Η λέξη που βρίσκεται στο στόμα όλων μετά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, όταν μια χιονόπτωση κόντεψε να στείλει «αδιάβαστο» κόσμο στην πιο σύγχρονη οδική αρτηρία της πρωτεύουσας (αλλά και σε άλλες αρτηρίες που πέρασαν σε δεύτερη μοίρα), είναι η λέξη «ανίκανοι». Τη χρησιμοποιήσαμε κι εμείς (όχι μόνη της) στο σχετικό δημοσίευμά μας.
Ο κοινός νους δεν μπορεί να διανοηθεί ότι υπουργοί και γαλονάδες κάθονταν επί μισή μέρα και παρακολουθούσαν τους αποκλεισμένους, που έβγαζαν την απελπισία και την οργή τους επικοινωνώντας με ραδιοσταθμούς ή μέσω μερικών δημοσιογράφων που είχαν κι αυτοί αποκλειστεί, χωρίς να κουνάνε το δαχτυλάκι τους. Ακόμα κι όταν αποφάσισαν να κάνουν κάτι, μετά τα μεσάνυχτα, όταν άρχισαν να φοβούνται ότι μπορεί να υπάρξουν και νεκροί, δεν ήταν ν’ ανοίξουν τις εξόδους με μηχανήματα και ν’ αρχίσουν να αδειάζουν την Αττική Οδό ανάποδα, αλλά να πείσουν τον κόσμο να εγκαταλείψει τα αυτοκίνητα και να κινηθεί με τα πόδια προς κάποιο σταθμό του Προαστιακού, απ’ όπου θα μεταφέρονταν στο αεροδρόμιο.
Αυτό είναι αναμφισβήτητα ανικανότητα, με τη σημασία που έχει ο όρος στην καθημερινότητα: ανίκανοι να μοιράσουν δυο γαϊδάρων άχυρα. Ομως, πίσω από την ανικανότητά τους κρύβεται κάτι πιο μεγάλο. Για παράδειγμα, για να μπορέσεις ν’ ανοίξεις με μηχανήματα τις εισόδους ενός κλειστού αυτοκινητόδρομου και να βγάλεις τα αυτοκίνητα ανάποδα, θα πρέπει να έχεις μηχανήματα. Μηχανήματα για ν’ ανοίξουν το δρόμο, μηχανήματα για να ρυμουλκήσουν τα αυτοκίνητα που δεν θα μπορούσαν να κινηθούν από τους οδηγούς τους. Και θα έπρεπε τα μηχανήματα να παρέμβουν έγκαιρα, στη διάρκεια της ημέρας, προτού το χιόνι αρχίσει να παγώνει πάνω, κάτω και γύρω από τα αυτοκίνητα. Κι επειδή το κράτος ενδεχομένως δεν έχει τόσα μηχανήματα «σταντμπάι», έπρεπε να υπάρχει σχέδιο επίταξης ιδιωτικών μηχανημάτων.
Τέτοιο σχέδιο δεν υπήρχε. Γι’ αυτό και κάθονταν και παρακολουθούσαν άπραγοι τα τεκταινόμενα επί μισή μέρα. Κι όταν αποφάσισαν να δράσουν, το… μεγαλοφυές σχέδιό τους προέβλεπε να πάνε οι φαντάροι και να δώσουν στον κόσμο κάνα νερό, κάνα πορτοκάλι, καμιά κουβέρτα.
Και γιατί δεν υπήρχε σχέδιο επίταξης μηχανημάτων και κινητοποίησής τους για μια τέτοια περίσταση; Γιατί απλούστατα είχαν εναποθέσει τα πάντα στους εργολάβους που εκμεταλλεύονται τη χρυσοφόρα Αττική Οδό.
