Στις 29 του περασμένου Απρίλη, όπως κατέγραψε αναλυτικά το ρεπορτάζ της «Κ», οι συνήγοροι υπεράσπισης στην εν εξελίξει τρίτη δίκη της ΣΠΦ, έθεσαν το ζήτημα της προκλητικά παράνομης απόφασης του Συμβουλίου Εφετών, που παρέτεινε την προφυλάκιση των Κ. Σακκά και Γερ. Τσάκαλου στους 36 μήνες. Οι τοποθετήσεις τους παρέμειναν φωνές βοώντων εν τη ερήμω. Η έδρα του τρομοδικείου ξεπέρασε το ζέον πρόβλημα με μια ποντιοπιλατική δήλωση («δεν έχουμε αρμοδιότητα»). Ο νομικός κόσμος έκανε πως δεν κατάλαβε. Κι ας μη μιλήσουμε για τον πανεπιστημιακό κόσμο, για την πλευρά των διακονούντων τη νομική θεωρία.
Εκκωφαντική ήταν η σιωπή και από την πλευρά του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού χώρου. Κάποια κείμενα, κάποιες καταγγελίες κι αυτό ήταν.
Δυο μήνες από τότε και τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην. Ο νομικός κόσμος μιλά, ο πανεπιστημιακός κόσμος μιλά, στις εφημερίδες γράφονται άρθρα, ένα κοινοβουλευτικό κόμμα (ΣΥΡΙΖΑ) αναδεικνύει το ζήτημα σε πολιτικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο, ο αναρχικός-αντιεξουσιαστικός χώρος οργανώνει εκδηλώσεις αλληλεγγύης σε όλη την Ελλάδα.
Περιττεύει να πούμε ότι η ειδοποιός διαφορά είναι η απεργία πείνας του Κ. Σακκά, που ξεπέρασε τον ένα μήνα. Δημιουργήθηκε μια καινούργια συνθήκη, η κρισιμότητα της οποίας δεν επιτρέπει τη βολική σιωπή του πρώτου μήνα.
Αν για τους αστοφιλελεύθερους πρέπει να θεωρείται δεδομένη η υποκρισία, δεν ισχύει το ίδιο για το αντικαπιταλιστικό κίνημα. Κι αν η στάση της λεγόμενης «αντικαπιταλιστικής», «ριζοσπαστικής» ή όπως αλλιώς αυτοπροσδιορίζεται Αριστεράς, η οποία περιορίστηκε σε τυπικές ανακοινώσεις, περιμένοντας «να περάσει κι αυτό», είναι ευεξήγητη, για την καθυστερημένη αντίδραση του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού χώρου (ή τουλάχιστον του μεγαλύτερου κομματιού του) πρέπει ν’ ανατρέξουμε σε μια ιδεολογική πλάνη. Μια πλάνη που λέει ότι δεν πρέπει να διεκδικούμε τα δικαιώματα που αναγνωρίζει στους πολίτες της η αστική δημοκρατία, διότι εμείς είμαστε ανειρήνευτοι εχθροί της και δεν ζητάμε τίποτ’ απ’ αυτή. Αν ζητήσουμε σεβασμό στα δικαιώματά μας ως πολίτες, τότε «θυματοποιούμαστε», «οπορτουνίζουμε» και πάει λέγοντας.
Με την απεργία πείνας ο Κ. Σακκάς, πέρα από τη διεκδίκηση των ατομικών του δικαιωμάτων, έδωσε μια γερή γροθιά και σ’ αυτή την ιδεολογική αγκύλωση. Δεν ξέρουμε αν του πέρασε από το μυαλό, όμως ήρθε σαν ένα παράπλευρο όφελος.
Η αστική δημοκρατία ποτέ δεν παραχώρησε κανένα ατομικό ή συλλογικό δικαίωμα. Ολα αυτά τα δικαιώματα καταχτήθηκαν μέσα από πολύχρονους αγώνες του κοινωνικού κινήματος. Γι’ αυτό και κανένας μας δεν έχει δικαίωμα να αποστρέφει περιφρονητικά το πρόσωπο απ’ αυτά τα δικαιώματα και να τα χαρίζει στους πολιτικούς αντιπάλους. Η ιστορία του επαναστατικού κινήματος δείχνει πως ουδέποτε οι διωκόμενοι και φυλακισμένοι επαναστάτες διέγραψαν τα δικαιώματα που είχαν ως πολίτες της αστικής δημοκρατίας. Τα υπερασπίστηκαν, όχι υπερασπιζόμενοι την αστική δημοκρατία, αλλά υπερασπιζόμενοι τις λαϊκές κατακτήσεις.
Φυσικά, η αστική δημοκρατία παραβιάζει αυτά τα δικαιώματα όταν αφορούν τους πολιτικούς της αντιπάλους. Οι τελευταίοι, όμως, δεν πρέπει να παραιτούνται αμαχητί, στο όνομα μιας δήθεν επαναστατικής καθαρότητας, η οποία δεν έχει καμία (επαναστατική) δικαιολογητική βάση. Ο αγώνας του Κ. Σακκά εκ των πραγμάτων απέκτησε ευρύτερη σημασία.
Π.Γ.