Σχεδόν «στο ντούκου» πέρασε το φετινό συνέδριο του Economist και δικαίως, αφού έπεσε πάνω στη μεγάλη απεργία για το Ασφαλιστικό. Ομως, το θέμα του είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως και οι ομιλίες των κυβερνητικών στελεχών. Οι Συμπράξεις Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα, οι περιβόητες ΣΔΙΤ δεν επελέγησαν τυχαία ως θέμα του συνέδριου. Είναι το βασικό εργαλείο για την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, δεδομένου ότι για το μεγάλο κατασκευαστικό κεφάλαιο δεν υπάρχουν πλέον τα λεγόμενα μεγάλα έργα (απομένουν μόνο ορισμένοι οδικοί άξονες, που δε μπορούν να απορροφήσουν το σύνολο του κατασκευαστικού κεφάλαιου).
«Δημιουργούμε ένα φιλικό περιβάλλον για τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα», κραύγασε πανηγυρικά ο Γ. Αλογοσκούφης, ρίχνοντας το σύνθημα που προκάλεσε ρίγη συγκίνησης στο ακροατήριο των καπιταλιστών και των μάνατζερ: «Στόχος μας είναι –και είμαστε απόλυτα προετοιμασμένοι για αυτό- κάθε μήνα να δημοπρατείται τουλάχιστον ένας διαγωνισμός στο πλαίσιο των Συμπράξεων Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα»!
Πριν δούμε τον πυρήνα της ομιλίας του υπουργού Οικονομίας, ας παρακολουθήσουμε τις τοποθετήσεις υπουργών που έχουν στην ευθύνη τους τομείς καθαρά κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Ο υπουργός Παιδείας Ε. Στυλιανίδης περιέγραψε το σχολείο που οραματίζεται ως το σχολείο των ΣΔΙΤ. Θα είναι «σχολείο – κέντρο γνώσης, με εργαστήρια, βιβλιοθήκες, αίθουσες πληροφορικής και χώρους αναψυχής, που θα ενεργοποιήσει την ανάγκη για μάθηση και δημιουργία και θα λειτουργήσει ως κύτταρο ανανέωσης για την κοινωνία μας». Αυτό, βέβαια, δεν είναι σχολείο αλλά επιχείρηση (δεν είναι του παρόντος να εξηγήσουμε γιατί), όμως, αν υποθέσουμε ότι είναι σχολείο, γιατί αυτό πρέπει να είναι σχολείο των ΣΔΙΤ; Τι εμποδίζει να είναι ένα τυπικό κρατικό σχολείο; Οσο και να ψάξει κανείς την ομιλία Στυλιανίδη δε θα βρει απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα.
Σύμφωνα με τον υπουργό Παιδείας, «οι ανάδοχοι που τελικά θα επιλεγούν θα κληθούν να αναλάβουν τόσο την κατασκευή όσο και τη συντήρηση, τη φύλαξη, την καθαριότητα και την ασφάλιση των συγκεκριμένων κτιρίων για μεγάλο χρονικό διάστημα που μπορεί να φτάσει τα 30 χρόνια». Περιττεύει, βέβαια, να πούμε πως και το κόστος κατασκευής και το κόστος συντήρησης αυτών των σχολείων θα είναι πολλαπλάσιο σε σχέση με το κόστος που υπάρχει έως τώρα. Οσες μίζες και να πέφτουν στα έργα του ΟΣΚ, δεν υπάρχει κέρδος για τον ιδιοκτήτη, το κράτος, ενώ ο ιδιώτης πρέπει να βγάλει κέρδος (και μάλιστα όχι οποιοδήποτε κέρδος αλλά το μέγιστο) και από την κατασκευή και από τη συντήρηση.
Συμπληρώνουμε πως η διεθνής εμπειρία δείχνει και κάτι ακόμη. Τα σχολεία που κατασκευάζουν και διαχειρίζονται ιδιώτες χρησιμοποιούνται τα απογεύματα για κάθε είδους εμπορικές δραστηριότητες (ιδιωτικά μαθήματα, εκδηλώσεις κ.λπ.), ενώ είναι κλειστά για τις κάθε είδους δραστηριότητες των μαθητών, των εκπαιδευτικών, των γονιών, των κατοίκων της γειτονιάς.