Προσέξτε την εικόνα του τελευταίου διήμερου. Ενας υπουργός ανταλλάσσει ανακοινώσεις επίρριψης ευθυνών με τους εργολάβους της Αττικής Οδού. Οι εργολάβοι λένε ότι στην υπό τον υπουργό σύσκεψη είχαν ζητήσει να σταματήσει η κυκλοφορία βαριών οχημάτων από το πρωί της Δευτέρας, πράγμα που δεν έγινε με ευθύνη του κράτους, ο δε υπουργός απαντάει ότι οι εργολάβοι δεν υπέβαλαν τέτοιο αίτημα στη σύσκεψη, άρα η ευθύνη είναι δική τους.
Η ίδια η ανταλλαγή Δελτίων Τύπου από τον εκπρόσωπο του κράτους, τον υπουργό, με μια εταιρία, με αντικείμενο το ποιος φταίει, είναι εξωφρενική. Το κράτος έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση, όταν βλέπει ευθύνες, να εφαρμόζει το νόμο. Από το αυτί και στον εισαγγελέα, όπως λέγανε παλιά. Ο μπάτσος, για παράδειγμα, δεν κάθεται να συζητήσει μαζί σου. Σε αρπάζει, σου περνάει χειροπέδες, σε τυλίγει σε μια κόλλα χαρτί και σε στέλνει στον εισαγγελέα, ο οποίος πάντοτε επικυρώνει το κατηγορητήριο που έστησε ο μπάτσος (καμιά φορά το κάνει δυσμενέστερο).
Ναι, αλλά μια μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση δεν είναι διαδηλωτής. Είναι «το κράτος» στον τομέα της. Οταν ένας δρόμος όπως η Αττική Οδός, που έχει φτιαχτεί με λεφτά του ελληνικού λαού, παραχωρείται σε εργολάβους, αυτοί μετατρέπονται αυτόματα σε κράτος. Αυτή είναι η ουσία των ιδιωτικοποιήσεων. Οι εργολάβοι έχουν συμβατικές υποχρεώσεις, λένε τα παπαγαλάκια της κυβερνητικής προπαγάνδας, που προσπαθούν να γλυκάνουν την οργή του ελληνικού λαού. Ποιος, όμως, κρίνει αν αυτοί είναι ή δεν είναι συνεπείς στις συμβατικές υποχρεώσεις τους; Κάποιο διαιτητικό όργανο που προβλέπεται από τη σύμβαση παραχώρησης και κάποιο δικαστήριο. Αρα, κανένας υπουργός και καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να τους κάνει τίποτα, εκτός από το να ανταλλάσσει Δελτία Τύπου μαζί τους, λες και πρόκειται για κοινοβουλευτικά κόμματα.
Α, να μην το ξεχάσουμε, προβλέπεται και η δυνατότητα επιβολής προστίμων και διοικητικών κυρώσεων. Μόνο που αυτά είναι μαχητά στα διοικητικά δικαστήρια και ξέρουμε ποια είναι η ισχύς των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων ενώπιον των αστικών δικαστηρίων. Τις περισσότερες φορές, βέβαια, δεν χρειάζεται να φτάσουν καν στα δικαστήρια με την κυβέρνηση. Τα βρίσκουν μεταξύ τους, όταν η ένταση της δημοσιότητας καταλαγιάσει.
Ας μας επιτραπεί σ’ αυτό το σημείο μια παρέκβαση που έχει ιδιαίτερη σημασία. Κάθε φορά που ασχολούμαστε με κάποια πτυχή του διαρκούς διατροφικού σκανδάλου, βρίσκουμε μπροστά μας την περιβόητη αρχή του «αυτοελέγχου των επιχειρήσεων», που έχει θεσπίσει η ΕΕ. Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις είναι υπεύθυνες να ελέγχουν τον εαυτό τους ως προς την υγεία και την ασφάλεια των νωπών και επεξεργασμένων τροφίμων που πωλούν.
