«Απέναντί μας έχουμε μια κυβέρνηση που σαπίζει και μαζί της σαπίζουν θεσμοί αναγκαίοι για τη δημοκρατική ομαλότητα και την κοινωνική ισορροπία». Αυτοί που γράφουν τις ομιλίες του Τσίπρα (το απόσπασμα είναι από την ομιλία του στην ΚΠΕ του ΣΥΡΙΖΑ, την περασμένη Κυριακή) επιλέγουν με προσοχή και το ύφος της ομιλίας και τις λέξεις-κλειδιά.
Η «δημοκρατική ομαλότητα» και η «κοινωνική ισορροπία», τις οποίες μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εγγυηθεί, δεν επιλέχτηκαν τυχαία ως όροι-κλειδιά. Είναι καταστάσεις για τις οποίες διαχρονικά ανησυχεί η αστική τάξη. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, για παράδειγμα, έχει αποτίσει ουκ ολίγες φορές σπονδή σ' αυτόν τον εγγυητικό ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας τον -εξαιτίας αυτού του εγγυητικού ρόλου- ως βασικό αγκωνάρι του όλου συστήματος εξουσίας.
Υπάρχουν, βέβαια, άλλοι καπιταλιστές που θεωρούν πως το πολιτικό σύστημα πρέπει ν' αποκτήσει φασιστικό χαρακτήρα, γι' αυτό και πριμοδοτούν παρασκηνιακά τους νεοναζί του Μιχαλολιάκου. Αν ανατρέξει κανείς στην Ιστορία, θα διαπιστώσει ότι πάντοτε στις κρισιακές περιόδους παρατηρείται ένας τέτοιος πολιτικός δυϊσμός της αστικής τάξης. Κάποιοι καπιταλιστές προκρίνουν τις πολιτικές συναινετικής διαχείρισης της εξουσίας, κάποιοι άλλοι αδημονούν και θέλουν να έρθει όσο γίνεται πιο γρήγορα η «τελική λύση» μιας φασιστικής διαχείρισης της εξουσίας.
Στην πράξη, βέβαια, τα πράγματα δεν είναι ποτέ άσπρο-μαύρο. Κινούνται ανάμεσα σε πολλές αποχρώσεις του γκρι. Δύο σταθερές, όμως, πρέπει να επισημανθούν. Πρώτη: όλες οι πολιτικές τάσεις στους κόλπους της αστικής τάξης έχουν τον ίδιο σκοπό, που δεν είναι άλλος από τη διαιώνιση της καπιταλιστικής σκλαβιάς. Δεύτερη: όταν οι μέθοδοι συναινετικής διαχείρισης αποδεικνύονται ανεπαρκείς έναντι του επαναστατικού κινδύνου, σύμπασα η αστική τάξη παραδίδει τα ηνία της εξουσίας στο ναζισμό. Αυτό δεν έγινε στη Γερμανία του 1930, όταν οι φαμίλιες των μεγάλων γερμανικών μονοπωλίων, με σέμπρο τον Φον Πάπεν, παρέδωσαν τα σκήπτρα στον Χίτλερ, τον οποίο πολλοί απ' αυτούς σιχαίνονταν προσωπικά;
Επιστρέφοντας στα καθ' ημάς, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι αυτή την περίοδο στην Ελλάδα ζούμε στην περιοχή του γκρίζου. Το πολιτικό μπλοκ εξουσίας είναι αρκούντως απαξιωμένο, ο φασισμός είναι εκτιμητέος ως μαύρη ιδεολογία, όχι όμως και ως πολιτικό μόρφωμα με τη μορφή της ΧΑ, και ο ΣΥΡΙΖΑ πασχίζει να «πουλήσει» στην αστική τάξη τη μοναδικότητά του για το έργο της εξασφάλισης της «δημοκρατικής ομαλότητας» και της «κοινωνικής ισορροπίας».
Από την άποψη αυτή, μπορεί κανείς να πει χωρίς ν' αμφιβάλλει για την ορθότητα της άποψής του, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ -χωρίς αυτό ν' αποτελεί επιδίωξή του- στρώνει το δρόμο στην επέλαση του φασισμού, θυμίζοντας -τηρουμένων των αναλογιών- τους γερμανούς σοσιαλδημοκράτες του Μεσοπολέμου.
Πώς συμβαίνει αυτό; Χτυπώντας και ξεφτιλίζοντας στα μάτια του λαού αυτό που έχει πολιτογραφηθεί ως «αριστερά». Δηλαδή, τον ανυποχώρητο αγώνα για τα δίκια των εργαζόμενων και την προοπτική της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού και της οικοδόμησης του κομμουνισμού.
Αν τη δεκαετία του ‘80, που το ΠΑΣΟΚ έκανε το ίδιο, το σύστημα μπορούσε να λειτουργεί με τη δικομματική εναλλαγή στην κυβερνητική διαχείριση, στις σημερινές συνθήκες, με την πλήρη απαξίωση του παλιού δικομματισμού, η «αριστερή» διαχείριση του καπιταλισμού θα φουσκώσει τα πανιά του φασισμού.
Π.Γ.