Απέκτησε πρωθυπουργό η Ιταλία; Μάλλον ναι. Ο Ενρίκο Λέτα, που ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ως καραδεξιός και όταν κατέρρευσε η Χριστιανοδημοκρατία έγινε «αριστερός»(!) μάλλον θα είναι το πρόσωπο που θ’ αποσοβήσει (άγνωστο για πόσο) τις εκλογές. Αλλωστε, δεν το θέλει μόνο το «Δημοκρατικό Κόμμα», του οποίου είναι αναπληρωτής γραμματέας, τον θέλει και ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος έχει στενό συνεργάτη τον θείο του Λέτα. Τον θέλει και ο Μόντι, ο οποίος προορίζεται ν’ αναλάβει κάποιο από τα σημαντικά υπουργεία.
Και τι διαφορετικό έχει ο Λέτα από τον Μαρίνι, ο οποίος έχει την ίδια διαδρομή (από δεξιός εργατοπατέρας έγινε υπουργός Εργασίας του Αντρεότι και μετά πέρασε στην «αριστερά»); ‘Η από τον Πρόντι, που από τραπεζίτης του Βατικανού και αρχικομισάριος έγινε κι αυτός στέλεχος του «Δημοκρατικού Κόμματος»; Καμία διαφορά δεν έχει, όμως οι άλλοι δύο «κάηκαν» προκειμένου η νεότερη γενιά του «Δημοκρατικού Κόμματος» να ξεφορτωθεί τον Μπερσάνι. Ο οποίος ήδη θεωρείται τελειωμένος πολιτικά κι αυτό μπορεί να το δει κανείς ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Το ίδιο του το κόμμα καταψήφισε τις δυο υποψηφιότητες που παρουσίασε, οδηγώντας τον στην καταγραφή οδυνηρών ηττών και μόλις ο επανεκλεγείς Ναπολιτάνο (ένα τζόβενο… 88 ετών) πρότεινε τον Λέτα, έσπευσαν να πουν «ναι», μολονότι δεν διαφέρει σε τίποτα από τους δύο προηγούμενους.
Στην Ιταλία θα έχουμε, λοιπόν, «μεγάλο συνασπισμό», με τη στήριξη της «Αριστεράς», της καραδεξιάς του χαλκέντερου Μπερλουσκόνι που επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο και του «Κέντρου» του νεόκοπου στην πολιτική Μόντι. Κι ο Γκρίλο θα μείνει στη γωνία, ένας κλόουν της αστικής πολιτικής, που θα πρέπει να βολέψει όλο το συρφετό που έχει μαζέψει στο «πεντάστερο κίνημα». Ο Μπερσάνι φεύγει, ο Μόντι μένει, ο Μπερλουσκόνι επανέκαμψε και ο Γκρίλο ψάχνεται. Αυτό είναι το σκηνικό στην Ιταλία, η οποία ψάχνει διέξοδο από την πολιτική κρίση κορυφών, την οποία πυροδότησε το εκλογικό αποτέλεσμα.
Αν εντυπωσιάζει κάτι, όμως, είναι πως το ιταλικό κράτος δεν επηρεάζεται από την αδυναμία των κορυφών του να καταλήξουν σε μια λύση. Οι ιταλοί καπιταλιστές δεν φώναξαν «SOS, χανόμαστε», όπως θα συνέβαινε για παράδειγμα στην Ελλάδα, αν είχαμε μια τόσο μακρά πολιτική εκκρεμότητα. Αυτή ακριβώς είναι η διαφορά μιας οργανωμένης ιμπεριαλιστικής χώρας, όπως η Ιταλία, και μιας μέσου επιπέδου ανάπτυξης καπιταλιστικής χώρας, όπως είναι η Ελλάδα. Στις ιμπεριαλιστικές χώρες ο κρατικός μηχανισμός είναι «κουρδισμένος» ώστε να μπορεί να λειτουργεί και να διεκπεραιώνει τις βασικές υποθέσεις ακόμη και σε συνθήκες πολιτικής αστάθειας. Γι’ αυτό και η λέξη «ακυβερνησία», που τόσο συχνά ακούγεται στη χώρα μας, στις ιμπεριαλιστικές χώρες είναι μάλλον άγνωστη. Ο κρατικός μηχανισμός έχει συνέχεια και μπορεί να διεκπεραιώσει τις τρέχουσες υποθέσεις της αστικής τάξης, χωρίς να μπερδεύεται από τις καντρίλιες που χορεύουν οι πολιτικές ηγεσίες των αστικών κομμάτων.
Μόνο μια περίπτωση υπάρχει να βραχυκυκλώσει ο κρατικός μηχανισμός στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Οταν έχει ν’ αντιμετωπίσει όχι πολιτικά παιχνίδια των αστικών κομμάτων, αλλά «πολεμικά παιχνίδια» στους δρόμους. Οταν βγουν στο προσκήνιο οι εργαζόμενες και νεολαιίστικες μάζες και αμφισβητήσουν –στον ένα ή τον άλλο βαθμό– την αστική εξουσία. Οταν δεν υπάρχει τέτοια μαχητική παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα, οι αστικές πολιτικές ηγεσίες έχουν την πολυτέλεια να συγκρούονται «περί όνου σκιάς», ενώ ο κρατικός μηχανισμός διεκπεραιώνει τις υποθέσεις της κεφαλαιοκρατίας. Αυτή η απουσία από τους δρόμους είναι το πραγματικό πρόβλημα της Ιταλίας.
Π.Γ.