Μνημόνιο εξελήφθη αρχικά ως προαναγγελία νέου κουρέματος. Ο ίδιος ο Στουρνάρας έσπευσε να το πει στη Βουλή, για να του τραβήξουν τ’ αυτιά οι Γερμανοί και να «μαζευτεί». Εκτοτε, η σχετική αναφορά στο Μνημόνιο-3 ερμηνεύεται (για λόγους που έχουν να κάνουν και με τις πολιτικές-εκλογικές σκοπιμότητες στη Γερμανία) ως υπόσχεση για νέες ρυθμίσεις τύπου 2012. Δηλαδή, νέο δάνειο και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των προηγούμενων.
Μπορεί να μην δούμε ποτέ μια «κυβέρνηση εθνικής ανάγκης» με συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ, διότι οι πολιτικοί συσχετισμοί θα διαμορφωθούν διαφορετικά και θα δίνουν βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα της μιας ή της άλλης πλευράς (δηλαδή είτε με πυρήνα τη ΝΔ είτε με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ).
Εκείνο, όμως, που έχει σημασία είναι ο «ρεαλισμός» της βιωσιμότητας του χρέους, στον οποίο προσγειώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Ανάγοντας σε μείζονα πολιτικό στόχο τη βιωσιμότητα του χρέους, ο ΣΥΡΙΖΑ επί της αρχής δε λέει τίποτα το διαφορετικό απ’ αυτό που λέει το ΔΝΤ, η ΕΕ, η γερμανική κυβέρνηση, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Ολοι θέλουν το χρέος να καταστεί βιώσιμο, διαφωνούν όμως στη συνταγή με την οποία θα εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα.
Τι σημαίνει βιωσιμότητα του χρέους; Σημαίνει να μπορεί το ελληνικό κράτος να το εξυπηρετεί. Δηλαδή, ο κρατικός προϋπολογισμός να εξασφαλίζει εκείνα τα κονδύλια που απαιτούνται για την πληρωμή των χρεολυσίων και των τόκων. Αν το ελληνικό κράτος φτάσει σε αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους, αν δηλαδή κηρύξει χρεοκοπία, οι δανειστές του θα χάσουν τη δυνατότητα να εισπράττουν τα τοκοχρεολύσιά τους (πέρα από τις γενικότερες επιπλοκές που θα υπάρξουν για το ευρω-σύστημα). Γι’ αυτό και οι ίδιοι οι δανειστές φροντίζουν για τη βιωσιμότητα, έχοντας κάνει δύο μέχρι στιγμής μεγάλες παρεμβάσεις (συμπεριλαμβανόμενου και ενός κουρέματος της τάξης του 50%) και ετοιμάζοντας μια τρίτη, μετά τις ευρωεκλογές.
Επί της αρχής, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ζητά τίποτα διαφορετικό απ’ αυτό που ζητούν και οι δανειστές. Γι’ αυτό και συχνά-πυκνά ο Τσίπρας μιλά για αμοιβαία επωφελή λύση. Εχει σημασία να τονιστεί αυτό, για να θυμηθούμε από πού ξεκίνησε και που καταλήγει (μέχρι στιγμής) ο ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκίνησε από τη θεωρία της μονομερούς διαγραφής του απεχθούς χρέους, το μέγεθος του οποίου θα προσδιόριζε κάποια Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου. Η θεωρία αυτή παιζόταν κατά κόρον μέχρι το καλοκαίρι των «αγανακτισμένων». Μέχρι τις εκλογές του 2012 έμπαινε και έβγαινε από το ψυγείο, ανάλογα με τις ψηφοθηρικές ανάγκες, και μετά τις εκλογές πετάχτηκε στη χωματερή των λαμπρών πολιτικών ιδεών, για να έχουμε τη διολίσθηση προς την «αναδιαπραγμάτευση» του χρέους, η οποία τώρα γίνεται «κοινό μέτωπο» στη βάση της διεκδίκησης της βιωσιμότητας του χρέους.
Βεβαίως, αν ζητήσει κάποιος περισσότερες λεπτομέρειες, οι ΣΥΡΙΖΑίοι θ’ αρχίσουν ν’ αραδιάζουν τα γνωστά, περί επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους, ρήτρα ανάπτυξης για την αποπληρωμή, περίοδο χάριτος κτλ. Ολ’ αυτά είναι μια συνταγή, την οποία δε θα εφαρμόσει μονομερώς μια ελληνική κυβέρνηση, αλλά θα πρέπει να διαπραγματευθεί με τους δανειστές. Η ίδια η διαπραγμάτευση, όμως, πρώτο καθιστά τα συμφέροντα των δανειστών νόμιμα και δεύτερο τους δίνει τη δυνατότητα βέτο στην εφαρμοζόμενη οικονομική και κοινωνική πολιτική. Επ’ αυτού, άλλωστε, έχουν ήδη προνοήσει οι Συνθήκες της ΕΕ και της Ευρωζώνης, με τις ασφυκτικές διαδικασίες ελέγχου που προβλέπουν, οι οποίες πλέον μπορεί να εφαρμοστούν και χωρίς το ΔΝΤ, καθώς οι υπηρεσίες της Κομισιόν έχουν αποκτήσει τη σχετική τεχνογνωσία.
Αναζητώντας έναν κοινό τόπο, ένα «ευρύτερο μέτωπο» για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, δηλαδή για την εξασφάλιση της δυνατότητας του ελληνικού κράτους να διαθέτει τα πλεονάσματά του για την αποπληρωμή των δανειστών, ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται αποδεκτός ως μια ρεαλιστική δύναμη αστικής διαχείρισης. Οι καπιταλιστές, ντόπιοι και ξένοι, αντιλαμβάνονται ότι απέναντί τους θα έχουν μια νομιμόφρονα έναντι των κοινοτικών θεσμίων κυβέρνηση και όχι μια κυβέρνηση που θα προσπαθήσει να καταστρέψει τους κανόνες του παιχνιδιού. Φυσικά, θα εξακολουθήσουν να στηρίζουν πολιτικά τη «σίγουρη» σημερινή κυβερνητική συμμαχία, χωρίς όμως και να ανησυχούν για το μέλλον.
Μπορεί να αποκλειστεί ένα νέο κούρεμα του χρέους; Οχι, δεν μπορεί να αποκλειστεί, δεδομένου ότι «τα νούμερα δεν βγαίνουν». Μια τέτοια λύση, όμως, η οποία θα συμφωνηθεί εντός της Ευρωζώνης, αφού τα κράτη της Ευρωζώνης και ο EFSF κατέχουν πλέον το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό του ελληνικού δημόσιου χρέους, θα συνοδεύεται από όρους σαν αυτούς που ισχύουν σήμερα (το αν θα τους βάλουν σ’ ένα νέο Μνημόνιο ή αν θα περιοριστούν στην αναγραφή τους σε μια απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ δεν έχει καμιά σημασία, αφού σε κάθε περίπτωση θα είναι δεσμευτικοί). Από όρους οι οποίοι θα εξασφαλίζουν τη συνέχιση του πλιάτσικου επί των δημόσιων οικονομικών, για να αποπληρώνεται το χρέος, και τη συνέχιση της κινεζοποίησης του ελληνικού λαού, προκειμένου να στηριχτεί μια καχεκτική ανάπτυξη και να εξασφαλίζονται οι πόροι του κρατικού προϋπολογισμού επί των οποίων θα πλιατσικολογούν οι δανειστές.
Πέτρος Γιώτης