Πρόκειται για ένα θεμελιώδη κανόνα του ποινικού δικαίου, καθιερωμένο από τη ρωμαϊκή εποχή ακόμη, που στα ελληνικά αποδίδεται ως εξής: «οι αμφιβολίες είναι υπέρ του κατηγορούμενου». Από το σχολείο ακόμα μας διδάσκουν και μια φιλοσοφική απόδοση αυτής της νομικής αρχής: «καλύτερα να αθωωθούν χίλιοι ένοχοι, παρά να καταδικαστεί ένας αθώος».
Θυμηθήκαμε αυτή την αρχή του ποινικού δικαίου για να πούμε ότι, μετά τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών –κυρίως τη γραπτή ομολογία του Διώτη, ότι έκανε ένα προσωρινό αντίγραφο του περιβόητου στικ, για λόγους ασφάλειας (αλήθεια, γιατί δεν το αντέγραφε στο σκληρό του δίσκο, που είναι πιο ασφαλές;) και μετά είπε στη συνεργάτιδά του να σβήσει το ένα στικάκι, χωρίς να ξέρει αν αυτή έσβησε το πρωτότυπο ή το αντίγραφο– ο Παπακωνσταντίνου είναι αθώος, στη χειρότερη περίπτωση λόγω αμφιβολιών.
Γι’ αυτό δε μιλάει η μουσίτσα. Περιμένει πρώτα να τον παραπέμψουν, να μαζέψει όλα τα στοιχεία και μετά να πάει στην προανακριτική και να κάνει όχι την πολιτική υπεράσπιση που κάνει τώρα, αλλά μια ποινική υπεράσπιση που θα του ετοιμάσουν οι έμπειροι ποινικολόγοι που έχει ήδη προσλάβει.
Βεβαίως, κάθε ποινικολόγος που σέβεται τον εαυτό του, αφήνει τις αμφιβολίες ως τελευταία γραμμή άμυνας. Πρώτα επιχειρηματολογεί γιατί ο πελάτης του είναι αθώος και ζητά μια καθαρή αθώωση. Στο τέλος της αγόρευσής του, όμως, ρίχνει στο στίβο τις αμφιβολίες. Εξηγεί από πού προέρχονται οι αμφιβολίες, αναδεικνύει υπαρκτά διλήμματα, κατασκευάζει άλλα και καταλήγει: Αν, κύριοι δικαστές, δεν πειστήκατε για την αθωότητα του εντολέα μου, πειστήκατε μήπως για την ενοχή του; Πώς θ’ απαντήσετε στις τεράστιες αμφιβολίες που εγείρονται από τα ίδια τα πραγματικά περιστατικά; In dubio pro reo λέει το φιλελεύθερο ποινικό μας δίκαιο, γι’ αυτό και σας καλώ, αν δεν πειστήκατε για την αθωότητα του κατηγορουμένου, να τον απαλλάξετε λόγω αμφιβολιών.
Γι’ αυτό σας λέμε. Ακόμα και αν ο Παπακωνσταντίνου παραπεμφθεί τελικά, είτε στο ειδικό δικαστήριο του άρθρου 86 του συντάγματος είτε στην τακτική ποινική δικαιοσύνη, δεν υπάρχει δικαστήριο που θα τον καταδικάσει. Ειδικά μετά την ομολογία Διώτη, ότι μάλλον η συνεργάτις του διέγραψε τα περιεχόμενα από το στικ που του είχε δώσει ο Παπακωνσταντίνου. Ο ένας «έχασε» το ορίτζιναλ CD, ο άλλος «διέγραψε» το ορίτζιναλ στικ και «Κύριος οίδε» σε ποιο αριθμό αντιγράφου έχουμε φτάσει.
Βέβαια, η αρχή in dubio pro reo δεν είναι καθολική. Αν για παράδειγμα έχουμε μια δίκη πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος, ισχύει το αντίθετο. Οπως είχε γίνει για παράδειγμα στη δίκη της 17Ν, στην οποία ο γίγαντας της δικαιοσύνης Μιχ. Μαργαρίτης, πρόεδρος του πρώτου έκτακτου στρατοδικείου που στήθηκε στα μεταχουντικά χρόνια, καθιέρωσε την αρχή της αναγνώρισης με ποσοστά! Ερχόταν ο μάρτυρας που είχε δει φευγαλέα έναν μεταμφιεσμένο άνθρωπο πριν από πολλά χρόνια. Μόλις έδειχνε κάποιον δισταγμό στην αναγνώριση, ο Μαργαρίτης του ζητούσε ποσοστό αναγνώρισης. Γινόταν το σχετικό παζάρι και η μπίλια σταματούσε σ’ ένα ποσοστό, 60% ας πούμε. Το 40% δεν μετατρεπόταν ποτέ σε αμφιβολίες που οδηγούν στην απαλλαγή του κατηγορούμενου. Απλώς πετιόταν στα σκουπίδια. Το 60% ήταν υπεραρκετό.
Οταν, όμως, έχουμε έναν πρώην υπουργό και έναν πρώην παρασημοφορημένο εισαγγελέα, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Τότε το ποινικό δίκαιο θα εφαρμοστεί στην πιο φιλελεύθερη εκδοχή του. Αθώοι!
Π.Γ.