Πρέπει να είναι πολύ σοβαρά τα πράγματα στο εσωτερικό του Περισσού για ν’ αναγκαστεί η ηγετική ομάδα να επιφέρει εκτεταμένες αλλαγές στην αρχική της απόφαση για το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μάη και της 17ης Ιούνη. Επί της ουσίας στην εκτίμηση του Περισσού δεν άλλαξε τίποτα. Απλά, προστέθηκαν στοιχεία υποκριτικής αυτοκριτικής και από τη μεριά της ΚΕ, τα οποία απουσίαζαν εντελώς από την πρώτη εκτίμηση. Για να κατασιγαστεί, δε, η εσωκομματική διαμαρτυρία, ανακοινώθηκε ότι όλ’ αυτά θ’ αποτελέσουν στοιχεία του εσωκομματικού «διαλόγου» ενόψει του επόμενου κομματικού συνέδριου.
Η αυτοκριτική, σε ελεύθερη απόδοση συνοψίζεται στο ότι δεν φταίει η γραμμή αλλά η αδυναμία πλατιάς εφαρμογής της στην πράξη και η υποτίμηση ορισμένων τομέων δουλειάς, μεταξύ των οποίων και το Διαδίκτυο. Εκείνο που δεν πρόκειται ποτέ ν’ αγγίξει η όποια συζήτηση γίνεται στο εσωτερικό του Περισσού είναι η μεγάλη αντίφαση που προσδιορίζει τη δράση του. Η αντίφαση ανάμεσα στο χαρακτήρα του ως ένα αστικό-ρεφορμιστικό κόμμα και στη ρητορική του που τη μπολιάζει με στοιχεία αντικαπιταλιστικά.
Από τη μια θέλουν να εμφανίζονται σαν κόμμα επαναστατικό, που δεν θεωρεί την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση ως το ύψιστο καθήκον και από την άλλη εδώ και δεκαετίες αντιμετωπίζουν τις εκλογές ως τη μητέρα των μαχών. Από τη μια θέλουν να εμφανίζονται σαν κόμμα κομμουνιστικό, που δεν παίρνει μέρος σε αστικές κυβερνήσεις και από την άλλη η περιβόητη κυβέρνηση της λαϊκής εξουσίας δεν είναι παρά μια κυβέρνηση που θα προκύψει μέσα από κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Από τη μια εμφανίζονται σαν κόμμα επαναστατικό και από την άλλη η επανάσταση περιγράφεται σαν μια μη βίαιη διαδικασία λαϊκών κινητοποιήσεων και κοινοβουλευτικών διαδικασιών.
Πώς λοιπόν να κατανοήσει, όχι ο απλός κόσμος αλλά ακόμη και τα οργανωμένα μέλη τους, όλη αυτή τη θολούρα και τις αξεδιάλυτες αντιφάσεις που περιέχει η υποτιθέμενη προγραμματική τους πρόταση; Εύλογα ηττήθηκαν κατά κράτος από τον ΣΥΡΙΖΑ που την ίδια κατά βάση προγραμματική κατεύθυνση τη μετέτρεψε σε άμεση πρόταση εξουσίας. Εδώ και δεκαετίες διαπαιδαγωγούν τον κόσμο με τη γραμμή του κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό. Οσες φιοριτούρες και να της βάλουν, η ουσία παραμένει αυτή και είναι αυτή η ουσία που φούσκωσε με αέρα τα πανιά του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ έκαψε τα δικά τους.
Από την άλλη, η ρητορική περί ανάπτυξης της ταξικής πάλης, γραμμή που υποτίθεται ότι τους διαχωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ, κάθε άλλο παρά φαίνεται στην πράξη, με αποτέλεσμα να χάνουν από δεξιά κι από αριστερά. Από δεξιά γιατί βρέθηκαν έξω απ’ όλα τα «κινήματα» που αναπτύχθηκαν την τελευταία διετία, βουτηγμένα στις αυταπάτες, ενώ αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ κερδοσκόπησε μ’ αυτά. Κι εκεί που εμφανίζονταν με ταυτόσημα αιτήματα (π.χ. «δεν πληρώνω τα χαράτσια»), περιορίστηκαν σ’ ένα κομματικό γκέτο, αποφεύγοντας κάθε επαφή με τις ευρύτερες κινήσεις που αναπτύσσονταν. Ετσι, έδειχναν πως περιφρονούν την όποια αυτενέργεια του κόσμου και πως υιοθετούσαν κάποια αιτήματα μόνο και μόνο επειδή αυτά εξυπηρετούσαν την πολιτική τους γραμμή και μόνο στο βαθμό που μπορούσαν να εντάξουν τις όποιες κινήσεις στο κομματικό οργανόγραμμα. Από τ’ αριστερά χάνουν επειδή προβοκάρουν, ελεεινολογούν και καταγγέλλουν κάθε κίνηση αντίστασης που ξεφεύγει από τα όρια της αστικής νομιμότητας. Πώς να πείσουν ότι έχουν επαναστατική πρόταση, όταν καταγγέλλουν τη νεολαιίστικη εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, όταν διακηρύσσουν ότι «στη λαϊκή επανάσταση δε θα σπάσει ούτε ένα τζάμι» (!) και όταν στις 20 Οκτώβρη του 2011 παίρνουν τα παλούκια και αναλαμβάνουν να περιφρουρήσουν την αστική Βουλή;
Π.Γ.