Ο υπουργός Υγείας Δ. Αβραμόπουλος δεν δίστασε να πει, χωρίς καμιά ντροπή, ότι «το κράτος από μόνο του δεν μπορεί και δεν πρέπει να ασκεί το ρόλο του επιχειρηματία ». Δηλαδή, την προσφορά υπηρεσιών υγείας στο λαό την αντιλαμβάνεται ως επιχείρηση! Στη συνέχεια, επιδόθηκε σε μια άκρατη διαφήμιση των ΣΔΙΤ που έχουν υπογραφεί για την κατασκευή δυο νοσοκομείων του ΕΣΥ, χωρίς φυσικά κι αυτός να εξηγήσει για ποιο λόγο τα νοσοκομεία πρέπει να κατασκευαστούν από τους ιδιώτες και όχι από το κράτος έως τώρα. Με το περισσό θράσος που τον χαρακτηρίζει έφτασε να καμαρώσει διότι «με την κατασκευή των νέων σύγχρονων δομών υγείας με τη μέθοδο ΣΔΙΤ, θα δημιουργηθούν συνολικά 5.000 νέες θέσεις εργασίας». Λες και αν τα νοσοκομεία κατασκευάζονταν από το κράτος δεν θα δημιουργούνταν οι ίδιες (και περισσότερες) θέσεις εργασίας.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στον Γ. Αλογοσκούφη ο οποίος μίλησε με τη γλώσσα του στυγνού τεχνοκράτη, αποφεύγοντας τις δημαγωγικού τύπου μεγαλοστομίες των συναδέλφων του, και έδωσε μια συμπυκνωμένη περιγραφή των ΣΔΙΤ:
«Οι Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα αποτελούν έναν από τους βασικούς άξονες του μεταρρυθμιστικού μας προγράμματος. Οι Συμπράξεις αποτελούν ένα ουσιαστικό εργαλείο για να επιτύχουμε:
1. Υψηλότερη ανάπτυξη και περισσότερες θέσεις εργασίας.
2. Μείωση της συμμετοχής του Δημοσίου στην οικονομία.
3. Μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη δημιουργία υποδομών και στην παροχή υπηρεσιών του Δημοσίου.
4. Εισαγωγή τεχνογνωσίας από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα.
5. Βελτίωση της καθημερινής ζωής των πολιτών».
Ας πάρουμε με τη σειρά τα επιχειρήματά του:
– «Υψηλότερη ανάπτυξη και περισσότερες θέσεις εργασίας». Η απλή λογική λέει πως αν τα έργα αυτά κατασκευάζονταν από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων η ανάπτυξη θα ήταν ίδια. Οσο για τις θέσεις εργασίας, το αντίθετο απ’ αυτό που ισχυρίζεται ο Αλογοσκούφης ισχύει. Ο ιδιωτικός καπιταλιστικός τομέας έχει αποδείξει πως μειώνει σχετικά τις θέσεις εργασίας, επειδή χρησιμοποιεί παλιές και σύγχρονες ιδροκοπικές μεθόδους, μεθόδους υπερεκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Χρήσιμο είναι, λοιπόν, μένοντας σ’ αυτό το θέμα, να σημειώσουμε πως οι ΣΔΙΤ, πέραν των άλλων, συνιστούν και μια επίθεση για την απορρύθμιση με αντεργατικό τρόπο των εργασιακών σχέσεων, για την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζόμενων.
– «Εισαγωγή τεχνογνωσίας από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα». Και αυτό είναι μια μπούρδα. Τα δημόσια έργα και πριν της ΣΔΙΤ εκτελούνταν από ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούσαν ως εργολάβοι του δημοσίου. Επομένως, και υπό το παλιό καθεστώς, η όποια τεχνογνωσία του ιδιωτικού τομέα μεταφερόταν στον δημόσιο.
– «Βελτίωση της καθημερινής ζωής των πολιτών». Αυτό μάλλον δεν χρειάζεται σχολιασμό. Ενα σχολείο είναι σχολείο, ένα νοσοκομείο είναι νοσοκομείο, είτε κατασκευαστεί απευθείας από το κράτος είτε μέσω ΣΔΙΤ.
Τι μένει λοιπόν; Η «μείωση της συμμετοχής του Δημοσίου στην οικονομία και η μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη δημιουργία υποδομών και στην παροχή υπηρεσιών του Δημοσίου». Αυτή είναι όλη η ουσία των ΣΔΙΤ. Μέχρι πρότινος μας έλεγαν (θυμηθείτε τον Σημίτη), ότι το κράτος δε μπορεί να είναι επιχειρηματίας, γι’ αυτό και πρέπει να πουλήσει όλες τις επιχειρήσεις που είναι ανταγωνιστικές με επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Θα κρατήσει μόνο -έλεγαν- τις επιχειρήσεις κοινωνικού χαρακτήρα, οι οποίες δεν πρέπει να είναι στα χέρια της αγοράς. Τώρα, βάζουν τους ιδιώτες και σ’ αυτόν τον πυρήνα του «κοινωνικού κράτους». Οχι γιατί το κράτος αδυνατεί, αλλά γιατί αυτό απαιτούν οι ανάγκες αναπαραγωγής του συνολικού κεφάλαιου, στις συνθήκες της κρίσης υπερσυσσώρευσης που μαστίζει το σύγχρονο καπιταλισμό.
