Τα πιάνουν ή δεν τα πιάνουν οι βουλευτές; Μάζευαν στ’ αλήθεια λεφτά «δεξιοί» καπιταλιστές για ν’ αγοράσουν βουλευτές για την προεδρική εκλογή; Σε ποια βάση παζαρεύει ο ΣΥΡΙΖΑ με ανεξάρτητους πρώην Πασόκους και με Δημαρίτες για να μην ψηφίσουν υπέρ της εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας; Θα καταρρεύσει ή όχι το τραπεζικό σύστημα αν σχηματίσει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί η Ελλάδα να σταθεί στις «αγορές» μετά το τέλος του Μνημονίου ή θα χρειαστεί μια «προληπτική γραμμή πίστωσης»; Και τι όροι θα συνοδεύουν αυτή την «προληπτική γραμμή»;
Αυτά τα… δραματικά ερωτήματα απασχολούν την πολιτική ζωή του τόπου από τα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας. Βάλτε και ολίγη γκλαμουριά από Αμάλ Αλαμουντίν συν ολίγη από σασπένς της Αμφίπολης και θα έχετε πλήρες το καθημερινό μωσαϊκό που επιδεικνύουν έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
Καθαρά προεκλογικό το τοπίο, δεν υπάρχει αμφιβολία. Ο φόβος φυλάει τα έρ’μα, όπως θα ‘λεγε ο Σκουρλέτης. Ομως, πίσω από τον ορυμαγδό των ραδιοτηλεοπτικών πάνελ και τη δυσώδη εθνικιστική προπαγάνδα με τα αρχαία μνημεία, μπορεί κανείς να διακρίνει τα δύο επίδικα της περιόδου.
Το πρώτο έχει να κάνει με τη διεκδίκηση της αστικής εξουσίας. Θα «κόψει» ο ΣΥΡΙΖΑ την προεδρική εκλογή ή οι Σαμαράς-Βενιζέλος θα καταφέρουν να περάσουν τον κάβο; Κι αν δεν τον περάσουν, ποια θα είναι η διαφορά με την οποία θα νικήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού κανείς δεν αμφισβητεί την πρωτιά του; Και σε ποιους θα στηριχτεί για να σχηματίσει κυβέρνηση, αφού την αυτοδυναμία δεν του τη δίνουν ούτε τα πιο αισιόδοξα γκάλοπ;
Το δεύτερο επίδικο έχει να κάνει με τις σχέσεις με τους δανειστές. Θα προσπαθήσουν να κλείσουν μια συμφωνία με την παρούσα κυβέρνηση ή θα περιμένουν με ανοιχτές αγκαλιές την επόμενη, όντες βέβαιοι ότι η συμφωνία θα έχει το ίδιο περιεχόμενο; Δηλαδή, επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους, δανεισμός από τις «αγορές» με εξισορροπητικό παράγοντα μια «προληπτική γραμμή πίστωσης», όροι για συνέχιση της «μνημονιακής» πολιτικής και σκληρή επιτήρηση, όχι με τρόικα, αλλά με τις κλασικές μεθόδους της Κομισιόν και της ΕΚΤ.
Ενα μόνο δεν είναι επίδικο: η συνέχιση της κινεζοποίησης, την οποία ο ελληνικός καπιταλισμός χρειάζεται περισσότερο τώρα, καθώς μπαίνει στη φάση μιας αναιμικής ανάκαμψης. Υπάρχει μια τετράδα κομμάτων εξουσίας (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι – θα ήταν πέντε αν η ΔΗΜΑΡ δεν είχε βαρέσει διάλυση), τα οποία είτε μόνα τους είτε σε κυβερνητικούς συνδυασμούς εγγυώνται τη συνέχιση της κινεζοποίησης.
Επειδή, όμως, κατά πάσα πιθανότητα έρχονται εκλογές, έχουμε ήδη αρχίσει να βλέπουμε τα απαραίτητα κεντήματα πάνω στον καμβά της κινεζοποίησης, με τα οποία τα αστικά κόμματα προσπαθούν να αρπάξουν την ψήφο ενός λαού που δεν πιστεύει στις δυνάμεις του.