Στις 18 Σεπτέμβρη ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) Βέρνερ Χόγερ υπέγραψε στην Αθήνα πέντε νέες δανειακές συμβάσεις ύψους 815 εκατ. ευρώ. Εγινε ο σχετικός αναπτυξιολογικός ντόρος, ο γερμανός τραπεζίτης έκανε δηλώσεις περί εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, ο Χαρδούβελης με τον Δένδια έβγαλαν φωτογραφίες μαζί του και όλα πήραν το δρόμο τους, χωρίς κανείς ν’ ασχοληθεί με το περιεχόμενο των δανειακών συμβάσεων.
Οι δανειακές συμβάσεις με την ΕΤΕπ αφορούν την αναβάθμιση των ελληνικών αυτοκινητοδρόμων, την επέκταση του μετρό της Θεσσαλονίκης και την ενίσχυση του συστήματος μεταφοράς ενέργειας. Γερμανικές εταιρίες θα πάρουν τη μερίδα του λέοντος, ενώ από κοντά έρχονται οι γαλλικές. Με την απαραίτητη συμμετοχή του ντόπιου κεφαλαίου, βέβαια, των γνωστών μεγαλοεργολάβων δημόσιων έργων.
Πέραν αυτού, σημασία έχει ο ίδιος ο προσανατολισμός των δανείων που δίνουν οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί. Η αναβάθμιση του οδικού δικτύου είναι η προτεραιότητά τους. Και του σιδηροδρομικού. Η ΕΤΕπ υπέγραψε παρόμοια δανειακή σύμβαση ύψους 2 δισ. ευρώ το 2010, με το οποίο χρηματοδοτήθηκε κυρίως η σιδηροδρομική γραμμή Πάτρας-Αθήνας-Θεσσαλονίκης-βορείων συνόρων. Αντίθετα, η ΕΤΕπ συμμετέχει στο ελληνικό Αναπτυξιακό Ταμείο, που έχει ως καθήκον του να χρηματοδοτήσει επιχειρήσεις, με ένα ποσό που μπορεί να φτάσει τα 50 εκατ. ευρώ.
Είναι καθαρό ότι οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, χρησιμοποιώντας τις επενδυτικές τράπεζές τους, καθορίζουν το είδος της ανάπτυξης. Η παραγωγική βάση του ελληνικού καπιταλισμού ποσώς τους ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και δίνουν δάνεια συντήρησης μερικών μεγάλων επιχειρήσεων, αφήνοντας τις υπόλοιπες να βαδίσουν προς την παραγωγική απαξίωση και τη χρεοκοπία. Αντίθετα, χρηματοδοτούν μέσω δανείων τον τομέα των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών, ο οποίος ενδιαφέρει τα ευρωπαϊκά μονοπώλια, προκειμένου να διεκπεραιώνουν γρηγορότερα, ασφαλέστερα και με μικρότερο κόστος το εμπόριό τους με την Ελλάδα.
Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ανάπτυξη την οποία τάζουν είτε τα κόμματα της σημερινής συγκυβέρνησης είτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ανεξάρτητα από το μέγεθός της (που σίγουρα θα είναι ισχνό), θα είναι και πάλι μια ανάπτυξη στρεβλή, μονόπλευρη, η οποία θα βαθαίνει την εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισμού, θα διατηρεί την ανεργία σε διψήφια νούμερα και θα οδηγεί σε επαναλαμβανόμενες κρίσεις. Ο άλλος τομέας της επερχόμενης ανάπτυξης είναι ο τουρισμός, τον οποίο άπαντες χαρακτηρίζουν, χωρίς ίχνος ντροπής, βαριά βιομηχανία της Ελλάδας.
Μια οικονομία που έχει ως ατμομηχανή της από τη μια τον τουρισμό και από την άλλη τις συγκοινωνιακές υποδομές είναι μια οικονομία καταδικασμένη σε μόνιμη υπανάπτυξη και μαρασμό. Για την ελληνική αστική τάξη κανένα πρόβλημα. Εχει συμβιβαστεί μ’ αυτή την ιδέα από τα γεννοφάσκια της, γι’ αυτό και κινείται πάντα εντός των ορίων που της καθορίζει ο διεθνής καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας.
Η εργατική τάξη, όμως, οφείλει να συνειδητοποιήσει πως αυτή η «κατάρα» δεν οφείλεται σε κάποιους μεταφυσικούς λόγους, αλλά αποτελεί εγγενές στοιχείο του ελληνικού καπιταλισμού. Επειδή, λοιπόν, είναι εγγενές, δεν παίρνει γιατριά, αλλά μόνο καταστροφή. Μόνο μια κομμουνιστική Ελλάδα θα μπορέσει να προχωρήσει σε μια ολόπλευρη ανάπτυξη προς όφελος της εργαζόμενης κοινωνίας, εξαφανίζοντας την εξάρτηση και τις στρεβλώσεις που αυτή επιβάλλει.
Π.Γ.