«Περιμένουμε προτάσεις που θα συμπεριλάβουν τις απόψεις και τις παρατηρήσεις μας». Μ’ αυτόν τον προσβλητικό, τελεσιγραφικό τρόπο κατέληγε το e-mail που έστειλε στην ελληνική κυβέρνηση, ως εκπρόσωπος της τρόικας, ο υπάλληλος της Κομισιόν ματίας Μορς. Αφορούσε την τύχη των δύο κρατικών πολεμικών βιομηχανιών, ΕΑΣ και ΕΛΒΟ.
Οταν στην Ευρώπη δημιουργούνταν τα σύγχρονα αστικά κράτη και αναπτυσσόταν ορμητικά ο καπιταλισμός, στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική οργίαζε η αποικιοκρατία. Υπήρχαν, όμως, και μερικά αστικά κράτη στην Ευρώπη, με πρώτα ιστορικά παραδείγματα τα βαλκανικά κράτη που προέκυψαν από εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις στην επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, των οποίων η κατάσταση δε διέφερε και πολύ απ’ αυτή των πιο προηγμένων αποικιακών εδαφών.
Από τότε πέρασε σχεδόν ενάμισης αιώνας, στη διάρκεια του οποίου είχαμε δυο παγκόσμιους και δεκάδες περιφερειακούς πολέμους. Το παλιό αποικιοκρατικό σύστημα κατέρρευσε, ενώ τα κράτη της ευρωπαϊκής «περιφέρειας» γνώρισαν τη δική τους σχετική καπιταλιστική ανάπτυξη. Μεταρρυθμίστηκαν και οι διακρατικοί θεσμοί, αναπτύχθηκε το λεγόμενο διεθνές δίκαιο, η έννοια της κρατικής ανεξαρτησίας προσέλαβε περίοπτη θέση στο λεξιλόγιο των διεθνών σχέσεων.
Οι θεωρητικοί του μαρξισμού μας είχαν προειδοποιήσει, βέβαια. Ο Λένιν, ο βαθύτερος μελετητής του περάσματος του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό-ιμπεριαλιστικό του στάδιο, είχε τονίσει ιδιαίτερα πως η τάση προς αποικισμό είναι εγγενής στον ιμπεριαλισμό, γι’ αυτό και πρέπει να αναζητούμε την ουσία που κρύβεται στο βάθος των διακρατικών σχέσεων και όχι στην επιφάνεια των υποκριτικών διακηρύξεων περί ανεξαρτησίας και ισοτιμίας.
Ομως, σε πείσμα των προειδοποιήσεων του Λένιν, στη χώρα μας, ιδιαίτερα μετά την πτώση της χούντας και τη διαμόρφωση ενός ομαλού αστικού κοινοβουλευτικού καθεστώτος και την ένταξη στην ΕΟΚ (μετέπειτα ΕΕ) κυριάρχησαν τα ιδεολογήματα της συμμετοχής στη «μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια», οι διαδικασίες της οποίας δεν έχουν σχέση με υπαγόρευση, αλλά είναι «μια συνεχής διαπραγμάτευση». Απότοκο αυτών των ιδεολογημάτων είναι και ο τελευταίος διαχωρισμός των αστικών πολιτικών δυνάμεων σε «υποχωρητικές» («μνημονιακές») και «άκαμπτες» («αντιμνημονιακές»).
Ο ιταμός τρόπος με τον οποίο απευθύνθηκε στην κυβέρνηση μιας (υποτίθεται) ανεξάρτητης χώρας ένας υπάλληλος της Κομισιόν (ούτε καν κομισάριος, απλός υπάλληλος) μας επαναφέρει στις προειδοποιήσεις του Λένιν. Μας θυμίζει πως η ανεξαρτησία είναι μια κούφια λέξη, όταν πρόκειται για χώρες μέσης καπιταλιστικής ανάπτυξης, οι οποίες βρίσκονται σε κρίση.
Εν προκειμένω οι απαιτήσεις δεν αφορούν κάποιες μεταρρυθμίσεις στο κράτος (απολύσεις, μειώσεις μισθών κτλ.), αλλά αγγίζουν τον πυρήνα της τυπικής ανεξαρτησίας ενός αστικού κράτους: την (υποτυπώδη έστω) πολεμική του βιομηχανία. Τέτοια ζητήματα συζητιόνταν άλλοτε αποκλειστικά σε πολιτικό επίπεδο. Καλύπτονταν από το πέπλο της μυστικής διπλωματίας. Και οι τελικές αποφάσεις παρουσιάζονταν πάντοτε με τρόπο που να υποδηλώνει σεβασμό στο κράτος-δορυφόρο, ώστε να μην πληγώνεται το εθνικό γόητρο και να μην κινδυνεύει η κυβέρνηση της χώρας-δορυφόρου να κατηγορηθεί για εθνική μειοδοσία. Βλέπετε, το αίσθημα της εθνικής ανεξαρτησίας αποτελούσε βασικό συστατικό της αστικής ιδεολογίας, που δρούσε συνεκτικά για την εξουσία της κυρίαρχης τάξης.
Ευτυχώς που υπάρχουν κάποιοι καλαμοκαβαλάρηδες σαν τον Μορς για να μας υπενθυμίζουν πως ο νεο-αποικισμός αποτελεί εγγενή τάση του ιμπεριαλισμού και να μας καλούν -άθελά τους- να γυρίσουμε στον Λένιν.
Π.Γ.