Κάπως έτσι μετέτρεψαν τα βοοειδή σε… σαρκοφάγα, ταΐζοντάς τα με κρεατάλευρα (αποτέλεσμα η νόσος των «τρελών αγελάδων»), κάπως έτσι τα κοτόπουλα έγιναν διοξινούχα (αφού στην τροφή τους έβαζαν καμένες βαλβολίνες), κάπως έτσι τ’ αυγά έγιναν «τούρμπο» (αφού καταπολεμούσαν τις ψείρες στις φωλιές με απαγορευμένα φάρμακα), κάπως έτσι αγόραζαν τα γερασμένα άλογα ακόμα και από τη Μέση Ανατολή, τα έσφαζαν και τα πωλούσαν σαν βοοειδή, χωρίς να ελέγχονται για φαινυλοβουταζόνη, κάπως έτσι χρησιμοποιούσαν για τη θαλάσσια μεταφορά σπορέλαιων καράβια-βυτία που στο προηγούμενο φορτίο τους μπορεί να είχαν μεταφέρει επικίνδυνα χημικά ή ορυκτέλαια κτλ. κτλ.
Το κράτος, βέβαια, παρεμβαίνει. Πότε; Αφού έχει ξεσπάσει το σκάνδαλο. Με τι σκοπό; Με σκοπό να κατασιγάσει την οργή των λαών και να αποκαταστήσει την κανονικότητα στην αγορά. Και ποια είναι η κανονικότητα; Ο… «αυτοέλεγχος των επιχειρήσεων». Δηλαδή, αυτοί που έχουν ως σκοπό τους την αποκόμιση του μέγιστου κέρδους αναγορεύονται σε υπεύθυνους για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Ιδια ακριβώς είναι η λογική των ιδιωτικοποιήσεων. Εκχωρούνται σε ιδιώτες καπιταλιστές κρίσιμες υποδομές και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και αυτοί οι καπιταλιστές αναγορεύονται σε κράτος στους τομείς ευθύνης τους.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντιλαμβανόμενη τη μεγάλη πολιτική φθορά που υφίσταται, αιτιάται τους εργολάβους της Αττικής Οδού. Οι εργολάβοι, βέβαια, επιδιώκουν το μέγιστο κέρδος κι αυτό τους επιβάλλει να διατηρούν τον ελάχιστο μηχανισμό και σίγουρα όχι μηχανισμό για έκτακτες περιστάσεις. Δεν το ξέρει αυτό το κράτος; Ασφαλώς και το ξέρει. Αδιαφορεί, όμως, γιατί το κράτος είναι υπηρέτης των εργολάβων, δεν είναι οι εργολάβοι υπηρέτες του κοινωνικού συνόλου, το οποίο υποτίθεται ότι εκπροσωπείται από το κράτος.
Τα ίδια μπορείς να πεις για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, που έχει δοθεί στην ιταλική κρατική εταιρία σιδηροδρόμων (επί ΣΥΡΙΖΑ, για να μην ξεχνιόμαστε). Ηταν τόση η προκλητικότητα της ιταλικής εταιρίας που άφησε τον κόσμο να τουρτουρίζει νηστικός μέσα στα ακινητοποιημένα τρένα. Κάποιοι αναγκάστηκαν να νοικιάσουν λεωφορείο και να πληρώσουν από την τσέπη τους για να φύγουν από τη «μέση του πουθενά» όπου είχαν ακινητοποιηθεί οι δύο συρμοί. Γιατί να ξοδέψει λεφτά η ιδιωτική εταιρία για να μετακινήσει άμεσα τους ανθρώπους, να τους ταΐσει και να τους κοιμήσει σε ξενοδοχεία;
Και τι να πεις για τον ΔΕΔΔΗΕ, στον οποίο την πλειοψηφία έχει ακόμα το κράτος; Πάνω από 200.000 νοικοκυριά έμειναν χωρίς ρεύμα. Ακόμα και τώρα υπάρχουν περιοχές χωρίς ρεύμα! Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όμως, καμαρώνει ότι φέτος οι διακοπές ρεύματος είναι λιγότερες από πέρυσι!