Γράψαμε και παραπάνω, ότι οι ιδιώτες πάντοτε ήταν «μέσα» στον κοινωνικό τομέα της οικονομίας, ως εργολάβοι και προμηθευτές. Τώρα μπαίνουν ως συνέταιροι, γιατί το κεφάλαιο που «λιμνάζει» πρέπει να βρει κερδοφόρους τομείς τοποθέτησης. Το αστικό κράτος λειτουργεί εδώ ως συλλογικός εκπρόσωπος της κεφαλαιοκρατίας, προσφέροντας διέξοδο στην κρίση του συστήματος. Και οι τομείς αυτοί (όπως η υγεία, η παιδεία, η πρόνοια) μπαίνουν με έμμεσο τρόπο στην αγορά, έστω και αν η παροχή υπηρεσιών ανήκει στο κράτος. Διότι το κράτος χρεώνει τις υπηρεσίες αυτές και με την πάροδο του χρόνου θα χρεώνει όλο και μεγαλύτερο κομμάτι τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον προϋπολογισμό δημόσιων κτιρίων που κατασκευάζονται με ΣΔΙΤ εμφανίζεται ένα καινούργιο στοιχείο κόστους, που ονομάζεται «κόστος βαριάς συντήρησης και ασφάλισης των υποδομών». Ενα κόστος διόλου ευκαταφρόνητο, αφού φτάνει το 20% του προϋπολογισμού (για τα νοσοκομεία είναι μεγαλύτερο). Ετσι, θα έχουμε επιβάρυνση των κρατικών προϋπολογισμών για περιόδους 25-30 ετών, προς όφελος της κερδοφορίας του κεφάλαιου, που κάνει εξασφαλισμένες επενδύσεις (με κρατική εγγύηση). Ετσι, επιδεινώνεται σε βάρος των εργαζόμενων και η αναδιανεμητική λειτουργία του κρατικού προϋπολογισμού, ειδικά αν πάρουμε υπόψη μας τις αλλαγές στην ποιοτική σύνθεση των φόρων (σχετική αύξηση της έμμεσης φορολογίας, ελαχιστοποίηση της φορολογικής οροφής για τα κέρδη).
Αξίζει τον κόπο να κλείσουμε με κάτι που είπε ο Ε. Στυλιανίδης σε πρόσφατη ραδιοφωνική συνέντευξή του, περιγράφοντας την Παιδεία που φαντάζεται: «Εάν είχα λυμένα τα χέρια και την οικονομική δυνατότητα αυτή τη στιγμή εγώ κ. Χατζηνικολάου θα συζητούσα ένα σύστημα κάρτας μαθητή. Δηλαδή ο κάθε μαθητής έχει ένα συγκεκριμένο κόστος για το κράτος και ένα συγκεκριμένο κόστος για τους γονιούς του. Εάν μπορούσαμε αυτά τα χρήματα να τα δώσουμε στο παιδί ή στην οικογένειά του και να έχει την ελευθερία επιλογής, αυτό θα ήταν το καλύτερο. Αλλά αντιλαμβάνεστε ότι κάθε καινοτόμος αντίληψη προσκρούει επάνω σε συμφέροντα που πολλές φορές είναι ξεπερασμένα από την εποχή, αλλά αυτά δίνουν τον τόνο. Στο χωριό μου λένε, ότι οι άδειοι τενεκέδες πολλές φορές κάνουν μεγαλύτερο θόρυβο από τους γεμάτους».
Θα συμφωνήσουμε ασμένως με την τελευταία φράση του υπουργού, περί θορυβούντων άδειων τενεκέδων, καλώντας τον να κοιταχτεί στον καθρέφτη, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Η Παιδεία που περιγράφει, ως γνήσιος νεοφιλελεύθερος, είναι μια Παιδεία της αγοράς, που καμιά σχέση δεν έχει με το «λαϊκό σχολείο» του Διαφωτισμού και της αστικής επανάστασης. Το κράτος βγαίνει από την υποχρέωση δίνοντας κουπόνια τα οποία ο καθένας μπορεί να διαθέσει όπως νομίζει και όπως μπορεί. Αλλος σε πανάκριβα ιδιωτικά σχολεία (έτσι τα δίδακτρα θα του έρθουν φτηνότερα) και άλλος σε άθλια οιονεί σχολεία, επειδή μόνο για τέτοια θα του φτάνουν.
Πέτρος Γιώτης