Το ακούσαμε κι αυτό. Ο πρωθυπουργός, που τα παπαγαλάκια του παρουσιάζουν ως πανίσχυρο, στολίζοντάς τον με υποκοριστικά όπως Μωυσής, Ηρακλής, Τσόρτσιλ κ.ά,, δηλώνει ότι μπορεί να πάει σε πρόωρες εκλογές, επειδή η αντιπολίτευση δημιουργεί τοξικό κλίμα! Μέχρι τώρα, εφεύρισκαν κάποιο «κρίσιμο εθνικό θέμα» και πήγαιναν σε πρόωρες εκλογές. Ποτέ δεν ακούσαμε πρωθυπουργό να προσπαθεί να ρίξει την ευθύνη στην αντιπολίτευση και να ζητάει… να μην του κάνει σκληρή κριτική. Να θυμίσουμε μήπως στον Μητσοτάκη τι έκανε ο ίδιος; Μόλις εκλέχτηκε αρχηγός της ΝΔ άρχισε να ζητάει εκλογές.
Πρόκειται, ασφαλώς, για δείγμα πολιτικής απελπισίας. Οχι πως δε θα μπορούσε να βρει ένα «κρίσιμο εθνικό θέμα» (γεμάτη από τέτοια είναι η ατζέντα: ενεργειακό, ελληνοτουρκικά, πληθωρισμός κτλ.), όμως αν επικαλούνταν κάτι τέτοιο, θα ήταν σαν να ομολογούσε ότι η κυβέρνησή του δεν έχει την κοινωνική νομιμοποίηση για να διαχειριστεί τα «κρίσιμα εθνικά θέματα», οπότε θα έβγαζε άχρηστες και τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν τη ΝΔ να προηγείται με διψήφια διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ.
Κατέληξαν, λοιπόν, στην… πρωτοτυπία: «Αν πάμε σε πρόωρες εκλογές, θα φταίει η αντιπολίτευση». Οι μηχανισμοί προπαγάνδας του Μαξίμου έφτασαν στο σημείο να βάλουν τα παπαγαλάκια τους να χλευάζουν τις απαιτήσεις του Τσίπρα να οριστεί ημερομηνία εκλογών από τώρα και να οριστεί υπηρεσιακός υπουργός Εσωτερικών. Καταναλώνουν μελάνι και σάλιο για μερικές αντιπολιτευτικές μπούρδες που κανένας δεν τους δίνει σημασία. Ο ίδιος ο Τσίπρας τις ξέχασε, αλλά τα παπαγαλάκια του Μητσοτάκη τις επαναφέρουν καθημερινά, νομίζοντας πως θ’ αποδείξουν… πόσο ανεύθυνος είναι ο Τσίπρας και πόσο τοξικός ο ΣΥΡΙΖΑ!
Ο Tσίπρας, που είναι «παλιός» σε σχέση με τον Μητσοτάκη, έκανε και την εξής δήλωση: «Ενας πρωθυπουργός αποφασίζει να πάει σε πρόωρες εκλογές για δύο λόγους: είτε όταν είναι απολύτως βέβαιος ότι θα κερδίσει, είτε όταν είναι απολύτως βέβαιος ότι αυτό που έρχεται δεν μπορεί να το διαχειριστεί και αποφασίζει με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο να “αποδράσει”, να βγάλει από τα χέρια του την καυτή πατάτα, είτε να καταφέρει να επανεκλεγεί, αλλά να πει ότι “εντάξει, έχω νωπή την εντολή”, είτε να χάσει και να φύγει…».
Αλήθεια, αυτός γιατί έκανε πρόωρες εκλογές τον Ιούλη του 2019; Επειδή πίστευε ότι θα τις κερδίσει; Ακόμα κι αν πίστευε κάτι τέτοιο πριν από τις ευρωεκλογές, όταν έχασε με σχεδόν δέκα μονάδες διαφορά έπαθε σοκ. Κι έκανε εκλογές για να σώσει το τομάρι του. Ηξερε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσει και προσπάθησε απλά να μειώσει τη διαφορά που θα έχανε. Αν πήγαινε τον Σεπτέμβρη του 2019, που έληγε η θητεία της κυβέρνησής του, θα έχανε με σημαντικά μεγαλύτερη διαφορά και δε θα μπορούσε να σταθεί ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Μειώνοντας ελάχιστα τη διαφορά σε σχέση με τις ευρωεκλογές και ελλείψει έτοιμου διαδόχου, έσωσε την παρτίδα για πάρτη του και πλέον διεκδικεί «ευπροσώπως» την επανεκλογή του ως πρωθυπουργός.
Πρόωρες εκλογές με σκοπό να χάσει και να πετάξει τη βόμβα της επερχόμενης κρίσης στα χέρια του Γιωργάκη, έκανε ο Καραμανλής το 2009. Πρόωρες εκλογές με τη βεβαιότητα ότι θα τις κερδίσουν έκαναν ο Καραμανλής ο πρεσβύτερος το 1977, ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1985, ο Σημίτης το 1996. Εχουμε και μια περίπτωση που πρωθυπουργός με άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία αναγκάστηκε να παραδώσει την πρωθυπουργία. Το έκανε ο Γιωργάκης το 2011, δύο μόλις χρόνια μετά τη θριαμβευτική νίκη του επί του δραπετεύοντος Καραμανλή. Κι αυτό το φαινόμενο, δηλαδή η παράδοση της πρωθυπουργίας, είναι πολύ πιο σημαντικό από την προσφυγή σε πρόωρες εκλογές που επέλεξαν κάποιοι πρωθυπουργοί στο παρελθόν, κυρίως για να κερδίσουν μια δεύτερη θητεία και δευτερευόντως για να αποδράσουν ή για να περιορίσουν την ήττα τους.