Κανέναν δε θα έπρεπε να εκπλήσσει το αίσχος των πολυήμερων διακοπών ρεύματος σε ολόκληρες περιοχές. Η ΔΕΗ, χτισμένη με λεφτά του ελληνικού λαού και με το αίμα των εργατών της (ρεκόρ θανάτων σε ώρα δουλειάς έχουν οι εναερίτες της), από επιχείρηση κοινής ωφέλειας έχει μετατραπεί σε χρηματιστηριακό «προϊόν». Δεν κρίνεται από το αν καταφέρνει να ηλεκτροδοτεί απρόσκοπτα όλη τη χώρα και να παρέχει φθηνό ρεύμα στο λαό, αλλά από την τιμή που έχει η μετοχή της στο χρηματιστήριο!
Εκοψαν τη ΔΕΗ σε φέτες, για να μπορούν να την πουλήσουν καλύτερα. Χρόνια τώρα δεν προσλαμβάνουν εργάτες, αλλά δίνουν τις δουλειές σε εργολάβους. Προσλαμβάνουν, βέβαια, μανατζαραίους που έχουν το θράσος να αυξάνουν τους μισθούς και τα μπόνους τους, εισπράττοντας ένα σκασμό λεφτά κάθε χρόνο. Υποτίθεται ότι αυτοί οι μανατζαραίοι θα εκσυγχρονίσουν τον όμιλο και τις επιχειρήσεις του. Τα βλέπουμε τα χαΐρια τους. Αφησαν χωρίς ρεύμα ακόμα και μεσοαστικές περιοχές του λεκανοπέδιου.
Και τι να πεις για τους δήμους (ο Πατούλης είναι… εκτός συναγωνισμού και ετοιμάζουμε κάτι… μεγάλο γι’ αυτόν); Ανοιξαν καναδυό κεντρικούς δρόμους και τέρμα. Σε ακροβάτες μετατράπηκαν οι άνθρωποι για να πάνε από το σπίτι τους μέχρι το φούρνο ή το φαρμακείο. Πέφτουν δέντρα τα οποία έγερναν από καιρό και δεν έφτιαξαν πρόγραμμα στήριξής τους (μεγάλα πεύκα είναι κυρίως αυτά που πέφτουν, δέντρα που το ξύλο τους είναι πολύ μαλακό και εύθραυστο).
Η επωδός τους είναι μόνιμη: δεν έχουμε λεφτά. Δεν τους είδαμε ποτέ, όμως, να καλούν τους δημότες σε κινητοποίηση. Να πάνε όλοι μαζί έξω από το υπουργείο Εσωτερικών να διαμαρτυρηθούν. Ξέρετε γιατί; Γιατί οι δήμαρχοι είναι συμπληρώματα της κεντρικής εξουσίας. Θέλουν να τα έχουν καλά με τους υπουργούς. Συμπεριφέρονται όχι ως εκπρόσωποι βαριά φορολογούμενων κατοίκων, αλλά σαν κακομοίρηδες που ζητούν ρουσφέτια από τους υπουργούς.
Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα, το φόντο της ανικανότητας των υπουργών και του κρατικού μηχανισμού. Είναι ανίκανοι επειδή είναι δούλοι του κεφαλαίου. Επειδή η πολιτική τους συνίσταται στα εξής δύο:
Πρώτο, να συνδράμουν στη μέγιστη κερδοφορία των ιδιωτών καπιταλιστών, στους οποίους έχουν εκχωρήσει κρίσιμες υποδομές και πρώην κρατικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.
Δεύτερο, να υπηρετήσουν τη σκληρή δημοσιονομική λιτότητα, που έχει περικόψει το σύνολο των κοινωνικών δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού, όπως και τις δαπάνες για έργα υποδομής και κοινή ωφέλεια.