Συριζαίοι στους άλλους Συριζαίους: Baby, I’m gonna leave you
Τόσες φορές που ψήφισες περμένοντας ν’ αλλάξει / -όπως σου λένε- ο ντουνιάς, βουνό θα είχες φτιάξει
Audisne haec popule grece?
Ηταν που ήταν, έγινε ιππουργός και το καβάλησε (ή το άλογο ή το καλάμι…)
Μη στέρξεις να περικοπεί / έστω και μια καμπύλη / από τα δαχτυλικά / αποτυπώματά σου (Αρης Αλεξάνδρου – «Ευθύτης οδών», 1959)
Ακριβαίνει ο ΦΠΑς, βουρ στα λα-φα-ζάνια
Raw deal στο Σύριζα
> Στα μάτια του ζώου βλέπω καλύτερα την έκταση / όπου σε αντάμωσα γυρνώντας μόνος κι άρρωστος / πίσω, στ’ αχνάρια της χαμένης σου ηλικίας. / Και η πόλη δε σε λογαριάζει πια καθώς αρδεύεις / τις βιομηχανικές ζώνες της δυτικής ακτής / ψάχνοντας στα καφενεία λίγο οξυγόνο / γι’ αυτή την ποίηση που αργοπεθαίνει μέσα μου / πίσω, στα τραμ της χαμένης αφετηρίας (Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, «Στα μάτια του ζώου», από τον «Δύσκολο θάνατο»).
> Το γιαπί στραφταλίζει από φως, / κ’ είν’ η στέππα αζουριά, αλάργα πέρα βαμένη. / Ενας χτίστης στον τοίχο μπροστά, / τη δουλειά του τελειώνει. / Να, που αδράχνει μ’ ένα εύρωστο χέρι / τ’ αγκωνάρι το λείο… Κ’ είπα τότες: / Ω πέτρα, / θα μπορούσες στ’ αλήθεια να ‘πεις / απ’ τους δυο σας ποιος τάχα είν’ ο πιο δυνατός; / – Φανερό είναι, στα ντριτ’ αποκρίθηκε η πέτρα, / πως τ’ ανθρώπου είναι η δύναμη πιότερη ακόμα, / γιατί μ’ έβγαλε μέσ’ απ’ της γης το νταμάρι, / που μαράζωνα δίχως τον ήλιο να βλέπω. / Τι ψηλά μ’ ασηκώνει ως τα νέφια, / μ’ απαλό και με σίγουρο χέρι, να εξουσιάζω το φράγμα, / που το ατίθασο ρέμα δαμάζει. / Κ’ είναι τ’ άθρωπου η δύναμη τόσο μεγάλη, / που ποτάμια μπορεί να σκλαβώνει / να φωτίζουνται οι πόλεις τη νύχτα, αντιστέκει στους χτύπους, / κ’ η βουλή σου απ’ το βράχο είναι πιο δυνατή. / Ετσι μούπεν η πέτρα. / … Σιωπηλός χαμογέλασ’ ο αργάτης, / ενώ κάτω απ’ τ’ ανάλαφρο χέρι / το παλάτι ως τον ήλιο ψηλώνει. (Μαχμέντ Ραχήμ Αμπασ-ογλού Γκουσεϊνόφ, «Πιο δυνατός από την πέτρα», στη συλλογή του Κώστα Φραγκιοκάτου «Ασιάτες λογοτέχνες και ποιητές» – Ο Μ.Ρ.Α. Γκουσεϊνόφ ήταν Αζέρος).
> Τις πταίει; Τις μας πτύνει (και φοβούμεθα τον ήχο της αναπνοής μας);
> Αύξηση ΦΠΑ: οι ξένες γλώσσες παραμένουν ξένες…
> Θηβαίος: Θήβα έως
> Μπάτσοι ή Απάτσι;
> Οι Ρώσοι δεν έρχονται για διακοπές στην Ελλάδα (χαρά η ΟΑΚΚΕ).
> Τι φτηνιάρης ο ποταμοΑμυράς!
> Ο Αδωνις και η μόδα της γραβάτας.
> Ο Λαγός των καπιταλιστών.
> Για τις (ξανά;) εκλογές: Η έμπρακτη απάθεια της ψήφου.
> Πλειστηριασμοί: το κεραμίδι (η στέγη) πάνω απ’ το κεφάλι αποδεικνύεται γροθιά στη μούρη.
> Ο νόμος, ο τρόμος, ο αστυνόμος, ο δρόμος.
> Το απομετζήμερο.
> Συνείδηση παρά πόδα!
> «Εν συντομία, ο Ντε Κουίνσυ, ο οποίος στα δεκατρία ή στα δεκαπέντε του ήταν ικανός να συζητά στα αρχαία ελληνικά χάρη στη συνήθεια που είχε αποκτήσει να μεταφράζει καθημερινά τις εφημερίδες, χρειάστηκε να περιμένει χρόνια ολόκληρα προτού μπορέσει να μεταφράσει στα αγγλικά τη νεκρή γλώσσα της παιδικής ηλικίας. Οι χτύποι εξακολουθούν να αντηχούν και για τον Μαλλαρμέ όταν διαβάζει Ντε Κουίνσυ, και τότε σηκώνεται μια αυλαία, στην αρχή του Μάκβεθ, μια αυλαία σε μιαν άλλη σκηνή και εκ πρώτης όψεως σε άλλες αναμνήσεις: ένα προβλεπόμενο σφάλμα του μηχανικού σκηνής, και συλλαμβάνουμε τις Μάγισσες την ώρα που προφητεύουν: οι “γηραιές αδελφές”, ενοχλημένες πάνω στη μαγγανεία τους έχουν μετά βίας τον χρόνο να ξεφύγουν, παίρνοντας ίσως μαζί τους κι ένα “άμοιρο νεαρό φάντασμα”…» (Ζεράρ Μασέ, «Οι νόμοι της προοπτικής», στο «Παλίμψηστο του Μάκβεθ» – τρία κείμενα των Τόμας Ντε Κουίνσυ, Στεφάν Μαλλαρμέ, Ζεράρ Μασέ).
> Born to Run.
Βασίλης