Οι πρόωρες εκλογές δεν υπακούουν σε κάποιον αυστηρό κανόνα. Πάντοτε έχουν πίσω τους τη σκοπιμότητα της ηγετικής ομάδας που διαχειρίζεται την κυβέρνηση. Αυτή έχει και το μαχαίρι και το πεπόνι. Ομως δεν είναι ίδιες οι συνθήκες κάθε φορά, για να κάνουμε τόσο αυστηρές κατατάξεις.
Υπάρχει, όμως, ένα κοινό στοιχείο: όλες οι εκλογές, πρόωρες ή στον κανονικό τους χρόνο, δίνουν διέξοδο σε αδιέξοδα του συστήματος.
Πολλοί συζητούν για το colpo grosso του Ανδρέα Παπανδρέου το 1985, όταν έκανε εκλογές σε συνδυασμό με αναθεώρηση του Συντάγματος, «ξεχνούν» όμως τι έγινε τον Νοέμβρη του 1985. Πέντε μήνες μετά τη θριαμβευτική επανεκλογή του, ο Παπανδρέου εφάρμοσε ένα σκληρό πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, το οποίο θεωρείται το πρώτο βήμα στην κατεύθυνση της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού. Μάλιστα, η διαχείριση αυτού του σκληρού αντεργατικού και αντιλαϊκού προγράμματος ανατέθηκε στον Σημίτη, που ως τότε θεωρούνταν ο «δεξιός» του ΠΑΣΟΚ και ο Παπανδρέου δεν του έδινε πρωτοκλασάτο υπουργείο. Οι «καλύτερες μέρες» που έταζε ο Παπανδρέου προεκλογικά μετατράπηκαν σε εφιάλτη για την εργατική τάξη και το λαό.
Μήπως δεν έγινε το ίδιο το 2009; Ο Καραμανλής απέδρασε και ο Παπανδρέου τού «λεφτά υπάρχουν» πήγε στο Καστελλόριζο για ν’ ανακοινώσει την έναρξη της μνημονιακής περιόδου. Κι όταν το 2011 ο Παπανδρέου «έσκασε» (ήδη από τον Ιούνη της ίδιας χρονιάς είχε προτείνει συγκυβέρνηση στον Σαμαρά), η λύση βρέθηκε αμέσως, με πρωθυπουργό φερμένο κατευθείαν από τη Φρανκφούρτη (τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ Παπαδήμο) και στήριξη του σοσιαλδημοκρατικού ΠΑΣΟΚ, της δεξιάς ΝΔ και του ακροδεξιού-κρυφοφασιστικού ΛΑΟΣ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε στην αντιπολίτευση. Το ίδιο και μετά τις διπλές εκλογές του 2012, που οδήγησαν σε συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ. Και αποδείχτηκε μια σημαντικότατη εφεδρεία για το σύστημα. Χρειάστηκε ένα εξάμηνο για να ξεφορτωθεί την αντιμνημονιακή του ρητορική και να συνεχίσει το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων, υπογράφοντας το τρίτο Μνημόνιο. Στο εννεάμηνο (αφού ψήφισε τους πρώτους τριτομνημονιακούς νόμους) έκανε και εκλογές, με τις ευλογίες της Μέρκελ που στήριζε φόρα παρτίδα ΣΥΡΙΖΑ και όχι ΝΔ. Για να ολοκληρώσει τη συντηρητική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Αλλες κυβερνητικές αλλαγές έγιναν με πρόωρες εκλογές και άλλες μετά την πάροδο τετραετίας. Αλλες έγιναν σε περιβάλλον πολιτικής υπνηλίας και άλλες σε περιβάλλον πολιτικής κρίσης. Αλλες με το λαό στους δρόμους, άλλες σε συνθήκες κοινωνικής άπνοιας. Ολες βοήθησαν το σύστημα να εξασφαλίσει τη συνέχειά του. Κι αυτό είναι το σημαντικό.
Είναι διασκεδαστικό να κουβεντιάζουμε στα καφενεία τι λέει ο Μητσοτάκης και τι ο Τσίπρας, να βάζουμε στοιχήματα (καφέδες ή ούζα) για τα ποσοστά που θα πάρουν τα κόμματα στις επόμενες εκλογές (είτε γίνουν το φθινόπωρο είτε την επόμενη άνοιξη, προοπτική που δεν πρέπει να αποκλειστεί καθόλου), όμως άλλο το καλαμπούρι και άλλο η πολιτική και δη η ταξική πολιτική.
Ταξική πολιτική σημαίνει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι εκλογές θα δώσουν λύση για το σύστημα και όχι για την εργατική τάξη και το λαό. Οτι η ψήφος έχει μηδενική δύναμη. Οτι η προεκλογική δημαγωγία είναι το αντίθετο της πολιτικής που θα εφαρμοστεί, όποιο κυβερνητικό σχήμα κι αν προκύψει μετά τις εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν.
Ταξική πολιτική, εντέλει, σημαίνει να πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας. Να διεκδικήσουμε στο δρόμο αυτά που μας στερούν, αντί να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας σε δημαγωγούς της αστικής πολιτικής, για να κάνουμε μετά άλλον έναν απολογισμό «προδοσίας».